Oποιο και αν είναι το άδικο της μιας ή της άλλης πλευράς στη στρατιωτική κλιμάκωση στον Καύκασο, μια διαπίστωση επιβάλλεται: για πρώτη φορά πριν από τον σοβιετικό πόλεμο στο Αφγανιστάν, η Μόσχα προχώρησε σε αεροπορικούς βομβαρδισμούς εναντίον άλλου κυρίαρχου κράτους. Οι ρωσικές επιχειρήσεις στη Γεωργία ανοίγουν μια νέα φάση στη μετασοβιετική εποχή.
Εφθασε η ώρα της ρωσικής ρεβάνς, δηλαδή ο χρόνος που επέλεξε η Μόσχα για να περάσει στη ριζοσπαστική μέθοδο του προληπτικού πολέμου. Εχοντας στόχο, καταπώς φαίνεται, να διακόψει οριστικά την εξάπλωση του ΝΑΤΟ προς Ανατολάς και να ξεπλύνει με τρόπο εντυπωσιακό τις στρατιωτικές ταπεινώσεις της δεκαετίας του 1990- επαναλαμβανόμενο μοτίβο του συστήματος που έχει εγκαθιδρύσει ο Βλαντίμιρ Πούτιν.
Ο πόλεμος στις αυτονομιστικές περιοχές της Νότιας Οσετίας και της Αμπχαζίας ξέσπασε έξι μήνες μετά την ανακήρυξη της ανεξαρτησίας του Κοσσυφοπεδίου, την οποία η Μόσχα δεν έπαψε να καταγγέλλει χωρίς να μπορεί να αποτρέψει. Προειδοποιούσε όμως ότι θα υπήρχαν επιπτώσεις κυρίως στον Καύκασο.
Η σύγκρουση ενέσκηψε οκτώ μήνες μετά την επανεκλογή του γεωργιανού προέδρου Μιχαήλ Σαακασβίλι , ενός φιλοδυτικού του οποίου την άνοδο στην εξουσία η Μόσχα περιέγραφε πάντοτε ως αποτέλεσμα αμερικανικής συνωμοσίας μέσα στην παραδοσιακή σφαίρα επιρροής της. Ως αντίδραση, η Ρωσία είχε επιβάλει εμπάργκο στη Γεωργία.
Επιπλέον, ο πόλεμος ξέσπασε τέσσερις μήνες μετά τη Σύνοδο κορυφής του ΝΑΤΟ στο Βουκουρέστι, η οποία χαρακτηρίστηκε από την απόκλιση απόψεων των Δυτικών όσον αφορά την προσέγγιση της Ουκρανίας και της Γεωργίας στο ΝΑΤΟ. Στο Βουκουρέστι, κατόπιν αιτήματος της Γαλλίας και της Γερμανίας που αντιτάχθηκαν στις ΗΠΑ, η Ουκρανία και η Γεωργία δεν έλαβαν «σχέδιο δράσης» για την ένταξη στο ΝΑΤΟ. Ωστόσο η πιθανότητα της ένταξης παρέμεινε ανοιχτή προς μεγάλη απογοήτευση της Μόσχας. Τον Δεκέμβριο, το ΝΑΤΟ θα την επανεξετάσει. Η αύξηση των στρατιωτικών κινδύνων στη Γεωργία φέρει αναμφίβολα μοιραίο χτύπημα στο «σχέδιο δράσης».
Την Ευρώπη την αφορά ευθέως η κρίση. Μετά την ένταξη της Ρουμανίας και της Βουλγαρίας το 2007, η ΕΕ βρέχεται από τη Μαύρη Θάλασσα. Οι συγκρούσεις στα ανατολικά σύνορα της Ευρώπης αναζωπυρώθηκαν. Τώρα υπάρχει ο κίνδυνος, μετά τη Νότια Οσετία και την Αμπχαζία, να εμφανιστούν νέες εντάσεις στην Υπερδνειστερία- τη ρωσόφωνη και αυτονομιστική περιοχή της Μολδαβίας. Η Ρωσία αρνείται επί χρόνια να αποσύρει τις δυνάμεις από αυτόν τον θύλακο όπου είχε ξεσπάσει μια σύγκρουση το 1992.
Σε όλα αυτά τα «μέτωπα» η Ρωσία ανέπτυσσε έντονη δραστηριότητα επί μήνες, χωρίς πολλές αντιδράσεις από τη Δύση. Σύμφωνα με πηγές από τον Οργανισμό για την Ασφάλεια και τη Συνεργασία στην Ευρώπη (ΟΑΣΕ), το επεισόδιο ήταν προσχεδιασμένο. Η προοπτική ανεξαρτησίας του Κοσσυφοπεδίου έδρασε ως καταλύτης. Ομοίως η Σύνοδος κορυφής του ΝΑΤΟ στο Βουκουρέστι, όπου οι Ρώσοι παρακολούθησαν από κοντά τη διχογνωμία των Δυτικών. Μετά τη σύνοδο, η Μόσχα σύσφιξε αίφνης τις πολιτικές σχέσεις με τις αυτονομιστικές περιοχές της Γεωργίας όπου οι δυνάμεις της, οι οποίες είναι επισήμως επιφορτισμένες με τη διατήρηση της ειρήνης στην περιοχή από τις αρχές της δεκαετίας του 1990, ενεργούν σαν μέρος της σύγκρουσης. Οσον αφορά την Υπερδνειστερία, η Ρωσία προσπαθεί σκληρά να επιβάλει στους αυτονομιστές και στις αρχές της Μολδαβίας ένα σχέδιο διευθέτησης του προβλήματος που θα διαιωνίσει τη στρατιωτική παρουσία της στη χώρα. Η προτεραιότητα της Ρωσίας, λένε στον ΟΑΣΕ, είναι να εξασφαλίσει διά παντός ένα καθεστώς μόνιμης ουδετερότητας για τη Μολδαβία προκειμένου να την κρατήσει μακριά από το ΝΑΤΟ. Με αυτόν τον τρόπο θα σχηματιστεί ένα είδος «ουδέτερης» ζώνης στην Ευρώπη, που θα εκτείνεται από το Καλίνινγκραντ, τη Λευκορωσία, τη Μολδαβία και θα φθάνει στον Καύκασο. Το 2007, ενώ οι Δυτικοί μιλούσαν για την ανεξαρτησία του Κοσσυφοπεδίου, η Ρωσία προειδοποιούσε πως δεν θα επέτρεπε να ξεπεραστούν ορισμένες «κόκκινες γραμμές».
Η Ουάσιγκτον κατήγγειλε την «επίθεση» της Ρωσίας εναντίον μιας κυρίαρχης χώρας και κατηγόρησε τη Μό σχα ότι επιθυμούσε να ανατρέψει την κυβέρνηση της Γεωργίας. Η ΕΕ δεν χρησιμοποίησε το ίδιο λεξιλόγιο. Εκπροσωπούμενη από τη γαλλική προεδρία, απέφυγε να κατονομάσει δημοσίως έναν ένοχο- επιθυμώντας, ως φαίνεται, να διατηρήσει την ικανότητα μεσολάβησης και να επιτρέψει στους Ρώσους να αποσύρουν τις δυνάμεις τους χωρίς να «χάσουν πρόσωπο».
Ωστόσο, όπως στην περίπτωση της Συνόδου κορυφής του ΝΑΤΟ στο Βουκουρέστι, το χάσμα αυτό μεταξύ των Δυτικών κινδυνεύει να γίνει αντιληπτό από τη Μόσχα ως δείγμα αδυναμίας ή τουλάχιστον διστακτικότητας. Η Ρωσία γνωρίζει ότι δεν κινδυνεύει να καταδικαστεί από τον ΟΗΕ. Η Μόσχα γνωρίζει επίσης ότι η συνεργασία της θα αναζητηθεί τις επόμενες εβδομάδες για ένα ζήτημα το οποίο απειλεί τη διεθνή ασφάλεια και όχι μόνο εκείνη του Καυκάσου ή της Μαύρης Θάλασσας: τα πυρηνικά του Ιράν. Οι Δυτικοί θα αναγκαστούν να επιλέξουν;