Δεν έχω πάει στην Αυστραλία. Ακόµη. Εχει έρθει όµως… εκείνη σε εµένα. Με τη µορφή µιας πληθωρικής, µεσήλικης γυναίκας η οποία εισέβαλε ένα πρωί στην κουζίνα µου ντυµένη στα ροζ και κρατώντας έναν (ροζ!) ηλεκτρικό αβγοδάρτη-αντίκα, τον οποίο είχε (µου είπε) από το 1960, οπότε νιόπαντρη είχε φτιάξει την πρώτη της πάβλοβα. Αυτό το αυστραλιανό παραδοσιακό γλύκισµα-φόρος τιµής, λένε, στην µπαλαρίνα Αννα Πάβλοβα (η λευκότητά του συµβολίζει τη λευκή τουτού της) – ήταν και ο λόγος για τον οποίο ο Νίκος µε έφερε σε επαφή µε τη θεία Αντζι, εξαδέλφη της µητέρας του που ζούσε στο Σίνδεϊ και που κατά τους ισχυρισµούς της έφτιαχνε «the best pavlova ever». Αυτό ήταν και το δικό µου ζητούµενο: µια καλή πάβλοβα. Την οποία επιχειρούσα επίµονα να παρασκευάσω, µε παταγώδη πάντα αποτυχία. Ακολουθώντας δεκάδες συνταγές, από εκείνες που βρίσκεις σε περιοδικά και βιβλία: δοκίµασα µε τρία και µε πέντε ασπράδια αβγών, διαχωρίζοντάς τα µε τρόµο από τον κρόκο – λίγο κίτρινο, λένε, να στάξει µέσα στο «διάφανο» και η µαρέγκα δεν πήζει! Εφτιαξα µαρέγκες µε ζάχαρη άχνη, µε ζάχαρη κρυσταλλική, µε συνδυασµό και των δύο, ακόµη και µε σιρόπι καλαµποκιού! Πρόσθεσα το ξίδι που ήθελε ο ένας ζαχαροπλάστης, τον χυµό από λεµόνι που ήθελε ο άλλος και το κρεµόριο που θεωρούσε απολύτως απαραίτητο ο τρίτος. Εψησα το µείγµα µε ανοιχτό φούρνο στους 120°C, µε κλειστό φούρνο στους 100°C, στους 140°C τα πρώτα 10 λεπτά και στους 100°C τα υπόλοιπα 40, µόνο µε αέρα, µόνο µε αντιστάσεις, ανοίγοντας την πόρτα µε το που ολοκληρωνόταν το ψήσιµο, αφήνοντας την πόρτα κλειστή, ώσπου ο φούρνος να κρυώσει εντελώς…

Το αποτέλεσµα παρέπεµπε πάντα σε σόλα παπουτσιού. Τόσο σκληρό απέξω. Αλλά και εµετικά κολλώδες µέσα – αν κατάφερνες να φτάσεις µέσα χωρίς να έχεις σπάσει τα δόντια σου. Παρά τις αποτυχίες, ποτέ δεν το έβαλα κάτω. Επιχειρούσα ξανά και ξανά, χρησιµοποιώντας κάθε νέα συνταγή που έπεφτε στα χέρια µου και υποβάλλοντας σε βασανιστήρια τους φίλους που καλούνταν να δοκιµάσουν. Ενας από τους πιο τυραννισµένους – ο Νίκος, είπαµε – µου είχε µιλήσει για τις υπέροχες πάβλοβες που έφτιαχνε η θεία Αντζι πριν από δέκα και βάλε χρόνια που την είχε επισκεφθεί. Οπότε, όταν, έπειτα από «fourteen years, µάνα µ’ », η θεία ήρθε για διακοπές στην πατρίδα, το ραντεβού στην κουζίνα µου ήταν δεδοµένο. Είχε δε κλειστεί τηλεφωνικώς από την Αυστραλία, γι’ αυτό και κατέφθασε µε όλον τον (εξ)οπλισµό της. «Είναι fresh τα eggs;». Φρέσκα και βιολογικά! Τα έβαλε κάτω µε τον ροζ ηλεκτρικό αβγοδάρτη – αντίκα και µέσα σε δέκα λεπτά φούρνιζε την πιο αφράτη µαρέγκα που έχω δει. Η οποία παρέµεινε αφράτη και όταν βγήκε από τον φούρνο. Αγλυκη σαντιγί από πάνω, φρέσκες ψιλοκοµµένες φράουλες και δύο κουταλιές γλυκό φράουλα για το… «Greek touch, µάνα µ’». Δεν ξέρω αν ήταν η «best pavlova ever», ήταν όµως η καλύτερη πάβλοβα που είχα φάει εγώ. Την οποία, όσες φορές και αν επιχείρησα, δεν κατάφερα να πετύχω. Οµως, παρ’ ό,τι τείνω να πιστέψω ότι τελικά το εν λόγω γλύκισµα είναι θέµα… χεριού, αρνούµαι να το βάλω κάτω. Προσπαθώ, και θα προσπαθώ πάντα, να φτιάξω την πάβλοβα των ονείρων µου.

Στο πλαίσιο δε, του αγώνα µου, ετοιµάζω ταξίδι για Σίδνεϊ. Για να φωτογραφηθώ και εγώ µπροστά στη διάσηµη όπερά του, για να ταΐσω τα καγκουρό (τι τρώνε;), και κυρίως για να ζητήσω από την πάντα πρόθυµη «για adventure στην κουζίνα» θεία Αντζι να µου ξαναδείξει πώς πετυχαίνει αυτό το ανάλαφρο, πάλλευκο, λαχταριστό σύννεφο. Αν δεν ήταν τόσο ακριβά τα εισιτήρια, θα ήµουν ήδη εκεί!

Η πάβλοβα της θείας Aντζι

ΥΛΙΚΑ (για 1 πάβλοβα)

ασπράδια από 3 µεγάλα αβγά

1 πρέζα αλάτι

3/4φλ. ζάχαρη

½ φλ. ζάχαρη άχνη

1 κ.σ. κορν φλάουρ

2 φλ. κρέµα γάλακτος, χτυπηµένη σε σαντιγί

φρέσκες φράουλες ή φρούτα του δάσους

ΕΚΤΕΛΕΣΗ

Χτυπάµε τα ασπράδια σε σφιχτή µαρέγκα, προσθέτοντας το αλάτι και λίγη λίγη την κρυσταλλική ζάχαρη. Πασπαλίζουµε µε την άχνη (στην οποία έχουµε προσθέσει το κορν φλάουρ) ανακατεύοντας απαλά. Δίνουµε στο µείγµα το σχήµα φωλιάς, επάνω σε χαρτί ψησίµατος, και ψήνουµε στους 130°C, για 1 ώρα και 10 λεπτά – εξαρτάται από τη δύναµη του φούρνου. Αφήνουµε µέσα στον φούρνο για 30 λεπτά ακόµη χωρίς να ανοίξουµε την πόρτα. Οταν κρυώσει, προσθέτουµε από πάνω τη σαντιγί και τα φρούτα (ανακατεµένα – προαιρετικά – µε γλυκό του κουταλιού φράουλα).

* Εναλλακτικά, αν δεν θέλετε να µπείτε στον κόπο, δοκιµάστε τις πάβλοβες που φτιάχνει η Εφη Γιαλούση στην «Pavlova» (Σκουφά 56, τηλ. 210 3388 827). Οι καλύτερες της πόλης!