Διάβαζα προ ημερών στο «Magazine» των «Times» του Λονδίνου το βιωματικό, με εντυπωσιακές δόσεις αυτοσαρκασμού και αυτοοίκτου, άρθρο της Κέιτλιν Μόραν «Εverything you need to know about motherhood (but don’t want to hear)» [«Ολα όσα θα ήθελες να ξέρεις για τη μητρότητα (αλλά δεν θέλεις να ακούσεις)»]. Μεταξύ άλλων, η βρετανίδα δημοσιογράφος και μητέρα δύο θυγατέρων, ηλικίας 11 και 14 ετών, προτρέπει: «Ξέχνα ό,τι νόμιζες ότι ξέρεις για τη μητρότητα. Το να είσαι μητέρα είναι σαν να είσαι διά βίου σε action movie. Αλλά –και αυτό είναι η κρίσιμη λεπτομέρεια –συμπεριλαμβανομένων και των απείρως πληκτικών σκηνών της ταινίας: όπως όταν ο Μπάτμαν αναγκάζεται να πάει με καταρρακτώδη βροχή να πάρει γάλα και πάνες από το μίνι μάρκετ, όταν ο Ρόμπιν παθαίνει μια οξεία κρίση διάρροιας ή όταν ο Τζέιμς Μποντ αναγκάζεται να περάσει ολόκληρο το απόγευμα της Τετάρτης σε έναν δυσώδη (από την πλαστικίλα και τις κακής ποιότητας «μπόμπες») παιχνιδότοπο με φουσκωτά τραμπολίνο».
Μόλις πριν από λίγες ημέρες η κόρη μου έκλεισε δέκα χρόνια ζωής και μαζί της εγώ συμπλήρωσα δέκα χρόνια αδιάλειπτης, καταιγιστικής, ανηλεούς μητρότητας (η θεωρία μου ότι θα έπρεπε στο διάστημα αυτό να περιλαμβάνονται και οι εννέα μήνες της κύησης είναι λογιστικά ασύμφορη). Ενα action movie που ξεκινά την 1η Νοεμβρίου 2005 με ένα ζαρωμένο βρέφος στο «πυρέξ» του μαιευτηρίου που κλαίει σαν γατί και ματώνει χαιρέκακα τις θηλές σου για να καταλήξει εν έτει 2015 σε μια moody προέφηβη που άλλοτε σε κοιτάζει στα μάτια με λατρεία και άλλοτε θέλει να παίξει νταρτς με το κεφάλι σου. Δέκα χρόνια με χιλιάδες πρώτες φορές (πρώτο δόντι, πρώτη φορά που η μαμά και ο μπαμπάς τσακώθηκαν «εξαιτίας» της, πρώτη φορά που περπάτησε, πρώτη φορά που έφαγε ψάρι, πρώτη φορά που άρχισε να πιπιλάει το μπουκαλάκι με το αντιφθειρικό σαμπουάν χωρίς να το πάρεις χαμπάρι κ.ο.κ.), με τα περίφημα «terrible twos» και έπιπλα να εξαφανίζονται (για ευνόητους λόγους) από το σπίτι, με έναν πολύ κουραστικό τρίτο χρόνο (γιατί τότε αφίχθη το δεύτερο μωρό, ο αδελφός της), με συναπτά (γονεϊκά) άγχη αποχαιρετισμού (όταν πήγε στον παιδικό σταθμό, όταν πήγε στην Α’ Δημοτικού, όταν πήγε στον πρώτο αγώνα μπάσκετ κ.ο.κ.).
Αλλά και δέκα ολόκληρα χρόνια με υπέροχα παιδικά ψέματα («Μαμά, είδα ένα μεγάλο κόκκινο πουλί στο μπαλκόνι μας), με περιπαθείς νυχτερινές αγκαλιές και «Είσαι η καλύτερη μαμά του κόσμου» (ενίοτε και «Είσαι η χειρότερη μαμά του κόσμου»), με ξενύχτια, ιώσεις, γκρίνιες, γονεϊκές υστερίες και αυτοκριτική μέχρις εσχάτων, με στρατιές αλλοπρόσαλλων ανθρώπων να εισβάλλουν από τη μια στιγμή στην άλλη στη ζωή σου –μαίες, (συχνά αφόρητοι) άλλοι γονείς, νταντάδες, παιδίατροι, προπονητές του ποδοσφαίρου, δάσκαλοι, εν δυνάμει παιδόφιλοι κ.ο.κ. Δέκα χρόνια με την καθημερινότητά σου να αναλώνεται σε μικρές αγγαρείες που δεν εξαντλούνται ποτέ (εν αντιθέσει με εσένα που στις 10.30 μ.μ. ροχαλίζεις ήδη στον καναπέ) αλλά και ψήγματα απιθανότητας που θα έκαναν τη «Νύχτα σε σουρεαλιστικό δάσος» που είχε στήσει ο Νταλί στο ξενοδοχείο «Del Monte Lodge» να ωχριά.
Δέκα χρόνια που φτάνουν για να συνειδητοποιήσεις ότι για πρώτη φορά φοβάσαι τη θνητότητά σου, επειδή για πρώτη φορά γνωρίζεις ότι είσαι η βασική και απαραίτητη προϋπόθεση για την ύπαρξη κάποιου άλλου. Δέκα χρόνια είναι επίσης αρκετά για να αντιληφθείς ότι στην αγορά εργασίας η μητρότητα είναι απλά το μοιραίο σφάλμα που δεν πρέπει να διαπράξεις. Το νιώθεις από τη στιγμή που βγαίνουν τα αποτελέσματα της Β-χοριακής. Δεν είναι μόνο η εχθρότητα, οι μισθολογικές διακρίσεις, το ότι μόλις ανακοινώσεις την εγκυμοσύνη μετατρέπεσαι αυθωρεί σε μια κινούμενη (μπολιασμένη με ορμόνες και λίπος) βόμβα, το ότι κάποιοι σου μετρούν ώρες ενώ εσύ μετράς διαστολές στην αίθουσα τοκετών. Είναι η γλοιώδης συγκατάβαση του τύπου «Τώρα είσαι μανούλα πλέον…» (ήτοι ούτε υπερωρίες θα είσαι διατεθειμένη να κάνεις ούτε είναι δυνατό να έχεις μέσα σου τον παραμικρό κόκκο φιλοδοξίας, ενώ ανά πάσα στιγμή είσαι έτοιμη να αφήσεις τo πρότζεκτ στη μέση γιατί η μικρή έχει βρογχοπνευμονία). Είναι αυτή η πατερναλιστική προκατάληψη με τα πολλά πρόσωπα που έχει ως αποτέλεσμα να μη σου δίνονται ευκαιρίες, προαγωγές και ζωτικός χώρος.
Δέκα χρόνια είναι επίσης αρκετά για να αντιληφθείς ότι εν έτει 2015 ο όρος «μητρότητα» δεν περιγράφει απλά τη σχέση μιας μητέρας με το παιδί της, αλλά έχει πλέον «ανυψωθεί –ή ενδεχομένως καταποντιστεί –σε βασίλειο του lifestyle· πρόκειται για μια σαρωτική ταυτότητα με απαιτήσεις και προσδοκίες που επισκιάζει όλες τις υπόλοιπες πτυχές στη ζωή μιας γυναίκας», όπως έγραφε προ καιρού η αρθρογράφος των «New York Times» Χέδερ Χαβριλέσκι. Οτι όσο και να λατρεύεις να ακούς το παιδί σου να σε φωνάζει «μαμά», απεχθάνεσαι να ακούς την αυτή προσφώνηση από άλλους (εκείνους που επιμένουν να πιστεύουν ότι από τότε που γέννησες σέρνεις στο διηνεκές με το πόδι σου, σαν σιδερένια μπάλα, έναν γιγαντιαίο ομφάλιο λώρο). Είναι αρκετό, θέλω να πιστεύω, διάστημα για να μπορέσεις να εμπεδώσεις ότι η μητρότητα σε ολοκληρώνει και σε διαβρώνει την ίδια στιγμή, σε βοηθά να επανεφεύρεις την παιδικότητά σου, να θάψεις διά παντός τον εγωκεντρισμό σου (ενίοτε και τη σεξουαλικότητά σου), να υπερβείς κατ’ επανάληψη τα όριά σου, να κονταροχτυπηθείς με το φάντασμα της καλής νοικοκυράς και μαμάς που πρέπει να είναι πάντα εκεί να ψήσει λαχταριστά cupcakes στον φούρνο (η Βιρτζίνια Γουλφ το είχε βαφτίσει «Αγγελο στο σπίτι»). Σε δέκα χρόνια προλαβαίνεις αναμφίβολα να συνειδητοποιήσεις ότι συχνά το ίδιο σου το παιδί σε εκνευρίζει όσο και εσύ εκείνο και ότι τις περισσότερες φορές είσαι ο πλέον ακατάλληλος άνθρωπος να το βοηθήσεις στα μαθήματα.
Μια «γεμάτη» δεκαετία είναι, τέλος, υπεραρκετή για να αντιληφθείς ότι σε αυτό το action movie το καστ δεν αλλάζει. Οτι εσύ καλείσαι να φέρεις την αποστολή εις πέρας μέχρι τέλους και ότι ως εκ τούτου η ζωή σου έχει αλλάξει ανεπανόρθωτα και διά παντός (κάτι που φροντίζουν να σου υπενθυμίζουν με την πρώτη ευκαιρία οι κατ’ επιλογήν άτεκνοι για να μην ξεχάσεις ποτέ ότι σε χωρίζει μαζί τους η άβυσσος). Παρ’ όλα αυτά, δέκα χρόνια, πιστέψτε με, δεν φθάνουν για να κάνεις όλα αυτά που ονειρεύεσαι με το παιδί σου: πάντα νιώθεις ότι δεν έπαιξες αρκετά, ότι δεν γέλασες αρκετά, δεν έδωσες αρκετά. Ούτε βέβαια τα δέκα χρόνια είναι ικανό χρονικό διάστημα για να μπορέσεις να γράψεις ένα αξιόπιστο εμπειρικό manual τού «πώς να είσαι μάνα». Ισως να μην τα καταφέρεις και ποτέ. Οπως, άλλωστε, είχε γράψει το 1960 η βετεράνος βρετανίδα «agony aunt» Κλερ Ρέινερ στη «συμβουλευτική στήλη» της στον «Guardian»: «Η μητρότητα είναι ένα αδιέξοδο επάγγελμα. Πάνω που έχεις αποκτήσει τις ικανότητες, βρίσκεσαι χωρίς δουλειά».
* Δημοσιεύθηκε στο BHmagazino την Κυριακή 8 Νοεμβρίου 2015
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ