Η εθνική μας σταρ Αλίκη Βουγιουκλάκη είχε γαλουχήσει γενιές Ελλήνων με το αναπάντητο ερώτημα «πόσων χρόνων είναι;». Και ένας απολύτως αληθής και εξακριβωμένος αστικός μύθος την ήθελε να λέει κάποτε στον Βλάση Μπονάτσο: «Αγάπη μου, εμείς οι δύο μαζί θα γεράσεις!». Οπως αποδείχθηκε, η ζωή είχε πολύ λιγότερο χιούμορ από την ελληνίδα ηθοποιό και έτσι έφυγαν από τη ζωή και οι δύο νέοι. Αυτή η εμμονή στην αιώνια νεότητα, όμως, αυτός ο εθνικός βουγιουκλακισμός, μοιάζει να επανέρχεται πιο δριμύς από κάθε άλλη φορά, βρίσκοντας απολύτως σύμφωνη και τη διεθνή τάση σε θέματα υγείας, που πλέον στοχεύουν στη φιλοσοφία τού όχι μόνο να νιώθεις αλλά και να φαίνεσαι νέος.
Σε μια χώρα λοιπόν που μεγάλωσε με την απορία αν η εθνική μας γατούλα θα γίνει κάποτε γερασμένη γάτα, το θέμα της ηλικίας κρύβει από πίσω του διάφορα κατάλοιπα. Στην Ελλάδα ο σαραντάρης θεωρείται ανερχόμενος, ο τριαντάρης άπειρος και ο εικοσιπεντάρης βρέφος. Η γεροντολαγνεία σε κρίσιμους κόλπους, όπως σε αυτόν της πολιτικής, ή των θέσεων εργασίας έδινε κι έπαιρνε επί πολλές δεκαετίες και αποτελεί ακόμη και σήμερα αντικείμενο συζήτησης και κατά την προεκλογική περίοδο. Και στο θέατρο επίσης ηρωίδες όπως η νέα και άσπιλη Αντιγόνη παίζονταν παραδοσιακά από ηθοποιούς που κόντευαν τα σαράντα, καθώς ο άγραφος νόμος όριζε τη στιβαρή πείρα να νικάει τη χειμαρρώδη νιότη.
Καθώς η ελληνική κοινωνία βιώνει το σοκ της κρίσης τα δεδομένα φαίνεται να αλλάζουν και η μάχη να συνεχίζεται. Κανείς δεν θέλει να μεγαλώσει, όλοι θέλουν να ξανανιώσουν, να γυρίσουν τους δείκτες του βιολογικού ρολογιού τους προς τα πίσω. Τα μαγικά σλόγκαν πέφτουν βροχή: τα 40 είναι τα νέα 30, τα 75 είναι τα νέα 55 και πάει λέγοντας. Τι συμβαίνει; Ζούμε σε μια εποχή άκρατου βαμπιρισμού; Και αν όντως τα 40 είναι τα νέα 30 κ.ο.κ., προς τα πού πρέπει να μετατοπιστούν εκείνοι που είναι όντως 30 ετών σήμερα; Οταν στριμώχνονται πολλοί σε ένα συγκεκριμένο ηλικιακό γκρουπ, τι μπορεί να περιμένει κανείς;
Στην πραγματικότητα το ζητούμενο δεν είναι ο συνωστισμός σε μια συγκεκριμένη, περισσότερο θελκτική ηλικία αλλά η συνειδητοποίηση ότι υπάρχει μια ηλικία που αντιστοιχεί με ακρίβεια στον καθέναν από εμάς και που μπορεί να είναι τελείως διαφορετική από αυτήν που μαρτυρά η αστυνομική μας ταυτότητα.
Ζητήσαμε από τον δρα Ιωάννη Σ. Γούσια, πολυβραβευμένο διεθνώς νευροεπιστήμονα, ακαδημαϊκό και υποψήφιο στο ψηφοδέλτιο Επικρατείας της ΝΔ, να μας αποκρυπτογραφήσει τα μυστικά της αιώνιας νεότητας, επιχειρώντας παράλληλα μια παρατήρηση στις γενιές που έχουν γεράσει πριν την ώρα τους: «Η αναπαραγωγική γήρανση διαφέρει από τη γήρανση του δέρματος (ρυτίδες). Η τελευταία προκαλείται από συσσώρευση οξειδωτικών ουσιών στα κύτταρα. Καθοριστικό ρόλο στην αναπαραγωγική γήρανση, όπως ανέδειξε το Νομπέλ Ιατρικής 2009, παίζουν τα τελομερή και η φροντίδα μας προς αυτά. Τα τελομερή είναι ειδικές αλληλουχίες DNA που προστατεύουν τη χρήσιμη γενετική πληροφορία από τη φθορά, όπως το προστατευτικό πλαστικό άκρο στα κορδόνια των αθλητικών παπουτσιών. Αν σέρνονται φθαρμένα τα κορδόνια, το παπούτσι μένει χαλαρό και άντε μετά να τρέξεις κατοστάρι και να μην πέσεις. Ελλειψη αποδοχής και αγάπης οδηγεί σε αύξηση των επιπέδων της αδρεναλίνης και της κορτιζόλης, ορμονών του στρες. Σε μακρές περιόδους τοξικού στρες αλλά και κατάθλιψης η δράση της τελομεράσης εμφανίζεται κατά 50% μειωμένη. Επιτάχυνση της αναπαραγωγικής γήρανσης επιφέρει το κάπνισμα και ο μη ισορροπημένος τρόπος ζωής και διατροφής. Σαράντα χρόνια υπό την επίδραση τοξικού στρες συνεπάγονται τουλάχιστον δέκα επιπλέον χρόνια κυτταρικής γήρανσης».
Τι κάνουν λοιπόν διαφορετικά οι άνθρωποι που μικροδείχνουν εκνευριστικά; Είναι θέμα γονιδίων, νοοτροπίας, ψυχολογίας ή ένας δημιουργικός συνδυασμός; Για τον ειδικό η απάντηση βρίσκεται στην αγάπη: «Αγαπούν περισσότερο! Αγαπούν περισσότερο τους γονείς τους για τα φοβερά γονίδια που τους κληροδότησαν. Αγαπούν περισσότερο τον εαυτό τους και προσέχουν τι τροφή τού δίνουν. Αγαπούν περισσότερο το ταίρι τους και τους φίλους τους και έχουν πιο ισορροπημένες σχέσεις. Αγαπούν περισσότερο τον εγκέφαλό τους και αποφεύγουν βλαβερές συνήθειες. Αγαπούν περισσότερο τη φύση, την επαφή, το νερό. Αγαπούν περισσότερο τη δουλειά τους. Αγαπούν περισσότερο τον Θεό και προσεύχονται. Αγαπούν περισσότερο αυτούς που έφυγαν και ίσως κάπου τους περιμένουν και φοβούνται λιγότερο τον θάνατο. Ολη αυτή η αγάπη επιστρέφει και τα άτομα αυτά τα αγαπάει περισσότερο η φύση και ο καθρέφτης τους!».
Και καταλήγοντας: «Τα χαρίσματα και η ιδιοφυΐα δεν τιθασεύονται από την ηλικία. Οι εμπειρίες απλώς τα στολίζουν με ήθος, σύνεση και ουμανισμό. Η χαρά του αυτοδημιούργητου, πέραν του μεγάλου ταλέντου, σου δίνει μεγαλύτερη αυτοεκτίμηση, αυτοσεβασμό και κατ’ επέκταση βιοχημική ισορροπία και χαρά. Ο εγκέφαλος κολυμπάει στη σεροτονίνη. Κομμάτι της σημερινής γενιάς των 30άρηδων και 40άρηδων γέρασε νωρίτερα. Οι παλαιότερες γενιές τούς «βόλεψαν» νωρίς, από αγάπη πάντα. Γιατί οι παλαιότερες γενιές μετά τη Μεταπολίτευση δημιούργησαν περισσότερα και αλληλοαγαπήθηκαν περισσότερο. Είναι οξύμωρο, αλλά οι γονείς δεν άφησαν τα παιδιά να δημιουργήσουν και να αγαπήσουν τις προσωπικές τους δημιουργίες. Γι’ αυτό και πολλοί Ελληνες δημιουργούν, αν όχι μεγαλουργούν, εκτός Ελλάδος. Και πιστέψτε με, αυτοί δείχνουν νεότεροι».
Στην αγάπη ως μυστικό συστατικό της αιώνιας νεότητας ποντάρει και ο Χένρι Λοτζ, περιζήτητος παθολόγος του Μανχάταν και καθηγητής Ιατρικής στο Πανεπιστήμιο Κολούμπια. Μέσα από το μπεστ σέλερ του «Younger Νext Υear» («Νεότερος κάθε χρόνο»), εκτός από τη σημασία της σωματικής άσκησης που πρέπει να γίνεται συστηματικά έξι ημέρες την εβδομάδα και της σωστής διατροφής, η ουσιαστική σύνδεση με τους άλλους μπορεί να κάνει θαύματα τόσο στον ψυχισμό όσο και στην εμφάνισή μας: «Κάποιος που παθαίνει έμφραγμα και επιστρέφει σε ένα άδειο σπίτι έχει τέσσερις φορές περισσότερες πιθανότητες να ξαναπάθει και να πεθάνει σε σύγκριση με κάποιον που επιστρέφει σε ένα περιβάλλον αγάπης». Μιλώντας για «περιβάλλον αγάπης» δεν εννοεί απαραίτητα μια τυπική οικογενειακή δομή αλλά ανθρώπους που υπάρχουν με ουσιαστικό τρόπο στη ζωή σου. Αλλωστε, «οι φίλοι είναι τα αδέλφια που επιλέγουμε».
Ο Χένρι Λοτζ έγραψε το μπεστ σέλερ του σε συνεργασία με τον ασθενή του Κρις Κρόουλι, ο οποίος εφάρμοσε το πρόγραμμα με εντυπωσιακά αποτελέσματα. Και όπως συνηθίζεται εντός και εκτός Αμερικής, η επιτυχία του βιβλίου έφερε και δύο συνέχειες: τα «Younger Νext Υear for Women» («Νεότερη κάθε χρόνο») και «Thinner This Year» («Λεπτότεροι εφέτος»).

Το φθινόπωρο του 1981 μια νεαρή και φιλόδοξη ψυχολόγος, η Βρετανίδα Ελεν Λάνγκερ, προχώρησε στην υλοποίηση ενός ενδιαφέροντος πειράματος με θέμα την τρίτη ηλικία και πώς άνθρωποι γύρω στα 75 έβγαιναν από την έρευνα νιώθοντας είκοσι χρόνια νεότεροι, ακριβώς επειδή επί έναν ολόκληρο μήνα καλούνταν να ζήσουν ξανά ως 55άρηδες. Ζώντας σε κοινοβιακό καθεστώς σε ένα μοναστήρι στο Νιου Χάμσαϊρ αντιμετωπίζονταν λες και ήταν πολύ νεότεροι. Για παράδειγμα, έπρεπε οι ίδιοι να μεταφέρουν τα πράγματά τους στο δωμάτιό τους, ακόμη κι αν χρειαζόταν να το κάνουν ανεβάζοντας ένα ένα πουκάμισο κάθε φορά.

Αυτό το ψυχολογικό άλμα προς τα πίσω, που θύμιζε πολύ την ταινία «Good Βye Lenin!» πολλά χρόνια προτού γυριστεί, έβαζε αυτομάτως αυτούς τους ανθρώπους σε μια διαδικασία να νιώσουν νεότεροι. Δεν υπήρχαν πουθενά καθρέφτες ούτε πρόσφατες φωτογραφίες τους παρά μόνο κάποια πορτρέτα που απεικόνιζαν τον νεότερο εαυτό τους. Μιλούσαν για τα γεγονότα του τότε και όχι του τώρα. Ακόμη και τα ρούχα που τους δόθηκαν ήταν σε στυλ 60s και όχι 80s και οι διάφορες συσκευές που χρησιμοποιούσαν είχαν κάνει κι αυτές βουτιά στον χρόνο. Ξαφνικά ο παρελθοντικός εαυτός τους είχε επανέλθει δυναμικά στο παρόν.
Στο τέλος αυτού του πρωτότυπου πειράματος τα αποτελέσματα ήταν εντυπωσιακά. Το πιο χαρακτηριστικό από όλα τα περιστατικά ήταν ότι ένας άνδρας που είχε εισέλθει με αναπηρικό αμαξίδιο έφυγε υποβασταζόμενος μόνο από ένα μπαστούνι. Η όραση, η διάθεση αλλά και οι αιματολογικές εξετάσεις έδειξαν σημαντική βελτίωση σε σχέση με τις αντίστοιχες ενός προηγούμενου γκρουπ που είχε υποβληθεί στην ίδια διαδικασία «εγκλεισμού», χωρίς όμως να ζήσει στο παρελθόν, αν και του είχε προταθεί. Σύμφωνα μάλιστα με μια ομάδα αμερόληπτων κριτών που δεν προέρχονταν από το περιβάλλον της ψυχολόγου-ερευνήτριας, οι συμμετέχοντες αυτοί έμοιαζαν κατά πολύ νεότεροι σε σύγκριση με την εικόνα που είχαν όταν μπήκαν στο μοναστήρι.
Αργότερα στη ζωή και στην καριέρα της η Λάνγκερ προσπάθησε να εφαρμόσει την ίδια μέθοδο όχι μόνο σε ανθρώπους προχωρημένης ηλικίας αλλά και με σοβαρά προβλήματα υγείας. Εδώ όμως τα πράγματα ήταν πολύ πιο περίπλοκα. Αν και η ίδια πιστεύει ότι οι περισσότερες ασθένειες, ακόμη και ο καρκίνος, ξεκινούν από ψυχοσωματικά αίτια και ψυχολογικά αδιέξοδα, ωστόσο αυτοί οι αντίπαλοι του ανθρώπου είναι αποδεδειγμένα πιο σκληροί από το γήρας. Σίγουρα η καλή ψυχολογία μπορεί να σου δώσει μεγάλη δύναμη να αντέξεις και να παλέψεις, το ζητούμενο όμως, όπως καταλήγουν οι περισσότεροι ειδικοί, είναι το τι κάνεις, πώς ζεις, πώς τρέφεσαι, πώς σκέφτεσαι, ώστε να μη χρειαστεί να νοσήσεις ποτέ σοβαρά. Ο θάνατος είναι ο μεγάλος μπαμπούλας που όταν μας χτυπά την πόρτα σε μορφή απειλητικής και επεκτατικής ασθένειας αρχίζουμε να επανεκτιμούμε τη ζωή ζητώντας μια δεύτερη ευκαιρία για να ζήσουμε απλά, ειρηνικά με τον εαυτό μας και τους γύρω μας, χωρίς καρκινογόνες φοβίες και νευρώσεις. Μήπως όμως πρέπει να αρχίσουμε να ζούμε επειδή ακριβώς αγαπάμε την ίδια τη ζωή και όχι επειδή τρέμουμε τον θάνατο;
Σε ένα εξαιρετικό τηλεοπτικό αφιέρωμα στη ζωή της Αλίκης Βουγιουκλάκη ο Σταμάτης Φασουλής είχε μοιραστεί μία από τις συγκινητικότερες στιγμές της λίγο προτού νικηθεί από την ασθένειά της: «Της δίναμε όλοι θάρρος και της λέγαμε «άντε, θα γίνεις καλά και θα ξαναπαίξεις, θα βγεις στη σκηνή, θα είσαι όπως πριν, μια κούκλα». Και εκείνη, συννεφιασμένη και παραιτημένη, γυρνάει και λέει: «Δεν θέλω να είμαι όπως πριν, μια κούκλα. Κουράστηκα. Θέλω να μην πεθάνω. Να μεγαλώσω και να γίνω γριά. Αυτό θέλω. Να γίνω γριά…»». Αυτά τα λόγια από το σύμβολο της αιώνιας νιότης έρχονται σαν άγριο χάδι και σε κάνουν να αναλογιστείς πώς βλέπεις τον εαυτό σου, πώς σε βλέπουν οι άλλοι και πού θέλεις να βρίσκεσαι αρκετά χρόνια μετά το αγχωτικό τώρα. «Σημασία δεν έχει το πόσο είσαι αλλά το πόσο φαίνεσαι» λέει το γνωστό σλόγκαν. Αλλά κάπου μακριά από τον πανικό τού φαίνεσθαι, αν αρχίσουμε να πανηγυρίζουμε τον χρόνο που περνάει επειδή μας χαρίζει επίγνωση και όχι ρυτίδες, τότε ίσως, ναι, να μείνουμε για πάντα νέοι.

* Δημοσιεύθηκε στο BHmagazino την Κυριακή 18 Ιανουαρίου 2015

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ