Είναι Σεπτέμβριος του 2003. Σε ένα ξενοδοχείο στην Κωνστάντζα, στη Ρουμανία, έχουν μαζευτεί ορισμένοι αθλητές από την Εθνική Ομάδα Εφήβων και χαλαρώνουν λίγο πριν από τους Βαλκανικούς Αγώνες. Στο δωμάτιο υπάρχει ένα μικρό δοχείο στερεωμένο στον τοίχο και αποφασίζουν να παίξουν με ένα μπαλάκι για να περάσει η ώρα. Ολοι το πετούν με τη σειρά, στοχεύοντας στο «καλάθι». Η βολή δεν είναι εύκολη, αλλά όποιος καταφέρει να σκοράρει θα βάλει τους υπόλοιπους να κάνουν κάτι αστείο. Οι περισσότεροι αστοχούν και γελούν, δεν τους νοιάζει, είναι απλώς ένα ανόητο παιχνίδι για να περάσει η ώρα, αλλά ο Κώστας Φιλιππίδης –από τότε ένας από τους κορυφαίουςεπικοντιστές στον κόσμο στην κατηγορία του –έχει σοβαρέψει επικίνδυνα. Συγκεντρώνεται, σταματά να μιλάει, συνοφρυώνεται, σουτάρει και κερδίζει με μία απλή κίνηση. Σε αυτή τη σκηνή, την οποία συζητούν ακόμη όσοι ήταν παρόντες, συνοψίζεται η ιστορία του αθλητή που έγινε παγκόσμιος πρωταθλητής πριν από μία εβδομάδα: αυτοσυγκέντρωση και μανιώδης προσήλωση στη νίκη. Κάθε φορά. Και με οποιοδήποτε κόστος.
«Ηθελε να ακούσει τον ύμνο»

Στον χώρο του στίβου υπάρχουν οι αθλητές αγώνων και οι αθλητές προπόνησης. Υπάρχουν, δηλαδή, ορισμένοι που έχουν τη στόφα του νικητή και οι υπόλοιποι, που, ενώ είναι ικανοί και ταλαντούχοι, καταφέρνουν να σημειώσουν ρεκόρ μόνο στην προπόνηση. Ο Κώστας Φιλιππίδης ανήκε πάντα στην πρώτη κατηγορία. Και ήξερε ότι η απόλυτη δικαίωση κάποτε θα ερχόταν. Τα τελευταία χρόνια έδωσε το «παρών» σε περισσότερους από δέκα μεγάλους τελικούς και έφτανε ψηλά με διακρίσεις όπως η τέταρτη και η πέμπτη θέση. «Απλώς δεν είχε έρθει η στιγμή για το μετάλλιο», όπως εξηγεί και ο ίδιος. Και ενώ για τους περισσότερους ακόμη και η συμμετοχή στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Λονδίνου θεωρείται κατόρθωμα –ο Φιλιππίδης ήταν έβδομος -, εκείνος, όπως συνήθιζε να εκμυστηρεύεται στους φίλους του, «ήθελε να ακούσει τον ύμνο».
Στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα κλειστού στίβου στο Σόποτ, στην Πολωνία, ο 27χρονος επικοντιστής τα κατάφερε. Κατέλαβε από την αρχή του αγώνα την πρώτη θέση και κατάφερε να την κρατήσει ως το τέλος.Πέρασε με την πρώτη προσπάθεια όλα τα ύψη στα οποία δοκίμασε τις δυνάμεις του μέχρι και τα 5,80 μ., σημειώνοντας την καλύτερη εφετινή επίδοσή του. Το ίδιο ύψος πέρασε και ο Μάλτε Μορ με τη δεύτερη και ο Γιαν Κούντλιτσκα με την τρίτη για να καταλάβουν τα υπόλοιπα σκαλιά του βάθρου. «Ηταν κάτι που κυνηγούσαμε. Δικαιωθήκαμε για την προσπάθεια τόσων χρόνων. Ξεκινώντας τον αγώνα δεν ξέραμε πού θα κατέληγε, αλλά αυτό που γνωρίζαμε ήταν ότι ήμουν καλά. Κύλησαν όλα όπως έπρεπε» δήλωσε ο 27χρονος πρωταθλητής στο BHmagazino μετά την επιτυχία του, μιλώντας πάντα σε πρώτο πληθυντικό, για να τονίσει τη συμβολή του προπονητή του, Δημήτρη Κυτέα, και διατηρώντας τη σεμνότητα που τον διέκρινε από μικρό παιδί.
Ο έρωτας με το επί κοντώ

Τα ασταμάτητα ανεβοκατεβάσματα στο βάθρο δεν αλλοίωσαν στιγμή τον χαρακτήρα του. Ακόμη και αν αυτά ξεκίνησαν από πολύ νωρίς. Μεγάλωσε στην Κυψέλη και σε ηλικία μόλις τεσσάρων ετών ξεκίνησε την ανάβαση προς την κορυφή, από το τμήμα ενόργανης γυμναστικής του Πανελληνίου ΓΣ.Ο προπονητής του, Δημήτρης Νυχτερής, ήξερε ότι δεν θα μπορούσε να τον κρατήσει για πολύ, αφού ο μικρός έπαιρνε γρήγορα μπόι, κάτι που δεν θα του επέτρεπε να συνεχίσει να πετυχαίνει διακρίσεις στο πρώτο άθλημα της επιλογής του. Αυτός ήταν και ο άνθρωπος που τον παρότρυνε να ασχοληθεί με το άλμα επί κοντώ –είχε άλλωστε τον ιδανικό σωματότυπο και είχε ήδη πάρει και τις κατάλληλες βάσεις. Τον έστειλε στον Δημήτρη Κυτέα, τον μέντορά του, τον οποίο εμπιστεύεται έως σήμερα με κλειστά μάτια, και τον μοναδικό άνθρωπο που 14 χρόνια αργότερα θα έπαιρνε μαζί του στην κορυφή του κόσμου.
«Τα θυμάμαι καλά τα πρώτα άλματα και η αλήθεια είναι ότι δεν ήμουν και τόσο ζεστός στην αρχή με την ιδέα. Δεν ήταν κάτι το οποίο είχα ξανακάνει. Μέρα με την ημέρα, όμως, όλα ήταν καλύτερα. Μου άρεσε περισσότερο στην πορεία το αγώνισμα, γιατί έβλεπα ότι γινόμουν όλο και καλύτερος» εξηγεί ο Κώστας Φιλιππίδης στο BHmagazino και συνεχίζει: «Ο πρωταθλητισμός με γεμίζει. Εχω μάθει να ζω έτσι. Ισως είναι και η φύση του επί κοντώ. Μοιάζει με μαγνήτη. Με κάνει να θέλω συνέχεια να κάνω άλματα». Ο κορυφαίος αθλητής έχει, μάλιστα, και μια μικρότερη αδελφή, τη Μαρία, την οποία έσπευσε να μυήσει για κάποια χρόνια στο αγώνισμα.
Η ιστορία με το ντόπινγκ

Τον Ιούλιο του 2007 ο Κώστας Φιλιππίδης έμελλε να κάνει την πιο ανώμαλη προσγείωση, πέφτοντας απότομα σε ένα στρώμα γεμάτο καρφιά. Στο Πανελλήνιο Πρωτάθλημα ο νικητής στο άλμα επί κοντώ βρέθηκε θετικός σε διεγερτική ουσία κατά τη διάρκεια ελέγχου ντόπινγκ και τιμωρήθηκε με ποινή αποκλεισμού δύο ετών από κάθε αγωνιστική δραστηριότητα. Την επόμενη ημέρα οι συναθλητές του τον είδαν στο γήπεδο. Οπως και τη μεθεπόμενη. Ακόμη και τα Χριστούγεννα. Δεν σταμάτησε στιγμή να προπονείται, δεν σκέφτηκε λεπτό να τα παρατήσει και δεν αποχωρίστηκε ποτέ τα κοντάρια του, γιατί ο ίδιος ήξερε καλά αυτό που ήθελε να κάνει.
Ενάμιση χρόνο και ατελείωτες ώρες προπόνησης αργότερα, με απόφαση της Διεθνούς Ομοσπονδίας Στίβου, η ποινή μειώθηκε κατά έξι μήνες, καθώς η ουσία με την οποία είχε πιαστεί χαρακτηρίστηκε «ειδικής αναφοράς» και η WΑDΑ την έβγαλε από τη λίστα των απαγορευμένων ουσιών. «Είναι μια άσχημη ιστορία η οποία έχει τελειώσει. Η αλήθεια είναι ότι μας στενοχώρησε πολύ όλο αυτό. Η Διεθνής Ομοσπονδία αποφάσισε να προχωρήσει σε άρση της τιμωρίας γιατί δέχτηκε όσα εμείς ισχυριζόμασταν» αναφέρει σήμερα ο ίδιος. Εναν χρόνο μετά την επιστροφή του, η τέταρτη θέση στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημακλειστού στίβου στην Ντόχα ήταν η πρώτη ένδειξη ότι όλα είχαν πια πάρει ξανά τον δρόμο τους για το πιο ψηλό σκαλί του βάθρου.
Η δικαίωση

Ο Φιλιππίδης, παράλληλα με τον πρωταθλητισμό, το 2009 πήρε το πτυχίο του από το Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών και το Τμήμα Οργάνωσης και Διοίκησης Επιχειρήσεων, και πλέον κάνει το μεταπτυχιακό του στον τομέα της διαφήμισης και της επικοινωνίας, αντικείμενο με το οποίο θέλει να καταπιαστεί και στο μέλλον. Μάλιστα, την πρώτη ημέρα μετά την επιστροφή του από την Πολωνία και κουβαλώντας το χρυσάφι του Σόποτ, πήγε για μάθημα, καθώς είχε κάνει κάποιες απουσίες πιο παλιά και δεν είχε περιθώριο να λείψει. «Το πρόγραμμα είναι πιεσμένο, αλλά δεν έχω νιώσει την ανάγκη να ξεκουραστώ, επειδή ξέρω ότι κάνοντας κάτι τέτοιο θα χάσω πολλά πράγματα. Δεν έχει έρθει ακόμη ημέρα που να μη θέλω να πάω στην προπόνηση, στα ταξίδια, στους αγώνες. Θέλω να έχει πάντα μια συνέχεια η προσπάθειά μου για να μπορώ να προχωρήσω όπως πρέπει» εξηγεί.
Σε αυτή την πειθαρχημένη στάση του καθοριστικό ρόλο διαδραματίζει ο προπονητής του, που τον παροτρύνει να σπουδάζει ταυτόχρονα με τους αγώνες. Ακόμη και αν ο πρωταθλητής τού επί κοντώ δεν θέλει να το παραδεχτεί, ο Δημήτρης Κυτέας είναι αυστηρός προπονητής, αφού ξέρει ότι το μονοπάτι που οδηγεί στην κορυφή είναι μονόδρομος. Οι συναθλητές του θυμούνται τον Κώστα πάντα προσηλωμένο στον στόχο του, με τον «δεύτερο πατέρα» του να μην του επιτρέπει να ξεφεύγει από το πρόγραμμα και να τον συμβουλεύει με τις ώρες έπειτα από κάθε αγώνα. Οταν οι υπόλοιποι αθλητές διασκέδαζαν με την επιτυχία τους, εκείνος έπαιρνε το μετάλλιο και αποχωρούσε με σεμνότητα από το στάδιο, μοιράζοντας μετρημένα χαμόγελα γεμάτα ευγένεια στην κερκίδα, λίγο προτού ξαναστρέψει το κεφάλι μπροστά για να ατενίσει τον επόμενο στόχο. «Πάνω από όλα με τον προπονητή μου είμαστε φίλοι, είμαστε πολλά χρόνια μαζί, από την πρώτη μέρα που ξεκίνησα, και πιστεύω πραγματικά ότι είναι έτσι ακριβώς όπως πρέπει να είναι για να με καθοδηγεί σωστά» λέει ο ίδιος.
«Στο μυαλό μου έχω πάντα τα 6 μέτρα»

Ο Κώστας Φιλιππίδης δεν σταμάτησε ποτέ να συγκαταλέγεται ανάμεσα στα μεγαθήρια του αγωνίσματος. Ο Ρενό Λαβιλενί, κάτοχος του παγκοσμίου ρεκόρ στο επί κοντώ με 6,16 μέτρα, έλειπε από τον μεγάλο αγώνα στο Σόποτ λόγω τραυματισμού και σύμφωνα με τις δηλώσεις του πριν από τον τελικό δεν «έβλεπε» τον έλληνα πρωταθλητή στα μετάλλια. Διαψεύστηκε.
Σήμερα, τα 6 μέτρα είναι το μοναδικό φράγμα που απομένει να σπάσει ο Κώστας Φιλιππίδης. Και μπορεί ο δρόμος να είναι μακρύς, όπως λέει και ο ίδιος, αλλά έχει όλη τη διάθεση να τον διανύσει και να φτάσει ως τον τερματισμό. «Στο μυαλό μου έχω πάντα τα 6 μέτρα. Το πότε θα έρθει το άλμα δεν το ξέρω και δεν μπορώ να το υπογράψω» λέει. Του έχει ήδη συμβεί, άλλωστε, να δει το κοντάρι του να τον προδίδει και να σπάει σε τελικό και από τότε έχει αποφασίσει ότι δεν φοβάται. Το πότε θα φτάσει ακόμη πιο ψηλά, όμως, δεν έχει σημασία τώρα. Αυτό που έχει σημασία είναι ότι ο Φιλιππίδης ανέβηκε στο βάθρο για να δει από ψηλά τις προσπάθειές του να πιάνουν τόπο. Μια ημέρα πριν από την απονομή, όμως, στην τελευταία προσπάθεια του Γιαν Κούντλιτσκα στα 5,85 μέτρα, από την οποία θα κρινόταν το χρυσό μετάλλιο, ο έλληνας πρωταθλητής χειροκρότησε ρυθμικά. Και όσοι τον γνωρίζουν έστω και λίγο είναι σίγουροι ότι η κίνηση αυτή τού βγήκε αυθόρμητα.

*Δημοσιεύθηκε στο BHmagazino την Κυριακή 16 Μαρτίου 2014

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ