Στις 6 Μαΐου 1968 ο νεαρός φοιτητής της Ναντέρ, Ντανιέλ Κον-Μπεντίτ, έμπαινε στη Σορβόννη προκειμένου να δικαστεί από το Πειθαρχικό Συμβούλιο, με τη γροθιά υψωμένη, τραγουδώντας τη Διεθνή. Στις 12 Σεπτεμβρίου 2012, ο 67χρονος πλέον ευρωβουλευτής και συμπρόεδρος του Ευρωπαϊκού Κόμματος Πρασίνων, Ντανιέλ Κον-Μπεντίτ, έμπαινε στην αίθουσα της Ολομέλειας της Ευρωβουλής στο Στρασβούργο με το δάχτυλο τεντωμένο στην τρόικα, ψέγοντας τις πρακτικές της στην Ελλάδα και ζητώντας την ενίσχυση της χώρας, ώστε «ο ελληνικός λαός να επιστρέψει στην Ευρώπη και να μην καταλήξει στην άκρα Δεξιά».
Η αλήθεια είναι ότι στα χρόνια που μεσολάβησαν ο «κόκκινος Ντάνι» πρασίνισε και η «φαντασία στην εξουσία» μετεξελίχθηκε σε «εξουσία με φαντασία». Οι επικριτές του τού καταλογίζουν ενσωμάτωση στο σύστημα. Ολοι, ωστόσο, αναγνωρίζουν ότι η Ιστορία θα τον καταγράψει ως αναμφισβήτητο ηγέτη μιας εξέγερσης η οποία έμελλε να ταρακουνήσει την ευρωπαϊκή πολιτική σκηνή. Ο Κον-Μπεντίτ, πάντως, τα τελευταία τρία χρονια κάνει διαρκείς και θορυβώδεις παρεμβάσεις ενάντια στο πρόγραμμα αυστηρής λιτότητας που εφαρμόζεται στην Ελλάδα. Θα βρεθεί στην Ελλάδα μεταξύ 9-11 Νοεμβρίου, στο πλαίσιο του Συμβουλίου του Ευρωπαϊκού Κόμματος Πρασίνων, το οποίο θα διεξαχθεί στην Αθήνα, και εκεί θα παρουσιαστούν οι εναλλακτικές προτάσεις του κόμματος για την οικονομική κρίση στην Ευρώπη.
Στην Ελλάδα είστε αρκετά δημοφιλής λόγω των δημόσιων παρεμβάσεων που έχετε κάνει υπέρ της χώρας την τριετία αυτή των δανειακών συμβάσεων. Στο σημείο που βρισκόμαστε σήμερα πιστεύετε ότι η ελληνική κυβέρνηση πρέπει να εξακολουθεί να τηρεί τις υποδείξεις των πιστωτών της; «Ετσι όπως βλέπω εγώ τα πράγματα τουλάχιστον, η Ελλάδα θα έπρεπε να πει στους δανειστές της: “Εντάξει, καταβάλλουμε προσπάθειες, έχουμε βελτιώσει αρκετά τα δημοσιονομικά μας, αλλά και εσείς από την πλευρά σας θα πρέπει να περιορίσετε τις πιέσεις και να διασφαλίσετε ένα ελάχιστο κοινωνικής προστασίας και συνοχής για την Ελλάδα”. Η Ευρωπαϊκή Ενωση θα πρέπει επιτέλους να καταλάβει πως η Ελλάδα μπορεί να ανακάμψει από αυτή την κρίση μόνο έτσι, διατηρώντας την κοινωνική συνοχή της. Η Ελλάδα από την πλευρά της θα πρέπει να μην απευθύνεται μόνο στο Βερολίνο, αλλά και στη Ρώμη, στη Μαδρίτη, στη Λισαβόνα. Πειθαρχία χωρίς αλληλεγγύη, άμεση και έμπρακτη αλληλεγγύη, που να εκφράζεται μέσα από μαζικά προγράμματα κοινωνικής συνοχής, δεν είναι βιώσιμη και μπορεί να οδηγήσει σε κοινωνική αποδιάρθρωση.
Μέχρι σήμερα, ένα από τα προβλήματα με την τρόικα είναι ότι κανένας τους δεν δίνει λογαριασμό και δεν εγκαλείται από τους αντιπροσωπευτικούς θεσμούς. Αυτό τους κάνει ανεξέλεγκτους. Για αυτόν τον λόγο, στην παρούσα φάση θέσαμε το ζήτημα και καταβάλλουμε προσπάθειες ώστε τουλάχιστον οι αντιπρόσωποι της Ευρωπαϊκής Επιτροπής να λογοδοτούν στο Ευρωκοινοβούλιο».
Παλαιότερα είχατε μιλήσει για κίνδυνο αναβίωσης δικτατορικών καθεστώτων στην Ελλάδα. Θεωρείτε ότι η κρίση μπορεί να τροφοδοτήσει τέτοιους σχεδιασμούς; «Δυστυχώς ισχύει. Εξακολουθώ να πιστεύω ότι το ενδεχόμενο μιας επιστροφής σε δικτατορικά καθεστώτα στην Ελλάδα είναι ένα από τα σκοτεινά, αλλά πιθανά σενάρια που δεν μπορούν να αποκλειστούν. Για την ώρα, δεν μπορώ να πω περισσότερα».
Σας ανησυχεί η άνοδος της Ακροδεξιάς στην Ελλάδα; «Σαφώς. Ειδικά η Χρυσή Αυγή αναπαριστά μια απειλή για τη Δημοκρατία στην Ελλάδα. Αν και από θέση αρχής είμαι γενικά απρόθυμος να συναινέσω στο να τίθενται με ευκολία πολιτικά κόμματα εκτός νόμου, στη συγκεκριμένη περίπτωση υπάρχουν πολλά στοιχεία έκνομων δράσεων. Το κόμμα αυτό χρησιμοποιεί βία, επιτίθεται σε ανθρώπους, υπάρχουν πλέον ουσιώδεις μαρτυρίες για το γεγονός ότι μετέχει σε παραστρατιωτικές δραστηριότητες. Αρα, υπάρχει και η δυνατότητα μέσα από μια νόμιμη αποδεικτική διαδικασία να τεκμηριωθούν οι παράνομες δραστηριότητες αυτού του κόμματος και ως αποτέλεσμα να τεθεί εκτός νόμου. Επιμένω, όμως, ότι κάτι τέτοιο θα μπορούσε να γίνει μόνο με έναν νόμιμο και στέρεα τεκμηριωμένο τρόπο και με καμία άλλη μέθοδο. Πρέπει να χρησιμοποιηθούν δημοκρατικά εργαλεία και όχι αυταρχικά προκειμένου να αντιμετωπιστεί το πρόβλημα εξτρεμιστικών κομμάτων όπως η Χρυσή Αυγή».
Εν όψει των προηγούμενων βουλευτικών εκλογών, οι Ελληνες Πράσινοι επέλεξαν να μη συμπράξουν με τον ΣΥΡΙΖΑ. Πώς αποτιμάτε πλέον αυτή τη στάση; Δεν πρέπει να συγκροτηθεί ένα ευρύ προοδευτικό μέτωπο αριστερών δυνάμεων στην Ελλάδα; «Το ρεύμα των Πρασίνων γενικώς επιδιώκει συμμαχίες και συνεργασίες. Προσωπικά, δεν ξέρω αν έχω μεγάλο πολιτικό ενδιαφέρον για τον ΣΥΡΙΖΑ και την πολιτική τοποθέτησή του. Βέβαια, σε λίγες ημέρες που θα επισκεφθώ την Ελλάδα, ελπίζω να μπορώ να έχω μια πληρέστερη εικόνα των πραγμάτων στη χώρα σας. Ωστόσο, θα πρέπει να τονίσω ότι μου έχει κάνει καλή εντύπωση η υπεύθυνη στάση του κόμματος της ΔΗΜΑΡ, η οποία είναι άξια θαυμασμού για τον τρόπο με τον οποίο προσπαθεί να συμβάλει δημιουργικά στην αντιμετώπιση της παρούσας κρίσης στην Ελλάδα. Σε κάθε περίπτωση, πάντως, όλα τα παραπάνω δεν απηχούν παρά τις προσωπικές μου απόψεις, εκτιμήσεις και προτιμήσεις. Δεν αφορούν, φυσικά, το τι τελικά θα επιλέξει να κάνει το Ελληνικό Κόμμα των Πρασίνων. Αυτό είναι μια απόφαση αποκλειστικά εσωτερική, του κόμματος, την οποία θα λάβει μόνο του».
Πώς βλέπετε το μέλλον της Ελλάδας; «Η Ελλάδα, ακόμη και όταν διαδηλώνει, έχει επιδείξει αξιοσημείωτο επίπεδο σταθερότητας και συνοχής μέχρι σήμερα. Αν, όμως, αυτή η κατάσταση συνεχιστεί, ακόμη και τα πιο σκοτεινά σενάρια μπορεί να πάρουν σάρκα και οστά. Γι’ αυτό πρέπει να ενισχύσουμε την κοινωνική συνοχή.
Αυτό το μήνυμα πρέπει να ακουστεί από όλους. Πρέπει να το ακούσει και ο ΣΥΡΙΖΑ στην Ελλάδα, πρέπει να το ακούσουν και οι κυβερνήσεις των άλλων χωρών. Να ανοίξει η Ευρώπη τα αφτιά της στους ανθρώπους που διαδηλώνουν στους δρόμους. Η κοινή γνώμη σήμερα μοιάζει να μη γίνεται αντιληπτή και σεβαστή. Μοιάζει σαν να χρειάζεται ένας διαμεσολαβητής για να κάνει τις διάφορες δυνάμεις να ακούσουν η μία την άλλη. Η κυβέρνηση Ολάντ στη Γαλλία θα μπορούσε και θα έπρεπε να παίξει αυτόν τον ρόλο, να γίνει, δηλαδή, για την περίπτωση της Ελλάδας ένας καλός μεσολαβητής ανάμεσα στον ΣΥΡΙΖΑ και στις κυβερνήσεις των άλλων χωρών της Ευρωπαϊκής Ενωσης». l
«Πρέπει να πιέσουμε την Ευρωπαϊκή Ενωση»
Τα αιτήματα του Μάη του ’68 πώς μετουσιώνονται στην ευρωπαϊκή κρίση του 2012; «Στα κινήματα του Μάη του ’68 το αίτημα για μια δίκαιη και ελεύθερη κοινωνία ήταν κυρίαρχο. Αντίστοιχα, σήμερα το αίτημα για μια πιο δίκαιη, πιο ελεύθερη κοινωνία είναι κυρίαρχο στους δρόμους, στις διαδηλώσεις στην Ελλάδα, στην Ισπανία, στην Πορτογαλία. Με αυτή την έννοια, οι σημερινές κινητοποιήσεις βαδίζουν στον δρόμο του Μάη. Υπάρχει, ωστόσο, μια βασική διαφορά ανάμεσα στο τότε και στο σήμερα. Το ’68 είχαμε μια οικονομία σε θετική, αναπτυξιακή πορεία και αυτό συνέβαινε για χρόνια. Ηταν η περίοδος του baby boom, όλα αναπτύσσονταν, όλα αυξάνονταν. Αυτό δημιουργούσε μια θετική ματιά προς το μέλλον, θεωρούσαμε ότι όλα μπορούν να συμβούν. Σήμερα, αντιθέτως, οι άνθρωποι, οι λαοί πρέπει να αγωνιστούν σκληρά για να έχουν ένα μέλλον. Και συχνά ατενίζουν το μέλλον αυτό με απαισιοδοξία. Αυτό που χρειαζόμαστε, λοιπόν, είναι να γίνουμε αισιόδοξοι, να αποκτήσουμε θετικά οράματα για το μέλλον της κοινωνίας, να μη φοβόμαστε να προτείνουμε ιδέες. Στην πανκ μουσική σκηνή υπήρχε μια αποστροφή σε ένα τραγούδι που έλεγε “δεν έχουμε καμία ευκαιρία για να την αρπάξουμε”. Πολύ φοβάμαι ότι βρισκόμαστε κοντά σε αυτή την κατάσταση. Αυτό είναι που πρέπει να αντιστραφεί. Γι’ αυτό πρέπει να πιέσουμε την Ευρωπαϊκή Ενωση, να καθήσει στο τραπέζι του διαλόγου για να βρεθούν και να εφαρμοστούν αποτελεσματικές πολιτικές λύσεις κοινωνικής αλληλεγγύης».
Ποιο μείγμα οικονομικής πολιτικής θα προκρίνατε ώστε να απεγκλωβιστεί ο ευρωπαϊκός Νότος από την κρίση; «Σε γενικές γραμμές, το μήνυμα της δημοσιονομικής πειθαρχίας και της ανάγκης μεταρρυθμίσεων είναι σωστό. Στο παρελθόν έγιναν πολλά λάθη στη δημοσιονομική διαχείριση. Φυσικά, δεν είμαι σε θέση να υποδείξω εγώ πού γίνονταν τα όποια λάθη. Στην Ελλάδα γνωρίζετε καλύτερα τι πήγε στραβά. Ομως δεν αρκεί απλώς η παραδοχή των σφαλμάτων. Χρειάζεται ακόμη ένα βήμα. Ενα βήμα προς την αλληλεγγύη των κοινωνιών, μια ακλόνητη απόφαση να επενδύσουμε στην υποδομή της κοινωνικής προστασίας, σε τομείς όπως η υγεία, η πρόνοια κτλ. Και, επιπλέον, θα πρέπει να αναγνωριστεί ότι κράτη όπως η Ελλάδα μπορεί να μην είναι σε θέση αυτή τη χρονική περίοδο να χρηματοδοτήσουν από μόνα τους την επένδυση σε αυτούς τους τομείς της κοινωνικής συνοχής. Επομένως, μια πανευρωπαϊκή πολιτική επένδυσης σε ένα ελάχιστο επίπεδο εγγυήσεων, ένα ελάχιστο επίπεδο παροχών υγείας, πρόνοιας, κοινωνικής προστασίας, θα πρέπει να σχεδιαστεί και να εφαρμοστεί από την Ευρωπαϊκή Ενωση. Με άλλα λόγια, αν η Ελλάδα από μόνη της δεν μπορεί να υλοποιήσει ένα τέτοιο πρόγραμμα, θα πρέπει να το υλοποιήσει η ΕΕ στην Ελλάδα».
Και πώς θα μπορούσε να γίνει αυτό; Μέχρι στιγμής μόνο προγράμματα λιτότητας εφαρμόζονται στην Ελλάδα. «Και όμως, κάτι τέτοιο είναι δυνατό και μάλιστα με έναν γρήγορο, αποτελεσματικό και απόλυτα εφικτό τρόπο. Για παράδειγμα, η Ευρωπαϊκή Ενωση και η Ελλάδα (αλλά, επίσης, και η Ιταλία, η Ισπανία και η Πορτογαλία) θα έπρεπε να επανεξετάσουν προσεκτικά πώς επενδύονται οι υφιστάμενοι πόροι, όπως εκείνοι των προγραμμάτων κοινωνικής συνοχής. Ξέρουμε ότι σχεδόν το ήμισυ των διαθέσιμων κοινοτικών πόρων κοινωνικής συνοχής για την Ελλάδα σήμερα δεν χρησιμοποιούνται επειδή οι ελληνικές κυβερνήσεις δεν έχουν σχεδιάσει πώς θα επενδυθούν. Αυτοί οι πόροι θα πρέπει να χρησιμοποιηθούν άμεσα. Επιπλέον, για να επανεκκινηθεί η ελληνική οικονομία, η κοινωνία θα πρέπει να επιλέξει την επένδυση σε νέες, “πράσινες” μορφές επένδυσης, ιδιαίτερα στον τομέα της ενέργειας. Για παράδειγμα, η επένδυση σε “πράσινες” μορφές παραγωγής ενέργειας θα μπορούσε να συμβάλει καθοριστικά στη βελτίωση του ελληνικού ισοζυγίου πληρωμών, στον βαθμό που θα συνέβαλλε στη μείωση της εισαγωγής πετρελαίου και ενέργειας».