Δεν μπορώ να της πάρω ούτε ένα βλέμμα. Η Νεφέλη είναι καρφωμένη στο iPad και παίζει, σύροντας στην οθόνη τα μικροσκοπικά της δάχτυλα, ένα παιχνίδι – μη με ρωτήσετε πώς το λένε – με φοβερή ταχύτητα. Χωρίς να γυρίσει να με κοιτάξει, μου εξηγεί ότι ποτίζει και κόβει λουλουδάκια κι εγώ αναρωτιέμαι αν το έχει κάνει ποτέ αυτό και στην πραγματικότητα. Η βαφτιστήρα μου είναι μόνο δυόμισι χρόνων, αλλά όταν βαριέται ξέρει να επιλέγει μόνη της στην ίδια οθόνη τα κινούμενα σχέδια που θέλει να δει.
Τα νούμερα επιβεβαιώνουν αυτό που πριν από λίγες μέρες είδα με τα ίδια μου τα μάτια. Μία έρευνα που διεξήχθη το 2011 από την AVG Technologies ανάμεσα σε μητέρες και παιδιά ηλικίας δύο ως πέντε χρόνων κατέληξε στο συμπέρασμα ότι τα περισσότερα πιτσιρίκια ήξεραν να παίζουν ηλεκτρονικά παιχνίδια προτού ακόμη μάθουν να κολυμπούν ή να κάνουν ποδήλατο, ενώ το 72% ήταν online μισή ώρα την ημέρα.
Δεν είναι ανεξήγητο. Ζουν σε μια εποχή που οι τεχνολογικές εξελίξεις τρέχουν με τα χίλια, βλέπουν τους γονείς τους να κάθονται με τις ώρες στην τηλεόραση και στον υπολογιστή και να απαθανατίζουν το κάθε τους χαμόγελο με το κινητό και την κάμερα. Φυσικό κι επόμενο λοιπόν η δίχρονη Μαρί-Κρίστη να ξέρει πώς να τραβά φωτογραφίες με το κινητό της μαμάς της, τη στιγμή που η ίδια η μαμά της χρειάζεται λίγα λεπτάκια για να θυμηθεί τον τρόπο που το τηλέφωνό της κάνει κλικ.
Ιδίως μάλιστα οι εφαρμογές της Apple και το touch screen κάνουν την περιήγηση παιχνίδι για τους μικρούς χρήστες, που έχουν «πολύ ανεπτυγμένες την οπτική παρατήρηση και τη μνήμη για να το κάνουν ταχύτερα και ευκολότερα σε σχέση με την προηγούμενη γενιά» σχολιάζει η παιδίατρος – αναπτυξιολόγος δρ Κωνσταντίνα Γκόλτσιου (www.gkoltsiou.gr). Και έτσι εξηγείται γιατί ενώ ο δυόμισι χρόνων Σταύρος σκοράρει στο Fruit Ninza του iPhone με χαρακτηριστική άνεση, εγώ πατώνω από την πρώτη στιγμή.
Η εξοικείωση των παιδιών με την τεχνολογία δεν είναι καθόλου κακό πράγμα, διότι προάγει το γνωστικό δυναμικό τους, όπως μου εξηγεί η κυρία Γκόλτσιου. Ο χρόνος όμως και ο τρόπος με τον οποίο ασχολούνται με τα τεχνολογικά μέσα δεν θα πρέπει να είναι σε βάρος της ανάγκης τους για κοινωνική επαφή σε κάθε ηλικία. «Το βρέφος και το νήπιο έχουν μεγαλύτερη ανάγκη το παιχνίδι στο πάτωμα με τον γονιό τους παρά το παιδικό DVD ή τη μουσική από το κινητό. Το παιδί της προσχολικής ηλικίας χρειάζεται το παιχνίδι στην παιδική χαρά και λιγότερο το παιχνίδι στον ηλεκτρονικό υπολογιστή» μου λέει. Υπάρχουν άραγε παιδιά που αντιλαμβάνονται περισσότερο την εικονική τάξη πραγμάτων από την πραγματική; «Υπάρχουν περιπτώσεις παιδιών που εμφανίζουν αναπτυξιακές διαταραχές αντίληψης του άλλου και κοινωνικής επαφής. Δεν αντιλαμβάνονται και δεν προσαρμόζονται δηλαδή το ίδιο εύκολα σε απλές, καθημερινές ρεαλιστικές καταστάσεις. Η χρήση όμως της τεχνολογίας μπορεί να αξιοποιηθεί για να τα προσεγγίσουμε, σαν μια γέφυρα ανάμεσα σε εμάς και σε αυτά» μου απαντά.
Η δέκα μηνών κόρη μου με βλέπει να μιλάω στο τηλέφωνο και χαμογελάει απλώνοντας το χέρι. Μου κάνει τα γλυκά μάτια για να της δώσω, επιτέλους, αυτή τη συσκευή που η μαμά της μπορεί να κάνει σκουλαρίκι, αλλά η ίδια απαγορεύεται να κάνει πιπίλα. Της βάζω τη γιαγιά σε ανοιχτή ακρόαση και απορεί. Για πολύ λίγο όμως. Μετά συμπεριφέρεται σαν να είναι το πιο φυσιολογικό πράγμα να ακούει μια γνώριμη φωνή, απουσία του ομιλούντος προσώπου. Σκέφτομαι ότι όταν θα είναι έφηβη τα iPads θα έχουν την τύχη της βιντεοκασέτας. Και εκείνη θα με ακούει σαν κάποια μακρινή φωνή από το παρελθόν όταν θα της μιλάω για τα πάρτι της κασέτας στα 80s. Στην πραγματικότητα θα είμαι στα μάτια της μια βιντεοκασέτα και στην καλύτερη περίπτωση θα λυπάται να μου το πει. Οπως και να ’χει εγώ θα μείνω πιστή στον στόχο μου: να τη μάθω να σκέφτεται, να τη μάθω να μαθαίνει. Διότι το από μνήμης πάτημα μερικών κουμπιών δεν μπορεί να σε πάει πουθενά, αν δεν ξέρεις το πώς και το γιατί. Ελπίζω να της φανώ χρήσιμη, γιατί με τη σύγχρονη τεχνολογία και την εξέλιξη του ανθρώπινου DNA ποτέ δεν ξέρεις.