Ενα νησί με πλούσιο εσωτερικό κόσμο, ιστορία και παράδοση, ταλαντεύεται με χάρη πάνω από τη στεριά και τη θάλασσα, όπως ακριβώς και η γοητευτική Χώρα του, μια ζωγραφιά που ενέπνευσε τόσες και τόσες ευαίσθητες ψυχές
«Εφυγα τότε και πήγα στις Βόρειες Σποράδες. Το σύντομο αυτό ταξίδι είταν εξίσου γόνιμο και συναρπαστικό όσο και τα παλιά ταξίδια μου στις Κυκλάδες την εποχή της Αργώς. Η Σκύρος μ’ έσωσε. Είταν εκείνο που μου χρειαζότανε παραπάνω από καθετί, το δυνατό μαστίγωμα της ψυχής. Εκεί βρήκα τις Πέτρες και κατόρθωσα να συνειδητοποιήσω εντελώς το τι γινότανε τόσον καιρό στη φαντασία μου και να κλείσω τη σύνθεση.
Δεν θα ξεχάσω ποτέ το αίσθημα της απόλυτης ελευθερίας που μου έδωσε αυτό το νησί, το κατάξερο και ολόφωτο και τόσο εντατικό, όταν πήγαινα και κολυμπούσα σε μια πανέρημη αμμουδιά, μόνος μες στον ήλιο, τη θάλασσα και τον αέρα. Στιγμές ενθουσιασμού μες στη φύση και τη μοναξιά, ίσως οι πιο μεγάλες…»
Γιώργος Θεοτοκάς, «Ημερολόγιο της “Αργώς” και του “Δαιμονίου”» Εμπνευσμένος τόπος
Κι ο Σεφέρης, λένε, βρήκε το περιγιάλι το κρυφό σε μια αμμουδιά της Σκύρου, και πολλοί εικαστικοί καλλιτέχνες, όπως ο Α. Τάσσος με το «Σκυριανό Κανάτι», ο Δημήτρης Γιαννουκάκης με το «Μοναστήρι της Σκύρου», ο Κώστας Πλακωτάρης με το «Σκύρος», ο Βάλιας Σεμερτζίδης με τα οκτώ χαρακτικά του για τη Σκύρο και άλλοι.
Είναι πασιφανές ότι εδώ υπήρχε και ζει ακόμη μια πλούσια παράδοση, στα κεραμικά, στα κεντήματα, στα ξυλόγλυπτα. Τα βλέπει ο επισκέπτης στους ανθρώπους που σκυφτοί στα μαγαζιά τους ασκούν ακόμη αυτές τις παλιές τέχνες με τη σοφία των περασμένων καιρών που όμως τώρα έχουν μεγαλύτερο μέλλον. Ολα αυτά, μαζί με την ακροβασία πάνω στα μονοπάτια των τραγουδιών μεταξύ στεριάς και θάλασσας, είναι πολύ μεγάλα πράγματα για τη σωτηρία της ψυχής μας…
Οι στίχοι είναι του φιλέλληνα Άγγλου ρομαντικού ποιητή Ρούπερτ Μπρουκ, αξιωματικού της ναυτικής μοίρας στη διάρκεια του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, ο οποίος τίμησε τη Σκύρο με τον θάνατό του εν πλω, στις 23 Απριλίου 1915, αφού αυτό ήταν το πρώτο λιμάνι που έπιασε η μοίρα και ετάφη εδώ. Και η Σκύρος τον τίμησε προσφέροντάς του έναν ήσυχο τάφο στις Τρεις Μπούκες και την προτομή του επιφανούς γλύπτη Μιχαήλ Τόμπρου, ο οποίος είχε ως μοντέλο του αιώνιου εφήβου τον Αλέξανδρο Ιόλα.
Το πολύ παλιά είναι πράγματι πολύ παλιά, αφού τα εκθέματα ξεκινούν από τον προϊστορικό οχυρωμένο οικισμό του Παλαμαρίου (2800-1900 π.Χ.). Από τότε η «πελαγία Σκύρος» ήταν πολύ ανεπτυγμένη, λόγω της θέσης της, ένα επίκαιρο σημείο ελέγχου των θαλάσσιων δρόμων στο Αιγαίο. Αυτή η σχέση της Σκύρου με τη θάλασσα φτάνει ως το εσωτερικό του παραδοσιακού σπιτιού, στο οποίο είναι αφιερωμένη μια αίθουσα του Αρχαιολογικού Μουσείου.
Τα εισαγόμενα κεραμικά, κυρίως από τη Μικρά Ασία, ήταν τα ιδιαίτερα στοιχεία της διακόσμησης του σπιτιού, πολύ διαφορετικά από αυτά που κατασκευάζονταν στο νησί. Πάντως στις νεότερες φάσεις της ζωής του νησιού ο πλούτος δεν ερχόταν από τη θάλασσα αλλά από τα βουνά, από τα βοσκοτόπια και τα κοπάδια.
Αλλά και οι ίδιοι οι άρχοντες άφηναν εκεί τα ραβδιά τους, όταν συζητούσαν στο τρίστρατο για τα θέματα του τόπου, συνήθως όχι και με τόσο ήρεμο τρόπο. Εδώ δημιουργούν μια ωραία πλατειούλα (Σαρούς) τρεις εκκλησιές, η Αρχοντοπαναγιά, η Παναγιά του Κτσου (Κουκιού, γιατί στη γιορτή της μοίραζαν κουκιά) και ο Αγιος Ευστράτιος. Η Παναγία του Κτσου έχει ωραίες τοιχογραφίες, πιθανόν του 17ου αιώνα. Η μεγάλη στράτα ή στράτα των αρχόντων, η οποία άρχιζε από τη μικρή πλατεία Ανδρέα Γιαλούρη και έφτανε ως την πύλη του κάστρου, βγάζει τον επισκέπτη ψηλά, στην κορυφή της Χώρας.
Την τελευταία Κυριακή της Αποκριάς ακούγεται μέσα στα στενά η «δαιμονισμένη» μελωδία των κουδουνιών των Γέρων. Τώρα μάλλον κυριαρχεί ο σιωπηλός χορός της Κορέλας που κινείται αέρινα γύρω από τον Γέρο της. Η σύγχρονη μεγάλη στράτα που διασχίζει τη Σκύρο είναι χαμηλά, και ο αχός της ακτογραμμής δεν φτάνει ως την Παναγία Καμαντού.
Και το κάστρο μένει σιωπηλό, αφού η πόρτα του κάτω από τον μαρμάρινο λέοντα είναι κλειστή λόγω εργασιών συντήρησης και μέσα η περίφημη εκκλησία του Αγίου Γεωργίου, που κτίστηκε το 1000 και έχει εξαιρετικές τοιχογραφίες, απρόσιτη μέχρι στιγμής.
Επίσης τα άλογα που λάξευσε ο Φειδίας στη ζωφόρο του Παρθενώνα ήταν σκυριανά αλογάκια ή άλογα με τον ίδιο σωματότυπο που ζούσαν εκείνα τα χρόνια και σε άλλες περιοχές.
Πάντα σε στενή επαφή με τη θάλασσα ακολουθούν ο ωραίος όρμος της Ατσίτσας με το νησάκι Στρογγυλή και μετά η παραλία της Κυρα-Παναγιάς (8 χλμ. από τον Αγιο Φωκά). Ο δρόμος στρέφεται προς το εσωτερικό, ανεβαίνει στο Πέρασμα (6 χλμ. από την Κυρα-Παναγιά), διακλαδώνεται προς το αεροδρόμιο, αλλά ο βασικός κλάδος του τρέχει προς τη Χώρα (10 χλμ. από το Πέρασμα).
Στην Αναφανή (2 χλμ. πριν από το τέρμα) η Χώρα αποκαλύπτεται σκαρφαλωμένη στον βράχο, σε όλη της τη μεγαλοπρέπεια. Δεν ξέρουμε αν η ωραία αυτή εικόνα ή η προσδοκία ότι φθάνουν στο τέλος της κοπιαστικής πεζοπορίας τους έκανε τους ανθρώπους να παίρνουν εδώ μια βαθιά ανάσα…
Αριστερά ο δρόμος πηγαίνει για τον Αγιο Μάμα, στη χάρη του οποίου, στις 2 Σεπτεμβρίου, η αδελφότητα διοργανώνει πανηγύρι κατά το συνήθειο στη Σκύρο, και συνεχίζει προς τον όρμο Κολυμπάδα, αφήνοντας δεξιά την πηγή Νύφι (3 χλμ. από την Καλαμίτσα). Μετά την παραλία Κολυμπάδα (3 χλμ.) η θέα προς τις Τρεις Μπούκες είναι εντυπωσιακή, όπως και πίσω η θέα των πλαγιών του Κόχυλα, με τα σουρεαλιστικά σχήματα των χαμηλών δένδρων από τον αέρα και τη βόσκηση. Μερικά χιλιόμετρα μετά ο δρόμος περνά δίπλα από τον μοναχικό τάφο του Μπρουκ, λίγο προτού φθάσει στην πύλη της ναυτικής βάσης.
Και μετά ακολουθούν όλα τα άλλα καλά της στεριάς και της θάλασσας. Βέβαια εδώ ένα μικρό προβάδισμα το έχει η στεριά, αφού οι γεύσεις της είναι πολύ ιδιαίτερες, ενδημικές, που σφραγίζουν τη γευστική κουλτούρα του νησιού. Αλλά και σ’ αυτές η θάλασσα βάζει το αλάτι της, όπως στα κατσικάκια που λένε ότι τα κάνει τόσο νόστιμα η ανάσα του πελάγους.
Ο Γιώργος έχει το κοπάδι και τυροκομεί σε πατροπαράδοτες φόρμες πλεγμένες με βούρλα. Η μαμά Μαριγούλα μαγειρεύει σαν στο σπίτι της. Ο υιός Τζάνος παράγει μέλι, μια παμπάλαια παράδοση στο νησί, καθώς έχουν βρεθεί σκεύη μελισσοκομίας ήδη από το 2800 π.Χ. και εκτίθενται στο αρχαιολογικό μουσείο. Το μέλι είναι εξαιρετικό και με αυτό, μεταξύ των άλλων, αρταίνουν και τα ξεροτήγανα που είναι το παραδοσιακό προσκλητήριο για τον γάμο.
Είναι Καθαρή Δευτέρα και ένας «βρακάς» με την παραδοσιακή στολή του σέρνει τον χορό. Στα κάρβουνα του τζακιού η φάβα βράζει με τον παλιό τρόπο, μέσα στα πήλινα φαβατοτσούκαλα. Μετά φτάνει στο τραπέζι γαρνιρισμένη με χλωρά μισόκορφα, μία από τις δύο ποικιλίες της φάβας. Συνοδεύεται και από κάππαρη τουρσί και κρίταμα. Και μετά ακολουθούν χταπόδι ψητό, ντολμαδάκια, γαρίδες σαγανάκι με φέτα.
Τις πλένουν πολύ προσεκτικά για να φύγουν η άμμος και τα πετραδάκια και τις βάζουν σε σοταρισμένο, ψιλοκομμένο κρεμμύδι μέχρι να λιώσουν. Μετά προσθέτουν μάραθο, αλάτι, πιπέρι και αλεύρι για να σφίξει ο πολτός και μετά τον τηγανίζουν κουταλιά-κουταλιά.
Από τη Θεσσαλονίκη οδικώς μέσω Χαλκίδας ως την Κύμη. Αεροπορικώς με την Ολυμπιακή, τρία δρομολόγια την εβδομάδα από Αθήνα και τρία από τη Θεσσαλονίκη (κρατήσεις: από σταθερό 801 801 01 01, από κινητό 210 3550.500, olympicair.com).
Τα διαμερίσματα του «Πέτρινου» είναι διακοσμημένα με αντίκες και το ξενοδοχείο διαθέτει επίσης δύο νεόκτιστες βίλες, με δικές τους πισίνες, πάνω στην αμμουδιά, στην περιοχή Γυρίσματα.
Στα Μαγαζιά, στο ξενοδοχείο «Αμμος» (τηλ. 22220 91234, ammoshotel.gr).
Στα Γυρίσματα, στο «Skyros Palace» (τηλ. 22220 91994, 22220 91310 / skiros-palace.gr).
Στην παραλία Ασπούς υπάρχει το «Διώνη» (τηλ. 22220 92199, 22220 92299, dioni-skyros.gr).
Στα Μαγαζιά, στον Στέφανο.
Στις Μουριές, στο ομώνυμο εστιατόριο και στο «Ο παππούς και εγώ».
Στα Γυρίσματα, στην ψαροταβέρνα «Στέλιος».
Στην Ατσίτσα, στην ψαροταβέρνα «Αντώνης».
Στις Αχερούνες, στην «Ταβέρνα της Πόπης».
Στον Πεύκο, στη Σταματία.
Στον Αγιο Φωκά, στην «Κυρά Καλή».
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ