Ο πεισματάρης οδηγός του ΠΑΟ Με το ντέρμπι Παναθηναϊκός – Ολυμπιακός απόψε (21.15, ΝΕΤ) στη Λεωφόρο ολοκληρώνεται η πρεμιέρα του πρωταθλήματος Α’ Εθνικής
«Μια ομάδα που έχει κάνει τη μεγαλύτερη μεταγραφή στην ιστορία του ελληνικού ποδοσφαίρου δεν μπορεί να έχει ιδιοκτησία με καβούρια στην τσέπη. Για 24 χρόνια δεν είχαμε ως πολιτική να διαφημίζουμε τα χρήματα που ξοδεύονται είτε έμμεσα είτε άμεσα για τον Παναθηναϊκό. Θα μπορούσες να πεις ότι είναι επικοινωνιακό λάθος αυτό, αλλά δεν θα αλλάξουμε. Για την οικογένειά μου ο Παναθηναϊκός δεν αποτελεί ούτε μέσο προβολής ούτε εργαλείο πολιτικο-επενδυτικό. Οι φίλαθλοι του Παναθηναϊκού είναι δύσκολοι και απαιτητικοί. Αυτό το χαίρομαι γιατί σε βάζουν να σκέφτεσαι και να προβληματίζεσαι συνεχώς. Τους σέβομαι και δεν θέλω να λαϊκίζω μαζί τους. Αυτό θα έπρεπε να εκτιμηθεί και όχι να είναι κατακριτέο». Σε αυτήν τη θέση τού κ. Γιάννη Βαρδινογιάννη, η οποία καταγράφηκε στην πρώτη συνέντευξή του ως αφεντικό του Τριφυλλιού («Εψιλον», 23/11/2003), συμπυκνώνεται μεγάλο μέρος της τωρινής τοποθέτησής του απέναντι στην ομάδα που λάτρεψε από πιτσιρικάς στη Λεωφόρο. Ο κ. Βαρδινογιάννης ανέλαβε (πρόσφατα) την προεδρία της Σούπερ Λίγκας και πλέον φέρει βαρύ το φορτίο της ευθύνης όχι μόνον για την αναγέννηση του Παναθηναϊκού αλλά και για την αναβάθμιση του ελληνικούποδοσφαίρου…
Ο γεννημένος το 1962 μεγαλομέτοχος της ΠΑΕ Παναθηναϊκός κ. Γιάννης Βαρδινογιάννης αποφοίτησε από το Κολέγιο Αθηνών και σπούδασε οικονομικά στο Vassar College της Νέας Υόρκης. Από το 1984 εργαζόταν στις επιχειρήσεις του ομίλου Βαρδινογιάννη. Νυμφεύτηκε το 1996 τη σουηδικής καταγωγής κυρία Μελίσσα Βαρδινογιάννη, με την οποία έχει αποκτήσει τρεις γιους. Τον 11χρονο Βαρδή, τον 8χρονο Ανδρέα και τον βενιαμίν Νίκο, ο οποίος γεννήθηκε πρόπερσι.
Ως τον Μάιο του 1999 ο Παναθηναϊκός ήταν απλώς η αγαπημένη ομάδα του. Επτά χρόνια μετά την αποχώρηση του θείου του κ. Γιώργου Βαρδινογιάννη από την προεδρία της ΠΑΕ και τέσσερα μετά το «αντίο» του κ. Αγγελου Φιλιππίδη, ο Τζίγγερ – προσωνύμιο που θρυλείται ότι «κληρονόμησε» από το όνομα του αγαπημένου σκύλου του – τυπικά δεν κατέχει θέση στο διοικητικό συμβούλιο της εταιρείας, παρ’ όλο που από το καλοκαίρι του 2003 (αμέσως μετά το περιλάλητο Ολυμπιακός – Παναθηναϊκός 3-0 στη Ριζούπολη) κατέστη απόλυτο αφεντικό της ομάδας.
Ο Τζίγγερ αποφεύγει τις ακρότητες, αλλά είναι έτοιμος για ρήξεις. Δεν ενοχλεί, αλλά αν νιώσει ενοχλημένος θα απαντήσει. Πιστεύει στην τιμιότητα, στην καθαρότητα, στις σταράτες κουβέντες. Απεχθάνεται οτιδήποτε «δήθεν» και οτιδήποτε παραπέμπει σε κοσμικότητα. Εκτιμά τους πραγματικά «ειδικούς», σιχαίνεται όσους πιστεύουν ότι τα ξέρουν όλα (και δη τους δημοσιογράφους αυτής της συνομοταξίας). Πιστεύει στις αξίες της υπομονής και της επιμονής, δεν διστάζει να έρθει σε αντιπαράθεση με μερίδα οπαδών που πιστεύει ότι αθέτησαν δεδομένες συμφωνίες για «αυτοπροστασία» της κερκίδας. Κι ας αποκαλείται υποτιμητικά «ραλίστας». Κι ας λοιδορείται ως καλοπροαίρετος, πλην «λίγος». Κι ας κατηγορείται από ορισμένους ότι στη θητεία του έχει διαρραγεί ο δεσμός του Παναθηναϊκού με τους φίλους της ομάδας και ότι δεν έχει αντιμετωπίσει αποτελεσματικά τον «αιώνιο αντίπαλο» Ολυμπιακό εντός και εκτός γηπέδων.
* Εντατικά μαθήματα ποδοσφαίρου
Δείχνει βλοσυρός και αυστηρός, αλλά δεν είναι πάντα έτσι. Παρά μόνον με τους στενούς συνεργάτες του. Στην προσωπική ζωή του και στις συζητήσεις με φίλους το χιούμορ δεν… μένει στον πάγκο. Ορισμένες φορές το «επιστρατεύει» και στις δηλώσεις του προς τα ΜΜΕ, οι οποίες πύκνωσαν τα τελευταία δύο χρόνια. Οι ποδοσφαιρικές γνώσεις του πολλαπλασιάστηκαν τάχιστα από την ημέρα που αποφάσισε να ασχοληθεί ενεργά με τον Παναθηναϊκό. Από το «championship manager» στον υπολογιστή ως τις επαφές με παράγοντες, μάνατζερ και παίκτες. Και από την έντονη «οσμή» των αποδυτηρίων ως τις αποφάσεις για αλλαγή ενός προπονητή ή ενός τεχνικού διευθυντή. Μπήκε για τα καλά στον χορό… Αυτό δεν συνεπάγεται ότι λησμόνησε τη χαρά του αθλήματος. Είτε στην Παιανία είτε στο Κολέγιο Αθηνών συνηθίζει μία φορά την εβδομάδα τον χειμώνα να πηγαίνει για… μπαλίτσα με τους φίλους του. Το καλοκαίρι προτιμάει το εξοχικό του στην Ερμιόνη.
Πάντως το ποδόσφαιρο δεν είναι το μοναδικό άθλημα που αγαπάει. Θεωρεί πρότυπο λειτουργίας για τις ελληνικές ομάδες τον Αγιαξ, εκτιμά απεριόριστα τη σταθερότητα της Γιουβέντους και της Μίλαν στην υψηλότερη κλίμακα του ευρωπαϊκού ποδοσφαίρου, παρακολουθεί πολλές ώρες Τσάμπιονς Λιγκ, αλλά δεν θα πει «όχι» σε ένα… μονό μπάσκετ ή σε μια παρτίδα σκουός, στο οποίο λέγεται ότι θα μπορούσε να κάνει πρωταθλητισμό! Αφιερώνει όσο το δυνατόν περισσότερο χρόνο στην οικογένειά του, έχει θεαθεί στον ζωολογικό κήπο με τα παιδιά του (δίχως σωματοφύλακες), αλλά τις περισσότερες ημέρες βρίσκεται στο γραφείο του πριν από τις 9 το πρωί.
* Οταν κινδύνεψε η ζωή του
Αν όμως στα 45 του ο κ. Ι. Βαρδινογιάννης είναι ένας ώριμος οικογενειάρχης και επιχειρηματίας, στα νιάτα του υπήρξε «δεσμώτης του ιλίγγου». Οτι ήταν πρωταθλητής Ελλάδας στους αγώνες ράλι αυτοκινήτου είναι γνωστό. Στα 23 του με συνοδηγό τον κ. Κώστα Στεφανή κατέκτησε τον πρώτο τίτλο του οδηγώντας ένα Audi Quattro. Από τότε ως και το 1991 (με Lancia Delta και Lancia Intergrale) το ακαταμάχητο δίδυμο κέρδισε έξι από τα επτά πρωταθλήματα. Δύο φορές κινδύνευσε σοβαρά η ζωή τους. Ο Τζίγγερ άλλωστε ανέκαθεν σαγηνευόταν από τον κίνδυνο. Και την Κυριακή 17 Αυγούστου 1997, στα 35 του, λίγο έλειψε να πληρώσει με τη ζωή του την αγάπη του για τα ριψοκίνδυνα χόμπι.
Είχε καταδυθεί στα νερά της Ανάφης όπου «ο βυθός είναι μαγευτικός», όπως έλεγε, αλλά αναδυόμενος από βάθος μεγαλύτερο των 20 μέτρων, χωρίς να μένει κάποια λεπτά στάσιμος, εμφάνισε συμπτώματα της νόσου των δυτών. Διακομίστηκε με ελικόπτερο χάρη στη μεσολάβηση ενός φίλου του καρδιοχειρουργού που είχε βίλα στα νησί και υποβλήθηκε σε 7ωρη αποσυμπίεση στον ειδικό θάλαμο του Ναυτικού Νοσοκομείου Αθηνών για να αφαιρεθεί η ποσότητα αζώτου από τον οργανισμό του. Εκτοτε στις καταδύσεις μαζί με τους γιους του είναι πολύ πιο προσεκτικός.
* Η εθνική «κακία» και ο Βοτανικός
Πολλοί αποκαλούν το αφεντικό του Τριφυλλιού «ξεροκέφαλο» και «αγύριστο κεφάλι». Πράγματι είναι σταθερός στις απόψεις του. Σπανίως παρεκκλίνει των αρχικών θέσεών του. Ακόμη και αν αυτές ακούγονται παράταιρες ή λοξοδρομούν από το… ρεύμα. «Η επιτυχία της εθνικής ομάδας στο Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα είναι τυχαία και δεν σημαίνει ότι το ελληνικό ποδόσφαιρο βγήκε από την κρίση και έλυσε τα προβλήματά του» είχε πει στις 28 Ιουνίου 2004, τρεις ημέρες μετά τον θρίαμβο στον προημιτελικό του Euro επί της Γαλλίας όταν άπαντες παραληρούσαν. Και τρία χρόνια αργότερα αυτά που τότε είχαν ακουστεί ως «κακία» ή «ζήλια», επειδή βασικά στελέχη της Ελλάδας ήταν οι Νικοπολίδης, Φύσσας, Καραγκούνης, Σεϊταρίδης που δεν φορούσαν πλέον την πράσινη φανέλα, αποδείχθηκαν 100% αληθινά.
Αν πάντως ο Τζίγγερ φημίζεται για την επιμονή του σε βασικές αρχές και πλάνα, υπάρχει και μια (κεφαλαιώδης για τον Παναθηναϊκό) υπόθεση, στην οποία ως τώρα έχει ελιχθεί – παρά τα πάμπολλα εμπόδια, τις «τρικλοποδιές» και τις ανατροπές – καλύτερα και από τον… Ροναλντίνιο. Διότι ούτε αλαζονεία ούτε εμμονή επέδειξε στο ζήτημα του γηπέδου όταν έπεσε στο τραπέζι η πρόταση για τον Βοτανικό. Στο Ελληνικό ίσως ήταν καλύτερες από κάθε άποψη οι προϋποθέσεις για το Τριφύλλι· αλλά όταν διαπίστωσε ότι στο πλαίσιο της «Διπλής Ανάπλασης» είναι δυνατή η κατασκευή του νέου αθλητικού κέντρου του Τριφυλλιού στην καρδιά της Αθήνας, άναψε το πράσινο φως. Απεμπολώντας κέρδη από εμπορικές χρήσεις, λαμβάνοντας υπόψη και τον Ερασιτέχνη, αναλαμβάνοντας το κόστος (αποπληρωμή δανείου μόνον από την ΠΑΕ).
Συμβιβασμοί, υποχωρήσεις, αμέτρητες εργατοώρες. Με μοναδικό στόχο τη δημιουργία της «ατμομηχανής» που θα οδηγήσει τον Παναθηναϊκό, τον οποίο έχει χαρακτηρίσει «ιδέα», εκεί όπου ονειρεύεται. Από το «σπίτι» του στην κατάκτηση ενός ευρωπαϊκού τροπαίου…