Στην Ελλάδα, οι θάνατοι από τροχαία δυστυχήματα έχουν μειωθεί κατά 41% τη χρονική περίοδο 2010 -2017. Αυτό προκύπτει από τα στοιχεία μιας νέας έκθεσης από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Ασφάλειας Μεταφορών (European Transport Safety Council – ETSC), ενεργό μέλος του οποίου αποτελεί το Ινστιτούτο Οδικής Ασφάλειας (Ι.Ο.ΑΣ.) «Πάνος Μυλωνάς».
Σύμφωνα με την έκθεση, η Ευρώπη συνολικά έχει μειώσει τον αριθμό των τροχαίων θανάτων κατά 20% κατά τη χρονική διάρκεια 2010-2017, ποσοστό κατά πολύ μικρότερο από το 38% που χρειάζεται για να πετύχει το στόχο της. Η Ελλάδα (-41%) και η Εσθονία (-39%) είναι οι μόνες ευρωπαϊκές χώρες που έχουν καταφέρει να επιτύχουν αυτή τη μείωση. Η Νορβηγία, που δεν είναι κράτος μέλος της Ε.Ε., έχει μειώσει τους τροχαίους θανάτους κατά 49% από το 2010.
Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Ασφάλειας Μεταφορών υποστηρίζει ότι οι κυβερνήσεις χρειάζονται ισχυρή πολιτική βούληση, επείγοντα μέτρα και ουσιαστικές επενδύσεις για ασφαλείς υποδομές, προκειμένου να μειωθούν οι 500 θάνατοι που λαμβάνουν χώρα κάθε εβδομάδα στους δρόμους της Ευρώπης. Σύμφωνα με την τελευταία Ετήσια Έκθεση Δείκτη Οδικής Ασφάλειας (PIN), παρόλο που οι θάνατοι από τροχαία μειώθηκαν κατά 2% πέρυσι, η συνολική μείωση τα τελευταία τέσσερα χρόνια (από το 2013) είναι μόνο 3%. Το παραπάνω ποσοστό είναι σημαντικά μικρότερο από την ετήσια μείωση κατά 6,7% που απαιτείται προκειμένου ναεπιτευχθεί ο στόχος της μείωσης των τροχαίων θανάτων στο μισό τη δεκαετία μέχρι το 2020. Μέχρι τώρα, η Εσθονία και η Ελλάδα είναι οι μόνες ευρωπαϊκές χώρες που φαίνεται να φθάνουν αυτόν το στόχο.
Ο εκτελεστικός διευθυντής του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Ασφάλειας Μεταφορών, σχολίασε «Εάν δύο επιβατικά αεροπλάνα έπεφταν κάθε εβδομάδα στην Ευρώπη, τότε η δημόσια και πολιτική απάντηση στην πρόκληση αυτή θα ήταν άμεσες μεταρρυθμίσεις. Και οι βελτιώσεις στην ασφάλεια των αεροπορικών μεταφορών τα τελευταία πενήντα χρόνια στην Ευρώπη ήταν αυτό ακριβώς: μεταρρυθμίσεις. Τώρα, χρειαζόμαστε ένα παρόμοιο σύστημα προσέγγισης, ευρείας εμβέλειας, για την οδική ασφάλεια». Και πρόσθεσε πως «οι κυβερνήσεις σε όλη την Ευρώπη πρέπει να παρουσιάσουν βελτίωση σε διάστημα μηνών, και όχι ετών, αποτελεσματικότερη επιβολή του νόμου και λήψη μέτρων με τη μορφή κατεπείγοντος, ώστε να μειωθούν οι βασικές αιτίες θανάτου και σοβαρών τραυματισμών, που είναι η υπερβολική ταχύτητα, η οδήγηση υπό την επήρεια αλκοόλ, η απόσπαση προσοχής και η μη χρήση ζώνης ασφαλείας».
Ειδικότερα, σε ότι αφορά τη χώρα μας, η πρόοδος που σημειώθηκε στον αριθμό των θανάτων από τροχαία δυστυχήματα στους ελληνικούς δρόμους, αποδίδεται στις αλλαγές που επήλθαν στη συμπεριφορά και τρόπο μετακίνησης των Ελλήνων λόγω της οικονομικής κρίσης, αλλά και λόγω των εκστρατειών ενημέρωσης και των προγραμμάτων εκπαίδευσης. Όμως, η βελτίωση στην οδική ασφάλεια οφείλεται μερικώς και στη σημαντική επέκταση του δικτύου των αυτοκινητοδρόμων, από 900 χλμ. το 2007 σε 2.500 χλμ. το τέλος του 2017. Η κίνηση από το επαρχιακό οδικό δίκτυο μεταφέρθηκε στους νέους αυτοκινητόδρομους, δηλαδή σε ασφαλέστερους δρόμους.
Ο καθηγητής του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου, Γεώργιος Γιαννής δήλωσε ότι «η βελτίωση στις επιθεωρήσεις ελέγχου οχημάτων μετά τις ιδιωτικοποιήσεις, η αυστηρότερη εφαρμογή της νομοθεσίας της ΕΕ στους τομείς της ασφάλειας των οχημάτων και της κατάρτισης των οδηγών, καθώς και τα σχέδια για την ασφαλή κινητικότητα στις πόλεις που εισήγαγαν αρκετές τοπικές αρχές με επίκεντρο τις υποδομές, συνέβαλαν επίσης στη βελτίωση της οδικής ασφάλειας στην Ελλάδα. Η σημαντική βελτίωση της οδηγικής συμπεριφοράς των Ελλήνων οδηγών (μη υπέρβαση ταχύτητας, λιγότερη επιθετικότητα) μπορεί να αποδοθεί στις κοινωνικές αλλαγές λόγω της οικονομικής κρίσης, καθώς και στις συστηματικές εκστρατείες ενημέρωσης και ευαισθητοποίησης του ευρύτερου κοινού και τις εκπαιδευτικές δράσεις του Ινστιτούτου Οδικής Ασφάλειας «Πάνος Μυλωνάς»».
Τέλος, σχολιάζοντας την Έκθεση Δείκτη Οδικής Ασφάλειας, η πρόεδρος του Ινστιτούτου Οδικής Ασφάλειας «Πάνος Μυλωνάς», Βασιλική Δανέλλη – Μυλωνά αναφέρει «Είναι εξαιρετικά σημαντικό για εμάς η Ελλάδα να είναι μία από τις δύο μοναδικές ευρωπαϊκές χώρες που φαίνεται να φθάνουν τον στόχο μείωσης τροχαίων δυστυχημάτων της ΕΕ μέχρι το 2020. Ιδιαίτερα, μάλιστα, καθώς η προσπάθεια του Ινστιτούτου όλα αυτά τα χρόνια ήταν συντονισμένη και εστιασμένη στην πρόληψη και τους νέους, με στόχο πάντα τα μακροπρόθεσμα αποτελέσματα. Όμως, το γεγονός ότι χώρες με υψηλότερο επίπεδο οδικής ασφάλειας κατέγραψαν τις χειρότερες επιδόσεις της δεκαετίας και ότι ο στόχος για δραστική μείωση των θανατηφόρων τροχαίων αποκλίνει από τα προσδοκώμενα αποτελέσματα, δεν μπορεί παρά να με λυπεί βαθύτατα. Είναι σήμερα επιτακτική η ανάγκη για συντονισμένες προσπάθειες και γόνιμες συνέργειες ανάμεσα σε όλους ανεξαιρέτως τους φορείς, ώστε να πετύχουμε τον κοινό μας στόχο, να μη χάνεται καμιά ανθρώπινη ζωή στο δρόμο».