Άλλη μια μεγάλη «διάκριση» για την Ελλάδα. Ο λιγνιτικός σταθμός του Αγίου Δημητρίου στην Κοζάνη αναδείχθηκε για το 2016 ως ο έκτος μεγαλύτερος ρυπαντής σε βαρέα μέταλλα στην ΕΕ. Αυτό καταδεικνύει η ανάλυση που δημοσίευσε στις 29 Μαΐου ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Περιβάλλοντος σχετικά με τις περιβαλλοντικές πιέσεις από τις εκλύσεις βαρέων μετάλλων της ευρωπαϊκής βιομηχανίας.
Στην κορυφή της λίστας βρίσκονται δύο εγκαταστάσεις στην Πολωνία (μονάδες παραγωγής και επεξεργασίας μετάλλων καθώς και υπόγεια ορυχεία), μία στην Ισπανία (παραγωγή μη σιδηρούχων μετάλλων) και δύο στη Γερμανία (τέσσερις μονάδες παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας και εγκατάσταση παραγωγής και μεταποίησης μετάλλων στο Ντόρτμουντ και παραγωγή μη σιδηρούχων μετάλλων στο Αμβούργο).
Τα πρόσφατα δεδομένα από το E-PRTR (ευρωπαϊκό μητρώο για εκλύσεις και μεταφορά ρύπων) περιλαμβάνουν πληροφορίες για τις εκπομπές ρύπων στο περιβάλλον από περίπου 33.000 εγκαταστάσεις στην Ευρώπη για την περίοδο 2007-2016.
Οι βιομηχανικές εκλύσεις βαρέων μετάλλων στην Ευρώπη τείνουν να προέρχονται από μικρό αριθμό εγκαταστάσεων, κυρίως επεξεργασίας μετάλλων και μονάδες καύσης για παραγωγή ενέργειας. Από τις 978 εγκαταστάσεις που απελευθέρωσαν βαρέα μέταλλα στην ατμόσφαιρα το 2016, μόλις 18 ήταν υπεύθυνες για περισσότερο από το ήμισυ της περιβαλλοντικής πίεσης, όπως αυτή εκτιμήθηκε από τους ειδικούς του Οργανισμού. Σε κάθε περίπτωση η περιβαλλοντική πίεση από τις βιομηχανικές εκπομπές βαρέων μετάλλων το 2016 ήταν κατά 39% χαμηλότερη από ό, τι το 2010. Ειδικά για τις εκλύσεις ρύπων από την εξόρυξη χαλκού, συγκαταλέγονται στις μεγαλύτερες πηγές περιβαλλοντικής πίεσης.
Η συγκεκριμένη αναφορά του Οργανισμού επικεντρώνεται στις απελευθερώσεις ρύπων στον αέρα και το νερό των εξής βαρέων μετάλλων: αρσενικό (As), κάδμιο (Cd), χρώμιο (Cr), χαλκός (Cu), μόλυβδος (Pb), υδράργυρος (Hg) και ψευδάργυρο (Ζη).Τα βαρέα μέταλλα ενοχοποιούνται για βλάβες σε φυτά, ζώα και ανθρώπους (π.χ. επιδράσεις στην ανάπτυξη και αναπαραγωγή κλπ).
Τα στοιχεία που δημοσιεύονται αποκτούν ιδιαίτερη αξία εάν αναλογιστεί κανείς ότι το 2016, ο σταθμός του Αγίου Δημητρίου σημείωσε «χαμηλό» σε εκπομπές υδραργύρου το οποίο συγκαταλέγεται ανάμεσα στα πιο επικίνδυνα για τη δημόσια υγεία βαρέα μέταλλα. Το 2016 εξέπεμψε 290 Kg υδραργύρου καταλαμβάνοντας την 15η θέση στη σχετική κατάταξη της βάσης δεδομένων του E-PRTR. Σε κάθε περίπτωση, η κατάσταση εμφανίζεται βελτιωμένη σε σύγκριση με τις τιμές που έπιανε ο συγκεκριμένος σταθμός το 2011 και 2012, οπότε, όπως αναφέρει ο υπεύθυνος του τομέα ενεργειακής και κλιματικής πολιτικής, στο WWF Ελλάς κ. Νίκος Μάντζαρης, εξέπεμπε πάνω από 1.000 Kg καταλαμβάνοντας την πρώτη θέση στη σχετική κατάταξη.
«Μπορεί να «κατρακύλησε» στην 15η θέση στον υδράργυρο το 2016 αλλά ήταν πρώτος στην Ευρώπη ανάμεσα σε σταθμούς κάρβουνου σε εκπομπές ενός άλλου βαρέος μετάλλου, του χαλκού με 2.610 κιλά, σκαρφαλώνοντας μια θέση σε σχέση με το 2015. Επίσης, το 2016 βρέθηκε στην τρίτη θέση ανάμεσα σε όλους τους σταθμούς που καίνε κάρβουνο στην Ευρώπη στις εκπομπές αρσενικού με 700 Kg. Την ίδια χρονιά ο ΑΗΣ Αγίου Δημητρίου ήταν 8ος στις εκπομπές καδμίου με 60,5 Kg, πίσω από τον λιγνιτικό σταθμό της Καρδιάς που φιγουράρει στη 4η θέση με 104 κιλά. Χάλκινο μετάλλιο πήρε ο ΑΗΣ Αγίου Δημητρίου το 2016 στις εκπομπές χρωμίου με 1800 Kg πίσω και πάλι από τα 3.020 κιλά του ΑΗΣ Καρδιάς για τον οποίο πάσχισε ανεπιτυχώς η ελληνική κυβέρνηση να εξασφαλίσει επιπλέον ώρες λειτουργίας (από 17.500 σε 32.000) την 8ετία 2016-2023», αναφέρει ο κ. Μάντζαρης.
Σύμφωνα με την ίδια επίσημη βάση δεδομένων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, για το 2016, ο ΑΗΣ Αγίου Δημητρίου κατατάχθηκε πέμπτος σε εκπομπές νικελίου, ένατος σε εκπομπές μολύβδου και δέκατος στις εκπομπές ψευδαργύρου «με 1.560 κιλά, όπου και πάλι «υστερεί» σε σχέση με τον ΑΗΣ Καρδιάς που εξέπεμψε 2.610 κιλά την ίδια χρονιά», όπως υπογραμμίζει ο κ. Μάντζαρης, προσθέτοντας ότι σε όλα αυτά κανείς πρέπει να συνυπολογίσει και τις εκπομπές σε άλλες επιβλαβείς για τη δημόσια υγεία και το περιβάλλον χημικές ουσίες όπως το διοξείδιο του θείου, τα οξείδια του αζώτου και τη σωματιδική ύλη. Όπως αναφέρει ο ίδιος χαρακτηριστικά, «τα επίσημα στοιχεία αποδεικνύουν ότι ο ΑΗΣ Αγίου Δημητρίου είναι από τους πιο ρυπογόνους λιγνιτικούς σταθμούς στην Ευρώπη με ολέθριες επιπτώσεις στη δημόσια υγεία και το περιβάλλον όχι μόνο εντός αλλά και εκτός Ελλάδας. Παρόλα αυτά η ΔΕΗ εξακολουθεί να καθυστερεί την εγκατάσταση της απολύτως απαραίτητης αντιρρυπαντικής τεχνολογίας για την οποία έχει δεσμευθεί στα πλαίσια του Μεταβατικού Εθνικού Σχεδίου Μείωσης Εκπομπών (ΜΕΣΜΕ). Πρέπει επιτέλους να σταματήσει να θυσιάζεται η ανθρώπινη υγεία και η προστασία του περιβάλλοντος στον βωμό εξοικονόμησης πόρων για να χτιστούν νέες λιγνιτικές μονάδες».