Ιστορική χαρακτηρίζεται η απόφαση του Ειρηνοδικείου Αθηνών, που αναγνωρίζει το δικαίωμα μεταβολής ληξιαρχικών στοιχείων φύλου και ονοματεπωνύμου χωρίς να προϋποθέτει την χειρουργική επέμβαση αφαίρεσης αναπαραγωγικών οργάνων.
Στη Δικαισούνη προσέφυγε μέσω του πληρεξούσιου δικηγόρου Βασίλη Σωτηρόπουλου τρανς άνδρα (φύλο που του αποδόθηκε κατά τη γέννηση: κορίτσι), ο οποίος με την επίκληση παρεμφερούς (αλλά όχι ad hoc) νομολογίας του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, καθώς και άρθρων του Διεθνούς Συμφώνου Ατομικών και Πολιτικών Δικαιωμάτων, ζήτησε να διαταχθεί το ληξιαρχείο να μεταβάλει το φύλο και το ονοματεπώνυμο (από θήλυ σε άρρεν), χωρίς να έχει πραγματοποιηθεί επέμβαση αφαίρεσης των γυναικείων γεννητικών οργάνων.
Όπως αναφέρει σε ανάρτησή του στο Facebook ο κ. Σωτηρόπουλος, μέχρι πέρυσι το ίδιο δικαστήριο απέρριπτε τέτοια αιτήματα, με την αιτιολογία της έλλειψης νομικής βάσης και αναγνώριζε ως προϋπόθεση την χειρουργική επέμβαση, αν και κάτι τέτοιο δεν αναφέρεται στον νόμο.
Στην υπόθεση αυτή, για πρώτη φορά στα ελληνικά δικαστικά χρονικά, το Ειρηνοδικείο αναγνώρισε ότι η εγχείρηση των γεννητικών οργάνων δεν ειναι απαραίτητη και ότι, αν θεωρείτο απαραίτητη, θα παραβίαζε τα ανθρώπινα δικαιώματα του αιτούντος προσώπου.
Στη δικαστική απόφαση αναφέρεται: «Κατά την κρίση του Δικαστηρίου, τούτο δεν πρέπει να θεωρηθεί πρόβλημα για τις αιτούμενες αλλαγές στην ληξιαρχική πράξη γέννησης. Συγκεκριμένα, η υποχρεωτική στείρωση, η χειρουργική αλλαγή φύλου με αφαίρεση των γεννητικών οργάνων από θήλυ σε άρεν και αντίστροφα, σαν απαραίτητη προϋπόθεση για την αναγνώριση της αλλαγής φύλου στα διεμφυλικά άτομα, όπως η αιτούσα κρίνεται ότι είναι υπερβολική απαίτηση και πρακτική και παραβιάζει το άρθρο 8 της ΕΣΔΑ (Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου), σύμφωνα με την οποία ‘καθένας έχει το δικαίωμα στον σεβασμό της προσωπικής και οικογενειακής του ζωής, του οίκου του και των επικοινωνιών του’. Επίσης, οι παραπάνω υποχρεώσεις προσκρούρουν στο δικαίωμα για ισότητα και μη επιβολή διακρίσεων των άρθρων 2 και 26 του Διεθνούς Συμφώνου για τα Ατομικά και Πολιτικά Δικαιώματα (ICCPR). […]».
Όπως αναφέρει ο δικηγόρος Β.Σωτηρόπουλος, «στην ουσία το Δικαστήριο προσδίδει ένα εντελώς διαφορετικό νόημα στην έννοια της ‘αλλαγής φύλου’, όπως αναφέρει ο ν.344/1976, εναρμονίζοντας τον -ξεπερασμένο- αυτόν νομικό όρο με την σύγχρονη αντίληψη για την ‘ταυτότητα φύλου’ και τα έντονα στοιχεία αυτοπροσδιορισμού και αυτοπραγμάτωσης που περιλαμβάνει ο όρος αυτός».
Ο ίδιος προσθέτει ότι η απόφαση κατέστη αμετάκλητη, δηλαδή δεν μπορεί πλέον να προσβληθεί με τακτικό ένδικο μέσο σε ανώτερο ή ανώτατο δικαστήριο.
Το Σωματείο Υποστήριξης Διεμφυλικών σε ανακοίνωσή του σημειώνει: «Θεωρούμε την παραπάνω απόφαση, παρ’ όλο που το δικαστήριο έλαβε υπόψη του τις ιατρικές διαδικασίες που είχε προχωρήσει το πρόσωπο, μία ιδιαίτερα θετική και ιστορική μεταβολή στην νομολογία για την αλλαγή των εγγράφων των τρανς ανθρώπων, καθώς θεώρησε ως υπερβολική απαίτηση και πρακτική για την αναγνώριση της πραγματικής ταυτότητας ενός τρανς ανθρώπου, την υποχρεωτική στείρωση και την χειρουργική επέμβαση στα γεννητικά όργανα, πολλώ δε παραπάνω ότι παραβιάζει το Άρθρο 8 της ΕΣΔΑ που αναφέρεται στο δικαίωμα του σεβασμού της ιδιωτικής και οικογενειακής ζωής κάθε προσώπου».