Ο κατηγορούμενος θα οδηγηθεί στις φυλακές ενώ η σύζυγός του που πήρε προθεσμία, θα κρατηθεί στη ΓΑΔΑ και θα επιστρέψει για να απολογηθεί την ερχόμενη Πέμπτη.
Συγκεκριμένα ο 27χρονος πατέρας της μικρής Αννυ θα μεταφερθεί στις φυλακές της Κέρκυρας θα μεταφερθεί τελικά.Ενώ η αρχική εισαγγελική παραγγελία ήταν για τις φυλακές Τρικάλων, έπειτα από συνεννόηση του υπουργείου Δικαιοσύνης με τις εισαγγελικές αρχές, ο κατηγορούμενος θα μεταφερθεί στην Κέρκυρα, όπου ήδη έχει ετοιμαστεί κελί για να κρατηθεί μόνος του και να μην έχει επαφή με άλλους κρατούμενους για λόγους ασφαλείας.
Η μεταγωγή του αναμένεται να γίνει την Τετάρτη και μέχρι τότε θα κρατηθεί στη ΓΑΔΑ.
«Το έγκλημα διαπράχθηκε σε μια υποβαθμισμένη περιοχή και οι περίοικοι ίσως δεν αξιολόγησαν σωστά τις φωνές του παιδιού όταν το κακοποιούσε ο πατέρας του στο διαμέρισμα που διέμεναν. Εάν είχαν αντιδράσει μπορεί και να είχε σωθεί το παιδί»,
σημειώνει αξιωματικός της Ασφάλειας Αττικής μιλώντας για την υπόθεση της δολοφονίας της 4χρονης Αννυ από τον πατέρα της ο οποίος εξ αρχής είχε υιοθετήσει τα περί εξαφάνισης λέγοντας και στον συμπατριώτη φίλο του «ο Θεός πήρε το παιδί» ως προς τις συνθήκες θανάτου του.Οι αστυνομικοί κάνουν λόγο για μια από τις πιο δύσκολες υποθέσεις που έχουν χειριστεί λέγοντας χαρακτηριστικά πως «αυτά που γνωρίζετε είναι περίπου το 20% από τα όσα αναφέρονται στη δικογραφία».
Και τόνισαν ότι δεν υπάρχουν ενδείξεις ότι η 25χρονη μητέρα γνώριζε για την χαμό της κόρης της προσθέτοντας ότι ενημερώθηκε για το έγκλημα και κυρίως για ορισμένες από τις ενέργειες που έκανε ο σύντροφος της από τους ίδιους και τον δικηγόρο της χωρίς να της αποκαλύψουν περισσότερες λεπτομέρειες.
Ως προς το κίνητρο του οι αξιωματικοί της ΕΛ.ΑΣ. εκτιμούν ότι ο νεαρός πίστευε ότι η σύντροφος του θα τον εγκαταλείψει μαζί με το παιδί και θα πάνε σε έναν 50χρονο στη Γερμανία, ο οποίος είχε δώσει στη γυναίκα κατά την τελευταία συνάντηση τους και σημαντικό χρηματικό ποσό της τάξης των 12.000 ευρώ ως βοήθημα.
Όπως σημειώνουν αστυνομικοί, «ο 27χρονος δεν εργάζονταν και ουσιαστικά χρειάζονταν χρήματα για τις δόσεις του ως τοξικομανής. Τα χρήματα τα έπαιρνε από τη γυναίκα που εκδίδονταν. Και φοβήθηκε πως εάν εκείνη φύγει για τη Γερμανία θα έχανε και την οικονομική βοήθεια».
Είναι χαρακτηριστικό ότι ο νεαρός δεν εμφανίζεται μετανιωμένος και επιδιώκει να ολοκληρωθεί η διαδικασία με τις απολογίες τους στις δικαστικές αρχές ενώ επιδίωξη του ήταν, σύμφωνα με τους αστυνομικούς, να μην ομολογήσει τη δολοφονία για να αντιμετωπιστεί με τη κατηγορία της περιύβρισης νεκρού και όχι για ανθρωποκτονία.
Επιπλέον ο πατέρας του παιδιού του έκανε ότι θεωρούσε απαραίτητο για να κρύψει τα ίχνη του αλλά και το πτώμα της 4χρονης λέγοντας χαρακτηριστικά οι αστυνομικοί πως ούτε κόκαλο δεν θα βρεθεί. «Από τον χρόνο που διαπράχθηκε το έγκλημα, αλλά και από τον τρόπο εξαφάνισης του σώματος της ανήλικης εκτιμάται ως αδύνατη η εύρεση αυτού», σημειώνεται στην ανακοίνωση της ΕΛ.ΑΣ.
Χαρακτηριστικό είναι πως επιχείρησε με υγρά καθαρισμού να ξεπλύνει σιφόνια και σωληνώσεις που μπορεί να είχαν αίμα του παιδιού και είχε προγραμματίσει και την αντικατάσταση τους ενώ παράλληλα πούλησε τη κούνια, το καρότσι και παιχνίδια του (μια κίνηση που αξίζει να σημειωθεί ότι δεν έγινε αντιληπτή από τη σύντροφο) ενώ λίγες ημέρες μετά ξενοίκιασε και το διαμέρισμα.
Ωστόσο οι αστυνομικοί κατάφεραν να εντοπίσουν κηλίδες αίματος τόσο της 4χρονης όσο και του 27χρονου και με βάση και τα στοιχεία που είχαν συγκεντρώσει προανακριτικά να «δέσουν» την υπόθεση.
Ειδικότερα από την έρευνα της Υποδιεύθυνσης Βιολογικών και Βιοχημικών Εξετάσεων και Αναλύσεων της Διεύθυνσης Εγκληματολογικών Ερευνών διαπιστώθηκε η παρουσία αίματος του παιδιού σε κατασχεμένα αντικείμενα και εσωτερικούς χώρους του διαμερίσματος καθώς και αίμα του δράστη σε κατασχεμένο μαχαίρι και σεντόνι από τον ίδιο χώρο.
Οι Αρχές μιλούν για ένα ειδεχθές και πρωτόγνωρο έγκλημα τόσο για τα ελληνικά δεδομένα όσο και σε διεθνές επίπεδο, με δράστη τον 27χρονο πατέρα του μικρού κοριτσιού, ο οποίος ομολόγησε την πράξη του.
Για την υπόθεση σχηματίστηκε δικογραφία σε βάρος του δράστη και της 25χρονης συντρόφου του καθώς και ενός 70χρονου φίλου της γυναίκας. Η δικογραφία υποβλήθηκε την Δευτέρα στον Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών Αθηνών και από τον 10ο Τακτικό Ανακριτικό Τμήμα του Πρωτοδικείου Αθηνών εκδόθηκαν εντάλματα σύλληψης σε βάρος του 27χρονου για ανθρωποκτονία από πρόθεση σε ήρεμη ψυχική κατάσταση, περιύβριση νεκρού, ηθική αυτουργία σε ψευδορκία μάρτυρα, κατά συρροή και οπλοχρησία και σε βάρος της 25χρονης για έκθεση ανηλίκου, από την οποία προκλήθηκε θάνατος και «ψευδορκία μάρτυρα».
Για τον 70χρονο, όπως αναφέρεται στην ανακοίνωση της ΕΛ.ΑΣ., προκύπτει ότι «εξεταζόμενος ενώ αρχικά κατέθεσε ότι φιλοξενούσε στο διαμέρισμα του την 25χρονη, μαζί με την κόρη της, στη συνέχεια διαφοροποίησε τα λεγόμενα του αναφέροντας ότι το παιδί βρισκόταν υπό την επίβλεψη του 27χρονου, ενώ η 25χρονη έλειπε στη Γερμανία, υποστηρίζοντας ότι τα όσα ανέφερε στην αρχική του κατάθεση ήταν μετά από παραίνεση του».
Από την έρευνα προέκυψε ότι η 25χρονη είχε ταξιδέψει στη Γερμανία πριν το Πάσχα και είχε αφήσει τη μικρή στον 27χρονο. Η γυναίκα επέστρεψε στην Ελλάδα στις 21 Απριλίου και για διάστημα δυο εβδομάδων το παιδί έμεινε στη μητέρα του 27χρονου, η οποία το επέστρεψε στο γιο της πριν το Πάσχα και πατέρας και κόρη διέμεναν σε υπόγειο διαμέρισμα στην οδό Μιχαήλ Βόδα. Εκεί, σύμφωνα με τους αστυνομικούς, στο χρονικό διάστημα από 8 έως 9 Απριλίου ο 27χρονος δολοφόνησε την ανήλικη και εξαφάνισε το πτώμα της.
Ειδικότερα ο ίδιος υποστηρίζει ότι νωρίς το πρωί της Μεγάλης Παρασκευής αντιλήφθηκε πως το παιδί ήταν νεκρό. Πανικοβλήθηκε και αφού ηρέμησε προσπάθησε να σκεφτεί πως θα εξαφανίσει ουσιαστικά το πτώμα καθώς φοβήθηκε την αντίδραση της συντρόφου του. Στη συνέχεια τεμάχισε και έβρασε το παιδί. Μάλιστα για να μη γίνουν αντιληπτοί οι υδρατμοί από τους περίοικους (καθώς ήταν μια πολύωρη διαδικασία) είχε τοποθετήσει πετσέτες στα παράθυρα. Στη συνέχεια τα διάφορα κομμάτια από το σώμα της μικρής τα πέταξε σε διάφορα σημεία και το τελευταίο το πέταξε ανήμερα του Πάσχα, όπως ανέφεραν οι αστυνομικοί.
Έζησε στην Ελλάδα για ενάμιση μήνα
Το κορίτσι γεννήθηκε στη Βουλγαρία τον Σεπτέμβριο του 2011 και έκτοτε ζούσε στη γειτονική χώρα με τον παππού και τη γιαγιά του. Στα τέλη Φεβρουαρίου μετά από επιθυμία του ζευγαριού.
Όπως ανέφεραν οι αξιωματικοί της ΕΛ.ΑΣ. από μαρτυρίες προκύπτει ότι ο 27χρονος ανά διαστήματα κακοποιούσε το παιδί. Πιο συγκεκριμένα το έκανε μπάνιο με κρύο νερό με αποτέλεσμα η 4χρονη να ουρλιάζει ενώ το κτυπούσε συστηματικά. Ωστόσο κανείς δεν είχε αναφέρει κάτι στις Αρχές. Δεν έχει προκύψει πάντως από την έρευνα να έχει κακοποιήσει την μικρή πριν προχωρήσει στη δολοφονία της.
Επιπροσθέτως, όπως λένε οι αστυνομικοί, το παιδί δεν θα μπορούσε να φύγει από μόνο του από το διαμέρισμα γιατί η πόρτα άνοιγε δύσκολα ενώ και τα σκαλοπάτια ήταν απότομα. Ακόμη από την έρευνα προέκυψε ότι το παιδί δεν αντιμετώπιζε κάποιο πρόβλημα υγείας ή ότι ήταν άρρωστο και έτσι να επήλθε ο θάνατος του.
Πρόσωπο – κλειδί στην υπόθεση ήταν πάντως ο φίλος και πρώην συγκάτοικος του 27χρονου ο οποίος εντοπίστηκε στη Βουλγαρία και κατέθεσε στους αστυνομικούς τι του είχε εκμυστηρευτεί κατά τη διάρκεια του ταξιδιού – εξπρές που είχε κάνει το ζευγάρι στη γειτονική χώρα μετά το θάνατο του παιδιού.
Τι είπε ο πατέρας-φονιάς
Ο 27χρονος φέρεται να έχει καταθέσει στον εισαγγελέα: «Δύο-τρεις μέρες πριν από τη μεγάλη Παρασκευή το παιδάκι μου, ενώ κοιμόταν, άρχισε να ανασαίνει βαριά και να φαίνεται ότι κάτι έχει. Ξύπνησα την επόμενη μέρα και είδα ότι το παιδί είχε μπλε χέρια και αμέσως κατάλαβα ότι κάτι κακό είχε συμβεί. Την ξύπνησα αλλά το κορμάκι της ήταν σαν πέτρα. Λυπήθηκα πολύ και την άφησα στον καναπέ μέχρι το βράδυ γιατί δεν ήξερα τι να κάνω».
Ισχυρίστηκε ότι «αφού τα πέταξα όλα μέχρι το βράδυ της Κυριακής μαζί με τις κουβέρτες, τα χαλιά και ό,τι άλλο είχε λερωθεί με αίμα, καθάρισα το σπίτι όσο καλύτερα μπορούσα. Καθάρισα και τα σιφώνια εξωτερικά γιατί είχε κι εκεί αίμα».
Από την πλευρά της η 25χρονη σύντροφός του φέρεται να είπε στην κατάθεσή της στην Αστυνομία: «Γύρισα από τη Γερμανία στις 22/4 και τότε ο Σάββας μου είπε ότι έχασε το παιδί. Μόλις το έμαθα έψαξα στη γειτονιά και το απόγευμα φύγαμε για τη Βουλγαρία. Δεν πήγαμε στην αστυνομία επειδή ο Σάββας μου είπε ότι το παιδί θα το βρει το Χαμόγελο του Παιδιού και ότι αν πάω στην Αστυνομία θα μου το πάρουν επειδή το άφησα μαζί του που είναι ναρκομανής. Την ιστορία με τη Σύλβια σας την είπα για να μην μπλέξει ο Σάββας και μου πάρουν το παιδί μου. Ρωτούσα συνεχώς τον Σάββα τι έγινε με το παιδί και αυτός μου έλεγε διαφορετικές ημερομηνίες. Τότε άρχισα να σκέφτομαι ότι ίσως ο Σάββας το χτύπησε το παιδί και αυτό έχει φύγει επειδή φοβήθηκε».
Υποστήριξε είσης ότι «τις τελευταίες όμως μέρες έχω αρχίσει να πιστεύω ότι το παιδί μπορεί να χτύπησε μέσα στο σπίτι κατά λάθος και να πέθανε και ο Σάββας επειδή φοβάται να έχει κρύψει την Άννυ… Όταν γύρισα από τη Γερμανία, ο Σάββας μού είπε ότι πούλησε τα παιχνίδια της Άννυ για 50 ευρώ σε έναν που δουλεύει σε σουβλατζίδικο. Όταν τον ρώτησα γιατί το έκανε, μου είπε: “Για να το δει ο Θεός και να μας γυρίσει πίσω την Άννυ”. Τις τελευταίες ημέρες σκέφτομαι ότι μπορεί να χτύπησε το παιδί και να πέθανε και ο Σάββας να έχει κρύψει το σώμα της… Εγώ έβγαζα τα λεφτά της οικογένειας ποτέ δεν τη χτύπησε μπροστά μου, αλλιώς θα έφευγα…».
Η κατάθεση στην Αστυνομία
Η 25χρονη Δημητρίνα Μπορισόβα αφού υποθέτει ότι ο πατέρας «μπορεί να τη χτύπησε μέσα στο σπίτι, να πέθανε και να την εξαφάνισε», κατέθεσε στην Αστυνομία στις 4 Μαΐου: «Όσα σας έχω πει μέχρι σήμερα δεν είναι αλήθεια… Τα είπα για να μην μπλέξω τον Σάββα που τον αγαπώ και φοβήθηκα ότι θα έμενα και μόνη… Πήγα στη Γερμανία στις 20 Απριλίου.για να βρω έναν φίλο μου και να μου δώσει χρήματα.
Μιλούσα με την Άννυ καθημερινά και στο τηλέφωνο και εκείνη μου έλεγε ότι περνούσε καλά και ότι ο μπαμπάς της τής αγόρασε σοκαλατένια κουκλάκια. Όταν την έπαιρνε η μαμά του Σάββα περνούσε καλά και μιλούσα με τον Σάββα να δω τι κάνει… Την τελευταία φορά που μίλησα με την Άννυ ήταν Μεγάλη Πέμπτη και μετά μου είπε ο Σάββας ότι την πήγε στη μάνα του.
Γύρισα στις 22 Απριλίου και δεν τη βρήκα. Μόνο στις 14 Απριλίου με πήρε τηλέφωνο κλαίγοντας και μου είπε ότι δεν τον ενδιαφέρουν τα χρήματα, να γυρίσω. Τον ρώτησα τι είχε συμβεί, δεν ήξερε τι έλεγε και δεν τον καταλάβαινα και υπέθεσα ότι είχε πάρει ναρκωτικά. Στις 22 μου είπε ότι έχασα το παιδί… Δεν πήγα στην Αστυνομία διότι μου είπε ότι θα το βρουν από το Χαμόγελο του Παιδιού.
Φύγαμε στη Βουλγαρία να το πούμε στους γονείς και εκείνος μου είπε να μην πάω στην αστυνομία, διότι θα μου πουν γιατί το άφησα σε έναν ναρκομανή και θα βρω τον μπελά μου… Γι’ αυτό είπα ψέματα ότι το άφησα σε μια γυναίκα. Δεν μου είχε περάσει ποτέ από το μυαλό ότι μπορεί ο Σάββας να είχε χτυπήσει το παιδί… Τις τελευταίες ημέρες με όλα αυτά που ακούω σκέφτηκα ότι μπορεί να χτύπησε το παιδί μέσα στο σπίτι και να πέθανε και να το έκρυψε. Τον ρωτάω συνέχεια τι έχει γίνει και μου λέει να μην ανησυχείς».