Νέα ανάκριση για το σκάνδαλο της προμήθειας του C4I αρχίζει με απόφαση-έκπληξη του Τριμελούς Συμβουλίου Εφετών, που συνεδρίασε υπό την προεδρία της προέδρου Εφετών κυρίας Ισιδώρας Πόγκα. Σύμφωνα με το περιεχόμενο του βουλεύματος που αποκαλύπτει σήμερα «Το Βήμα» η ανακρίτρια κυρία Μαρία Νικολακέα καλείται να εξετάσει και «τη δράση των πολιτικών προσώπων που εμπλέκονται, ως αναγκαίο παρεμπίπτον ζήτημα» και αυτό δεν απαγορεύεται από το Σύνταγμα, σύμφωνα με ρητή απόφαση των μελών του Συμβουλίου, παρότι υπάρχει θέμα παραγραφής. Κρίνουν μάλιστα ότι πρέπει να ελεγχθούν ποινικά από την πλευρά της Siemens ο διευθυντής κ. Διονύσης Δενδρινός, αλλά και οι Αμερικανοί οι οποίοι υπέγραψαν τη σύμβαση (εταιρεία SAIC) διότι «προκάλεσαν στα πολιτικά πρόσωπα την απόφαση να τελέσουν τα κακουργήματα της απιστίας, αλλά και της ψευδούς βεβαίωσης». Παράλληλα ποινική δίωξη έχει ήδη ασκηθεί και εναντίον των μελών της Επιτροπής Παραλαβής του Συστήματος για ψευδή βεβαίωση κατ’ εξακολούθηση.
Η διαφωνία με την ανακρίτρια
Το Συμβούλιο αίροντας τη διαφωνία μεταξύ της ανακρίτριας Μαρίας Νικολακέα και του εισαγγελέα παίρνει ευθέως θέση υπέρ του αντεισαγγελέα κ. Στυλιανού Κωσταρέλλου, υιοθετώντας την έκθεσή του για τα γεγονότα.
Συγκεκριμένα ο κ. Κωσταρέλλος έγραφε:
«Η από 29-3-2007 τροποποίηση 5 και από 29-10-2008 τροποποίηση 7 της σύμβασης 020 Α/03 που υπογράφηκαν αντίστοιχα από τους τότε υπουργούς Δημόσιας Τάξης Βύρωνα Πολύδωρα και Εσωτερικών Προκόπη Παυλόπουλο και της εταιρείας SAIC ήταν επιζήμιες για το Ελληνικό Δημόσιο για τους λόγους που προαναφέραμε… Αλλά και ο τότε αναπληρωτής υπουργός Εσωτερικών Χρήστος Μαρκογιαννάκης… αγνοώντας παντελώς τις εκθέσεις των τεχνικών προέβη και αυτός σε ζημιώδη διαχειριστική πράξη για το Ελληνικό Δημόσιο από την οποία επήλθε ελάττωση της δημόσιας περιουσίας…». Στη συνέχεια αναγνωρίζεται από τον εισαγγελέα ότι οι τρεις δεν μπορούν να γίνουν κατηγορούμενοι, λόγω παραγραφής, αλλά καταλήγει με την εξής κρίση:
«Ανεξάρτητα της συνδρομής ή μη του υποκειμενικού στοιχείου στα πρόσωπα των ανωτέρω υπουργών, το οποίο δεν μπορεί να εξεταστεί επαρκώς από την ανακριτική διαδικασία (σ.σ.: λόγω του άρθρου 86) προκύπτουν επαρκείς ενδείξεις ότι τελέστηκε κατά αντικειμενικά στοιχεία η πράξη της κακουργηματικής απιστίας περί την υπηρεσία του άρθρου 256 Π. Κ. σε συνδυασμό με το άρθρο 1 παρ. 1 του νόμου 1608/50».
Σύμφωνα με τον εισαγγελέα Κωσταρέλλο πρέπει να γίνει νέα ανάκριση από την ανακρίτρια και για τα αδικήματα της ηθικής αυτουργίας σε κακουργηματική απιστία, καλώντας ως κατηγορουμένους τόσο τους εκπροσώπους της SAIC όσο και της υπεργολάβου Siemens.
Αντίθετα η ανακρίτρια Μαρία Νικολακέα είχε διαφωνήσει με το ότι μπορεί να γίνει ανάκριση σε βάρος πολιτικών προσώπων αναφέροντας χαρακτηριστικά:
«Το Σύνταγμα δεν επιτρέπει τη δίωξη υπουργού από την εισαγγελική αρχή και ο προβλεπόμενος νόμος του 2003 απαγορεύει την αξιολόγηση στοιχείων που έχουν σχέση με την ποινική του ευθύνη και αυτό συνιστά για τον εφαρμοστή των διατάξεων το ανυπέρβλητο όριο της εξουσίας του, όταν καλείται να σχηματίσει οποιαδήποτε δικανική πεποίθηση για πράξεις «παροχής συνδρομής» στον υπουργό. Η δίωξη των «συμμέτοχων» θα γίνει μόνο αν και στο μέτρο που δεν προϋποθέτει την αξιολόγηση των εις βάρος του υπουργού στοιχείων, ώστε να μη θίγεται ούτε η αποκλειστική αρμοδιότητα της Βουλής, ούτε το πρόσωπο του υπουργού».
Θα κληθούν και οι δύο Αμερικανοί
Σε σχέση με τα πρωτόκολλα παραλαβής η ανακρίτρια εξέθεσε την άποψη ότι «δεν ήταν προορισμένα για εξωτερική κυκλοφορία αλλά αφορούσαν την εξυπηρέτηση της εσωτερικής λειτουργίας της υπηρεσίας», επομένως δεν αποτελούν δημόσια έγγραφα, κάτι που απαιτείται για να ασκηθεί η δίωξη για ψευδή βεβαίωση…
Νωρίτερα η ανακρίτρια είχε εκφράσει την άποψη ότι η υπόθεση έπρεπε να κλείσει με τυπικές κλήσεις, αφού δεν είχαν προκύψει στοιχεία ούτε για δωροδοκίες, αλλά ούτε και για κυκλοφορία μαύρου χρήματος.
Μετά την απόφαση του συμβουλίου πάντως θα κληθούν με αιτήματα δικαστικής συνδρομής να απολογηθούν οι δυο Αμερικανοί, οι οποίοι υπέγραψαν τη σύμβαση για το C4I, αλλά και οι έλληνες μέλη της Επιτροπής Παραλαβής καθώς και ο Διονύσης Δενδρινός από τη Siemens. Η ανάκριση, που άρχισε το 2005, θα διαρκέσει για τουλάχιστον άλλους πέντε μήνες, σύμφωνα με πρόχειρους υπολογισμούς…
HeliosPlus