Παρέμβαση της Δικαιοσύνης για το «κόλπο» της ΕΛ.ΑΣ. και της ΕΥΠ με τους τουλάχιστον 50 «παντογνώστες»… πληροφοριοδότες το οποίο δημιουργεί «τρύπες» για παράνομες παρακολουθήσεις πολιτών. Η Εισαγγελία Πρωτοδικών της Αθήνας διέταξε έρευνα για την αναφερόμενη κατάχρηση από τις διωκτικές αρχές του «τρυκ» με τους «πολίτες δίχως όνομα» που υποτίθεται ότι τηλεφωνούν σε αστυνομικές υπηρεσίες –και όχι μόνο –«αποκαλύπτοντας» τα ονόματα των «δραστών» εγκληματικών ενεργειών. Με βάση την αναφορά μόνο του «ανώνυμου πληροφοριοδότη» αρχίζουν παρακολουθήσεις και γίνεται άρση απορρήτου επικοινωνιών για εκατοντάδες πολίτες χωρίς καμία άλλη αιτιολογία. Πρόκειται για μια διαδικασία που έχει δεκάδες σκοτεινά σημεία. Και όπως χαρακτηριστικά αναφέρουν δικαστικοί και νομικοί που παρακολουθούν τέτοιου είδους έρευνες, «σε ένα ποσοστό τουλάχιστον 70%-80% των ερευνών που πραγματοποιούν τους τελευταίους μήνες η Αντιτρομοκρατική, τμήματα ασφαλείας, η ΕΥΠ και άλλες κρίσιμες υπηρεσίες, το έναυσμα είναι κάποιο… υποτιθέμενο τηλεφώνημα από κάποιον «αυτόκλητο πολίτη-ντετέκτιβ» ο οποίος εμφανίζεται να ξέρει τι ακριβώς έχει συμβεί και ενώ οι αστυνομικοί εμφανίζεται να μην έχουν ιδέα. Ετσι όμως καταστρατηγείται κάθε έννοια νομιμότητας και είναι πολύ εύκολο να παρακολουθείται ο οποιοσδήποτε ανυποψίαστος πολίτης με επίκληση μόνο της κλήσης του… γνωστού πληροφοριοδότη».
Η έρευνα της Εισαγγελίας Πρωτοδικών είχε αφορμή δημοσίευμα του «Βήματος» –στην ηλεκτρονική έκδοση του Helios Plus στις 22 Ιουλίου 2013 –στο οποίο καταγραφόταν η μόνιμη τακτική των αρχών ασφαλείας και των μυστικών υπηρεσιών να χρησιμοποιούν τα τηλέφωνα από το πουθενά που υποτίθεται ότι «ανοίγουν τα μάτια των αστυνομικών» και αποκαλύπτουν τους δράστες.
Πρόκειται για μια τακτική που ετεροχρονίζει εσκεμμένα την αλληλουχία των ενεργειών της Αστυνομίας ώστε κανείς, πέραν των αστυνομικών, να μη γνωρίζει πώς ξεκίνησε η αστυνομική έρευνα και αν κρύβονται αυθαίρετες ή παράνομες ενέργειες των ενστόλων.
Σε όλες τις μεγάλες υποθέσεις όπως η σύλληψη μελών της «Συνωμοσίας Πυρήνων της Φωτιάς» στον Βόλο, στη Νέα Φιλαδέλφεια, στην Πάρο -μετά την αιματηρή ληστεία τον περασμένο Αύγουστο -, στους αποστολείς των δεμάτων βομβών, στους δράστες επιθέσεων εναντίον αστυνομικών στου Ρέντη, σε δολοφονικές επιθέσεις αλλά και σε ένα τμήμα των ερευνών για τη Χρυσή Αυγή οι ενέργειες των αστυνομικών φαίνεται να ξεκινούν από μια κλήση που γίνεται σε αστυνομική υπηρεσία από τηλέφωνο χωρίς αναγνώριση κλήσης όπου πολίτης λέει τα ονόματα των δραστών. Με βάση αυτό το τηλεφώνημα και την κατάθεση του αστυνομικού που υποτίθεται ότι ήταν αυτός που σήκωσε το τηλέφωνο γίνεται διαδικασία άρσης απορρήτου, με επίκληση λόγων εθνικής ασφαλείας, με εισαγγελική διάταξη και με ταχύρρυθμες διαδικασίες…
Ορισμένα στελέχη διωκτικών υπηρεσιών προσδίδουν στη συνεχή εφαρμογή αυτού του κόλπου «αγαθές προθέσεις». Οπως σημειώνουν, «με αυτό το κόλπο πολλές φορές κρύβουμε τους πραγματικούς πληροφοριοδότες μας, που αλλιώς θα κινδύνευαν αν από άλλους συνδυασμούς οι δράστες αντιλαμβάνονταν τον ρόλο τους. Ακόμη δεν θέλουμε να εντάξουμε στη δικογραφία κάποιες τακτικές που εφαρμόζουμε για να επιταχύνουμε τις έρευνές μας και να πληροφορηθούν έτσι οι ένοπλοι. Αναφέρουμε χαρακτηριστικά ότι στην υπόθεση της Χρυσής Αυγής βρήκαμε στο κινητό του Ρουπακιά τις τελευταίες κλήσεις που είχε κάνει. Επειδή όμως αυτή η διαδικασία «χειροκίνητου» ελέγχου της συσκευής του κινητού είναι παράτυπη, για όσα τηλέφωνα είδαμε στη συσκευή ζητήσαμε άρση του απορρήτου τους με το κόλπο του τηλεφωνήματος! Ενας άγνωστος υποτίθεται ότι μας τηλεφώνησε και μας είπε ότι στη δολοφονία του άτυχου Παύλου Φύσσα εμπλέκονται τα τέσσερα ονόματα των οποίων τα τηλέφωνα είχαμε δει στη συσκευή του Ρουπακιά. Γι’ αυτό και αν δει κανείς τη δικογραφία θα διαπιστώσει ότι ο ανώνυμος πληροφοριοδότης μας λέει ως δράστη και έναν «Θεοφάνη Σβίγγο» που είναι ανύπαρκτο πρόσωπο και πίσω από το οποίο διαπιστώσαμε ότι κρυβόταν μια στενή συγγενής του δράστη. Τότε αυτό δεν το είχαμε αντιληφθεί και αυτό το… λάθος εμφανίζεται να το κάνει και ο υποτιθέμενος πληροφοριοδότης μας. Επιπλέον, όταν μας ρωτούν σε δίκες ποιος ήταν, αν έχουμε στην ΕΛ.ΑΣ. αναγνώριση κλήσεων ή αν ζητήσαμε άρση απορρήτου για να βρούμε την προέλευση του τηλεφώνου, εμείς απαντάμε είτε πως δεν έχουμε αναγνώριση είτε ότι ο «άγνωστος» τηλεφώνησε στην ειδική γραμμή για τους πολίτες όπου διασφαλίζεται το απόρρητο της επικοινωνίας τους και έτσι είμαστε απόλυτα καλυμμένοι…».
Ωστόσο, από την άλλη πλευρά, νομικοί σημειώνουν ότι «μπορεί αυτή η τακτική να δείχνει αρχικά ότι έχει αγνές προθέσεις, μπορεί όμως να κρύβει σειρά παρανομιών. Μπορεί έτσι να κρυφθούν παράνομες μέθοδοι παρακολούθησης ή άλλες παράτυπες ενέργειες αστυνομικών. Εξάλλου ποιος μπορεί να διασφαλίσει ότι αυτό το κόλπο του «πολίτη-ντετέκτιβ» χρησιμοποιείται ως αιτιολογία σε παράνομες υποκλοπές που δεν εντάσσονται ποτέ σε κάποια δικογραφία και δεν βλέπουν το φως της δημοσιότητας έτσι ώστε να εξασφαλίζεται μια δικαστική άδεια για να γίνεται η τηλεφωνική παρακολούθηση αλλά με μια σαθρή δικαιολογία;».
Δημοσιεύτηκε στο HeliosPlus στις 14 Οκτωβρίου 2013
HeliosPlus