Βρέφος στη θερμοκοιτίδα, η Μαρία, υπέστη εγκεφαλική παράλυση. Μεγάλωσε σε ένα αναπηρικό καροτσάκι το οποίο είναι πια κομμάτι του εαυτού της – χωρίς αυτό δεν μπορεί να μετακινηθεί. Στα 18 της σήμερα, η κανονικότητα της ζωής της εξαρτάται από αυτό.
Η Μαρία ζει όπως όλοι οι συνομήλικοί της. Πηγαίνει στο σχολείο – με το καροτσάκι της φυσικά. Η μητέρα της, Ελένη Στάμου, τη συνοδεύει καθημερινά μέχρι το σχολείο, κάνουν μαζί τη διαδρομή από το σπίτι, πάντα με το αστικό λεωφορείο.
Από αυτή την Παρασκευή, όμως, η Μαρία αισθάνεται άβολα στη θέα του λεωφορείου που φθάνει στη στάση. Θα την αφήσουν να ανεβεί για να πάει στο σχολείο ή θα τη διώξουν; Το εξήγησε ο οδηγός στην εμβρόντητη μητέρα της. Μπροστά στο παιδί, που υπέστη σοκ και έκλαιγε γισ πολλή ώρα μετά.
Την Παρασκευή το πρωί, όπως κάθε ημέρα, οι δυο τους περίμεναν σε συγκεκριμένη στάση της λεωφόρου Μεσογείων, κοντά στο σπίτι τους. Το λεωφορείο έφθασε, σταμάτησε, αλλά δεν μπορούσαν να ανεβούν. Η πόρτα άνοιξε μπροστά ακριβώς στον κάδο απορριμμάτων και το καροτσάκι δεν χωρούσε να περάσει.
«Ζήτησα από τον οδηγό να μετακινήσει ελάχιστα το λεωφορείο μπροστά προκειμένου να καταφέρουμε να μπούμε», λέει η κυρία Στάμου. Δεν περίμενε αυτό που θα ακολουθούσε. Εμβρόντητη, όπως και η κόρη της, άκουσε τον οδηγό να της λέει «είναι η δεύτερη φορά που το κάνεις αυτό, αν το ξανακάνεις δεν θα σε αφήσω να ανέβεις ξανά στο λεωφορείο».
Οπως λέει η κυρία Στάμου «σαν να μην έφθανε αυτό, με το που ανεβήκαμε στο λεωφορείο είχαμε και συνέχεια. Ο οδηγός, αλλά και μία επιβάτης επίσης, με κατηγόρησαν πως κρυβόμουν πίσω από την κολόνα, ώστε να μη με βλέπει ο οδηγός. Λες και είχα οποιοδήποτε λόγο να κάνω κάτι τέτοιο».
Η μητέρα της 18χρονης, όταν έληξε η περιπέτεια και η κόρη της έφθασε στο σχολείο, επικοινώνησε με τον ΟΑΣΑ για να καταγγείλει το περιστατικό. Από εκεί την ενημέρωσαν ωστόσο ότι, προκειμένου να διερευνηθεί η υπόθεση, πρέπει να προχωρήσει σε έγγραφη καταγγελία, ώστε εφόσον αποδειχθεί η βασιμότητά της ο οδηγός να υποστεί πειθαρχικές κυρώσεις.
«Δεν ξέρω αν θα γίνει κάτι, ο λόγος που αναφέρω το περιστατικό δεν είναι πάντως κάποια προσωπική κόντρα με τον συγκεκριμένο άνθρωπο. Είναι γιατί τέτοιες συμπεριφορές αυξάνονται και πληθύνονται σε καθημερινή βάση», λέει στο vima.gr η κυρία Στάμου.
Η ίδια γνωρίζει από πρώτο χέρι ότι «στην Ελλάδα τα άτομα με αναπηρία αντιμετώπιζαν πάντα την έλλειψη υποδομών. Αυτό ίσχυε πάντα και τώρα πια φαίνεται ότι θα ισχύει για πάντα». Αλλά, όπως παρατηρεί, «τα τελευταία χρόνια, ίσως ως συνέπεια και της κρίσης, ο κόσμος έχει γίνει αγενής, ο καθένας κοιτάζει μόνο τον εαυτό του».
Η κυρία Στάμου για τις ανάγκες της θεραπείας της κόρης της έχει επισκεφθεί και χώρες της Δυτικής Ευρώπης. «Μου έκανε πάντα εντύπωση σε αυτές τις πόλεις πόσοι άνθρωποι με καροτσάκια κυκλοφορούσαν στον δρόμο – ακόμα και κατάκοιτοι σε κρεβάτια έβγαιναν βόλτα στο πάρκο. Είχες την εντύπωση πως είχε προηγηθεί κάποια καταστροφή, κάποιος πόλεμος. Μετά από λίγο καιρό συνειδητοποιείς πως η διαφορά είναι ότι εκεί αυτοί οι άνθρωποι κυκλοφορούν. Εδώ είναι κλεισμένοι στα σπίτια τους»…
Η ιστορία της κυρίας Στάμου έρχεται στο φως λίγο μετά από την καταγγελία που έγινε στον Συνήγορο του Πολίτη και αφορούσε τη συμπεριφορά οδηγού αστικού λεωφορείου στη Θεσσαλονίκη. Σε εκείνη την περίπτωση το «πρόβλημα» ήταν το χρώμα των επιβατών.
Υπενθυμίζεται ότι το μεσημέρι της Τετάρτης στη Θεσσαλονίκη οδηγός λεωφορείου του ΟΑΣΘ ανάγκασε δύο αφρικανούς μετανάστες να κατέβουν από το όχημα, το οποίο εκτελούσε το δρομολόγιο στη γραμμή 26, απαντώντας στις διαμαρτυρίες των άλλων επιβατών: «Ναι, ρε, είμαι χρυσαυγίτης. Τρέχει κάτι;». Γι’ αυτή την υπόθεση παρενέβη ήδη ο εισαγγελέας.