Εβδομήντα χρόνια συμπληρώνονται από τις 16 Φεβρουαρίου 1943, καθώς εκείνη η Τρίτη έμελλε να γίνει η πιο μαύρη ημέρα στην ιστορία του μαρτυρικού χωριού Δομένικο κοντά στην Ελασσόνα. Η σφαγή 140 αμάχων κατοίκων του χωριού από τον ιταλικό στρατό κατοχής στοιχειώνει από τότε τις οικογένειες που έμειναν πίσω ζητώντας δικαίωση.
Σήμερα, ύστερα από 14 χρόνια συνεχών προσπαθειών, η ιταλική Δικαιοσύνη είναι έτοιμη να εκδικάσει μήνυση που υπέβαλαν οι κάτοικοι του Δομένικου στο Στρατιωτικό Δικαστήριο της Ρώμης. Το γεγονός ότι στις 18 Ιανουαρίου 2013 ο στρατιωτικός εισαγγελέας με επιστολή του ζήτησε επιβεβαίωση ότι οι μάρτυρες βρίσκονται εν ζωή δείχνει ένα φως στην άκρη του τούνελ.
«Η 70ή επέτειος του Ολοκαυτώματος του χωριού μας δίνει, υπό το πρίσμα των εξελίξεων, νέα διάσταση στον αγώνα για την απόδοση δικαιοσύνης» αναφέρει στο «Βήμα» ο κ. Στάθης Ψωμιάδης, εκπρόσωπος των οικογενειών των θυμάτων. Ιστορικό χαρακτηρίζει το γεγονός ότι «για πρώτη φορά η Ιταλία αναγκάζεται να παραδεχθεί πως στρατιωτικοί της είναι υπεύθυνοι εγκλημάτων πολέμου κατά αμάχων πολιτών και να κινήσει από τη δική της πλευρά ποινική διαδικασία εναντίον τους».
Στην Ελλάδα, αν και σε θεσμικό επίπεδο η τέλεση του ετήσιου μνημόσυνου στην περιοχή Καυκάκι όπου δεσπόζει το μνημείο των πεσόντων έχει γίνει αποδεκτή, καμιά επίσημη ενέργεια δεν έχει γίνει για την ανάδειξη του θέματος. Οι κάτοικοι όμως δεν έμειναν με δεμένα χέρια και με πρωτοπόρο τον κ. Ψωμιάδη καταβάλλουν κάθε δυνατή προσπάθεια, έχοντας πια στο πλευρό τους και τον Δήμο Ελασσόνας.
Μια επιχείρηση σφαγής 140 αμάχων που «εκπληρώθηκε με τέλειο τρόπο»
Λίγες ημέρες πριν από τη 16η Φλεβάρη 1943, οι αντάρτες του ΕΛΑΣ είχαν ενημερωθεί ότι οι Ιταλοί ετοίμαζαν επιχείρηση εκκαθάρισης στην ευρύτερη περιοχή Λάρισας – Ελασσόνας. Έτσι πήραν τη μοιραία, όπως αποδείχθηκε, απόφαση να στήσουν ενέδρα εκείνο το πρωινό στην περιοχή Μαυρίτσα, πολύ κοντά στο Δομένικο. Τα αντίποινα της σκληρής Μεραρχίας «Πινερόλο» δεν άργησαν να εκδηλωθούν.
Μεγάλες δυνάμεις Ιταλών με 40 αυτοκίνητα έφτασαν το ίδιο μεσημέρι στο Δομένικο και με τη βοήθεια του διορισμένου από την ιταλική λεγεώνα προέδρου συγκέντρωσαν τους κατοίκους στην πλατεία, ενώ συγχρόνως πυρπολούσαν ολόκληρο το χωριό. Από εκεί με την απειλή πολυβόλων τούς οδήγησαν στην περιοχή της συμπλοκής όπου και κράτησαν όλους τους άνδρες άνω των 14 ετών, λέγοντας ότι θα τους πάνε σε στρατόπεδο συγκέντρωσης στη Λάρισα. Τα γυναικόπαιδα διετάχθησαν να μεταβούν στο διπλανό χωριό Αμούρι.
Είκοσι από αυτούς εκτελέσθηκαν επιτόπου στη Μαυρίτσα, ενώ άλλοι 118 οδηγήθηκαν στην τοποθεσία Καυκάκι μαζί με 5 άνδρες από το Δαμάσιο και άλλους 12 από το Μεσοχώρι. Στη διαδρομή οι ιταλικές δυνάμεις σκότωναν όποιον έβρισκαν μπροστά τους και έκαψαν άλλα 40 σπίτια. Το ίδιο βράδυ ο διοικητής της μεραρχίας, αντιστράτηγος Μπενέλι, έδωσε εντολή εκτέλεσης και για τους υπόλοιπους.
Η αναλυτική αναφορά του Μπενέλι προς τη διοίκηση της Μεραρχίας «Πινερόλο», την οποία έχουν στα χέρια τους οι οικογένειες των θυμάτων, αναδεικνύει την ωμότητα με την οποία ασκούσε τα καθήκοντά του.
Στο τέλος μάλιστα πρότεινε τον αντισυνταγματάρχη Ντε Πάουλα για εύφημη μνεία με την αιτιολογία ότι «ως διοικητής της φάλαγγας αυτοκινήτων που είχε διαταγή να πραγματοποιήσει μια επιχείρηση καταστολής με ηρεμία, αμείλικτη ενεργητικότητα και ευφυή διοικητική δράση, εκπλήρωσε εξ ολοκλήρου και με τέλειο τρόπο όλα τα καθήκοντα που του είχαν ανατεθεί».
Ο πρώτος που ύψωσε το ανάστημά του απέναντι στο έγκλημα
Ο πρώτος που δεν άντεξε να σιωπήσει για τα «αποτρόπαια εγκλήματα που διέπραξε ο ιταλικός στρατός» στις 16 Φεβρουαρίου ήταν ο διοικητής της υποδιεύθυνσης Ελασσόνος Νικόλαος Μπάμπαλης. Με επιστολή του προς το Ιταλικό Φρουραρχείο Ελασσόνας τρεις ημέρες μετά τη σφαγή διαμαρτυρήθηκε, αψηφώντας τις συνέπειες, οι οποίες φυσικά ήταν άμεσες. Συνελήφθη, φυλακίστηκε, καταδικάστηκε σε θάνατο, αλλά γλίτωσε την εκτέλεση και στάλθηκε όμηρος σε στρατόπεδο συγκέντρωσης.
Συγκινητικά είναι όσα έγραψε στο τέλος της επιστολής του: «Δεν σας είναι βεβαίως άγνωστον ότι τον άμαχον πλυθυσμόν προστατεύουν διεθνείς νόμοι και συνθήκαι τας οποίας, ούτε ετηρήσατε, ούτε εσεβάσθητε, εν αντιθέσει προς ημάς, οι οποίοι, κατά τον μεταξύ μας πόλεμο εν Αλβανία ετηρήσαμεν. Εντούτοις ισχυρίζεσθε ότι είσθε το πλέον πεπολιτισμένον Κράτος της Ευρώπης και όμως παρόμοια κακουργήματα δεν τα διαπράττουν παρά μόνο βάρβαροι».
Δομένικο, μια ξεχασμένη ιστορία
Αν και το χωριό Δομένικο έχει ανακηρυχθεί με το Προεδρικό Διάταγμα 399/1998 Μαρτυρική Κοινότητα, η ιστορία του παρέμενε εν πολλοίς άγνωστη μέχρι την ανάδειξή της από την τηλεόραση. Όλα ξεκίνησαν χάρη στο ενδιαφέρον του δημοσιογράφου Στέλιου Κούλογλου, ο οποίος παρουσίασε το θέμα σε τηλεοπτική εκπομπή με τίτλο «Ο μύθος του καλού Ιταλού».
Από εκεί και μετά, το βλέμμα της διεθνούς επιστημονικής κοινότητας στράφηκε στα γεγονότα του Φλεβάρη του 1943, με την καθηγήτρια Ιστορίας του New York University κυρία Λίντια Σανταρέλι να φέρνει στο φως την κυνική ομολογία της εκτέλεσης αμάχων του στρατηγού Μπενέλι.
Τα ντοκυμαντέρ «Ο βρώμικος πόλεμος του Μουσολίνι» της GA & A Productions di Roma και «Δομένικο μια ξεχασμένη θυσία» του Νίκου Παπαθανασίου για την ΕΡΤ, που προβλήθηκαν το 2008, προκάλεσαν κύμα δημοσιεύσεων στην Ιταλία.
Η πρώτη τους προβολή σε παγκόσμιο επίπεδο από το History Channel έγινε στις 13 Μαρτίου 2008. Από εκεί και μετά ξεκίνησε ένας αγώνας δικαστικών ερευνών και επισκέψεων του εκπροσώπου των οικογενειών στην Ιταλία με στόχο τη δίκη των υπαίτιων και την απονομή δικαιοσύνης.
Αν και ο Εισαγγελέας της Λάρισας θεώρησε ότι τα εγκλήματα έχουν παραγραφεί και έβαλε στο αρχείο τη μήνυση των οικογενειών για ποινική δίωξη των υπευθύνων, ο ιταλός εισαγγελέας Σέρτζιο Ντίνι διέταξε δικαστική έρευνα για τους υπαίτιους, μόνο χάρη στα δημοσιεύματα.
Την ίδια στιγμή, μαρτυρικές κοινότητες της Ιταλίας άρχισαν να προσκαλούν τον κ. Ψωμιάδη να παραστεί σε δικές τους εκδηλώσεις μνήμης, όπως συνέβη τον Μάρτιο του 2009 με τον Δήμο 6 της Ρώμης. Ήταν η εκδήλωση μνήμης για τη σφαγή από τους Γερμανούς των κατοίκων της περιοχής Quadraro της Ρώμης, την οποία ακολούθησε πρόταση αδελφοποίησης με την κοινότητα του μαρτυρικού Δομένικου.
«Μια ανεξίτηλη σελίδα ντροπής στην ιστορία της χώρας μου»
Μόλις το 2009, παρά τις αλλεπάλληλες προσκλήσεις των Δομενικιωτών, ο ιταλός πρεσβευτής στην Ελλάδα παραβρέθηκε στις εκδηλώσεις μνήμης. Στην ομιλία του ο τότε πρέσβης κ. Τζιανπάολο Σκαράντε τόνισε ότι το να γνωρίζει κανείς το παρελθόν και να αναγνωρίζει τις ευθύνες του αποτελεί ηθικό και πολιτικό καθήκον. «Τίποτα δεν μπορεί να μειώσει τη σημασία και να διαγράψει τα φρικτά γεγονότα που συνέβησαν εδώ και τα οποία θα μείνουν για πάντα ως ανεξίτηλη σελίδα ντροπής στην ιστορία της χώρας μου» συμπλήρωσε.
Την επίσκεψή του αυτή ακολούθησε με επίσημο έγγραφο της ιταλικής πρεσβείας η δέσμευση να χορηγούνται κάθε χρόνο μία ή περισσότερες υποτροφίες σε νέους του Δομένικου που επιθυμούν να σπουδάσουν στην Ιταλία. Μια υπόσχεση που έμεινε μέχρι σήμερα μόνο στα χαρτιά.