Μία και μοναδική συνομιλία με τον Στέλιο Κυμπουρόπουλο είναι αρκετή για να αντιληφθεί κανείς ότι ακόμη και η λέξη «υγεία» είναι σχετική. Ο 27χρονος που βρίσκεται εξ απαλών ονύχων σε αναπηρικό αμαξίδιο λόγω νωτιαίας μυϊκής ατροφίας, χάνοντας σταδιακά την ικανότητα που είχε ως τα 13-14 χρόνια του να κινεί τα άνω άκρα, είναι κάτι παραπάνω από υγιής: δομημένος, ανθρώπινος, αφοπλιστικά έτοιμος να αντιμετωπίσει τις μικρές και μεγάλες κρίσεις της ζωής. Εντυπωσιάζει καθώς στέκεται μακριά από τους συνήθεις χαρακτηρισμούς περί τύχης και ατυχίας που αρέσκονται να χρησιμοποιούν οι αρτιμελείς και πλήρως λειτουργικοί κοινοί θνητοί.
Ο Στέλιος Κυμπουρόπουλος είναι ο σημαιοφόρος του 1998 στη μαθητική παρέλαση στο Κορωπί –με αλλαγή του σχετικού νόμου που δεν προέβλεπε ανάπηρο διακεκριμένο μαθητή. Και ίσως η επικαιρότητα να μην τον έχριζε ακόμη μία φορά πρωταγωνιστή της αν μια ταινία δεν του έδινε τον πρώτο ρόλο της. Το ντοκυμαντέρ του κ. Γιάννη Κασπίρη «Με λένε Στέλιο», που προβλήθηκε προσφάτως στην Ταινιοθήκη της Ελλάδας και θα μεταδοθεί από τη δημόσια τηλεόραση στις 3 Δεκεμβρίου, Παγκόσμια Ημέρα Ατόμων με Αναπηρία, έχει ως θέμα την καθημερινότητά του: τις ώρες της φυσικοθεραπείας, τον τρόπο σίτισης, την αποφοίτησή του από την Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Τότε, όταν αρχίζει να αναγιγνώσκεται ο όρκος του Ιπποκράτη και οι νέοι γιατροί σηκώνουν το δεξί τους χέρι, ο Στέλιος στρέφει το βλέμμα πάνω δεξιά.
Ο λόγος του δεν αντανακλά άνθρωπο που αυτοοικτίρεται, που διακατέχεται από αίσθημα μειονεξίας, που φθονεί τους άλλους για το μέγιστο αγαθό. Κυριαρχείται από πνεύμα ισότητας, θετική χροιά, θέληση.
Αποφάσισε να πάρει ειδικότητα Ψυχιατρικής στη Β’ Πανεπιστημιακή Κλινική του νοσοκομείου «Αττικόν». Πώς θα πολεμήσει την προκατάληψη όταν οι γνώσεις ή το όποιο ταλέντο συνοδεύονται από τετραπληγία; «Εδώ είμαι για να το ξεπεράσω κι αυτό» λέει ο ίδιος. «Δεν έχω άλλωστε καταλήξει ακόμη στο τι ακριβώς θέλω να κάνω. Εχω 500.000 όνειρα, για να πω την αλήθεια. Με δελεάζει η ιδέα του ιατρείου, με θέλγει όμως και η πανεπιστημιακή έδρα. Εκ φύσεως είμαι κοινωνικός, αγαπώ την επαφή με τον κόσμο. Το σπίτι το σιχαίνομαι».
Ο ίδιος δηλώνει ότι δεν έχει θυμό όταν παλεύει για τα αυτονόητα. «Μα είμαι στην Ελλάδα, μια χώρα που δεν έχει βγάλει τους αναπήρους της στην κοινωνία, τα αμαξίδια και τα μπαστούνια στους δρόμους. Το βρίσκω λογικό να με περιεργάζονται, έχω κι αυτόν τον ψηλό λαιμό… Αυτό που εγώ λέω προς την κοινωνία είναι: «Μάθε με, άσε με να σου πω τι είναι η αναπηρία». Δεν με κουράζει η προσπάθεια. Δεν πρέπει να το κάνει κάποιος και αυτό; Αφού θέλω και μπορώ, γιατί να μην το κάνω εγώ; Οχι ότι είναι πάντα αναίμακτη αυτή η διαδικασία. Εχω πληγωθεί κι εγώ για κάτι, κάτι ερωτικό… από την αντιμετώπιση που επιφυλάσσει η κοινωνία στην αναπηρία, δεν θέλω όμως να πω περισσότερα γι’ αυτό».
«Πέρα από αυτό που βλέπει κάποιος, είμαστε κανονικοί άνθρωποι» συμπληρώνει. «Με τις σεξουαλικές ορέξεις μας, τα πάθη μας, τις επιθυμίες μας, τις χαρές μας. Τώρα το πώς διαχειρίζεται κανείς την κατάσταση αυτή –γιατί για κατάσταση πρόκειται, σαν να είσαι ξανθός ή μελαχρινός –είναι απολύτως προσωπική υπόθεση. Πολλές φορές εξαρτάται από τη φύση της αναπηρίας, τον βαθμό της και φυσικά την ιδιοσυγκρασία του πόσο άσπρη ή μαύρη βλέπει την ούτως ή άλλως περίπλοκη πραγματικότητα. Η γαλλική ταινία «Αθικτοι» έδωσε μια ωραία άποψη της αναπηρίας».
Δεν συμβιβάζεται εύκολα με το «όχι».
«Από το ’67 που παντρεύτηκαν οι γονείς μου ταξίδευαν με μια σκηνή σε όλη την Ευρώπη. Η σκηνή έγινε τροχόσπιτο και αυτό με τη σειρά του βαν. Μεγάλωσα κι εγώ σε αυτή τη διαδικασία. Το ξενοδοχείο δεν μου αρέσει, είναι σταθερό. Θα το επιλέξω αν κάποια στιγμή είμαι μόνος μου». Αμερική, Ευρώπη, Αραβία, η οικογένεια Κυμπουρόπουλου, παρά την ιδιαιτερότητα του Στέλιου, είναι ιδιαίτερα κινητική.
«Το όνειρό μου; Μια βαλίτσα κι όπου με βγάλει» λέει ο ίδιος.
Ακριβό «σπορ»
Επίδομα €600 χωρίς τον φόρο…
Το τσιπ που βρίσκεται κολλημένο ανάμεσα στα φρύδια του, εν είδει «ποντικιού», τον βοηθά να διαχειρίζεται τον υπολογιστή του. Σε όλα τα υπόλοιπα, υποκαθιστούν χέρια – πόδια, κίνηση οι γονείς του. Οταν βρίσκεται στο «Αττικόν», περιμένουν με τις ώρες έξω από το νοσοκομείο για να τελειώσει, κάνουν καμιά βόλτα στην περιοχή για να ροκανίσουν τον χρόνο τους.
«Τους γονείς μου τους αγαπάω, τους λατρεύω, αυτό δεν αλλάζει. Είμαι τυχερός που έχω αυτό το περιβάλλον. Τι θα έκανα χωρίς αυτό ή τι θα κάνω χωρίς αυτό στο μέλλον; Θα καταλήξω σε ίδρυμα ή μήπως θα επιβαρύνω τον αδελφό μου; (σ.σ.: έχει έναν 43χρονο αδελφό, με δύο παιδιά στην εφηβεία). Το αρχικό έναυσμα για την ταινία που γύρισε ο Γιάννης Κασπίρης ήταν το κίνημα της ανεξάρτητης διαβίωσης, το οποίο ξεκίνησε στις αρχές της δεκαετίας του ’70 στην Αμερική, για να μεταφερθεί γρήγορα στην Ευρώπη, βρίσκοντας πλέον πρόσφορο έδαφος στη Σουηδία. Η φιλοσοφία που θέλει τον ανάπηρο κύριο του εαυτού του: να κάνει πράγματα όποτε και όπως τα θέλει, να ορίζει εκείνος τη ζωή του. Αυτός λοιπόν είναι ο στόχος και μέλλουν να γίνουν πολλά για να επιτευχθεί» λέει και υπογραμμίζει: «Να σκεφθεί κανείς ότι στην Ελλάδα το σχετικό επίδομα «αυτονομίας» είναι της τάξης των 600 ευρώ, και με βάση το τρίτο μνημόνιο το ποσό αυτό θα φορολογείται…».
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ