Ούτε αστικός παράδεισος, αλλά ούτε ένα απρόσιτα επικίνδυνο γκέτο. Η πάλαι ποτέ συνοικία όπου συμβίωνε η αστική ελίτ με τα μεσαία στρώματα του πληθυσμού, η Κυψέλη, έχει προ πολλού χάσει την αίγλη της. Σήμερα, από τους παλιούς Αθηναίους έχουν μείνει στην περιοχή κυρίως εκείνοι που «κοιτούν» την Αθήνα από τα ψηλά των ρετιρέ τους ενώ η πλειονότητα πια των κατοίκων προέρχεται από άλλες εθνικότητες – περισσότερες από τριάντα – και Ελληνες χαμηλών εισοδηματικών στρωμάτων. Η μυθολογία των ημερών γύρω από τους λόγους κοινωνικής αποσύνθεσης της Κυψέλης θέλει για όλα να φταίνε οι αλλοδαποί. Μια μελέτη όμως βάζει τα πράγματα στη θέση τους. Οπως προέκυψε οι μετανάστες συντηρούν μια ζωηρή ανθρώπινη παρουσία στη γειτονιά η οποία μειώνει την αίσθηση της εγκατάλειψης. Διατηρούνται ωστόσο, εδώ και δεκαετίες, τα προβλήματα αστικής υποβάθμισης, με την πολιτεία και τον δήμο να φέρουν το κύριο βάρος των ευθυνών, όπως κατέδειξε η έρευνα που υλοποιήθηκε στο πλαίσιο των σεμιναρίων Αιγαίου που διοργανώνει το Εθνικό Ιδρυμα Ερευνών, το Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο και το Χαροκόπειο Πανεπιστήμιο.
Η παρουσία των μεταναστών στην Κυψέλη είναι γεγονός. Η υποβάθμιση της περιοχής επίσης. Συνδέονται όμως αυτά τα δύο δεδομένα; Σε αυτό κλήθηκαν να απαντήσουν δύο επιστήμονες, η κοινωνιολόγος κυρία Ιρις Πολύζου και ο αρχιτέκτονας κ. Δημήτρης Μπαλαμπανίδης, οι οποίοι ολοκλήρωσαν πρόσφατα (Σεπτέμβριος 2012) την έρευνά τους με τίτλο «Η παρουσία των μεταναστών στο Κέντρο της Αθήνας –Στέγαση, εμπορικές δραστηριότητες και ελεύθεροι χώροι στην Κυψέλη».
Οπως λέει η κυρία Πολύζου, η εικόνα της γκετοποίησης και της ακραίας υποβάθμισης της Κυψέλης, όπως παρουσιάζεται στις δημόσιες συζητήσεις, αποδεικνύεται λανθασμένη και, ακόμη χειρότερα, απολύτως κατασκευασμένη προκειμένου να αποπροσανατολιστεί η κοινή γνώμη από τα πραγματικά αστικά προβλήματα της περιοχής.
«Αντίθετα, οι μετανάστες φαίνεται ότι συντηρούν μια ζωηρή ανθρώπινη παρουσία στη γειτονιά που μειώνει την αίσθηση της εγκατάλειψης» συμπληρώνει ο κ. Μπαλαμπανίδης, επισημαίνοντας ότι η περιοχή άρχισε να εγκαταλείπεται από τους έλληνες κατοίκους της ήδη από τη δεκαετία του ’80, πολύ πριν από τη μαζική έλευση των μεταναστών.
Καταστήματα και επενδύσεις
Είναι κυρίως οι εμπορικές δραστηριότητες των μεταναστών που συμβάλλουν όχι μόνο στην αναγέννηση της τοπικής οικονομίας αλλά και στη διατήρηση μιας ζωηρής ανθρώπινης παρουσίας, καθώς τα καταστήματά τους μένουν ανοιχτά ως αργά το βράδυ, ακόμη και τις αργίες.
Συνολικά καταγράφηκαν 191 καταστήματα μεταναστών τα οποία συγκεντρώνονται κατά μήκος κυρίως των εμπορικών δρόμων, αλλά και στο βορειοανατολικό τμήμα της Κυψέλης, λόγω της εγγύτητας με την πλατεία Αμερικής και την εμπορική λεωφόρο Πατησίων.
Οι μετανάστες της Κυψέλης επενδύουν σε παντοπωλεία, τηλεφωνικά κέντρα, εμπορικά καταστήματα (ρούχων, ηλεκτρονικών κτλ.), φούρνους, παροχή υπηρεσιών (υδραυλικοί, ράφτες κ.ά.), κομμωτήρια και διασκέδαση (καφέ, εστιατόρια, μπαρ). Οσον αφορά την προέλευση των εμπόρων-μεταναστών, παρατηρήθηκε μια καθαρή πλειοψηφία των μελών της αφρικανικής κοινότητας.
Τα τηλεφωνικά κέντρα και τα κομμωτήρια εξυπηρετούν σχεδόν αποκλειστικά μετανάστες. Οι υπόλοιπες οικονομικές δραστηριότητες όμως –κυρίως τα παντοπωλεία και τα καταστήματα λιανικής –ανταποκρίνονται στις ανάγκες τόσο των μεταναστών όσο και των ελλήνων καταναλωτών, καθώς οι τιμές είναι συγκρατημένες ενώ… βολεύουν και οι ώρες λειτουργίας.
Πάντως η οικονομική ύφεση πρέπει να έχει «χτυπήσει» και τους μετανάστες, καθώς στη διάρκεια της έρευνας καταγράφηκαν 58 κλειστά καταστήματα μεταναστών. Την ίδια ώρα ωστόσο υπάρχουν μετανάστες, αν και λίγοι, οι οποίοι προχωρούν σε αγορές διαμερισμάτων.
«Οι περισσότεροι μετανάστες είναι ενοικιαστές, αλλά τελευταία αρκετοί από αυτούς –κυρίως αλβανικής καταγωγής –αγοράζουν διαμερίσματα» σημειώνει ο κ. Μπαλαμπανίδης.
Από τα 2.543 κτίρια που καταγράφονται στην Κυψέλη, οι ερευνητές έλεγξαν τα 600 (συνολικά 11.213 διαμερίσματα). Από αυτά που ελέγχθηκαν διαπιστώθηκε ότι το 14% αφορά άδεια διαμερίσματα και το 14% κατοικείται από μετανάστες. Σχεδόν οι μισοί ζουν σε υπόγεια και ημιωρόφους, ενώ οι υπόλοιποι διανέμονται από τον πρώτο ως τον τέταρτο όροφο, με ελάχιστους να καταλαμβάνουν τα υψηλότερα και ακριβότερα πατώματα.
Ο «ένοχος» της υποβάθμισης
Στη «στιγματισμένη» γειτονιά της Κυψέλης οι μελετητές αναζήτησαν τα χωρικά προτερήματα και μειονεκτήματα της περιοχής και τα αίτια της αστικής και κοινωνικής αποσύνθεσης.
«Παρατηρήσαμε σοβαρά αστικά προβλήματα αλλά διαφορετικά από όσα καταγράφονται στον Τύπο ή αναφέρονται στις δημόσιες πολιτικές ομιλίες» λέει η κυρία Πολύζου. Τα αίτια της υποβάθμισης, σύμφωνα με την ίδια, εστιάζονται στην υψηλή πυκνότητα του δομημένου περιβάλλοντος, στα μεγάλα ύψη των κτιρίων κατά μήκος ιδιαίτερα στενών δρόμων, στην έλλειψη ανοιχτών πράσινων δημόσιων χώρων, στην κατάληψη των πεζοδρομίων από οχήματα, μηχανές και σκουπίδια. «Φυσικά, καμία πρόληψη δεν υπάρχει για συγκεκριμένες κοινωνικές ομάδες, όπως είναι οι ηλικιωμένοι ή άτομα με κινητικά προβλήματα» δηλώνει ο κ. Μπαλαμπανίδης.
Την εικόνα εγκατάλειψης της περιοχής συμπληρώνουν τα πολλά κενά ή κατεστραμμένα παλαιά κτίρια, τα περισσότερα μεγάλης αρχιτεκτονικής αξίας, καθώς και οι σοβαρές καταστροφές στις δημόσιες υποδομές (δρόμοι, πεζοδρόμια κτλ.).
«Ολα αυτά τα αστικά προβλήματα δεν συσχετίζονται πραγματικά με την παρούσα κρίση αλλά αφορούν την Κυψέλη, όπως και πολλές άλλες γειτονιές στην Αθήνα, διαχρονικά, ακόμα κι αν εξαιτίας της οικονομικής ύφεσης πιθανώς παίρνουν μεγαλύτερες διαστάσεις» τονίζει ο κ. Μπαλαμπανίδης.
Πάντως, όπως αναφέρουν οι ερευνητές, υπάρχει σημαντική δυναμική στο αστικό περιβάλλον της Κυψέλης, η οποία «πηγάζει» κυρίως από τους πεζοδρόμους της Φωκίωνος Νέγρη και της Αγίας Ζώνης, τις τρεις πλατείες αλλά και το Πεδίον του Αρεως. «Σε αυτούς τους ελεύθερους χώρους, κάθε ημέρα, συχνάζουν όλες τις κοινωνικές ομάδες, ακόμη και μέχρι αργά τη νύχτα. Οι ηλικιωμένοι αναπαύονται στα παγκάκια, τα παιδιά παίζουν, μετανάστες και Ελληνες κάνουν βόλτες και χαλαρώνουν» σημειώνει η κυρία Πολύζου.
Σπεύδει ωστόσο να προσθέσει ότι «δεν υποστηρίζουμε ότι η Κυψέλη είναι ένας αστικός παράδεισος. Παρατηρήσαμε σοβαρά προβλήματα αστικής υποβάθμισης αλλά ανακαλύψαμε και σημαντικές αρετές στη δυναμική του χώρου στο αστικό και κοινωνικό περιβάλλον, οι οποίες συστηματικά αποσιωπούνται».
Οσον αφορά τους μετανάστες που ζουν και εργάζονται στην Κυψέλη, αυτοί σύμφωνα με την ερευνήτρια «δεν φαίνεται να είναι υπεύθυνοι για τα αστικά προβλήματα που παρατηρήσαμε». Αντίθετα, όπως υποστηρίζει, η παρουσία τους «αποδεικνύεται να είναι ένας σημαντικός παράγοντας για την αστική, κοινωνική και οικονομική ανάκαμψη της γειτονιάς».
«Ηταν μια όμορφη, ζωντανή περιοχή αλλά άρχισε πριν από πολλά χρόνια να εγκαταλείπεται από τους εύπορους κατοίκους της. Οι λόγοι που οδήγησαν σε αυτή τη μαζική φυγή θεωρώ ότι ήταν η μεγάλη πυκνότητα στη δόμηση, οι στενοί δρόμοι, οι κακές υποδομές. Αυτές παραμένουν και σήμερα οι μεγάλες πληγές σε συνδυασμό με τις μεγάλες κυκλοφοριακές πιέσεις» επισημαίνει ο κ. Πουλαντζάς.
Τρεις μαρτυρίες για την καθημερινότητα στην περιοχή
«Ελληνες και μετανάστες ζουν δίπλα-δίπλα»
Την καθημερινότητα στην Κυψέλη αλλά και τα όσα ακούγονται για αυτή την πολυπολιτισμική γειτονιά του κέντρου της Αθήνας σχολιάζουν τρεις άνθρωποι οι οποίοι κατοικούν και εργάζονται για χρόνια στην περιοχή.
Την καθημερινότητα στην Κυψέλη αλλά και τα όσα ακούγονται για αυτή την πολυπολιτισμική γειτονιά του κέντρου της Αθήνας σχολιάζουν τρεις άνθρωποι οι οποίοι κατοικούν και εργάζονται για χρόνια στην περιοχή.
Ο μεταφραστής και πολιτικός μηχανικός κ. Βασίλης Πουλαντζάς έχει περπατήσει σπιθαμή προς σπιθαμή την Κυψέλη. Σχεδόν 25 χρόνια πηγαινοέρχεται στο Θέατρο της Οδού Κεφαλληνίας. Αλλά την περιοχή την ήξερε από πριν καθώς, όπως λέει ο ίδιος, «είμαι γέννημα θρέμμα της Φωκίωνος Νέγρη».
«Ηταν μια όμορφη, ζωντανή περιοχή αλλά άρχισε πριν από πολλά χρόνια να εγκαταλείπεται από τους εύπορους κατοίκους της. Οι λόγοι που οδήγησαν σε αυτή τη μαζική φυγή θεωρώ ότι ήταν η μεγάλη πυκνότητα στη δόμηση, οι στενοί δρόμοι, οι κακές υποδομές. Αυτές παραμένουν και σήμερα οι μεγάλες πληγές σε συνδυασμό με τις μεγάλες κυκλοφοριακές πιέσεις» επισημαίνει ο κ. Πουλαντζάς.
Ωστόσο, σήμερα η Κυψέλη αποκτά και πάλι ζωή, σύμφωνα με τον ίδιο. «Το βλέπω στην περιοχή γύρω από τα θέατρα Κεφαλληνίας, Κυκλάδων, Τόπος Αλλού, στην πλατεία Αγίου Γεωργίου. Ελληνες και μετανάστες δίπλα-δίπλα» τονίζει. Και προσθέτει: «Μπορεί αυτό για τις κλασικές αντιλήψεις να μη θεωρείται αναβάθμιση αλλά με τη δική μου οπτική είναι. Μου αρέσει να τους βλέπω, είναι ευχάριστο. Δεν με έχουν ενοχλήσει ποτέ, ούτε εμένα ούτε την Μπέττυ (σ.σ. Αρβανίτη), τη γυναίκα μου, ούτε τους θεατές».
Τα λεγόμενά του βρίσκουν σύμφωνο και τον ηθοποιό κ. Σπύρο Παπαδόπουλο, ο οποίος εργάζεται σε θέατρο της Κυψέλης την τελευταία τριετία. «Υπάρχει ζωντάνια στην περιοχή. Κοντά στο θέατρο λειτουργεί φούρνος από μετανάστες και είναι ανοιχτός έως τις 2 τα ξημερώματα. Ακόμη και την Πρωτοχρονιά. Είναι ωραίο μαγαζί με πελάτες Ελληνες και ξένους. Η αλήθεια είναι ότι έχω κάνει φίλους εδώ» αναφέρει.
Σημειώνει ωστόσο ότι υπάρχει σοβαρό έλλειμμα στην καθαριότητα και χάος με τα αυτοκίνητα. «Είναι φορές που δεν βρίσκω χώρο να παρκάρω τη μηχανή» λέει.
Οσον αφορά την εγκληματικότητα επισημαίνει ότι δεν έχει αισθανθεί κίνδυνο ποτέ. «Ερχονται τόσοι θεατές και ηθοποιοί και δεν έχει συμβεί το παραμικρό. Εν τούτοις, πρέπει να παραδεχθώ ότι σημειώνονται μικροκλοπές. Είναι όμως αισθητή η παρουσία της Αστυνομίας. Αν κάτσει κανείς για λίγο στην οδό Κυψέλης θα δει κάθε πέντε λεπτά να περνά κάποιος αστυνομικός» καταλήγει.
Ο ηθοποιός κ. Αργύρης Αγγέλου, ο οποίος ζει στην περιοχή από το 1999, αν και δεν έχει αισθανθεί ποτέ κάποιον κίνδυνο, προσπαθεί να μην προκαλεί. «Καταλαβαίνω ότι το βράδυ γίνεται μια… άλλη Κυψέλη. Αλλά αυτό συμβαίνει σε όλο το κέντρο της Αθήνας. Πάντως, δεν έχω φοβηθεί. Η κακιά στιγμή μπορεί να συμβεί και στην Κηφισιά. Αλλά δεν έχω προκαλέσει. Οταν επιστρέφω αργά το βράδυ μπαίνω με το αυτοκίνητο στο πάρκινγκ και ανεβαίνω στο σπίτι» τονίζει.
Ο κ. Αγγέλου αγαπά την Κυψέλη και ειδικά τη Φωκίωνος Νέγρη. «Διατηρεί ακόμη κάτι από την παλιά της αίγλη και έχει διαρκώς ζωή. Μου αρέσει ο πολυπολιτισμικός χαρακτήρας της» σημειώνει.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ