Μόνον οι σταθμάρχες, οι ειδικοί φρουροί (όπου αυτοί υπάρχουν) και ο… πατριωτισμός των Ελλήνων εγγυώνται πια την φύλαξη και την ασφάλεια των γραμμών 2 και 3 του Αττικό Μετρό από τα ξημερώματα της Πέμπτης.

Αιτία; Μία σύμβαση της ΣΤΑ.ΣΥ (Σταθερές Συγκοινωνίες) με εταιρεία σεκιούριτι, η οποία πέρασε από νομικές εμπλοκές και δεν έχει ακόμη υπογραφεί από τη διοίκηση της εταιρίας, αφήνοντας στον «αέρα» την ασφάλεια του Μετρό, καθώς η σύμβαση με τον προηγούμενο ανάδοχο εξέπνευσε την 4η Σεπτεμβρίου 2012.

Όλα ξεκίνησαν όταν σε πρόσφατο διαγωνισμό που πραγματοποίησε η ΣΤΑΣΥ (Μετρό, Τραμ, ΗΣΑΠ) για την ανάθεση της φύλαξη του μετρό (γραμμές 2 και 3), αναδείχθηκε μειοδότης η εταιρία ΠΥΡΣΟΣ, με δεύτερη την BRINKS.

Σύμφωνα με αποκλειστικές πληροφορίες του «Βήματος», η BRINKS προσέφυγε στο Συμβούλιο της Επικρατείας (ΣΤΕ) για να ακυρώσει την ανάθεση, με το επιχείρημα ότι η τιμή ανά ώρα που πρότεινε η ΠΥΡΣΟΣ είναι χαμηλότερη από την κατώτερη που ορίζει η Συλλογική Σύμβαση Εργασίας και ως εκ τούτου, ο μειοδότης δεν καταβάλει το νόμιμο ωρομίσθιο.
Η ΠΥΡΣΟΣ, από την πλευρά της, ανταπάντησε ότι το προσωπικό της έχει υπογράψει επιχειρησιακή σύμβαση, και, άρα, καλύπτεται από το νόμο. Ωστόσο, όπως αναφέρουν πηγές της εταιρίας, το ΣτΕ δικαίωσε την BRINKS, σε μία απόφαση, που ενδέχεται, μάλιστα, να δημιουργεί δεδικασμένο, αφού αμφισβητεί εμμέσως την ισχύ της «μνημονιακά» εκπορευόμενης επιχειρησιακής σύμβασης έναντι της συλλογικής.

Έτσι, το ανώτατο δικαστήριο διέταξε τη ΣΤΑΣΥ να ακυρώσει την ανάθεση στην ΠΥΡΣΟΣ και να δώσει το έργο στην BRINKS. Στη συνέχεια, η συγκοινωνιακή εταιρία ξεκίνησε την εκπαίδευση του προσωπικού της BRINKS ούτως ώστε στις 5 Σεπτεμβρίου 2012 να αναλάβει το έργο της φύλαξης των γραμμών 2 και 3.

Όπως αναφέρουν στελέχη του ΟΑΣΑ, για λόγους που δεν έχουν διευκρινιστεί από τη διοίκηση της ΣΤΑΣΥ η σύμβαση δεν έχει υπογραφεί ακόμη, την ώρα, μάλιστα, που την 5η Σεπτεμβρίου 2012 έληξε η σύμβαση παροχής υπηρεσιών ασφαλείας από τον προηγούμενο ανάδοχο. Έτσι, το Μετρό μένει παντελώς ακάλυπτο, σε μία περίοδο, όπου στο «συγγενικό» δίκτυο των ΗΣΑΠ γίνονται έκτροπα με φαινόμενα εγκληματικότητας, αλλά και ρατσιστικών επιθέσεων, σύμφωνα με πρόσφατες καταγγελίες των συνδικάτων. Στελέχη του ΟΑΣΑ εκφράζουν μάλιστά την ανησυχία τους ότι τα φαινόμενα αυτά θα επεκταθούν.

«Χρυσές» υπηρεσίες στον Ηλεκτρικό

Η παροχή υπηρεσιών ασφαλείας από τρίτες εταιρίες στις αστικές συγκοινωνίες αποτελεί υπόθεση που και υψηλό κόστος έχει, αλλά και όπως φάνηκε στους ΗΣΑΠ δεν εγγυάται ικανοποιητικά αποτελέσματα.

Σύμφωνα με έγγραφα της ΣΤΑΣΥ, που αναρτήθηκαν στη «Διαύγεια», η συγκοινωνιακή εταιρία έχει καταβάλει σχεδόν 4 εκατ. ευρώ στην G4S για υπηρεσίες φύλαξης στους ΗΣΑΠ τους τελευταίους 12 μήνες. Η εταιρία συνεβλήθη με τους πρώην ΗΣΑΠ τον Ιούνιο του 2008, η σύμβαση εξέπνευσε τον Ιούνιο του 2011 και δόθηκε τρίμηνη παράταση, με μείωση, όμως της μηνιαίας αποζημίωσης σε 200.000 ευρώ.

Ωστόσο, τον Σεπτέμβριο του 2011 η ΣΤΑΣΥ αύξησε την κατά μέγιστον μηνιαία αποζημίωση της G4S σε 271.500 ευρώ, «λόγω της μείωσης του προσωπικού εξ αιτίας των μετατάξεων…και με σκοπό την κάλυψη βαρδιών νυχτοφυλάκων», ενώ τον Νοέμβριο δόθηκε νέα παράταση της σύμβασης έως τις 23 Ιουνίου. Έκτοτε, όπως αναφέρουν στελέχη του ΟΑΣΑ, η σύμβαση παρατείνεται μήνα προς μήνα.

Στο μεταξύ, Επιτροπή Συμβάσεων Φύλαξης είχε διαπιστώσει τον Αύγουστο του 2011 στους ΗΣΑΠ: «Το θέμα της φύλαξης δεν είναι σαφώς προσδιορισμένο… Δεν υπάρχει σαφής προγραμματισμός του προσωπικού που εκτελεί βάρδιες, με αποτέλεσμα να υπάρχουν κενά στη φύλαξη». «Εντύπωση προκαλεί το γεγονός ότι το μόνιμο προσωπικό φύλαξης δεν ασκεί ρόλο εποπτείας του εργολάβου φύλαξης όπως και το ότι δεν διαφαίνεται σαφής γραμμή επικοινωνίας μεταξύ τους για περιστατικά που συμβαίνουν στο Δίκτυο», σημείωνε.

Η Επιτροπή θεωρούσε «πλημμελή τον τρόπο αιτιολόγησης και τεκμηρίωσης των πρόσθετων φυλάξεων, καθώς και του τρόπου παρουσίας τους, καταγραφής τους κι εν τέλει την πιστοποίηση της αμοιβής τους» και διαπίστωνε «την ανάγκη για μεταφορά της υπηρεσίας αυτής στο κέντρο ελέγχου στο σταθμό Ειρήνη όπου θα υπάρχει μία πηγή πληροφόρησης των περιστατικών του δικτύου, ταχύτερη αξιοποίηση και μετάδοση της πληροφορίας». Κάτι που δεν έγινε ποτέ, όπως αναφέρουν στελέχη της εταιρίας.