Εκτός από το σκάνδαλο των υποκλοπών, από καταθέσεις πρώην υψηλόβαθμων στελεχών της ΕΥΠ προέκυψε και ένα «σκάνδαλο κατασκοπείας» σε βάρος των ελληνικών μυστικών υπηρεσιών. Οι αναφορές μιλούν για διαρροή, μέσω ισραηλινής εταιρείας, στοιχείων και πληροφοριών από το σύστημα υποκλοπών που χρησιμοποιούσε η ΕΥΠ από τις αρχές της δεκαετίας του ’90 έως και το 2007. Στελέχη της ΕΥΠ αποκαλύπτουν στις καταθέσεις τους ύποπτες, όπως τις χαρακτηρίζουν, πιέσεις από τους χειριστές του συστήματος, οι οποίοι ανάγκασαν τελικά τις ελληνικές μυστικές υπηρεσίες να μείνουν για τρία χρόνια χωρίς κανένα τεχνικό σύστημα υποστήριξης των ερευνών τους.
Το κουβάρι άρχισε να ξετυλίγεται με αφορμή την έρευνα σχετικά με την προμήθεια το 2007 ενός γερμανικού συστήματος παρακολούθησης κινητών τηλεφώνων και Ιnternet κόστους περίπου 3,8 εκατ. ευρώ, όπως και του αντιστοίχου που προμηθεύτηκε η Αντιτρομοκρατική Υπηρεσία. Ο έλληνας αντιπρόσωπος της γερμανικής εταιρείας έχει προφυλακιστεί με την κατηγορία της απάτης σε βάρος του Ελληνικού Δημοσίου και του «ξεπλύματος» μαύρου χρήματος. Οι δικαστικοί λειτουργοί απέδωσαν στον έλληνα επιχειρηματία ότι «χρησιμοποίησε την κυπριακή εταιρεία LIS με πρόσχημα την αναβάθμιση λογισμικού του συστήματος υποκλοπών, στόχος του όμως ήταν να «αποκρύψει» τη διαδρομή των χρημάτων από την πώληση του συστήματος και να αυξήσει το κόστος του».
Στο πλαίσιο αυτής της υπόθεσης κατέθεσαν στις 5 Απριλίου 2012 στην ανακρίτρια κυρία Σοφία Φουρλάρη δύο πρώην υποδιοικητές της ΕΥΠ οι οποίοι ανέφεραν ότι «τα προηγούμενα χρόνια είχαμε κάποια θέματα διαρροών από ισραηλινή εταιρεία, η οποία μάλιστα μας είχε «κλειδώσει» το σύστημα επισυνδέσεων που μας είχε προμηθεύσει».
Σύμφωνα με τα νεότερα στοιχεία που συγκεντρώθηκαν στην πορεία της έρευνας, τη δεκαετία του 1990 η ΕΥΠ είχε προμηθευτεί αντί περίπου 1 εκατ. ευρώ από ισραηλινή εταιρεία ένα μεγάλο σύστημα παρακολούθησης 500 σταθερών τηλεφώνων για υποθέσεις κατασκοπείας, τρομοκρατίας, οργανωμένου εγκλήματος κτλ. Από την περίοδο 2000-2001 όμως στη χρήση αυτού του συστήματος υποκλοπών προέκυψαν δεκάδες προβλήματα δυσλειτουργίας, αλλά και «διαρροών» που αποδίδονταν στην ισραηλινή εταιρεία.
Η αφήγηση προς «Το Βήμα» πρώην ανώτατου στελέχους των ελληνικών υπηρεσιών είναι αποκαλυπτική: «Επί σειρά ετών είχαμε χάσει τον έλεγχο του συστήματος. Οι υπεύθυνοι λειτουργίας του μάς δήλωναν ότι είναι εξαιρετικά δύσκολο να το συντηρήσουν και μας ζητούσαν να τους δώσουμε υπερβολικά ποσά. Κάποιο διάστημα είχαμε ενδείξεις ότι υπήρχαν διαρροές στοιχείων από υποκλοπές από αυτούς που είχαν αναλάβει την τεχνική επίβλεψή του. Ηταν επιπλέον φανερό ότι μας πίεζαν προκειμένου να πάρουμε από αυτούς ένα νέο αναβαθμισμένο σύστημα υποκλοπών. Τελικά το 2004, την περίοδο των Ολυμπιακών Αγώνων, και ως το 2007 το υφιστάμενο σύστημα «κλειδώθηκε» και δεν λειτουργούσε. Μάταια προσπαθούσαμε να βάλουμε κωδικούς και να το θέσουμε σε λειτουργία ώστε να εξυπηρετηθούν οι ανάγκες των ερευνών της ΕΥΠ. Για τουλάχιστον τρία χρόνια δεν είχαμε κανένα τεχνικό σύστημα παρακολουθήσεων. Είχε μάλιστα σταλεί επιστολή από τη διοίκηση της ΕΥΠ στο εξωτερικό προκειμένου να υπάρξει συνδρομή στο πρόβλημα, χωρίς όμως να βρεθεί λύση. Το είχαμε φυσικά κρύψει για να μη δημοσιοποιήσουμε την αδυναμία μας και το διάτρητο σύστημά μας».

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ