Με μαρασμό απειλούνται οι περιοχές Natura 2000 οι οποίες πλήττονται και αυτές από την οικονομική κρίση. Αδύνατη υπό τις παρούσες συνθήκες είναι η χρηματοδότησή τους, επεσήμαναν οι ειδικοί σε επιστημονική ημερίδα που διοργάνωσε τη Δευτέρα η Ελληνική Εταιρία Προστασίας της Φύσης με τίτλο «Τα 20 χρόνια της Οδηγίας 92 /43 /ΕΟΚ και το Δίκτυο «Natura 2000″ στην Ελλάδα».
Οπως ανέφερε χαρακτηριστικά η βιολόγος κυρία Ελένη Τρύφων από το Τμήμα Διαχείρισης Φυσικού Περιβάλλοντος του ΥΠΕΚΑ, για το Δίκτυο Natura 2000 στην Ελλάδα θα απαιτούνταν 270,5 εκατ. ευρώ ανά έτος για μισθούς, υποδομές, έργα διατήρησης και διαχείρισης, παρακολούθηση, φύλαξη, ενημέρωση κτλ. «Είναι απίθανο να διατεθεί ένα τέτοιο κονδύλι, αυτή τη στιγμή από τη χώρα μας για τον συγκεκριμένο σκοπό», επεσήμανε.
Το Δίκτυο αποτελεί ένα συνεκτικό ευρωπαϊκό οικολογικό δίκτυο ειδικών ζωνών. Εως το 2010, σύμφωνα με την ίδια, συμπληρώθηκε το δίκτυο των Τόπων Κοινοτικής Σημασίας (ΤΚΣ) καθώς και των Ζωνών Ειδικής Προστασίας (ΖΕΠ). «Οι εκκρεμότητες για τη συμπλήρωση του Δικτύου των χερσαίων ΤΚΣ είναι μικρές και αφορούν κατά κύριο λόγο «επιστημονικές επιφυλάξεις» για συγκεκριμένα είδη και τύπους οικοτόπων. Ωστόσο, οι εκκρεμότητες για τη συμπλήρωση του Δικτύου των θαλασσίων ΤΚΣ είναι σημαντικές», σημείωσε η κυρία Τρύφων.
Η έκταση του Δικτύου Natura 2000 στην Ελλάδα θεωρείται αρκετά ικανοποιητική (27,1% της επικράτειας) εντούτοις οι ελλείψεις στην προστασία και διαχείριση των περιοχών αυτών είναι πολλές.
Η κυρία Τρύφων «κωδικοποίησε» τα προβλήματα στις περιοχές Natura. Ειδικότερα τόνισε προβλήματα που αφορούν:
-Νομική μορφή των κειμένων χαρακτηρισμού των περιοχών.
-Αποσαφήνιση και ρύθμιση αρμοδιοτήτων.
-Αποσαφήνιση και ρύθμιση νομικών θεμάτων για την εύρυθμη λειτουργία των Φορέων Διαχείρισης (στελέχωση, οικονομικές δοσοληψίες, φύλαξη κτλ.).
-Ελλειψη ουσιαστικής επόπτευσης, συντονισμού και υποστήριξης των Φορέων Διαχείρισης.
-Ελλειψη επικοινωνίας και συνεργασίας μεταξύ των συναρμόδιων υπηρεσιών.
-Καθυστερήσεις στην προώθηση συγχρηματοδοτούμενων προγραμμάτων.
-Απουσία ενός θεσμοθετημένου σταθερού και μόνιμου μηχανισμού χρηματοδότησης.
-Ελλιπής υποστήριξη των υπηρεσιών με αρμοδιότητα για τη φύση.
-Ελλειψη δεδομένων για την διαμόρφωση μέτρων διατήρησης και διαχείρισης ή ανεπίκαιρα στοιχεία τεκμηρίωσης.
-Τριβές με την τοπική κοινωνία.
Από την πλευρά του, ο νέος υπουργός Περιβάλλοντος κ. Γρηγόρης Τσάλτας αναφέρθηκε στην επίδραση της Οδηγίας για την προστασία του περιβάλλοντος, καθώς όπως δήλωσε χαρακτηριστικά «η Οδηγία αλλά και το πλαίσιο για τη βιώσιμη ανάπτυξη, όπως διαμορφώθηκε στην Παγκόσμια Συνδιάσκεψη του Ρίο, το 1992, έπαιξαν καθοριστικό ρόλο για τη διατήρηση των φυσικών οικοτόπων και στη χώρα μας».
Copy paste οι Μελέτες Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων
Για τη διατήρηση της βιοποικιλότητας δεν αποκλείεται να απαιτείται ακόμη και ενθάρρυνση ανθρώπινων δραστηριοτήτων. Εργα τουριστικά, αναψυχής κτλ., μπορούν να προχωρήσουν σε περιοχές Natura αρκεί να αποφεύγεται η υποβάθμιση των οικοτόπων και οι ενοχλήσεις σε χλωρίδα και πανίδα.
Ωστόσο, ο πρόεδρος του Ε΄ Τμήματος του Συμβουλίου της Επικρατείας (ΣτΕ) κ. Κωνσταντίνος Μενουδάκος, μιλώντας στην ημερίδα, είπε ότι οι Μελέτες Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων (ΜΠΕ) έχουν μεγάλες αδυναμίες.
Οπως ανέφερε χαρακτηριστικά, από την πολύχρονη πείρα του ως δικαστής στο Ανώτατο Ακυρωτικό Δικαστήριο έχει πειστεί ότι οι ΜΠΕ, στην πλειονότητά τους δεν είναι αξιόπιστες. Σύμφωνα με τον κ. Μενουδάκο, δεν είναι φυσιολογικό να συνοδεύει η ίδια ΜΠΕ ένα αιολικό πάρκο στον Ταΰγετο και ένα στα Κυκλαδονήσια.
Οι απόψεις του κ. Μενουδάκου βρήκαν σύμφωνο και τον αναπληρωτή καθηγητή Ζωικής Ποικιλότητας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών κ. Αναστάσιο Λεγάκι, ο οποίος συμπλήρωσε ότι «η βιοποικιλότητα είναι ανύπαρκτη σε όλες τις μελέτες». Μάλιστα όπως είπε χαρακτηριστικά «αμφιβάλλω αν οι επιπτώσεις στη βιοποικιλότητα έχουν μελετηθεί».
Στο θέμα αναφέρθηκε και το μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου της Ελληνικής Εταιρείας Προστασίας της Φύσης, δικηγόρος κ. Γιώργος Πολίτης. Οπως υποστήριζε «υπάρχει βιομηχανία που φτιάχνει Μελέτες Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων. Εχουν υποβιβάσει τις ΜΠΕ σε γραφειοκρατικού τύπου απαίτηση -προσθέτουμε… χαρτιά στον φάκελο ενός έργου».Οι Natura σε αριθμούς
Η πορεία ολοκλήρωσης του Δικτύου Natura στη χώρα μας είναι αργή. «Σημαντική εξέλιξη (όχι χωρίς κενά) αποτέλεσε η ψήφιση του ν. 3937/2011 για τη διατήρηση της βιοποικιλότητας», σημείωσε ο κ. Πολίτης.
Το Δίκτυο προστατεύει πάνω από 1.000 είδη και περίπου 230 πολύτιμους τύπους οικοτόπων (αμμοθίνες, υγροτόπους, δάση…) ευρωπαϊκής σημασίας.
Στο ελληνικό Δίκτυο περιλαμβάνονται 419 περιοχές Natura 2000 (ΤΚΣ + ΖΕΠ) οι οποίες καταλαμβάνουν 42.955 τετραγωνικά χιλιόμετρα. Το εμβαδόν των χερσαίων περιοχών είναι 35.804 (27,1% της επικράτειας με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο στο 17,5%). Το εμβαδόν των θαλάσσιων περιοχών Natura στη χώρα μας είναι 7.151 τετραγωνικά χιλιόμετρα.
Από το σύνολο των ελληνικών Natura το 14% είναι αγροτικές περιοχές, το 10% βοσκότοποι, το 23% δάση, το 24% θαμνότοποι, το 16% θαλάσσιες περιοχές, το 4% βάλτοι, το 3% εσωτερικά ύδατα και το 6% άλλες περιοχές.
Συνολικά στην Ευρώπη των 27, το μέγιστο ποσοστό Natura καταγράφεται στη Σλοβενία (35,5 % της επικράτειας) και το ελάχιστο στο Ηνωμένο Βασίλειο (7,2 %)