Το επίδομα αλλοδαπής που λαμβάνουν οι πολιτικοί υπάλληλοι του Δημοσίου οι οποίοι μεταβαίνουν στο εξωτερικό για εκτέλεση υπηρεσίας, δεν υπόκειται σε φόρο εισοδήματος και η αντίθετη νομοθετική ρύθμιση που προβλέπει τη φορολόγησή του είναι αντισυνταγματική.
Αυτό αποφάσισε το Β’ Τμήμα του Συμβουλίου της Επικρατείας (πρόεδρος ο αντιπρόεδρος Φ. Αρναούτογλου και εισηγητής ο σύμβουλος Επικρατείας Γ. Βώρος) και λόγω της αντισυνταγματικότητας παρέπεμψε το όλο θέμα για οριστική κρίση στην Ολομέλεια του Ανώτατου Ακυρωτικού Δικαστηρίου.
Το συγκεκριμένο επίδομα καταβαλλόταν έως το 2010.
Ειδικότερα, οι σύμβουλοι Επικρατείας ανέφεραν ότι κατά την έννοια των άρθρων 4 και 78 του Συντάγματος και του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος (ΚΦΕ), κάθε παροχή που καταβάλλεται στον μισθωτό, με οποιαδήποτε ονομασία (επιχορήγηση, αποζημίωση, επίδομα κ.λπ.) που κατά τον νόμο ή από τη φύση της προορίζεται να καλύψει δαπάνες στις οποίες αυτός υποβάλλεται για την εκτέλεση της υπηρεσίας που του έχει ανατεθεί ή την ταχύτερη και αποτελεσματικότερη διεξαγωγή της, δεν αποτελεί προσαύξηση μισθού και δεν υποβάλλεται σε φόρο εισοδήματος, έστω και αν από την παροχή αυτή ωφελείται έμμεσα ο μισθωτός.
Όπως επισημαίνουν, ενόψει της φύσεως και του σκοπού, για τον οποίο θεσπίστηκε με το άρθρο 135 παράγραφος 4 του Ν. 2594/1998 το επίδομα αλλοδαπής (φορολογείται με συντελεστή 15%), το οποίο ελάμβαναν, κατά το έτος 2002, σύμφωνα με το άρθρο 17 παράγραφος 2 του Ν. 2685/1999, μεταξύ άλλων, οι πολιτικοί υπάλληλοι του Δημοσίου, «όταν μετέβαιναν στο εξωτερικό με εντολή του για εκτέλεση υπηρεσίας ή με ειδική αποστολή για χρονικό διάστημα άνω των τριάντα ημερών, προκειμένου να ανταποκριθούν, κατά τη ρητή διάταξη του νόμου, στην ανάγκη αντιμετωπίσεως του αυξημένου κόστους ζωής στην αλλοδαπή και των ειδικών συνθηκών διαβιώσεως σε κάθε χώρα, προς κάλυψη των δαπανών, στις οποίες αυτοί υποβάλλονται εξαιτίας της υπηρεσίας που τους έχει ανατεθεί, δεν επιτρέπεται, κατά τα άρθρα 4 παρ. 5 και 78 παρ. 1 και 4 του Συντάγματος, να υπόκειται σε φόρο εισοδήματος γιατί έχει αποζημιωτικό χαρακτήρα».
Το Ανώτατο Ακυρωτικό Δικαστήριο το απασχόλησε περίπτωση αστυνομικού που από την 1η Ιανουαρίου έως τις 31 Δεκεμβρίου 2002 υπηρέτησε στην ελληνική πρεσβεία στην Τιφλίδα Γεωργίας.
Ο αστυνομικός ζητούσε την επιστροφή ως αχρεωστήτως καταβληθέντος φόρου εισοδήματος που του είχε παρακρατήσει η ΔΟΥ ύψους 6.243,62 ευρώ. Το ποσό αυτό που παρακρατήθηκε αντιστοιχούσε στον φόρο του επιδόματος αλλοδαπής.