Η οργάνωση «Κλίμακα» έγινε ιδιαιτέρως γνωστή το τελευταίο χρονικό διάστημα εξαιτίας της δραστηριοποίησης της στα προβλήματα που αντιμετωπίζει μια ευπαθής και κατά κάποιον τρόπο «επίκαιρη» κοινωνική ομάδα: οι άστεγοι. Αυτό, όμως, που δεν είναι και τόσο γνωστό είναι πως η δραστηριότητα της «Κλίμακας» δεν περιορίζεται, ούτε ξεκίνησε από τους αστέγους. Η οργάνωση κλείνει φέτος 12 χρόνια ζωής.
Το οικοτροφείο της «Σεμέλης», μία από τις πολλές δομές που διατηρεί η οργάνωση, βρίσκεται στα περίχωρα της Πάτρας. Ξεκίνησε τη λειτουργία του το 2003 στο πλαίσιο του προγράμματος «Ψυχαργώ» που ως στόχο του είχε την δημιουργία δομών αποκατάστασης για τον αποϊδρυματισμό πασχόντων από ψυχικές ασθένειες οι οποίοι ζούσαν πριν στα ψυχιατρεία της χώρας.
Σήμερα φιλοξενεί 15 ανθρώπους. Οι περισσότεροι έμεναν πριν στο ψυχιατρικό νοσοκομείο της Τρίπολης, για χρονικό διάστημα που ξεκινάει από λίγα χρόνια και σε μερικές περιπτώσεις μεγαλύτερης ηλικίας, μπορεί να ξεπερνά και τις τρεις δεκαετίες. Ζουν όλοι μαζί, έχουν όμως ο καθένας τον προσωπικό του χώρο, τις εξόδους του και τις φιλίες του. Πράγματα που δεν είχαν στον προηγούμενο τόπο κατοικίας τους.
«Όταν ήρθαν εδώ ήταν τελείως διαφορετικοί άνθρωποι από αυτό που έβγαζαν σήμερα. Καταρχάς πολλοί από αυτούς δεν είχαν δυνατότητα να αυτοεξυπηρετηθούν», λέει η κοινωνική λειτουργός Κατερίνα Γουργουρίνη, επιστημονική υπεύθυνος της «Σέμελης». «Άλλοι δεν έβγαζαν καν τα ρούχα τους για να κοιμηθούν, φοβόντουσαν ότι θα τους τα κλέψουν οι άλλοι ένοικοι. Στις συζητήσεις ανάμεσα τους αναφέρονται καμιά φορά στο φαγητό της Τρίπολης, σαν «μανέστρα με σκουλήκι». Πέρα από τα ζητήματα που έχουν να κάνουν με τις συνθήκες διαβίωσης, σημαντικότερα ίσως είναι τα τραύματα που σου αφήνει η ίδια η ζωή σε ένα ίδρυμα. Τις περισσότερες φορές ο άνθρωπος που έρχεται εδώ έχει να αντιμετωπίσει πιο πολύ τα προβλήματα που έχουν να κάνουν με τον ιδρυματισμό του, παρά με την ίδια την ψυχική ασθένεια», συμπληρώνει.
Κάποιοι από τους ένοικους του οικοτροφείου διατηρούν σχέσεις με συγγενείς που κατά καιρούς τους επισκέπτονται. Όχι όλοι όμως. «Υπάρχουν περιπτώσεις ανθρώπων που όταν έφυγαν από την Τρίπολη δε γνωρίζαμε καν το όνομα τους ή υπήρχαν λανθασμένα στοιχεία για το ιστορικό τους. Όταν οι έρευνες, που περιλάμβαναν δεκάδες τηλεφωνήματα και γράμματα, προκειμένου να ανακαλύψουμε τα πραγματικά στοιχεία ταυτότητας τους δεν κατέληξαν πουθενά, αποφασίστηκε να εκδοθούν για αυτούς καινούργια προσωπικά έγγραφα», σχολιάζει η Χριστίνα που εργάζεται ως νοσηλεύτρια.
Ο Νίκος, ζει στη «Σεμέλη» εδώ και περίπου 5 χρόνια. Έως τότε κατοικούσε σε ένα χωριό κοντά στην Ναύπακτο. Θυμάται ακόμα την μέρα που εισήχθη στο ψυχιατρείο της Τρίπολης. «Ένας χωροφύλακας εμφανίστηκε στο χωριό. Μου είπε «πάμε για πατσά στην Ναύπακτο» και από εκεί βρέθηκα στην Τρίπολη, φυλακισμένος». Αντιθέτως, από το ίδιο το ψυχιατρείο οι αναμνήσεις του περιορίζονται «στο φαγητό που δεν τρωγόταν και στις ψείρες». Είναι από εκείνους που διατηρούν επαφή με τους συγγενείς τους. «Αν υπάρχει κάτι που μου αρέσει εδώ είναι ότι έχω τα δικά μου πράγματα αλλά και έναν φίλο τον Πασχάλη, ο οποίος είναι άρρωστος και τον φροντίζω όπως μπορώ»
Στη συζήτηση παρεμβαίνει ο Παναγιώτης, ένας από τους ενοίκους που κατά κάποιον τρόπο μπορείς να επικοινωνήσεις πιο άνετα. Μιλάει για τη ζωή στον ξενώνα: «Μου αρέσει πολύ, πηγαίνουμε για καφέ, κάνουμε εκδρομές, καμιά φορά παραγγέλνουμε και φαγητό απέξω». Μιλάει επίσης για τον ψυχίατρο, Κυριάκο Κατσαδώρο, τον πρόεδρο και ιδρυτή της Κλίμακας, τον οποίο αποκαλεί «πατέρα». «Η επικοινωνία μαζί του-είτε έρχεται εδώ για να μας επισκεφθεί είτε μιλάμε μέσω της τηλεδιάσκεψης- είναι πάντα μια όμορφη εμπειρία»
Οι «απόμηχανής» συγγενείς
Κατά καιρούς η «Σεμέλη» δέχεται επισκέψεις ή τηλεφωνήματα συγγενών των ενοίκων που για χρόνια δεν είχαν δώσει κανένα σημείο ζωής. «Υπάρχουν άνθρωποι που εμφανίστηκαν όταν πέθαναν οι συγγενείς τους απλά για να ρωτήσουν αν υπάρχουν περιουσιακά στοιχεία στο όνομα του. Ή άλλοι που έχουν οριστεί ως δικαστικοί συμπαραστάτες, διαχειρίζονται λόγου χάρη μια σύνταξη, την οποία όμως δεν αποδίδουν πάντα στον δικαιούχο.«
»Εξαιτίας της προκατάληψης που ακόμα υπάρχει, το οικοτροφείο πολλές φορές αντιμετωπίζεται από τις δικαστικές αρχές ως ίδρυμα που επιδιώκει να αρπάξει την περιουσία των οικοτρόφων. Αντιθέτως, ο συγγενής, ακόμα και αν δεν έχει δείξει ποτέ ενδιαφέρον για αυτό τον άνθρωπο, το αντιμετωπίζει με πολύ λιγότερη καχυποψία», λέει η κυρία Γουργουρίνη.
Η ανησυχία των ανθρώπων που εργάζονται εδώ, όπως και σε όλες τις άλλες δομές ψυχικής υγείας που χρηματοδοτούνται από τον υπουργείο Υγείας, είναι μήπως η υποβάθμιση και υποχρηματοδότηση των τελευταίων χρόνων «οδηγήσει κάποια στιγμή να εγκαταλειφθούν οι ξενώνες και οι άλλες δομές κοινωνικής επανένταξης και επιστρέψουμε στην εποχή των ψυχιατρείων», λέει η Χριστίνα. «Για την ώρα εμείς συντηρούμαστε, όμως ποιος ξέρει τι μπορεί να γίνει σε μερικά χρόνια».