Οι πολύ χαμηλές θερμοκρασίες των τελευταίων ημερών πλήττουν τους ανθρώπους που δεν έχουν κεραμίδι πάνω από το κεφάλι τους. Όσοι δεν βρίσκουν καταφύγιο σε κάποιο ξενώνα ή αλλού, θα αναγκαστούν να κοιμηθούν σε στοές ή να κάτω από γέφυρες, ανάβοντας φωτιά για να ζεσταθούν.
Πλήττουν επίσης τις…αθλητικές ομάδες της περιοχής των Πετραλώνων και του Ρουφ, καθώς το κλειστό γυμναστήριο του δήμου Αθηναίων στο Ρουφ, το οποίο φιλοξενούσε εδώ και περίπου δεκαπέντε μέρες τους άστεγους κατά τις βραδινές ώρες, από σήμερα και όσο διαρκέσει η κακοκαιρία, μετατρέπεται σε ξενώνα 24ωρου βάσεως. «Το βράδυ μένουν εδώ περίπου 50 άτομα» λέει ο «Μιχάλης» που βρίσκεται στους δρόμους εδώ και 14 μήνες και είναι από τους πρώτους άστεγους συμπολίτες μας που βρήκαν καταφύγιο στο κλειστό γυμναστήριο του Ρουφ.
«Στο παρελθόν έχω κοιμηθεί σε στοές, στον δρόμο ακόμα και στα νυκτερινά λεωφορεία της γραμμής Αθήνα- Πειραιάς. Μη νομίζετε ότι εδώ στο γυμναστήριο έχει ιδιαίτερη ζέστη. Λόγω της υγρασίας χρειάζεσαι τουλάχιστον 4-5 κουβέρτες για να ζεσταθείς. Απλά εδώ προστατεύεσαι από τη βροχή και κυρίως δεν φοβάσαι ότι θα σου συμβεί κάτι την ώρα του ύπνου». Ο ίδιος δεν εμφανίζεται καθόλου αισιόδοξος για το μέλλον του: «έχω κάνει διάφορες δουλειές, έχω δεξιότητες διαφορετικού τύπου, όμως δυστυχώς αυτή τη στιγμή δεν υπάρχει τίποτα».
Οι συνθήκες στο γυμναστήριο του Ρουφ έγιναν ακόμα και αντικείμενο αντιπαράθεσης ανάμεσα στις δημοτικές παρατάξεις. καθώς από την παράταξη της ΑΝΤΑΡΣΥΑ υπήρξε καταγγελία πως ο χώρος δεν θερμαίνεται. Ύστερα από αυτή την καταγγελία οι φορείς του δήμου τοποθέτησαν στο χώρο δύο μεγάλα κλιματιστικά. «Δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις που δεν έχουν που να μείνουν όμως αγνοούν ακόμα το συγκεκριμένο μέρος ή απλά είναι πολύ περήφανοι για να ζητήσουν οποιαδήποτε βοήθεια» λέει ο Γιώργος ο οποίος ζει εδώ και τέσσερα χρόνια στο δρόμο και είναι και αυτός μάρτυρας της ραγδαίας αύξησης των αστέγων.
Ευαισθησία ή μόδα;
Στο Κέντρο Υποδοχής και Αλληλεγγύης του Δήμου Αθηναίων (ΚΥΑΔΑ) πέρα από τους εργαζόμενους και όσους καταφεύγουν εκεί αναζητώντας βοήθεια, σε καθημερινή βάση θα φτάσει τουλάχιστον ένα τηλεοπτικό συνεργείο ή εφημερίδα. Την Τρίτη ήταν η σειρά της φιλανδικής δημόσιας τηλεόρασης, η ρεπόρτερ της οποίας κ. Ίνγκεμποργκ Ελιάσεν έχει επισκεφτεί πολλάκις τη χώρα μας για επαγγελματικούς λόγους. «Μου έκανε εντύπωση το πόσοι πολλοί άνθρωποι καταφεύγουν πλέον στα συσσίτια και άλλους φορείς της κοινωνικής πρόνοιας», σχολιάζει.
Πέρα από την παρουσία των ΜΜΕ ή ίσως εξαιτίας της, εντυπωσιακή είναι και η παρουσία της κοινωνικής αλληλεγγύης. Το χολ του ΚΥΑΔΑ είναι ασφυκτικά γεμάτο από κούτες μέσα στις οποίες υπάρχουν κουβέρτες και ρούχα, όλα προσφορές από πολίτες. Σε λιγότερο από μία ώρα τρεις άνθρωποι πέρασαν και άφησαν εκεί αυτά που έκριναν ότι τους περισσεύουν.
«Καλό θα ήταν να έχουμε περισσότερες προσφορές σε τρόφιμα» σχολιάζει ο κ. Γιώργος Αποστολόπουλος πρόεδρος του ΚΥΑΔΑ. Μόδα ή δείγμα κοινωνικής ευαισθησίας; «Και τα δύο έχουν δόση αλήθειας», λέει ο κ. Αποστολόπουλος. «Σίγουρα το ζήτημα προβάλλεται πολύ. Από την άλλη κάθε καινούργιο ρεπορτάζ φέρνει περισσότερο κόσμο και δωρεές σε εμάς. Δεν είναι τυχαίο πως η εορταστική περίοδος πέρασε, οι δωρεές όμως συνεχίζονται» συμπληρώνει.
Δεν αρκεί η ευαισθησία του κόσμου
Πάντως, είναι δεδομένο πως όσες προσπάθειες και να καταβάλλονται από τους αρμόδιους φορείς ή από απλούς πολίτες το πρόβλημα είναι ιδιαιτέρως οξυμένο. Στο κέντρο της Αθήνας βλέπει κανείς ανθρώπους με κουβέρτες και κουτιά σχεδόν σε κάθε τετράγωνο. Ο αριθμός που μιλά για 20.000 άστεγους στην Αθήνα αποδεικνύεται μάλλον μετριοπαθής, καθώς άνθρωποι που ασχολούνται με το θέμα τον εκτιμούν έως και διπλάσιο. «Μπορεί να το καταλάβει κανείς και από την αύξηση των τηλεφωνημάτων που δέχονται οι υπηρεσίες μας, όπως η γραμμή 1960» λέει η κυρία Γιολάντα Ζωγοπούλου ψυχολόγος που εργάζεται στην κοινωνική υπηρεσία του δήμου Αθηναίων. Αναφέρεται μάλιστα στην περίπτωση μιας οικογένειας που «ήθελε να έρχεται στα συσσίτια του δήμου, χωρίς όμως να γίνει γνωστό το όνομά της καθώς, όπως μας είπαν, στο παρελθόν είχαν υπάρξει αρκετά ευκατάστατοι».
«Το θέμα είναι να υπάρξουν δομές που να προστατεύουν τους ανθρώπους πριν εκείνοι αναγκαστούν να μείνουν στο δρόμο και αυτό είναι δουλειά της κυβέρνησης», λέει ο κ. Αποστολόπουλος. «Όταν για παράδειγμα, για να λάβει κανείς επίδομα απορίας πρέπει να αποδείξει πως δεν έχει οφειλές προς το Δημόσιο, είναι δεδομένο πως οι άνθρωποι που θα βρεθούν στο δρόμο θα αυξηθούν».