Ποινικές διώξεις για μεγάλη απάτη σε βάρος του δημοσίου και για ξέπλυμα χρήματος ασκήθηκαν από την Εισαγγελία Αθηνών για το μεγάλο σύστημα υποκλοπών της ΕΥΠ και της Αντιτρομοκρατικής Υπηρεσίας.
Ο «Μεγάλος Αδελφός» των διωκτικών αρχών που χρησιμοποιείται για την εξάρθρωση δεκάδων κυκλωμάτων εμφανίζεται να συσχετίζεται με μεγάλο σκάνδαλο διασπάθισης πολλών εκατομμυρίων ευρώ αλλά και με ανακύκληση ύποπτου χρήματος, με την σύμπραξη κρατικών παραγόντων και ιδιωτών.
Σε μια υπόθεση που περιλαμβάνει ύποπτες εταιρείες από Κύπρο και Ελλάδα, αναφορές για… «κρουαζιέρες πρακτόρων της ΕΥΠ» και παράνομες συναλλαγές στελεχών των μυστικών υπηρεσιών που κατηγορούνται για κατασκοπεία.
Αυτή μάλιστα η δικαστική έρευνα και οι διώξεις δεν αποκλείεται να δημιουργήσει προβλήματα στην περαιτέρω λειτουργία του «Μεγάλου Αδελφού» λόγω προβληματικής συντήρησής του.
Τα δύο σχεδόν όμοια συστήματα υποκλοπών της ΕΥΠ και της Αντιτρομοκρατικής Υπηρεσίας -το πρώτο εγκατεστημένο στον 15 όροφο του κτιρίου της λεωφόρου Κατεχάκη και το δεύτερο στον 12ο όροφο του αστυνομικού μεγάρου στην λεωφόρο Αλεξάνδρας- αποκτήθηκαν σε δύο διαφορετικές φάσεις την περίοδο 2007-2008 και η συνολική αξίας τους ανήλθε σε περίπου 7εκατ. ευρώ.
Σύμφωνα με τις προδιαγραφές τους τα δύο συστήματα έχουν την δυνατότητα να παρακολουθούν περίπου 2.000 σταθερά και κινητά τηλέφωνα και περίπου 200 συνδέσεις του Ιντερνετ. Στις σημαντικότερες υποθέσεις που έχουν εξιχνιασθεί την τελευταία τριετία από τις διωκτικές αρχές -όπως την απαγωγή του κ. Περικλή Παναγόπουλου, την εξάρθρωση του «Επαναστατικού Αγώνα», το κύκλωμα των στημένων αγώνων, την υπόθεση των 216 νονών της νύκτας, των συμμοριών των φυλακών, των κυκλωμάτων σωματεμπορίας και λαθρεμπορίου τσιγάρων και πολλά άλλα- τα δύο συστήματα υποκλοπών είχαν το καθοριστικότερο ρόλο.
Ωστόσο από την πολυδιαφημισμένη επιτυχή χρήση του συστήματος υποκλοπών φαίνεται ότι κρύβεται μια σκοτεινή πλευρά.
Η διαδικασία προμήθειας των δύο συστημάτων ξεκίνησε την περίοδο 2004-2005 και παρουσίασε σειρά εμπλοκών. Στον διαγωνισμό συμμετείχαν οι εταιρείες Atis, Syborg, Nice και Eti ενώ εκδηλώθηκε ενδιαφέρον και της εταιρείας Siemens.
Μέλη δύο επιτροπών της ΕΥΠ πραγματοποίησαν σειρά ταξιδιών στη Δανία, τη Γερμανία, το Ισραήλ και αλλού για να ελέγξει τις τεχνικές προδιαγραφές των σχετικών συστημάτων. Από εκπροσώπους των εταιρειών ακολούθησαν πολλές ενστάσεις ενώ όταν ξέσπασε -στις αρχές του 2006- το σκάνδαλο των υποκλοπών μέσω της εταιρείας Vodafone, η σχετική διαδικασία σταμάτησε.
Ξεκίνησε λίγους μήνες αργότερα και τελικώς το σύστημα παρακολούθησης επικοινωνιών της ΕΥΠ αγοράσθηκε από την γερμανική εταιρεία «Syborg». Από εκπροσώπους ανταγωνιστριών εταιρειών εκφράσθηκαν αρχικώς ενστάσεις για την «στεγανότητα» του συστήματος και την δυνατότητα να αντλούν απόρρητες πληροφορίες ξένες διωκτικές αρχές και μυστικές υπηρεσίες. Χωρίς όμως να δοθεί οποιαδήποτε συνέχεια.
Ομως την τελευταία διετία άρχισε έρευνα στο εσωτερικό της ΕΥΠ αλλά και από τον ΣΔΟΕ για την διαδικασία προμήθειας αυτών των δύο συστημάτων με κεντρική υπόνοια ότι «υπήρξε υπερκοστολόγησή του με διάφορες παράνομες ενέργειες. Τα δύο συστήματα έπρεπε να αγορασθούν περίπου 1,5 -2 εκατομμύρια ευρώ αντί επτά εκατομμυρίων που δόθηκαν τελικά».
Σύμφωνα με στελέχη της ΕΥΠ «το ίδιο σύστημα που σε εμάς πουλήθηκε περίπου 3,5 εκατομμύρια ευρώ σε άλλες χώρες της Ευρώπης πουλήθηκε περίπου 700.000 ευρώ. Επιπλέον το ελληνικό δημόσιο καλείται να καταβάλλει ποσά της τάξης των 300.000 έως 400.000 ευρώ, ετησίως, για συντήρηση του συστήματος που και αυτό είναι ιδιαίτερα υψηλό τίμημα».
Σύμφωνα με τα πρώτα στοιχεία που συγκεντρώθηκαν, η αγορά του συστήματος δεν έγινε απευθείας από την γερμανική εταιρεία «Syborg» αλλά μέσω ελληνικής εταιρείας με συστήματα ασφαλείας που έχει έδρα στους Αμπελοκήπους. Η ίδια ελληνική εταιρεία είχε στο παρελθόν προμηθεύσει… φάρους για τα περιπολικά της ΕΛ.ΑΣ, αλεξίσφαιρα γιλέκα και άλλα μικροσυστήματα ασφαλείας. Οπως υποστηρίζουν στελέχη της ΕΥΠ «υπεύθυνοι αυτής της εταιρείας ανέπτυξαν προσωπικές γνωριμίες με στελέχη της ΕΥΠ που συμμετείχαν στις επιτροπές αξιολόγησης των συστημάτων υποκλοπών, εκ των οποίων μάλιστα ο ένας κατηγορήθηκε πρόσφατα για κατασκοπεία και τέθηκε σε διαθεσιμότητα. Σημαντικό ρόλο στην συγκεκριμένη προμήθεια έπαιξαν και πρώην υπηρεσιακοί παράγοντες της λεωφόρου Κατεχάκη».
Σε πρώτη φάση κεντρική υπηρεσία του ΣΔΟΕ πραγματοποίησε οικονομικό έλεγχο στα παραστατικά της ελληνικής εταιρείας που λειτούργησε ως μεσάζων για την προμήθεια του συστήματος υποκλοπών. Ανάμεσα στα αλλά ανακάλυψε και ένα τιμολόγιο υπενοικίασης προ τεσσάρων ετών ενός σκάφους αναψυχής για 20 ημέρες, με συνολική αξία 40.000 ευρώ.
Τότε μάλιστα είχαν διατυπωθεί υπόνοιες ότι «σε αυτήν την κρουαζιέρα συμμετείχαν στελέχη της επιτροπής αξιολόγησης της ΕΥΠ και άλλα πρόσωπα, προκειμένου η ελληνική εταιρεία security να τύχει ευνοϊκής μεταχείρισης στην επιλογή του συστήματος υποκλοπών». Από την πλευρά τους εκπρόσωποι της ελληνικής εταιρείας ανέφεραν ότι «σε αυτό το ταξίδι συμμετείχαν μόνο οικείοι μας και κανένας υπηρεσιακός παράγοντας». Από την άλλη πλευρά μέλη της επιτροπής αξιολόγησης της ΕΥΠ χαρακτήρισαν «αστειότητες» τις αναφορές για τις βόλτες με το σκάφος αναψυχής του επιχειρηματία.
Στην συνέχεια τη διερεύνηση της υπόθεσης ανέλαβε η Επιτροπή για το Ξέπλύμα Χρήματος η οποία στις 3 Μαρτίου 2011 εξέδωσε σχετικό πόρισμα στο οποίο αφήνει σαφείς υπόνοιες ότι η ελληνική εταιρεία που μεσολάβησε για τα δύο συστήματα υποκλοπών «εξαπάτησε το δημόσιο ενώ προχώρησε και σε ξέπλυμα χρήματος».
Το πόρισμα της Επιτροπής εστιάστηκε στην παρεμβολή της κυπριακής εταιρείας «LIS» στην σχετική διαδικασία. Σύμφωνα με τους υπευθύνους εγκατάστασης των συστημάτων υποκλοπών η εταιρεία «LIS» προχώρησε στην αναβάθμιση του λογισμικού των δύο «υπερκοριών», και αυτή η διαδικασία οδήγησε στην αύξηση του κόστους.
Ωστόσο η Επιτροπή για το ξέπλυμα χρήματος ανέφερε στο πόρισμα της ότι η LIS είναι εικονική εταιρεία που δημιούργησαν οι υπεύθυνοι της ελληνικής εταιρείας προκειμένου να πολλαπλασιάσουν το κόστος του συστήματος αλλά και προκειμένου να την χρησιμοποιήσουν για ανακύκληση των χρημάτων από την πώληση του. Στο πόρισμα των ελεγκτών για το ξέπλυμα χρήματος αφήνονται υπόνοιες για εμπλοκή υπηρεσιακών παραγόντων στην υπόθεση.
Ηδη μετά από πολύμηνη έρευνα της υπόθεσης από την εισαγγελέα κ. Ευγενία Κυβέλου ασκήθηκαν ποινικές διώξεις εναντίον επιχειρηματιών για απάτη σε βάρος του δημοσίου και ξέπλυμα χρήματος, Η περαιτέρω διερεύνηση της υπόθεσης έχει ανατεθεί στην 5η ειδική ανακρίτρια κ. Σόφια Φούρλαρη η οποία έχει καλέσει τις τελευταίες ημέρες, για νέο κύκλο καταθέσεων, στελέχη και τεχνικούς της ΕΥΠ που ασχολήθηκαν με την προμήθεια και την λειτουργία των «συστημάτων νομίμων επισυνδέσεων», όπως επισήμως ονομάζονται.
Από την άλλη πλευρά νομικοί εκπρόσωποι της ελληνικής εταιρείας μιλώντας προς «Το Βήμα» ανέφεραν ότι «η επιλογή της γερμανικής εταιρείας με την οποία συνεργαζόμαστε έγινε με διαφανείς διαδικασίες. Υπήρξε μειοδοτικός διαγωνισμός και δεν τίθεται θέμα υπερκοστολόγησης των συστημάτων».