Κραταει κινητό αντί για φλογέρα και δεν έχει τσοπανάκο στο πλευρό του να µαθητεύει, αλλά έναν νεαρό Πακιστανό, τον Ντάνιελ, τον οποίο µάταια προσπαθεί να µυήσει στην ποιµενική τέχνη. το τρίγωνο συµπληρώνει ο Γιαούρι, τυπικό τσοπανόσκυλο, που δεν αφήνει κανέναν να πλησιάσει, εκτός και αν το αφεντικό του νεύσει διαφορετικά. Ο µπαρµπα-Γιάννης – έτσι προτιµά να τον προσφωνούν ο κ. τσούκας – κάθεται σε µια πέτρα κάτω από ένα πεύκο, «ποιµενική στάση», όπως µου εξηγεί. Στα 66 του χρόνια δεν έχει κουνήσει ρούπι από το Πεντελικό. τον βλέπουµε ή, πιο σωστά, τον ακούµε τα τελευταία χρόνια στην Καλλιθέα Πεντέλης, να σφυρίζει στα «ζωντανά» του, στα 230 πρόβατα που παίρνουν τον αέρα τους είκοσι χιλιόµετρα από την αθήνα, δίπλα σε µία µονοκατοικία εξαιρετικής αισθητικής του αείµνηστου αρχιτέκτονα αρη Κωνσταντινίδη. «ανθρωπος καλός ο ιδιοκτήτης, από τους λίγους που δεν βαρυγκοµούν µε την παρουσία µου. ∆ίνει και νερό να ξεδιψάσουν τα ζώα» µας λέει ο κ. τσούκας, ο οποίος νιώθει – και είναι – υπό διωγµόν. Για εκείνους που γειτονεύουν µε το µαντρί του ήταν κάποτε η βουκολική ατραξιόν, µόνο που τώρα «ενοχλεί» – πώς να υποδεχθείς τους καλεσµένους σε ένα πάρτι δίπλα στην πισίνα όταν απέναντι έχεις µια στάνη;..
Για τους οικολόγους είναι το κόκκινο πανί, καθώς, αν τα ζώα του περάσουν τα όρια και βοσκήσουν στα αναδασωτέα, θα διωχθεί από τον νόµο για παράνοµη βόσκηση σε ένα υπό αναγέννηση δάσος. Του υπενθυµίζουµε την απαγόρευση βόσκησης στην περιοχή και την αντιπαράθεση βοσκών – οικολόγων. Στο Twitter και στο Facebook οι καταγγελίες για παράνοµη βόσκηση πέφτουν βροχή, ενώ φωτογραφίες των «παρανοµούντων» ζωντανών αναρτώνται στα µπλογκ φίλων των δασών. Εχει άλλη άποψη, η οποία σε χαλεπούς για τα δάση καιρούς ακούγεται εκκεντρική. «Μετά την πυρπόληση της Πεντέλης από τους Γερµανούς, λίγο πριν από το τέλος της Κατοχής, περισσότερα από 5.000 ζώα βοσκούσαν στο βουνό. Και όµως το δάσος ξανάγινε, και µάλιστα καλύτερο από πριν. Πώς συνέβη αυτό, αν τα γιδοπρόβατα κάνουν τόσο µεγάλη ζηµιά;» λέει ο κ. Τσούκας και δίνει τη δική του εκδοχή: «Οι τσοπάνηδες ήταν οι φύλακες των δασών.∆εν τους συνέφερε να πάθει τίποτε το δάσος, το σπίτι τους. Ποιος θα τολµούσε τότε να βάλει φωτιά στα ληµέρια τους; Λένε ότι τα πρόβατα θα φάνε το βλαστάρι. Τον χειµώνα και την άνοιξη που είναι η βλάστηση θα αφήσει το ζώο τη µυρωδάτη χλόη για να µασήσει το πεύκο;Αφήστε που το κοπάδι στο διάβα του καταστρέφει τη χαµηλή βλάστηση που είναι και η εύφλεκτη και καθαρίζει το δάσος…».
Σταµατά για λίγο και σαν να µονολογεί: «∆εν κοιτάζουν να φυλαχτούν από τις φωτιές, µόνο κοιτάζουν τι θα φάει το πρόβατο… Στο Πεντελικό έχουµε αποµείνει δύο τσοπάνηδες: εγώ µε 230 πρόβατα και ένας που έχει 400 γίδια. Εφέτος έχει απαγορευτεί παντελώς η βοσκή εδώ. Γι’ αυτό και µε βλέπετε σε αυτό το χωράφι. ∆εν τα πάω στα φυτεµένα (σ.σ.: περιοχές αναδάσωσης) . Τον περισσότερο καιρό τα έχω µέσα». Στη συνέχεια θα τα βάλει µε τα καρτέλ των µεσαζόντων και τις εισαγωγές από τις γειτονικές χώρες µε κυκλώµατα που ελληνοποιούν τα ξένα σφάγια. Κάνει λόγο για αυξη µένες τιµές στα φάρµακα και στις ζωοτροφές και εκρήγνυται: «Είναι δυνατόν να πωλείται το γάλα ίσα µε το νερό;».
Ο κ. Τσούκας, 65 χρόνων σήµε ρα, έχει κάνει διάφορες δουλειές, ανάµεσα σε αυτές και οδηγός ταξί, αλλά πάντα ως «πάρεργο» ασχολιόταν µε τα πρόβατα. «Κάποτε, νέος σαν ήµουν, δούλευα στα λατοµεία του Φράγκου στα Λιόσια. Ξυπνούσα χαράµατα, έτρεχα στα πρόβατα, τα άρµεγα και έφευγα για τη δουλειά. Εφευγα για το σπίτι, αλλά περνούσα πρώτα από τη στάνη. Με στήριξαν τα ζωντανά µου και απέκτησα δικά µου φορτηγά και ασχολήθηκα µε χωµατουργικές εργασίες. Τώρα δεν έχει δουλειές και αφοσιώθηκα και πάλι στο κοπάδι. Είναι κοµµάτι της ζωής µου, της οικογενειακής µου ιστορίας. Τα πρόβατα υπήρχαν πολύ πριν από εµένα. Από τότε που θυµάµαι τον εαυτό µου κάνω τον τσοπάνη. Ο παππούς µου πήρε σύνταξη από τα πρόβατα του βασιλιά». Η θωριά του, έντονη, µαρτυρεί άνθρωπο γερό, που δεν καταλαβαίνει από κάµατο παρά τα 65 του χρόνια. «Τώρα είναι η ήσυχη περίοδος» εξηγεί. «Από τον Οκτώβριο που γεννούν αρχίζουν τα δύσκολα» . Τότε η οικογένεια βοηθά:
από τα τρία παιδιά τα δύο αγόρια αφήνουν τις δουλειές τους και τρέχουν στο µαντρί. Και αρχές καλοκαιριού πάλι η οικογένεια µαζεύεται για τα κουρέµατα.
Παίρνουμε μαζί τον δρόμο προς τη στάνη. Το κοπάδι διασταυρώνεται με ένα εντυπωσιακό τζιπ που διεκδικεί προτεραιότητα κορνάροντας. Και ενώ το παιδάκι στο πίσω κάθισμα ενθουσιάζεται με το θέαμα, η μητέραοδηγός φαίνεται να δυσανασχετεί. «Ερχονται και φτιάχνουν τις βίλες τους στο βουνό, καλά κάνουν, αρκεί να σέβονται τον τόπο και να σέβονται κι εμάς τους παλιούς. Ο γείτονάς μου κάνει τα πάντα για να με διώξει, αλλά δεν θα του περάσει. Ημουν εδώ προτού χτίσει το σπίτι του. Το ήξερε ότι θα είμαι η γειτονιά του. Ξέρεις όμως τι γίνεται; Ολοι αυτοί είναι άμαθοι. Θα πιάσει μια φωτιά και θα τρέξουν σε εμάς τους παλιούς για βοήθεια. Και δεν είναι μόνο που δεν ξέρουν τη φύση, είναι και που δεν τη σέβονται. Γι’ αυτό και η φύση θα τους εκδικηθεί. Ηρθαν στο βουνό για να κυριαρχήσουν. Είναι δυνατόν; Εγώ που είμαι 65 ετών έχω κυριαρχήσει στο βουνό; Οχι».
Τα παιδιά δεν θα συνεχίσουν την οικογενειακή παράδοση. Η ζωή των σημερινών τριαντάρηδων είναι πολύ τρυφηλή για τέτοιες δουλειές. Εκείνος το έχει ορκιστεί: θα φτάσει με το κοπάδι του «ως το τέλος». «Αυτό που βρήκα από τους γονείς μου θέλω να το υπηρετήσω, δεν κάνω τίποτε κακό. Και αν οι νέοι είχαν μυαλό, θα την έκαναν αυτή τη δουλειά. Τώρα με την κρίση λέω στα παιδιά να φύγουν από την Αττική και από τα γραφεία τους και να γίνουν κτηνοτρόφοι. Βγάζεις ένα καλό μεροκάματο να ζήσεις την οικογένειά σου. Υπάρχουν επιδοτήσεις για να ξεκινήσεις. Πας στη Θήβα και φτιάχνεις μια εξελιγμένη μονάδα με αρμεχτικά μηχανήματα, δεν κάνεις τη λάντζα που κάνω εγώ. Με τα χέρια μου αρμέγω μισό αιώνα τώρα. Πρωί – βράδυ. Τα εγγόνια μου χαίρονται που ζω έτσι. “Ο παππούς έχει φάρμα” λένε. Τώρα έχω και ένα άλογο. Ετσι ήταν οι βοσκοί κάποτε, με τα άλογά τους. Κλείνω τα μάτια μου και μου έρχονται εικόνες από εκείνα τα χρόνια. Πρέπει να ήταν γύρω στο 1955. Ανεβαίναμε ψηλά στο βουνό, στον Αγιο Πέτρο, όπου είχαμε τις καλοκαιρινές στρούγκες. Οταν έπιανε άνοιξη, ξεχνούσες τον εαυτό σου. Ελεγες: Τι είσαι τώρα; Μεγάλος είσαι, μικρός είσαι; Τίποτε δεν είσαι; Αέρας είσαι; Μόνο τα άλογα να βλέπατε που είχαν οι τσοπάνηδες να τρέχουν γύρω από τα κοπάδια… Σε έπαιρνε η χαρά να ακούς τα κυπροκούδουνα και τα κουδούνια από τα χιλιάδες γίδια και τα πρόβατα… Ζωή!»
Αιτήσεις για ένταξη σε συγχρηματοδοτούμενα επενδυτικά προγράμματα προκηρύσσονται ανά περιόδους και αφορούν ενδιαφερομένους ηλικίας 18-65 χρόνων. Πληροφορίες στην ιστοσελίδα του τομέα Αγροτικής Ανάπτυξης www.agrotikianaptixi.gr και στις κατά τόπους διευθύνσεις Αγροτικής Ανάπτυξης ή στα τοπικά Κέντρα Αγροτικής Ανάπτυξης.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ