Σε τουριστικούς προορισμούς στους οποίους πέρυσι είχε καταγραφεί πληρότητα, οι τιμές φέτος ήταν «τσιμπημένες». Αυτό προκύπτει από τις καταγγελίες καταναλωτών οι οποίες έχουν γίνει έως σήμερα στο Κέντρο Προστασίας Καταναλωτών (ΚΕΠΚΑ). Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση ενός ζευγαριού, το οποίο έκλεισε για τον Ιούλιο το ίδιο δωμάτιο, στο ίδιο ξενοδοχείο, την ίδια ακριβώς περίοδο, σε νησί του Ιονίου. Η τιμή όμως δεν ήταν ίδια, ούτε βεβαίως χαμηλότερη. Πλήρωσαν 100 ευρώ τη βραδιά αντί των 60 ευρώ που έδωσαν πέρυσι.
Σε ορισμένα νησιά του Αιγαίου μάλιστα, κυρίως κυκλαδονήσια, εξαιτίας της πληρότητας των τουριστικών μονάδων οι ξενοδόχοι ζητούν αντί για προκαταβολή, εξόφληση του συνόλου της κράτησης. «Είναι πάγια τακτική. Μόλις δούμε ότι κάτι πάει καλά κοιτάζουμε να το εκμεταλλευτούμε. Νομίμως μπορούν να ζητήσουν ως προκαταβολή 25% του συνολικού ποσού. Το πολύ πολύ μπορεί ο ξενοδόχος να ζητάει καθημερινά τη χρέωση της ημέρας. Αλλά μέχρι εκεί. Είχαμε και μία καταγγελία πολίτη ο οποίος έκλεισε άλλη τιμή από το Ιντερνετ και όταν έφτασε στον προορισμό του, τού ζήτησαν να καταβάλλει περισσότερα χρήματα», λέει η Γενική Γραμματέας του ΚΕΠΚΑ κυρία Ευαγγελία Κεκελέκη.
Τα παράπονα των καταναλωτών όμως δεν σταματούν στις τιμές των δωματίων. Σε καφετέρια ξενοδοχείου στη Χαλκιδική ένα μικρό μπουκάλι νερό πωλείται δύο ευρώ. «Στα εστιατόρια οι τιμές έχουν διατηρηθεί στα ίδια επίπεδα με πέρυσι, σε πολλά όμως έχουν συρρικνωθεί οι μερίδες», επισημαίνει η κυρία Κεκελέκη. Όπως λέει η ίδια, η χωριάτικη σε πολλές ταβέρνες της Χαλκιδικής διατηρείται στα οκτώ ευρώ, ο ελληνικός καφές στα τρία ευρώ και ένα μοχίτο στην παραλία στα οκτώ ευρώ. Στην παραλία Σάνη μια μικρή φιάλη μπύρας χρεώνεται 5 ευρώ. Σε ορεινή περιοχή της Δυτικής Μακεδονίας, σύμφωνα με καταγγελίες ομάδας εκδρομέων, την πρώτη ημέρα πλήρωσαν τον μικρό ελληνικό καφέ 1,5 ευρώ ενώ τη δεύτερη ημέρα ο ιδιοκτήτης του καφενείου τούς τον χρέωσε δύο ευρώ.
Όπως αναφέρει ο ιατρικός επισκέπτης κ. Β. Λαυρεντίου ο οποίος παραθερίζει αυτή την εποχή στη Κέρκυρα, βρήκε πολύ ακριβότερα σε σχέση με τις τιμές στην Αθήνα και τα είδη πρώτης ανάγκης. «Αγοράσαμε 4 – 5 προϊόντα στο σουπερμάρκετ και πληρώσαμε περίπου 65 ευρώ ενώ για τα ίδια στην Αθήνα δεν θα δίναμε περισσότερα από 35 ευρώ» λέει ο κ. Λαυρεντίου. Επιπλέον, υψηλές βρήκε τις τιμές σε καύσιμα και ακτοπλοϊκά εισιτήρια ειδικά για τη μεταφορά αυτοκίνητου. «Κάτω από 1,70 το λίτρο δεν βρίσκεις βενζίνη», σημειώνει. Επισημαίνει ωστόσο ότι όσον αφορά τη διασκέδαση υπήρχαν μέρη όπου μπορούσες να πιεις το ποτό σου με πέντε- έξι ευρώ, ενώ για καφέ στην παραλία ή για ξαπλώστρα υπήρχαν τόσο φθηνές όσο και ακριβές επιλογές.
«Σε τρεις μήνες θέλουν να βγάλουν τα κέρδη όλης της χρονιάς. Το κακό πρέπει να καταγγέλλεται ώστε να διορθωθεί», τονίζει η κυρία Κεκελέκου. Επισημαίνει ωστόσο ότι υπάρχουν και σοβαροί επαγγελματίες. «Για την Κρήτη φέτος μόνο καλά λόγια ακούγαμε. Οι υπηρεσίες σε ξενοδοχεία, μπαρ και χώρους εστίασης όπως φαίνεται έχουν διορθωθεί. Επίσης ήταν θετικό φέτος ότι σε πολλές παραλίες δεν χρέωναν τις ξαπλώστρες. Όμως δεν είναι το καλό που μένει στον τουρίστα. Είναι συνήθως η κακή εντύπωση. Οι καταναλωτές πρέπει να δείξουν τη δύναμή τους. Και το ένα ευρώ έχει σημασία. Πρέπει να επιλέγουν. Πάμε σε ένα μαγαζί που δεν μας αρέσει; Του λέμε ότι δεν θα ξαναέρθουμε και το καταγγέλλουμε», αναφέρει η κυρία Κεκελέκη επισημαίνοντας ότι επιβραβεύουμε τους σωστούς επιχειρηματικές.
Τέτοιους συνάντησε στη Λέσβο και την Κρήτη η εκπαιδευτικός κυρία Σούλα Τσιρταβή. «Ήταν φθηνότερα από ότι περίμενα. Ειδικά όσον αφορά το φαγητό. Τρώγαμε σε ταβέρνες με 10-15 ευρώ το άτομο. Αλλά και το να βγεις έξω και να πιεις το πότο σου ή τον καφέ σου, δεν ήταν ακριβό και σε κάθε περίπτωση ήταν φθηνότερα σε σχέση με την Αθήνα», τονίζει. Στην Κρήτη έμεινε σε δωμάτια, «40 ευρώ το δίκλινο, μέσα στην πόλη των Χανίων» ενώ νοίκιασε και Ι.Χ. με περίπου 35 ευρώ την ημέρα, τιμή που θεωρώ λογική. Ωστόσο όπως λέει, «η βενζίνη ήταν αρκετά ακριβή, όπως συμβαίνει σε όλα τα νησιά».