Επί 60 χρόνια «στέγαζε» τα όνειρα μουσικών που έκαναν ηχογραφήσεις. Από κει πέρασαν τα μεγαλύτερα ονόματα του λαϊκού πενταγράμμου. Σήμερα «στεγάζει» τα όνειρα περίπου 35 μεταναστών, οι περισσότεροι από την Αλγερία, που αναζητούν ένα καλύτερο αύριο στην Ελλάδα. Ο λόγος για τον χώρο του εργοστασίου της Κολούμπια, στην περιοχή Προμπονά, ανάμεσα στα Πατήσια και τον Περισσό, που από το 2006 είναι ένας σωρός από μπάζα και ερειπωμένα κτίρια.
Από τότε χρονολογείται η περιπέτεια του κτιρίου και η δικαστική διαμάχη κυρίως μεταξύ Πολιτείας και μελών της πρωτοβουλίας κατοίκων που διεκδικούν τη μεταροπή του χώρου σε πάρκο και τη δημιουργία σ’ αυτόν Μουσείου της ελληνικής δισκογραφίας.
«Η Κολούμπια είναι ένα καθαγιασμένο μέρος και πρέπει να διασωθεί. Έχει ιδιαίτερη, ουσιαστική, συμβολική και συναισθηματική αξία για την ιστορία της ελληνικής μουσικής και της πολιτιστικής μας κληρονομιάς. Γι’ αυτό συνεχίζουμε τον αγώνα να γίνει το εργοστάσιο της Κολούμπια δημόσιο μουσείο της Ελληνικής Μουσικής και Δισκογραφίας. Δεν έχουμε κάτι εναντίον του ιδιοκτήτη των εγκαταστάσεων κ. Μάκη Μάτσα, προέδρου της δισκογραφικής εταιρείας ΜΙΝΟS_EMI, απλά επιδιώκουμε την ευαισθητοποίηση των αρμοδίων καθώς δεν θέλουμε ο χώρος να μετατραπεί σε πολυκατάστημα, τύπου «Μολ»» αναφέρουν σε σχετικό δελτίο τύπου με αφορμή την εκ νέου συζήτηση του θέματος από τον Οργανισμό
Ρυθμιστικού Σχεδίου του Δήμου Αθηναίων
.Η εισήγηση που έχει κατατεθεί προβλέπει τη μετατροπή της χρήσης από Βιομηχανικό Πάρκο σε Βιομηχανικό Πάρκο προς εξυγίανση. Κάτι τέτοιο, όπως λένε κάτοικοι, ανοίγει το δρόμο στην ιδιοκτησία να το μετατρέψει σε εμπορικό πάρκο. Τα μέλη της Επιτροπής επιρρίπτουν επίσης ευθύνες στο υπουργείο Πολιτισμού λέγοβντας ότι έχει παραπέμψει γενικότερα το ζήτημα της αξιοποίησης του χώρου στις καλένδες ενώ «χρεώνουν» αδιαφορία και στη νέα δημοτική αρχή του Δήμου Αθηναίων.
Μιλώντας στο «Βήμα» το μέλος της πρωτοβουλίας των κατοίκων της περιοχής κυρία
Αυγή Θεοδόση επεσήμανε πως
«υπάρχουν πανελλαδικά τόσα «θεματικά» μουσεία. Μπορεί να δημιουργηθεί και ένα για την ιστορία της ελληνικής δισκογραφίας και προτιθέμεθα να ζητήσουμε από την Περιφέρεια Αττικής να εξετάσει την δυνατότητα χρηματοδότησης για την κατασκευή του μέσα από ευρωπαϊκά προγράμματα».Υπέρ της αξιοποίησης του χώρου προς όφελος των κατοίκων της περιοχής είναι ο Δήμος Αθηναίων, όπως μας είπε η αρμόδια Αντιδήμαρχος κυρία Αγγελική Αντωνοπούλου.
Οι κάτοικοι επικαλούνται ως πρότυπο την αλλαγή χρήσης του αντίστοιχου εργοστασίου της Κολούμπια στην περιοχή της Μονμάτρης στο Παρίσι. Το εργοστάσιο αυτό, έμοιαζε από την άποψη της κατασκευής με αυτό της Αθήνας. Διαμορφώθηκε κατάλληλα και πλέον εκεί στεγάζεται το «μουσικό χωριό». Η εγκατάσταση αποτελείται από δυο μικρά αναπαλαιωμένα κτίρια και τέσσερα καινούργια γύρω απο έναν κεντρικό κήπο τα οποία «επικοινωνούν» μεταξύ τους με πλακόστρωτο. Τα κτίρια δεν έχουν μεγάλο ύψος και έχουν γυάλινες οροφές για να μπαίνει κυρίως φυσικό φως και είναι κτισμένα με τούβλα. Το «μουσικό χωριό» διαθέτει συναυλιακό χώρο, τρία στούντιο ηχογραφήσεων και ένα χώρο πολλαπλών εκδηλώσεων.
Το ιστορικό
Το εργοστάσιο της Κολούμπια στη Ριζούπολη άρχισε να κατασκευάζεται το 1928 και τελείωσε το 1930. Τότε άνοιξε τις πύλες του και ο Μίνως Μάτσας κάλεσε τον Ζοζέφ Κορίνθιο να ηχογραφήσει το «Όταν θα πας κυρά μου στο παζάρι». Το 1978 απασχολούσε 350 εργαζόμενους. Το 1983 σταματούν οι φωνοληψίες και το 1991 κλείνει το εργοστάσιο.
Το 1999 το εργοστάσιο και το οικόπεδο (14 στρεμμάτων) πωλήθηκε και τον Φεβρουάριο του 2006 το Κεντρικό Συμβούλιο Νεωτέρων Μνημείων κήρυξε διατηρητέο ένα από τα οκτώ κτίρια αφήνοντας ανοικτό το δρόμο για την κατεδάφιση των άλλων επτά, ανάμεσα στα οποία και το ιστορικό Studio III.
Το εργοστάσιο της αποτελούνταν από οκτώ κτίρια:
-Το Κτίριο Ε, ήταν η πρώτη αίθουσα φωνοληψίας στην Ελλάδα και η μοναδική για πολλά χρόνια. Κατασκευάσθηκε το 1935 και ανακαινίσθηκε την δεκαετία του ’60 οπότε και μετονομάσθηκε σε Studio III.
-Στο Κτίριο Ζ, ήταν το Studio I και το Studio II. Κατασκευάστηκαν στις αρχές της δεκαετίας του ’60 και ήταν εξοπλισμένα με τα πιο σύγχρονα για την εποχή τους συστήματα εγγραφής.
-Στο Κτίριο Δ, ήταν ο χώρος χάραξης όπου η μαγνητική εγγραφή μετατρέπονταν σε μηχανική και ετοιμάζονταν η μήτρα του δίσκου .
-Στο Κτίριο Α, υπήρχαν οι πρέσες για την εκτύπωση των δίσκων. Στον ίδιο χώρο παράγονταν και οι κασέτες.
-Στο Κτίριο Β, ήταν το τυπογραφείο – λιθογραφείο, όπου εκτυπώνονταν τα εξώφυλλα.
-Στο Κτίριο Θ, ήταν η αποθήκη από όπου γίνονταν η διακίνηση δίσκων στο λιανικό εμπόριο.
-Στο Κτίριο Η, ήταν οι διοικητικές υπηρεσίες και στο υπόγειο το αρχείο.
-Στο Κτίριο Γ, στεγαζόταν το Λογιστήριο.
Το θέμα φτάνει στη Βουλή όπου καταθέτει, το 2005 και το 2006, δυο ερωτήσεις ο Αλέκος Αλαβάνος. Από την πλευρά του κατά την διάρκεια της συνεδρίασης του Κεντρικού Συμβουλίου Νεότερων Μνημείων του υπουργείου Πολιτισμού που έγινε στις 21 Φεβρουαρίου 2006 ο κ. Μάτσας είχε πει πως για λόγους καθαρά συναισθηματικούς δεν επρόκειτο να «πειράξει» το κτίριο Α και ζήτησε να επιτραπεί και να συμπεριληφθεί στην απόφαση κήρυξης η δυνατότητα να κτίσει στις «τυφλές» πλευρές του κτιρίου αυτού «άλλα οικοδομήματα τα οποία να μπορέσουν να αποτελέσουν ένα ενιαίο σύνολο προς αξιοποίηση κάποιας εκμετάλλευσης, την οποία θα θελήσουμε να κάνουμε».
Στις 11 Μαϊου 2006 η Πολεοδομία του Δήμου Αθηναίων εξέδωσε, με συνοπτικές διαδικασίες όπως κατήγγειλαν οι κάτοικοι, την άδεια κατεδάφισης μέσα σε 10 ημέρες. Το Σάββατο 13 Μαϊου κάνουν την εμφάνισή τους οι μπουλντόζες και αρχίζουν να κατεδαφίζουν το κτίριο εγγραφής δίσκων. Η άδεια κατεδάφισης δεν είχε όλα τα στοιχεία που προβλέπονταν και με κινητοποίηση της επιτροπής των κατοίκων οι εργασίες σταματούν.
Την Δευτέρα 15 Μαϊου η κατεδάφιση των άλλων κτιρίων της Κολούμπια συνεχίστηκε με την συνδρομή ισχυρών αστυνομικών δυνάμεων. Το Studio ΙΙΙ μετατρέπεται σε μπάζα καθώς και άλλα δυο κτίρια ενώ ξεριζώθηκαν πολλά αιωνόβια δέντρα. Το μεσημέρι μέλη της πρωτοβουλίας κατοίκων εξέθεσαν τις απόψεις τους στην εκτός ημερήσιας διάταξη συζήτηση του θέματος στο Δημοτικό Συμβούλιο του Δήμου Αθηναίων και τελικά αποφασίστηκε κατά πλειοψηφία αναστολή των εργασιών κατεδάφισης και εκπόνηση πολεοδομικής μελέτης εκ μέρους του Δήμου.
Δυο χρόνια αργότερα, στις 3 Ιουλίου 2008, ο κ. Μ. Μάτσας, σε συνεδρίαση του Συμβουλίου είπε πως «έχει την πρόθεση να μετατρέψει το χώρο σε μουσείο της δισκογραφίας». Επίσης μιλώντας στο «Βήμα» είχε δηλώσει πως επιθυμία του ήταν να μετατρέψει το χώρο που βρίσκονταν το Studio III σε μουσείο.
Με απόφαση του το υπουργείο Πολιτισμού χαρακτήρισε ως διατηρητέα μόνο το κτίριο Α και την πύλη εισόδου, αυτή που βλέπει όποιος κινείται επί της λεωφόρου Ηρακλείου. Οι κάτοικοι της περιοχής μαζί με την Ένωση Μουσικοσυνθετών Ελλάδας και άλλους φορείς προσέφυγαν στο Συμβούλιο της Επικρατείας. Το ΣτΕ με την απόφαση υπ’ αριθμόν 3611/07 ακύρωσε την απόφαση του τότε υπουργού Πολιτισμού κ. Γ. Βουλγαράκη για τον μη χαρακτηρισμό του συνόλου των κτιρίων ως ιστορικού τόπου.
Μετά την απόφαση του ΣτΕ το Κεντρικό Συμβούλιο Νεώτερων Μνημείων επανεξέτασε το θέμα του χαρακτηρισμού του χώρου και σύμφωνα με απόφασή του ο χώρος στο σύνολό του δεν χαρακτηρίζεται ως ιστορικός τόπος.
Έτσι έγινε εκ νέου προσφυγή στο ΣτΕ προκειμένου να ακυρωθεί η απόφαση του ΚΣΝΜ και αναμένεται η απόφαση.