Τα πηγαινέλα στο Ολυµπιακό Κέντρο Καλαθοσφαίρισης του Ελληνικού αναλαµβάνουν εκ περιτροπής οι γονείς. Οιπρόβες είναι τρίωρες, σε λίγο θα φτάνουνκαι τις πέντε ώρες. Για τα παιδιά είναι κάτι σαν εκδροµή, κουβαλούν λουκανικοπιτάκια για να κεράσουν, κάνουν χαβαλέ στην αποθήκη των σκηνικών, πειράζουν (ευκαιρίας δοθείσης) τις εθελόντριες, είναι η κοινωνικοποίησή τους, η ένταξή τους, η συµµετοχή τους σε κάτι µεγάλο. Πρόκειται για τους έξι από τους επτά πρωταγωνιστές στο θεατρικό δρώµενο της τελετής έναρξης των 13ων Special Olymπcs, η βασική οµάδα που στις 25 Ιουνίου (υπό το γενικό πρόσταγµα του Φωκά Ευαγγελινού) θα αράξειτο πλοίο του Οδυσσέα στο Καλλιµάρµαρο. Είναι όλοι τους αθλητές αλλά επελέγησαν να πρωταγωνιστήσουν και στο απαιτητικό (κινησιολογικά) θεατρικό κοµµάτι της τελετής.
«Το ξέρω ότι θα είναι και ο Πρόεδρος της ∆ηµοκρατίας. Θα µας δει όλη η γη! Είµαι χαρούµενος!» λέει ο 19χρονος Γιώργος ∆ούκογλου. « Θα σκίσουµε! Ο ένας βοηθάει τον άλλον και είµαστε µια οµάδα» συµπληρώνει ο ίδιος ο «Οδυσσέας», ο 18χρονος Μανώλης Ταµπακάκης, ο οποίος εφέτος τελειώνει την Γ’ Λυκείου σε «κανονικό» σχολείο. « Και οµάδα ενωµένη ποτέ νικηµένη!» φωνάζουν όλοι µαζί (µοναδικός απών ο ∆ηµήτρης Κιάφης, ο οποίος έπρεπε να πάει στη δουλειά του).
Μιλούν… καταιγιστικά («Μα δεν θα µας ρωτήσετε τι µουσική ακούµε;»), θέλουν να κερδίσουν την προσοχή σου (« Εχω πέντε κολλητούς, να πω τα ονόµατά τους;» ), κάποιοι µιλούν για τους «Αγανακτισµένους» στο Σύνταγµα ( «Είναι αγανακτισµένος ο κόσµος. ∆εν πάει άλλο. Ολοι θα µείνουν άνεργοι» ), ένας συστήνεται µε έκδηλο αυτοσαρκασµό ως «το τοπ µόντελ του ποδοσφαίρου» . «Οταν τους πρωτοσυναντάς έχεις µια αµηχανία, µια ανασφάλεια, που όµως πηγάζει καθαρά από σένα τον ίδιο» αντλεί από τη δική του εµπειρία ο καλλιτεχνικός επιµελητής κ. Γιάννης Παναγόπουλος. «Γιατί στα πρώτα δύο λεπτά αυτοί οι άνθρωποι σε έχουν κερδίσει, είναι πολύ άµεσοι, ενώ ταυτόχρονα είναι και απόλυτα προσηλωµένοι στον στόχο τους. Η µαγεία στη συνεργασία µαζί τους είναι ότι δεν υπάρχουν δεύτερες σκέψεις».
Αυτή την αµεσότητα επιδεικνύουν όταν µιλούν και για την άλλη τους ζωή, αυτήν έξω από τους Special Olympics, όταν καταθέτουν την καθηµερινότητά τους, τα προβλήµατά τους, τον κοινωνικό αποκλεισµό τους. Ο 20χρονος Βύρωνας Ζαρκαδάκης, ο οποίος µένει σε ξενώνα, µιλάει για τα όνειρά του:
«Θέλω να βρω µια δουλειά. Οποια δουλειά να µε βάλεις θα την κάνω. Περιποιούµαι τον κήπο, µαγειρεύω… Και οικογένεια θέλω». Ο 15χρονος Γιάννης Τζουµέρκας (ο οποίος συµµετέχει στην τελετή έναρξης µαζί µε τον αδελφό του Κώστα) τονίζει: «Αυτό που θέλουµε είναι να γίνουµε χρήσιµοι άνθρωποι…».
«Εξω από το σχολείο µου δεν έχω παρέες. ∆εν µπορώ να το καταλάβω.
Μπορεί να µη θέλουν την παρέα µου, µπορεί να είµαι βαρετός» λέει ο 18χρονος Ματθαίος Κούτσικος, ο οποίος φοιτά στο Κέντρο Ειδικής και Επαγγελµατικής Κατάρτισης «Θεοτόκος» και θέλει να γίνει τυπογράφος: «Εγώ όµως δεν αισθάνοµαι διαφορετικός. Και γιατί να αισθανθώ κιόλας; Ολοι ίδιοι είµαστε».
«Στόχος µας µε αυτή τη θεατρική παράσταση είναι να φανεί ότι τα παιδιά όχι µόνο µπορούν να ενταχθούν αλλά έχουν και πολλά να προσφέρουν» τονίζει η εκπαιδεύτριά τους στην τελετή έναρξης, η δραµατοθεραπεύτρια κυρία Μάνια Συριοπούλου, η οποία εδώ και 20 χρόνια «δουλεύει» µε παιδιά µε νοητική υστέρηση. «Πολλές φορές στις πρόβες µε ρωτάνε: “Θα τα καταφέρουµε;”. Εγώ τους απαντώ: “Κάνουµε εδώ κάτι πολύ σηµαντικό. Και αν δεν υπήρχατε εσείς, δεν θα υπήρχα ούτε εγώ”. Εχω δει κατά καιρούς πολλούς “σκηνοθέτες” που χρησιµοποιούν παιδιά µε νοητική υστέρηση για να ανεβάσουν π.χ. µια τραγωδία, µόνο και µόνο για να υπηρετήσουν το δικό τους καλλιτεχνικό “όνειρο”.
Το αποτέλεσµα είναι να τα βάζουν να κάνουν γελοιότητες και οι θεατές από κάτω να χειροκροτούν συγκαταβατικά: “Μπράβο τα παιδάκια”. Εγώ έχω τροµερές απαιτήσεις από όλους τους, γι’ αυτό και έχουν άριστο αποτέλεσµα».
Η µεγαλύτερη δυσκολία και πρόκληση στις πρόβες µε αυτόν τον ιδιότυπο θίασο; «Γενικά τα παιδιά µε νοητική υστέρηση αφήνουν ελεύθερο το συναίσθηµά τους, σε πλήρη αντίθεση µε εµάς τους, ας πούµε, “φυσιολογικούς”. Οταν σε συναντήσουν δυοτρεις φορές, σε αγκαλιάζουν, σε φιλούν, σου λένε τα νέα τους. ∆εν έχουν αυτό το “κράτηµα” που έχουµε εµείς.
Το αντίθετο βέβαια συµβαίνει στο θέατρο. Εµείς αφηνόµαστε ελεύθεροι όταν καλούµαστε να υποδυθούµε κάποιον άλλον ενώ εκείνα δυσκολεύονται να ταυτιστούν µε έναν ρόλο».
Η 45χρονη Ολυµπία ∆ούκογλου, µητέρα του 20χρονου Γιώργου, ο οποίος πρωταγωνιστεί στην τελετή έναρξης των Special Olympics, και δασκάλα ειδικής αγωγής, µιλάει για τη χαρά και τον αγώνα να µεγαλώνεις ένα παιδί µε διανοητική αναπηρία.
«Ηµουν 25 χρόνων όταν γέννησα τον Γιώργο. Ηταν το τρίτο µου παιδί. Γεννήθηκε µε σύνδροµο Down.
Ηταν µεγάλο σοκ ακόµη και για µένα που ήµουν, υποτίθεται, ευαισθητοποιηµένη καθ’ότι δασκάλα µε εξειδίκευση στην ειδική αγωγή. Η πρώτη αντίδρασή µου ήταν η άρνηση, η απόρριψη. ∆εν το ήθελα αυτό το παιδί, δεν την άντεχα αυτή τη δέσµευση.
Είχα όµως την τύχη να γεννήσω στον Καναδά. Από την πρώτη στιγµή µε ενηµέρωσαν για τα πάντα, ήρθαν να µου µιλήσουν γονείς και αδέλφια παιδιών µε σύνδροµο Down, µου είπαν επίσης ότι είχα τη δυνατότητα να το δώσω για υιοθεσία. Είναι πράγµατι απίστευτο αλλά στον Καναδά υπάρχουν ζευγάρια που επιθυµούν να υιοθετήσουν ένα παιδί που έχει πρόβληµα. Είχα λοιπόν επιλογές.
Μας πήρε κανένα εξάµηνο ώσπου να πούµε ότι αυτό το παιδί το θέλουµε στην οικογένειά µας. Και ακόµη περισσότερο χρόνο για να παραδεχθούµε ότι δεν κάνουµε χωρίς αυτόν.
Με τον ερχοµό του Γιώργου γκρεµίστηκε η πυραµίδα αξιών που είχαµε χτίσει ως τότε, η οποία είχε πολύ ψηλά την εξυπνάδα και τον ατοµισµό. Εγώ άλλαξα πολύ. Τα πρώτα µου παιδιά (µετά τον Γιώργο έκανα άλλα δύο) τα πίεζα πολύ, ήθελα να ξεχωρίσουν. Νοµίζω πως, ανδεν είχε έρθειο Γιώργος, θα τους είχα κάνει µεγάληζηµιά.Εκείνος έφερεµια ισορροπία στηνοικογένειά µας. Εµένα µε µαλάκωσε, µε γλύκανε. ∆εν ήταν δεδοµένη η αγάπη µας γι’ αυτόν, µόνος του την κέρδισε. Είναι τέτοια η καλοσύνη του! ∆εν σε κριτικάρει, σε αποδέχεται και σε αγαπάει όπως είσαι.
Θυµάµαι µια µέρα που ο µεγάλος µου είχε έρθει κάπως στενοχωρηµένος από το σχολείο. ∆εν ήθελε να µιλήσει µαζί µου: “Θέλω τον Γιώργο να µε πάρει µια αγκαλιά και µετά θα είµαι καλύτερα”. ∆εν έχει νόηµα να αγαπάµε τα παιδιά αυτά µε οίκτο.
Γιατί αυτό είναι το πρόβληµα στην Ελλάδα: ή τα κοιτάµε και λέµε “αχ, τα καηµένα” ή κάνουµε πως δεν τα βλέπουµε. Η πραγµατικότητα είναι πως αν τα πλησιάσουµε έχουν πολλά να δώσουν».
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ