ΣΕ ΠΕΙΣΜΑ των… καιρών, οι βροχές στην Ελλάδα εφέτος γέμισαν τους φυσικούς και τεχνητούς ταμιευτήρες. Αν και η κλιματική αλλαγή φέρνει τα τελευταία χρόνια λιγότερες βροχοπτώσεις στη χώρα μας, αυτή τη χρονιά άνοιξαν οι ουρανοί, ιδιαίτερα την άνοιξη. Στην κεντρική και νότια ηπειρωτική Ελλάδα, στις Κυκλάδες και στην Κρήτη έπεσαν… καντάρια. Υπήρχαν μάλιστα περιοχές όπου η βροχόπτωση ήταν διπλάσια απ΄ όση παρατηρείται συνήθως μέσα στον χρόνο. Αλλά και στην Αττική έβρεξε περισσότερο απ΄ ό,τι τα τελευταία πέντε χρόνια. Ωστόσο οι ειδικοί επιστήμονες προειδοποιούν ότι η Ελλάδα, ιδιαίτερα οι ανατολικές περιοχές της χώρας, αντιμετωπίζει διαχρονικά σοβαρό πρόβλημα λειψυδρίας, το οποίο δεν φαίνεται να επιλύεται με τις εφετινές βροχοπτώσεις. Με άλλα λόγια, οι τελευταίες ανοιξιάτικες μπόρες μπορεί να μην είναι παρά «σταγόνες στον ωκεανό». Είναι ενδεικτικό ότι τον περασμένο αιώνα οι βροχοπτώσεις μειώθηκαν σε μεγάλο μέρος της χώρας κατά 20%.

«Εφέτος έχουμε ένα υγρό έτος με ιδιαίτερο χαρακτηριστικό τις ανοιξιάτικες βροχοπτώσεις,φαινόμενο ιδιαίτερα ασυνήθιστο για τις πεδινές περιοχές της χώρας» λέει η διευθύντρια του Εργαστηρίου Υδρολογίας και Αξιοποίησης Υδατικών Πόρων, καθηγήτρια στο ΕΜΠ κυρία Μαρία Μιμίκου. Τον εφετινό Απρίλιο, όπως και όλο το διάστημα Φεβρουαρίου- Απριλίου, τα συνολικά ύψη βροχής ήταν αυξημένα. Σύμφωνα με τον μετεωρολόγο της Εθνικής Μετεωρολογικής Υπηρεσίας (ΕΜΥ) κ. Θοδωρή Κολυδά , οι περιοχές οι οποίες δέχθηκαν τα μεγαλύτερα ύψη βροχόπτωσης το συγκεκριμένο τρίμηνο (πάνω από 125% του μέσου ύψους βροχής της περιόδου), ήταν η κεντρική και η νότια ηπειρωτική Ελλάδα, καθώς και τα νησιά του Αιγαίου. «Στις Κυκλάδες και στην Κρήτη υπήρξαν περιοχές όπου η βροχόπτωση ξεπέρασε ακόμη και το 50% του ετήσιου ύψους βροχής. Ο αριθμός των βαρομετρικών χαμηλών τα οποία δημιουργήθηκαν στη Μεσόγειο το διάστημα Οκτωβρίου- Απριλίου ήταν από τους υψηλότερους των τελευταίων 30 ετών» τονίζει ο κ. Κολυδάς.

Η περισσότερη βροχή της πενταετίας

Είναι χαρακτηριστικό ότι την περίοδο από 1ης Ιουνίου 2010 ως 1 Ιουνίου 2011 στον σταθμό της ΕΜΥ στο Ελληνικό το ύψος βροχής ήταν 508,4 χιλιοστά, δηλαδή καταγράφηκε πλεόνασμα 176 χιλιοστών από τη μέση ετήσια βροχόπτωση. Γενικότερα σε όλη την Αττική, σύμφωνα με τα στοιχεία του Υδρολογικού Παρατηρητηρίου της Αθήνας, κατά τους τελευταίους οκτώ μήνες έπεσε πολύ περισσότερη βροχή απ΄ ό,τι έπεφτε κάθε χρόνο εδώ και μία πενταετία. Ειδικότερα το οκτάμηνο Οκτωβρίου 2010- Ιουνίου 2011 έπεσαν 541 χιλιοστά βροχής στην Αττική, όταν τα προηγούμενα πέντε υδρολογικά έτη (από Οκτώβριο σε Οκτώβριο) έπεφταν, κατά μέσον όρο, 460 χιλιοστά βροχής.

Πέρα από την Αττική, ιδιαίτερα μεγάλο πλεόνασμα βροχόπτωσης παρατηρήθηκε στη Σκύρο, όπου σύμφωνα με τον κ. Κολυδά «έπεσαν 680,2 χιλιοστά, εκ των οποίων το πλεόνασμα ήταν σχεδόν τα μισά,δηλαδή τα 331,2».

Δραματικές επιπτώσεις στις βροχοπτώσεις και στα υδατικά αποθέματα, σύμφωνα με τον ακαδημαϊκό, καθηγητή στο Πανεπιστήμιο Αθηνών κ. Χρήστο Ζερεφό, έχει η κλιματική αλλαγή. Διότι δεν φθάνει να βρέχει. Ιδιαίτερη σημασία έχει και το πώς βρέχει. Οι ραγδαίες βροχές δεν συμβάλλουν στον εμπλουτισμό των υδροφορέων. Οπως προκύπτει από τη μελέτη της Επιτροπής Μελέτης Επιπτώσεων Κλιματικής Αλλαγής της Τράπεζας της Ελλάδος, οι ακραίες βροχοπτώσεις τα επόμενα 90 χρόνια θα αλλάξουν. Στην Ανατολική Στερεά Ελλάδα και στη Βορειοδυτική Μακεδονία η ποσότητα του νερού που θα πέφτει σε διάστημα ως 3 ημερών αναμένεται να αυξηθεί ως και 30%.

Αύξηση των ξηρών περιόδων

Σε αντιδιαστολή όμως με τις πλημμυρικές περιόδους, αναμένεται αύξηση της διάρκειας των ξηρών περιόδων του έτους στην ανατολική ηπειρωτική χώρα και στη Βόρεια Κρήτη. «Εκεί περιμένουμε επιπλέον 20 ημέρες ξηρασίας το διάστημα 2021-2050 και επιπλέον 40 ημέρες την περίοδο 2071-2100» λέει στο «Βήμα» ο συντονιστής της μελέτης κ. Ζερεφός. Η προβλεπόμενη μεταβολή των κλιματικών συνθηκών στη χώρα μας αναμένεται ότι θα αυξήσει σημαντικά και τον αριθμό των ημερών με εξαιρετικά μεγάλο κίνδυνο πυρκαγιάς, κατά 40 ημέρες την τριαντακονταετία 2071-2100 σε όλη την Ανατολική Ελλάδα (από τη Θράκη ως την Πελοπόννησο). Μικρότερη αύξηση των ημερών με κίνδυνο πυρκαγιάς αναμένεται στη Δυτική Ελλάδα. «Τον περασμένο αιώνα οι βροχοπτώσεις μειώθηκαν κατά περίπου 20% στη Δυτική Ελλάδα και 10% στην Ανατολική Ελλάδα» λέει ο κ. Ζερεφός. Σύμφωνα με τη μελέτη, κατά το τέλος του 21ου αιώνα αναμένεται ότι οι βροχές σε όλη τη χώρα μπορεί να μειωθούν ως και 19%.

Η ΓΕΩΡΓΙΑ Ο ΜΕΓΑΛΟΣ ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΗΣ

Οι έντονες βροχοπτώσεις δεν σηματοδοτούν και το τέλος της προσπάθειας για εξοικονόμηση νερού.Το αντίθετο. «Δεν πρέπει ποτέ να εφησυχάζουμε επειδή μια χρονιά έχουμε πολλές βροχές. Η Ελλάδα ήδη αντιμετωπίζει σοβαρό πρόβλημα λειψυδρίας. Ιδιαίτερα στις ανατολικές περιοχές της χώρας παρατηρείται “ενδημικό” πρόβλημα λειψυδρίας. Στη Θεσσαλία η κατάσταση έχει φθάσει στο μη παρέκει. Προβλήματα αντιμετωπίζει ακόμη η Ανατολική Πελοπόννησος και τα νησιά του Αιγαίου» σημειώνει η κυρία Μιμίκου και εξηγεί: «Οι υπεραντλήσεις και η ανεξέλεγκτη χρήση νερού για άρδευση επιδρούν στα αποθέματα της χώρας. Η γεωργία στην Ελλάδα “καταναλώνει” το 86% όλων των υδατικών πόρων της χώρας, όταν ο ευρωπαϊκός μέσος όρος είναι στο 24%. Τα τελευταία χρόνια αυξάνεται και η χρήση υδάτων για ύδρευση, η οποία σήμερα φθάνει στο 11%.

Μεγάλες είναι και οι απώλειες των δικτύων. Με ορθές πολιτικές θα μπορούσαμε να εξοικονομούμε τουλάχιστον 40% των υδατικών πόρων που καταναλώνουμε».

Βροχές την άνοιξη, φωτιές το καλοκαίρι

ΜΠΟΡΕΙ η βροχή να είναι ευλογία, καθώς δίνει ζωή στη διψασμένη γη, μπορεί όμως και να είναι κατάρα, ή μάλλον να γίνει απειλή. Ετσι, «πυριτιδαποθήκη» αποτελούν για τις δασικές εκτάσεις τα χόρτα, τα οποία εφέτος έχουν φουντώσει εξαιτίας των μεγάλων βροχοπτώσεων: Αν το καλοκαίρι επικρατήσουν δυσμενείς καιρικές συνθήκες – ισχυροί άνεμοι και ξηρασία- ο κίνδυνος να ξαναζήσουμε στιγμές πύρινης κόλασης είναι μεγάλος. Κίνδυνος που είχε αποφευχθεί, π.χ., το 2004. Τότε μια σημαντική βροχόπτωση, περίπου δέκα ημέρες πριν από τους Ολυμπιακούς Αγώνες, σε συνδυασμό με την επιφυλακή του δασοπυροσβεστικού μηχανισμού, βοήθησε στο να μην αποτελέσουν οι δασικές πυρκαγιές θέμα κατά τη διάρκεια της διοργάνωσης. Αντιθέτως, το 2006 υπήρχε αύξηση του κινδύνου πυρκαγιάς: οι ανοιξιάτικες βροχές συνεχίστηκαν ως και τις πρώτες ημέρες του Ιουλίου και συνέβαλαν στην ανάπτυξη της βλάστησης. Η ξηρή περίοδος που τις ακολούθησε είχε αποτέλεσμα την αποξήρανση αυτής της βλάστησης, εξαιτίας της μείωσης της υγρασίας. Η ύπαιθρος γέμισε ξερόχορτα και αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο στο τέλος του Αυγούστου είχαμε καταστροφικές φωτιές στην Κασσάνδρα της Χαλκιδικής και στη Μάνη, υπό ιδιαίτερα δύσκολες συνθήκες ως προς τη συμπεριφορά της φωτιάς.

Στατιστικά οι βροχές του Απριλίου συσχετίζονται θετικά με την έκταση των καμένων περιοχών, διότι αυξάνονται τα χόρτα, άρα και η «καύσιμη» ύλη στα δάση και στις δασικές εκτάσεις, εξηγεί στο «Βήμα» ο ερευνητής στο Ινστιτούτο Μεσογειακών Δασικών Οικοσυστημάτων και Τεχνολογίας Δασικών Προϊόντων του Εθνικού Ιδρύματος Αγροτικής Ερευνας (ΕΘΙΑΓΕ) δρ Γαβριήλ Ξανθόπουλος, με βάση ανάλυση στοιχείων προηγούμενων περιόδων.

Οι βροχές του Απριλίου βοήθησαν τα χόρτα να θεριέψουν. Ωστόσο οι δήμοι δεν έχουν ούτε τα κονδύλια ούτε το προσωπικό ώστε να προετοιμαστούν για την αντιπυρική περίοδο.

Στον διευρυμένο πλέον Δήμο Ωρωπού των 400.000 στρεμμάτων, όπως επισημαίνει στο «Βήμα» ο δήμαρχος κ. Ιωάννης Οικονομάκος, έχουν περάσει όλες οι νέες αρμοδιότητες, χωρίς όμως να ενισχυθεί με προσωπικό από τις παλιές νομαρχίες, ούτε με υποδομές από τις κοινότητες και τους δήμους που συνενώθηκαν. «Μια από αυτές τις αρμοδιότητες είναι και η πολιτική προστασία.Θα έπρεπε να μας έχει ήδη χορηγηθεί το κονδύλι ώστε να προχωρήσουμε σε καθαρισμούς δασών, δασικών εκτάσεων,αγροτικών και κεντρικών δρόμων λέει χαρακτηριστικά ο δήμαρχος. Και ο αντιδήμαρχος κ. Δη μήτρης Σωτήρχος προσθέτει: «Αν το καλοκαίρι ξεσπάσει φωτιά, θα έχουμε πρόβλημα διότι δεν υπάρχουν οι απαραίτητες υποδομές.

Στο Καπανδρίτι έχουμε μόνο δύο εργάτες καθαριότητας και αυτοί με τετράωρες συμβάσεις».

Οπως αναφέρει ο κ. Σωτήρχος, την τελευταία εικοσαετία δέκα πυρκαγιές έκαψαν περίπου 150.000 στρέμματα δασικών και αγροτικών εκτάσεων σε Γραμματικό, Κάλαμο, Μαραθώνα, Πολυδένδρι και Καπανδρίτι.

Επιπλέον, τα δάση που είχαν καεί πριν από 8 με 10 χρόνια θεωρούνται, σύμφωνα με τον δασολόγο κ. Νίκο Μπόκαρη, πρόεδρο της Πανελλήνιας Ενωσης Δασολόγων Δημοσίων Υπαλλήλων, αυξημένου κινδύνου για κακόβουλους εμπρησμούς. Και αυτό διότι, όπως τονίζει ο ίδιος, αφενός εκεί υπάρχει συσσωρευμένη καύσιμη ύλη, αφετέρου οι εμπρηστές θέλουν να τα ξανακάψουν προτού προλάβουν να ωριμάσουν. «Για να έχουν αποτέλεσμα οι κακόβουλοι εμπρησμοί επαναλαμβάνονται σε περιόδους μικρότερες των 10 ετών, ώστε να αλλάξει μορφή η βλάστηση. Ετσι καταστρέφουν τα πεύκα και μένει μόνο η χαμηλή βλάστηση» επισημαίνει ο δασολόγος. Τέτοιες περιοχές είναι το Ανατολικό Πήλιο στη Μαγνησία, η Πάρνηθα, το Τατόι, το Καπανδρίτι, το όρος Πατέρα και τα Γεράνια στην Αττική, τα μεγάλα νησιά του Αιγαίου (Σάμος, Χίος, Ρόδος), καθώς και η Βόρεια Εύβοια.

Μια καλοκαιρινή βροχή θα μας σώσει…

Τον πιο καθοριστικό ρόλο για τον περιορισμό του κινδύνου κατά την αντιπυρική περίοδο και των καταστροφών παίζουν οι σημαντικές βροχοπτώσεις κατά την καλοκαιρινή περίοδο.

«Κάποιες βροχοπτώσεις την περίοδο ΙουνίουΑυγούστου “σπάνε” τη συνέχεια της αντιπυρικής σεζόν,σβήνουν τυχόν πυρκαγιές που είναι σε εξέλιξη στα ορεινά, παίρνουν μια ανάσα οι πυροσβέστες, αναδιοργανώνεται ο μηχανισμός και,το σημαντικότερο,μειώνονται η έλλειψη υγρασίας και η ευφλεκτότητα της ζωντανής βλάστησης»επισημαίνει ο κ. Ξανθόπουλος.

Το 2007- χρονιά ιδιαίτερα δραματική,καθώς χάθηκαν από τις πυρκαγιές περίπου 80 άνθρωποι, καταστράφηκαν χιλιάδες κατοικίες και κάηκαν περί τα 2,7 εκατομμύρια στρέμματα γης- τα προβλήματα ξεκίνησαν νωρίς,από τον Ιούνιο,οπότε κάηκε η Πάρνηθα.«Αυτό ήταν σε μεγάλο βαθμό αποτέλεσμα της έλλειψης χιονοπτώσεων στα ορεινά κατά τον χειμώνα,και της εκδήλωσης του πρώτου μεγάλου κύματος καύσωνα από τα τρία εκείνης της χρονιάς.Η ξηρασία και η ζέστη που ακολούθησαν έδωσαν πολύ μεγάλες πυρκαγιές κατά τον Ιούλιο»εξηγεί ο κ. Ξανθόπουλος.Κατά το τελευταίο δεκαήμερο εκείνου του Ιουλίου εκτός από τη μεγάλη πυρκαγιά στην Ακράτα της Βόρειας Πελοποννήσου,η οποία έκαψε περίπου 300.000 στρέμματα,μια σειρά μεγάλων πυρκαγιών έκαιγε στα ορεινά της Βόρειας Ελλάδας (Γράμμος,Πιέρια όρη,Μπέλες κτλ.).«Στις 5 Αυγούστου μια μεγάλη βροχή στη Βόρεια Ελλάδα άλλαξε το σκηνικό.Βοήθησε να σβηστούν τελικά εκείνες οι πυρκαγιές,μείωσε την ευφλεκτότητα της ζωντανής βλάστησης και διέσωσε την περιοχή»αναφέρει ο κ. Ξανθόπουλος.Δεν συνέβη όμως το ίδιο και στη Νότια Ελλάδα,με συνέπεια να ακολουθήσουν εκείνο τον μήνα οι καταστροφές σε Ηλεία,Αρκαδία,Μεσσηνία, Εύβοια και Αττική.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ