Είναι εντυπωσιακά. Οι πιστοί τους τηρούν με προσήλωση το έθιμο. Τα περίφημα Αναστενάρια, το έθιμο της πυροβασίας κυρίως στη γιορτή των Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης, έχουν πιστούς φίλους αλλά έχουν διχάσει και πολλούς, γι΄ αυτό υπάρχουν και διάφορες θεωρίες. Ωστόσο για όσους συμμετέχουν ενεργά, είτε «πατώντας» είτε παρακολουθώντας, είναι ένα βίωμα πολύ προσωπικό που δεν έχουν λόγια να το εξηγήσουν.
Δύο ημέρες πυροβασίας περιλαμβάνονται στα πανηγύρια των αναστενάρηδων προς τιμήν των Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης. «Πανηγύρι» ονομάζουν οι αναστενάρηδες το σύνολο των δρώμενων και όχι μόνο το τετραήμερο των εκδηλώσεων προς τιμήν των Αγίων. Πυροβασία όμως γίνεται και το τριήμερο του ΑϊΘανάση, προστάτη των μυστών του εθίμου.
Η δική μου γνωριμία με το Πανηγύρι ξεκίνησε τον Μάιο του 2006 στο χωριό της Αγίας Ελένης Σερρών, για να επανέλθω αρκετές φορές από τότε. Συζήτησα με πολλούς αναστενάρηδες, επιστήμονες και ανθρωπολόγους που συνάντησα κατά καιρούς, αλλά και επισκέπτες, για να καταλάβω τι ακριβώς συμβαίνει. Στο Πανηγύρι παίρνουν μέρος άτομα κάθε μορφωτικού και οικονομικού επιπέδου. Κανένας δεν μπορεί να εξηγήσει με λόγια γιατί έρχεται εκεί. Η πυροβασία για τους αναστενάρηδες είναι απλά ένα κομμάτι της τελετουργίας και όχι το σημαντικότερο. Οπως λέει ο Ανδρέας, «η ουσία είναι το Ολο». Γι΄ αυτό και δεν μπορούν να εξηγήσουν πώς αισθάνονται τη στιγμή της πυροβασίας.
Κάποιοι λένε ότι δεν το καταλαβαίνουν καν τη στιγμή που πατούν στη φωτιά. Αλλοι λένε ότι πατώντας αισθάνονται μια γλυκιά δροσιά. Κανένας δεν μίλησε για έκσταση. Ωστόσο, όπως λένε, αν και αναστενάρηδες, το ότι έρχονται στο Πανηγύρι δεν σημαίνει ότι θα πυροβατήσουν κιόλας. Για να πυροβατήσεις πρέπει να έχεις «δρόμο». Δηλαδή να αισθανθείς τη στιγμή εκείνη μια εσωτερική δύναμη που θα σε οδηγήσει να πατήσεις.
Για τον Κώστα Καρελή, «η αλήθεια είναι η πίστη». Γεννήθηκε στην Αγία Ελένη, με καταγωγή από το Κωστί. Είναι έμπορος ζωοτροφών και πρόεδρος του Λαογραφικού Συλλόγου του χωριού που αριθμεί πάνω από 400 μέλη. «Από παιδί έπαιρνα μέρος στο Πανηγύρι,ενώ από το 2008 ξεκίνησα να “πατάω”» διηγείται. «Τα παιδικά μου χρόνια είναι μέσα στο Πανηγύρι. Εδώ μεγάλωσα, το βίωσα,το πόνεσα,και προσφέρω όσο μπορώ». Γυναίκα και δύο παιδιά τον στηρίζουν στην προσπάθειά του. «Το Πανηγύριείναι στο αίμα μας. Δεν είναι ένα απλό έθιμο που και να μη γίνει, δεν τρέχει τίποτε. Από τότε που ήρθαν από τη Βουλγαρία οι παππούδες μας με την ανταλλαγή των πληθυσμών, γίνεται συνεχώς» σημειώνει και τονίζει ότι «το Πανηγύρι είναι ανοιχτό», καθώς μπορεί να λάβει μέρος οποιοσδήποτε, «όμως χρειάζεται ένα σέβας. Ερχεται κόσμος που δεν γνωρίζει.Πολλοί άνθρωποι προσπαθούν με το ζόρι να μπουν στον “χορό”. Υπάρχει μια σειρά που πρέπει να ακολουθήσεις.Πρέπει να γίνεται ταπεινά».
«Μέσα από το Πανηγύρι αισθάνεσαι ότι έχεις επαφή με το θείο» λέει ο κ. Ανδρέας Μπούρας. Γεννήθηκε στη Ζαγορά Πηλίου, όπου έμεινε ως τα 20 χρόνια του, μετά σπούδασε Οικονομικά στη Θεσσαλονίκη, όπου παρέμεινε για άλλα 20 χρόνια, και σήμερα ζει στην Αθήνα εργαζόμενος ως λογιστής σε εταιρεία. «Στα Αναστενάρια της Αγίας Ελένης πήγα για πρώτη φορά τον Γενάρη του 2004,μαζί με κάποιον φίλο μου αναστενάρη, από περιέργεια » λέει. «Εναν χρόνο αργότερα μπήκα στον “χορό”. Πήγαινα στο Πανηγύρι και περίμενα· δεν ήξερα τι. Ημουν πιστός στη σειρά και το μόνο που έκανα ήταν να την ακολουθώ.Είχα την ανησυχία αν ήμουν έτοιμος,ώσπου με κάλεσε ο Τάσος, ο αρχιαναστενάρης.Από τότετο Πανηγύρι έχει φυτευτεί μέσα μου» τονίζει. Αδυνατεί όμως να το εξηγήσει. «Δεν μπορώ να το εξηγήσω, δεν μπορώ να πω τίποτε. Είναι πέρα από την ανθρώπινη κατάσταση.Το θρησκευτικό μέρος το σέβομαι απόλυτα.Οι γονείς μου δεν έτυχε να έρθουν ποτέ, αλλά ξέρουν ότι πηγαίνω και με πειράζουν.Στην αρχή με ενοχλούσε η παρουσία του κόσμου. Τώρα όχι. Για μένα η πυροβασία είναι ένα μέρος του Πανηγυριού. Η ουσία είναι το Ολο» καταλήγει.
Σερραίος με θρακιώτικη καταγωγή, ο κ. Νίκος Μυλωνάς σημειώνει ότι «η ομορφιά,η χαρά και η αγάπηείναι να μαζεύεται ο κόσμος και να χαίρεται». Αν και καπετάνιος στα καράβια, πηγαίνει στο Πανηγύρι πάνω από 20 χρόνια. «Δεν ξέρω πώς έγινε να μπω στο Πανηγύρι σαν αναστενάρης. Μίλαγα με τον αρχιαναστενάρηΓιώργο Γιαβάσηκαι τον ρώταγα:“Τι δουλειά έχω εγώ με αυτά τα πράματα; Και αν είμαι στην Κίνα, τι θα γίνει;”. “Κοίταξε”μου λέει“όταν είναι για να έρθεις εδώ. και με αλεξίπτωτο θα ΄ρθεις. Θα ΄ρθουν έτσι τα πράγματα για να βολέψουνε να είσαι εκεί”.“Εγώ είμαι ξένος”του είπα.“Οταν ο Παππούς (Αγιος Κωνσταντίνος) θέλει στρατό, πετάει άγκιστρα. Αυτός είναι ο ψαράς, άμα θέλει το πετάει κοντά, άλλες φορές μακριά.Τον πιάνει και σου λέει εκεί”.Και τότε αρχίζει μια περίεργη διαδικασία.Ημουνα με έναν φίλο μου και του έλεγα:“Ρε συ Γιώργο, κάτι μου συμβαίνει, το μυαλό μου είναι συνέχεια εκεί πέρα”. Το σημαντικό που πρέπει να γράψειςείναι ότι η διαδικασία είναι φανερή.Τίποτα δεν γίνεται κρυφά, όποιος θέλει έρχεται, βγάζει φωτογραφίες.Ολα είναι στο φως» τονίζει.
Μόνιμος κάτοικος Θεσσαλονίκης, αν και Αθηναίος, ο αρχιτέκτονας και συγγραφέας Πέτρος Λεκαπηνός διηγείται: «Κάποια στιγμή βρέθηκα στο Πανηγύρι ως θεατής. Μπήκα ως αναστενάρης το 1978, με κάλεσμα του τότε αρχιαναστενάρη Γιαβάση. Το Πανηγύριείναι ένα σημείο ανα φοράς στη ζωή μου. Αυτό που άλλαξε σ΄ εμέναείναι η σχέση μου με την ιδέα του θείου. Οχι τόσο το γεγονός της ακαΐαςόσο η σχέση μου με την κοινότητα.Πριν από αυτή τη σχέση υπήρχε μια στάση έπαρσης απέναντι στην ιδέα του υπερβατικού κόσμου,ήμουν λίγο υπεράνω» λέει. «Αυτή η σχέση άλλαξε μέσα από το Πανηγύρι.Αρχισα να συνδιαλέγομαι με την ιδέα του θείου,γι΄ αυτό είναι πολύ σημαντικό για μένα.Αλλαξε τη σχέση μου με τον κόσμο μέσα από την παραδοχή του υπερβατικού. Στην αρχή με ενοχλούσε η αντιμετώπιση των ανθρώπων, όμως έχει τόσο δυναμώσει η σχέση μου με την κοινότητα, ώστε δεν μπορεί να την επηρεάσει ένα ζιζάνι ο ».
Είναι εγγονή του πρώτου αρχιαναστενάρη. Η κυρία Ελένη Κουρού θυμάται τον παππού της, «από το Κωστί, ο οποίος ήταν ο αρχιαναστενάρης τον οποίο διαδέχθηκε ο Γιαβάσης, και η μητέρα μου Δέσποινα ήταν επίσης αναστενάρισσα. Από παιδί τη θυμάμαι να συμμετέχει στο Πανηγύρι. Ποτέ δεν μας είπε γιατί “πατάει”, αλλά εμάςμας φαινόταν φυσικό, γι΄ αυτό και δεν τη ρωτήσαμε ποτέ». Η ίδια δεν «πατάει». «Εγώ δεν ξέρω γιατί δεν “πάτησα”, δεν μπορεί να “πατήσει” ο καθένας, όμως βοηθάω όσο μπορώ.Μετά τον αγιασμό, την επόμενη ημέρα σφάζουνε το κουρμπάνι,μαζί και τα αρνιά που αφιερώνουν κάποιοι.
Από το κουρμπάνι το μισό μένει στο Πανηγύρικαι το υπόλοιπο μοιράζεται σε όλα τα σπίτια του χωριού. Τότε αναλαμβάνουμε οι γυναίκες να μαγειρέψουμε το μισό με φρέσκα κρεμμυδάκια και ρύζι για το μεγάλο τραπέζι στο τέλος της πρώτης ημέρας πυροβασίας,ενώ το υπόλοιπο το μαγειρεύουμε την τελευταία ημέρα με αρακά. Ολα είναι συμβολικά».
Ο προπάππος του κ.Σπύρου Κούκου(φωτογραφία), ο Λιούρος, οργανοπαίκτης και κατασκευαστής, ήταν ο λυράρης των Αναστεναρίων.
«Είμαι γέννημα θρέμμα και κάτοικος του χωριού, και εργάζομαι σαν ιδιωτικός υπάλληλος και σαν λυράρης και βιολιτζής σε παραδοσιακές εκδηλώσεις»λέει.«Στο Πανηγύριπαίζω από τα 10 μου χρόνια- από το 1985, ανελλιπώς, με τη λύρα του προπάππου, και ποτέ δεν θέλησα να “πατήσω”. Το έθιμο το ζω από μικρό παιδί και με τραβάει. Τα τραγούδια του Πανηγυριού είναι τρία:του τραπεζιού στην αρχή, ένα στον χορό, ένα άλλο στον δρόμο, και συνοδεύει το νταούλι, ενώ παλιά είχαμε και γκάιντα. Παίζοντας δεν καταλαβαίνω κούραση. Είναι σαν τα δάχτυλα να τρέχουν από μόνα τους. Σήμερα στο χωριό είμαστε δύο λυράρηδες και δύοτρία παιδιά που μαθαίνουν».
Γιατρός, νευρολόγος-ψυχίατρος, ο κ. Τάσος Ρέκλος (φωτογραφία) ζει και εργάζεται στη Θεσσαλονίκη. «Η προγιαγιά μου ήταν αναστενάρισσα και ο θείος του πατέρα μου, ο Μιχάλης Ρέκλος, πρώτος αρχιαναστενάρης στην Κερκίνη. Η οικογένεια Ρέκλου συνδέεται και με το ένα από τα δύο εικονίσματα του χωριού, που βρέθηκε στο κτήμα ενός προγόνου Ρέκλου, στη ρίζα μιας κυδωνιάς.
Η “δωδεκάδα”, μια ομάδα 12 ατόμων που περιστοιχίζουν και συνεργάζονται με τον αρχηγό, είναι υπεύθυνη για την επιλογή του αρχιαναστενάρη, και μαζί επιλύουν τα μεγάλα προβλήματα.
Επιλέγουν ένα πρόσωπο που έχει “ίσκιο”. Δηλαδή που έχει προσωπικότητα και είναι αποδεκτό από όλη τη κοινότητα. Εγινα αρχιαναστενάρης το 1982-83 και οι κοντινοί μου το αντιμετώπισαν φυσιολογικά. Στους ξένους βέβαια προκαλεί εντύπωση πώς ένας γιατρός μπλέκεται με αυτά.
Υστερα από 30 χρόνια έχω παλιώσει, είναι σύμφυτη με την ύπαρξή μου αυτή η δραστηριότητα. Και ως αρχιαναστενάρης δεν μπορώ να απεκδυθώ την ιατρική μου γνώση. Ο αρχιαναστενάρης έχει την ευθύνη, την καθοδήγηση για την ένταξη κάποιου, κυρίως των ξένων. Δεν πυροβάτησα ποτέ. Η ιδιότητα του αρχιαναστενά- ρη δεν είναι συνδεδεμένη με την ιδιότητα του πυροβάτη, ούτε οι πρώτοι αρχιαναστενάρη- δες ήταν πυροβάτες».
Επίκουρος καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του Αρχους στη Δανία,ο κ.Δημήτρης Ξυγαλατάς σπούδασε Θρησκειολογία στη Θεολογική Σχολή Θεσσαλονίκης και έκανε το διδακτορικό του στην Ανθρωπολογία στο Πανεπιστήμιο του Μπέλφαστ.
Μάλιστα,στις 2 Μαΐου δημοσιεύθηκε η εργασία της επιστημονικής του ομάδας για την πυροβασία στην Ισπανία, για την οποία οι «Τimes» της Νέας Υόρκης,του Λος Αντζελες,το «Νational Geographic» κ.ά.έκαναν εκτενή αφιερώματα.«Τα αναστενάρια της Αγίας Ελένης τα ήξερα μέσω του Τύπου επιφανειακά.
Στο πλαίσιο της διατριβής μου, από το 2005 επισκέφθηκα τα Αναστενάρια οκτώ φορές, μίλησα με αναστενάρηδες σε όλη τη Μακεδονία, ανέπτυξα προσωπικές σχέσεις. Πολλοί σκέφτονται ότι είναιπερίεργοι, όμως πρέπει να τονιστεί ότι αρκετοί είναι άτομα με επιστημονική μόρφωση. Αυτό στην αρχή με μπέρδεψε, αλλά τώρα βλέπω ότι ισχύει παντού. Επίσης διαπίστωσα ότι δεν τεκμηριώνεται πουθενά η διονυσιακή προέλευσηπου υποστηρίζουν κάποιοι».
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ