Oταν η φύση επουλώνει τις πληγές της, το κάνει εντυπωσιακά καλά. Ακόμη και μια κατεστραμμένη βιομηχανική περιοχή μπορεί να επανακάμψει και να μετατραπεί σε έναν έξοχο βιότοπο. Αρκεί το περιβάλλον να αφεθεί στην ησυχία του. Αυτό συνέβη στα ορυχεία λευκόλιθου της Βόρειας Εύβοιας. Σήμερα στους «κρατήρες» και στους διαμορφωμένους αναβαθμούς που είχαν δημιουργηθεί από τις εξορύξεις σχηματίστηκαν 14 λίμνες και έλη και η βλάστηση επέστρεψε.
Και στα τρία εξορυκτικά κέντρα λευκόλιθου της χώρας- σε Χαλκιδική και Εύβοια- η φύση έχει δημιουργήσει λίμνες, αναφέρει μιλώντας στο «Βήμα» ο γεωλόγος της Περιφερειακής Μονάδας του ΙΓΜΕ στην Κεντρική Μακεδονία δρ Σπ.Νταμπίτζιας. Οπως εξηγεί, στις περισσότερες από αυτές τις εκμεταλλεύσεις η εξόρυξη του υλικού σταματά στα 70 με 80 μέτρα, όπου και η μεταλλοφορία λευκόλιθου λιγοστεύει και εμφανίζεται υδροφόρος ορίζοντας. Τότε οι εργασίες δεν είναι δυνατόν να συνεχιστούν, καθώς αναβλύζει νερό, το οποίο μάλιστα στα ορυχεία λευκόλιθου είναι, κατά πάσα πιθανότητα, πλούσιο σε μαγνήσιο, δηλαδή νερό διαίτης, όπως λέει ο κ. Νταμπίτζιας.
Το σύστημα ξαναγεννιέται
Αυτά τα υπόγεια ύδατα τροφοδοτούν τις λίμνες και δημιουργούν ένα οικοσύστημα το οποίο φιλοξενεί πολλά είδη παρυδάτιας πανίδας και χλωρίδας. Χαρακτηριστικό παράδειγμα το ορυχείο στο Παρασκευόρεμα Μαντουδίου που μετετράπη σε λίμνη από την εκτόνωση υπογείων υδάτινων ρευμάτων.
Εκτός από λίμνες στην περιοχή των ορυχείων λευκόλιθου στη Βόρεια Εύβοια έχουν σχηματιστεί και έλη στα σημεία όπου εναπόθεταν τα υπολείμματα των πετρωμάτων (αδρανή υλικά) μετά την επεξεργασία τους. Εκεί είχαν δημιουργηθεί «υποδοχές» οι οποίες σήμερα συγκεντρώνουν τα νερά της βροχής. Οι λίμνες και τα έλη που «γέννησε» η φύση στην περιοχή διαφέρουν τόσο ως προς τα υδρολογικά χαρακτηριστικά τους όσο και ως προς τη βλάστηση και την πανίδα που αναπτύσσεται.
Αγριοκάλαμα και βούρλα, πικροδάφνες, πεύκα, ακόμη και πλατάνια απαρτίζουν το μωσαϊκό της βλάστησης στην περιοχή. Αυτό συμπληρώνεται από πολλά αμφίβια, ερπετά και πτηνά, αλλά και μη ενδημικά ψάρια που εισήγαγαν κάτοικοι της περιοχής. Τα είδη αυτά βρήκαν εκεί ιδανικό περιβάλλον ενώ, όπως τονίζειο δασολόγος κ. Ν. Γεωργιάδης, «δεκάδες είναι και τα άλλα είδη της περιοχής- όπως μικρά θηλαστικά- τα οποία κάνουν χρήση των συγκεκριμένων λιμνών και ελών, είτε για τροφήείτε για ξεκούραση».
Συνολικά οι 14 υδάτινες επιφάνειες, σύμφωνα με τον κ. Γεωργιάδη, φθάνουν τα 1.000 στρέμματα και δημιουργούν ένα μοναδικό σύνθετο τοπίο. Οι λίμνες μοιράζονται γεωγραφικά σε δύο συμπλέγματα. Το πρώτο βρίσκεται προς τις ανατολικές ακτές της Εύβοιας, ανάμεσα στα χωριά Προκόπι και Μαντούδι, ενώ το δεύτερο εντοπίζεται στις βορειοανατολικές παρυφές του όρους Κανδήλι, ανάμεσα στα χωριά Δαφνώνα, Τρούπι, Κάκαβο, Σπαθάρι και Καλύβια. «Παρά την υποτυπώδη αποκατάσταση από την εταιρεία, οι “προσπάθειες” της φύσηςέχουν δημιουργήσει ένα εξωπραγματικό τοπίο» σημειώνει ο κ. Γεωργιάδης.
Αξιοποίηση με μηδενικά έξοδα
Η περιοχή των παλαιών ορυχείων λευκόλιθου στη Βόρεια Εύβοια καταλαμβάνει έκταση μεγαλύτερη των 10.000 στρεμμάτων. Οπως αναφέρει ο κ. Νταμπίτζιας, θα μπορούσε να αξιοποιηθεί και να προσελκύσει εκπαιδευτικό τουρισμό από ξένα αλλά και ελληνικά πανεπιστήμια, καθώς αποτελεί έναν σημαντικό γεώτοπο ανοιχτής εξόρυξης.
Η δημιουργία ενός ανοιχτού γεωπάρκου, σύμφωνα με τον ίδιο, αποτελεί μια ιδιαίτερα φθηνή λύση για την αξιοποίηση των ορυχείων. «Λίγες πινακίδες, ώστε να αντιλαμβάνεται ο επισκέπτης τι βλέπει,αρκούν.Αν ήθελαν οι δήμοι της περιοχής θα μπορούσαν να τοποθετήσουν ακόμη κάποια παγκάκια, τραπεζάκια κτλ.,δηλαδή βασικές υποδομές για την εξυπηρέτηση του κοινού» επισημαίνει. Πιστεύει μάλιστα ότι τα μπάζα του δουνίτη (πολλά εκατομμύρια τόνοι) θα μπορούσαν να προστεθούν σε όξινα καλλιεργήσιμα εδάφη, ώστε να μετατραπούν σε ουδέτερα και να εμπλουτιστούν με πολλά στοιχεία.
Αξιόλογες εγκαταστάσεις
Η βιομηχανική δραστηριοποίηση στην περιοχή, σχεδόν αδιάκοπη από το 1890, κορυφώθηκε τις δεκαετίες από το 1960 ως το 1980, οπότε και ο κλάδος των εξορυκτικών επιχειρήσεων λευκόλιθου απέκτησε ισχυρούς ανταγωνιστές από την Τουρκία και την Κίνα. Η δραστηριότητα αυτή, σύμφωνα με την αρχαιολόγο δρα Αγγελική Χρυσάνθη που πραγματοποίησε έρευνα στην περιοχή στο πλαίσιο του μεταπτυχιακού προγράμματος «Προστασία Μνημείων» του ΕΜΠ, «άφησε πολύτιμα ίχνη στο πέρασμά της,όπως βιομηχανικά κτίρια,ορυχεία,συστήματα μεταφοράς,σκάλες φόρτωσης κ.ά.». Σημαντικές κτιριακές εγκαταστάσεις διασώζονται σήμερα στα μεταλλεία Πηλίου-Αταλάντου, Μαντουδίου και Λίμνης, στα οποία δραστηριοποιήθηκαν οι εταιρείες Δ. Παπαστρατή και μετέπειτα Ι. Γ. Λαμπρινίδη, Γ. Πόρτολου, Δ. Σκαλιστήρη και η ξένη εταιρεία Αnglogreek. Οπως σημειώνει η κυρία Χρυσάνθη, «οι εγκαταστάσεις αυτές θα μπορούσαν να αξιοποιηθούν από ιδιώτες σε συνεργασία με τις τοπικές κοινωνίες και με βάση ένα ευρύτερο μοντέλο διαχείρισης και ανάδειξης της ιστορίας και του φυσικού πλούτου της περιοχής, να αποτελέσουν ένα επισκέψιμο πολυθεματικό πάρκο,το οποίο θα έδινε ζωή στη Βόρεια Εύβοια».