Οι ισχυρές τροπικές καταιγίδες απομακρύνονται σιγά σιγά από τον ισημερινό και «μεταναστεύουν» βόρεια και νότια προς τους πόλους, ανακάλυψαν αμερικανοί επιστήμονες. Το φαινόμενο συντελείται τα τελευταία χρόνια και οι ερευνητές θεωρούν ότι ο ανθρώπινος παράγοντας έχει παίξει σημαντικό ρόλο σε αυτή τη μετατόπιση. Δεν είναι όμως ακόμη σε θέση να γνωρίζουν αν ο κύριος φταίχτης είναι η κλιματική αλλαγή ή η αραίωση του στρώματος του όζοντος στην ατμόσφαιρα.
Η νέα μελέτη δημοσιεύθηκε στην επιθεώρηση «Nature» από επιστήμονες της αμερικανικής Εθνικής Υπηρεσίας Ωκεανών και Ατμόσφαιρας (ΝΟΑΑ) και τον Κέρι Εμάνιουελ, διακεκριμένο ειδικό στους τυφώνες από το Ινστιτούτο Τεχνολογίας της Μασαχουσέτης (ΜΙΤ). Σύμφωνα με τα ευρήματά της οι ισχυρότερης έντασης καταιγίδες φαίνονται εδώ και τρεις δεκαετίες να μετακινούνται προς τις εύκρατες ζώνες κατά 52-63 χλμ. κάθε δεκαετία. Αυτό σημαίνει ότι οι κάτοικοι των περιοχών που βρίσκονται κοντά στον ισημερινό έχουν πλέον λιγότερες πιθανότητες να δοκιμαστούν από έναν πολύ ισχυρό τρυφώνα ή κυκλώνα ενώ όσοι ζουν στα όρια των τροπικών αντιμετωπίζουν μεγαλύτερο κίνδυνο να γνωρίσουν την οργή της φύσης.
Επέλαση των τροπικών
Οι επιστήμονες ξεκίνησαν την έρευνά τους με στόχο να εξετάσουν μεταξύ άλλων τα ευρήματα μιας προηγούμενης ερευνητικής δουλειάς η οποία είχε υποστηρίξει ότι οι τροπικοί επεκτείνονται εξαιτίας της κλιματικής αλλαγής. Η εκτίμηση των μεταβολών της δραστηριότητας των τυφώνων δεν είναι εύκολη για τους μελετητές καθώς τα δεδομένα που αφορούν τις τροπικές καταιγίδες δεν τηρούνται με την ίδια επιμέλεια σε όλο τον πλανήτη. Ο Τζέιμς Κόσιν και ο Γκάμπριελ Βέκι από τη ΝΟΑΑ μαζί με τον Κέρι Εμάνιουελ σκέφτηκαν όμως να παρακάμψουν αυτόν τον σκόπελο εξετάζοντας το γεωγραφικό πλάτος στο οποίο οι τυφώνες φθάνουν τη μέγιστη έντασή τους – μέτρο το οποίο όπως τονίζουν είναι πολύ πιο αξιόπιστο. «Όταν μια καταιγίδα έχει φθάσει τη μέγιστη έντασή της κάποιος το έχει οπωσδήποτε αντιληφθεί και έχει αρχίσει να την παρακολουθεί, οπότε μπορούμε να είμαστε σίγουροι για τα δεδομένα» εξήγησε ο κ. Κόσιν στο BBC.
Για να σχηματιστεί ένας τυφώνας απαραίτητη προϋπόθεση είναι τα νερά του ωκεανού ή της ανοιχτής θάλασσας να είναι θερμά (από 26,5 βαθμούς Κελσίου και πάνω) και ο αέρας που πνέει από πάνω τους να είναι επίσης θερμός. Καθώς ο θερμός αέρας ανεβαίνει προς τα επάνω ψύχεται δημιουργώντας χαμηλή βαρομετρική πίεση η οποία τροφοδοτεί την καταιγίδα απορροφώντας περισσότερο θερμό αέρα από τα κατώτερα στρώματα ενώ το φαινόμενο ενισχύεται ακόμη περισσότερο από την περιστροφή της Γης, η οποία «στρίβει» τη στήλη του αέρα. Η νέα μελέτη διαπιστώνει μεταξύ των άλλων ότι αυτές οι ευνοϊκές συνθήκες αρχίζουν πλέον να εκλείπουν από το κέντρο των τροπικών, το οποίο γίνεται λιγότερο «φιλόξενο» για τους τυφώνες, και να μετατοπίζονται προς τα άκρα τους, προχωρώντας βόρεια και νότια προς τις εύκρατες ζώνες και τους πόλους. Αυτό, σύμφωνα με τους επιστήμονες, αποτελεί ένα ακόμη σαφές δείγμα της επέκτασης των τροπικών.
Δορυφορική φωτογραφία υπερύθρων του τυφώνα Ουσάγκι καθώς κινείται βορειοδυτικά προς το Χονγκ Κονγκ και ανεβαίνει στην κατηγορία 5 – ο Ουσάγκι, αφού απείλησε τις Φιλιππίνες, την Ταϊβάν και την ηπειρωτική Κίνα, βγήκε τελικά στην ξηρά στην επαρχία Γκουανγκτονγκ όπου προκάλεσε σημαντικές πλημμύρες και περισσότερους από 30 θανάτους (Πηγή NOAA Cooperative Institute for Meteorological Satellite Studies, University of Wisconsin-Madison)
Ανθρώπινος παράγοντας
Οι συγγραφείς της μελέτης θεωρούν ότι η ανθρώπινη δραστηριότητα έχει άμεση σχέση σε αυτές τις μεταβολές. Τονίζουν όμως ότι δεν γνωρίζουν ποια ακριβώς από τις διάφορες εκφάνσεις της είναι αυτή που τις επηρεάζει περισσότερο. «Δεν μπορούμε ακόμη να είμαστε βέβαιοι για το τι ακριβώς προκαλεί αυτή την τάση» ανέφερε ο κ. Κόσιν. «Υπάρχουν πάρα πολλές ενδείξεις ότι η επέκταση των τροπικών μπορεί να αποδοθεί σε έναν συνδυασμό ανθρώπινων δραστηριοτήτων, δεν ξέρουμε όμως ποια από αυτές είναι ο κύριος παράγοντας».
Ο προσδιορισμός της έκφανσης των δραστηριοτήτων μας που μετατοπίζει τους τροπικούς θα προσδιορίσει και τη διάρκεια αυτής της μετατόπισης όπως επεσήμανε ο ειδικός. «Αν ο κύριος υπεύθυνος είναι η αραίωση του όζοντος τότε η κατάσταση μάλλον θα έχει σταθεροποιηθεί ως τα μέσα του αιώνα μετά την κατάργηση και άλλων χημικών που αραιώνουν το όζον» εξήγησε. «Αν όμως ο κύριος παράγοντας είναι η κλιματική αλλαγή, τότε το φαινόμενο δεν φαίνεται να έχει τέλος».