Θαλάσσιοι ελέφαντες σε ρόλο… ωκεανογράφου βούτηξαν 1.800 μ. κάτω από τους πάγους της Ανταρκτικής προσφέροντας στους επιστήμονες πολύτιμες πληροφορίες. Χάρη σε ειδικούς αισθητήρες που είχαν προσαρτηθεί στο κεφάλι τους, τα θαλάσσια θηλαστικά κατέγραψαν δεδομένα από το Βαθύ Ρεύμα της Ανταρκτικής, το ψυχρότερο και βαθύτερο υδάτινο στρώμα του Νότιου Παγωμένου Ωκεανού, το οποίο παίζει ρυθμιστικό ρόλο στην ωκεάνια κυκλοφορία και το κλίμα της Γης.
Αγνωστη ζώνη
Αν και η ύπαρξή του είναι γνωστή εδώ και καιρό, το Βαθύ Ρεύμα της Ανταρκτικής αποτελεί μια σχεδόν άγνωστη ζώνη για τους ειδικούς. Πρόκειται για ένα ψυχρό, πυκνό, πλούσιο σε αλάτι και οξυγόνο, στρώμα νερού που σχηματίζεται κοντά στον βυθό του ωκεανού. Οι επιστήμονες είχαν εντοπίσει τρεις περιοχές στις οποίες σχηματίζεται το ψυχρό αυτό ρεύμα ενώ, εδώ και δεκαετίες, υποπτεύονταν ότι και άλλες πηγές του θα πρέπει να βρίσκονται σε σημεία κοντά στους μόνιμους πάγους όπου τα νερά δεν παγώνουν. Εξ αιτίας όμως των χαμηλών θερμοκρασιών και των ακραίων συνθηκών του νότιου πολικού περιβάλλοντος τα σημεία αυτά ήταν απροσπέλαστα με τα σημερινά μέσα της τεχνολογίας.
Για τον λόγο αυτό μια διεθνής ομάδα ερευνητών σκέφτηκε να επιστρατεύσει τα εύσωμα θηλαστικά τα οποία είναι ατρόμητοι κολυμβητές και δεινοί δύτες. Η όλη επιχείρηση, η οποία υποστηρίζεται από ένα εξελιγμένο δορυφορικό σύστημα συλλογής δεδομένων και μια σειρά από «σταθμούς» στα φαράγγια του ωκεανού, ξεκίνησε το 2011 όταν οι πρώτοι 20 θαλάσσιοι ελέφαντες, έφυγαν για την αποστολή τους από τον Σταθμό Ντέιβις, στην Ανατολική Ανταρκτική. Στη συνέχεια τους ακολούθησαν και άλλοι. Το «ερευνητικό» τους έργο συνεχίζεται ακόμη σήμερα, τα πρώτα όμως αποτελέσματα από τη μελέτη των δεδομένων που έχουν συγκεντρώσει δημοσιεύθηκαν στην επιθεώρηση «Nature Geoscience» και φαίνονται να επιβεβαιώνουν τις υποψίες των επιστημόνων.
Εκεί που δεν φθάνει κανένα πλοίο
Όπως συμβαίνει συνήθως με τις συσκευές του είδους, οι αισθητήρες που είχαν στο κεφάλι τους συνέλεγαν δεδομένα όσο βρίσκονταν κάτω από το νερό και τα μετέδιδαν δορυφορικά στα διαλείμματα των 5 ως 10 λεπτών που τα ζώα έβγαιναν στην επιφάνεια για να αναπνεύσουν. «Οι θαλάσσιοι ελέφαντες πήγαν σε ένα σημείο της ακτογραμμής όπου δεν θα έφθανε ποτέ κανένα πλοίο» ανέφερε ο Γκάι Γουίλιαμς του Ερευνητικού Κέντρου για το Κλίμα και τα Οικοσυστήματα της Ανταρκτικής (ACE CRC), εκ των συγγραφέων της μελέτης. «Πολλοί από αυτούς έφθασαν σε βάθος ως και 1.800 μέτρων, εισχωρώντας στο στρώμα αυτού του πυκνού νερού που κατεβαίνει προς την άβυσσο».
Όπως τόνισε ο δρ Γουίλιαμς μιλώντας στο πρακτορείο Reuters, προηγούμενες μελέτες έχουν δείξει ότι οι τάσεις του Βαθέος Ρεύματος της Ανταρτικής ακολουθούν έναν 50ετή κύκλο, η ακριβής διαδικασία όμως είναι στο μεγαλύτερο μέρος της άγνωστη. Η νέα αυτή μελέτη ίσως βοηθήσει στην καλύτερη κατανόηση όχι μόνο του συγκεκριμένου ρεύματος αλλά και του μηχανισμού της ωκεάνιας κυκλοφορίας, η οποία παίζει καθοριστικό ρόλο στο κλίμα της Γης.
«Πρόκειται για έναν ιδιαίτερο σχηματισμό των υδάτων της Ανταρκτικής, τη λεγόμενη παραγωγή του Βαθέος Ρεύματος της Ανταρτικής, ενός από τους κινητήρες που κινούν την ωκεάνια κυκλοφορία» τόνισε ο ερευνητής. «Αυτό που κάναμε είναι ότι βρήκαμε ένα ακόμη πιστόνι αυτού του κινητήρα».