Ερευνητές του Ιατρικού Κέντρου Erasmus στην Ολλανδία ανακάλυψαν πώς ένας νέος φονικός ιός ο οποίος μέχρι πέρυσι ήταν άγνωστος για την ανθρωπότητα αλλά μέσα στο τελευταίο έτος έχει μολύνει 15 άτομα παγκοσμίως σκοτώνοντας τα εννέα από αυτά, καταφέρνει να προκαλέσει σοβαρές, εν δυνάμει θανατηφόρες, βλάβες στους πνεύμονες.
Η πρωτεΐνη- «κλειδί» εισόδου στα κύτταρα
Σε μια από τις λεπτομερέστερες μελέτες σχετικά με τον νέο κορονοϊό που εμφανίστηκε αρχικώς στη Μέση Ανατολή, οι ολλανδοί ερευνητές εντόπισαν μια πρωτεΐνη στην επιφάνεια των ανθρώπινων κυττάρων την οποία χρησιμοποιεί ο ιός ώστε να εισέλθει εντός τους και να τα μολύνει.
Το νέο αυτό εύρημα που δημοσιεύεται στην επιθεώρηση «Nature» έρχεται την ίδια ημέρα που ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (ΠΟΥ) επιβεβαίωσε το 15ο κρούσμα (και συγχρόνως τον ένατο θάνατο) του κορονοϊού NCoV – επρόκειτο για έναν άνδρα στη Σαουδική Αραβία που πέθανε στις 2 Μαρτίου. Μέχρι σήμερα τα υπόλοιπα κρούσματα του κορονοϊού έχουν καταγραφεί στην Ιορδανία και στο Κατάρ καθώς και σε ασθενείς στη Γερμανία και στη Βρετανία οι οποίοι είτε είχαν ταξιδέψει στη Μέση Ανατολή είτε είχαν έλθει σε επαφή με άτομα που ταξίδεψαν στην «πηγή» του ιού.
«Συγγενής» του SARS
Ο NCoV προέρχεται από την ίδια οικογένεια ιών με εκείνους του κοινού κρυολογήματος αλλά και με τον ιό του Οξέος Αναπνευστικού Συνδρόμου (SARS) που πρωτοεμφανίστηκε στην Ασία το 2003 και σκότωσε το 10% των 8.000 ατόμων που μόλυνε.
Στην τελευταία μελέτη επικεφαλής της οποίας ήταν ο Μπαρτ Χάγκμανς από το Κέντρο Erasmus, η ερευνητική ομάδα βάλθηκε να ανακαλύψει ποιους υποδοχείς χρησιμοποιεί ο ιός για να εισέλθει στα ανθρώπινα κύτταρα. Όπως εξήγησε ο δρ Χάγκμανς στο ειδησεογραφικό πρακτορείο Reuters «αν εντοπιστούν οι υποδοχείς και δούμε την κατανομή του συγκεκριμένου τύπου υποδοχέων στο σώμα, τότε μπορούμε να έχουμε περισσότερες πληροφορίες σχετικά με την ικανότητα μετάδοσης του ιού».
Στο κατώτερο αναπνευστικό σύστημα
Οι επιστήμονες είδαν ότι υποδοχέας-«κλειδί» για τη μετάδοση του νέου κορονοϊού είναι μια πρωτεΐνη της επιφανείας των ανθρώπινων κυττάρων που ονομάζεται διπεπτιδυλ– πεπτιδάση 4 (DPP–4). Είδαν επίσης ότι κύτταρα που έφεραν στην επιφάνειά τους τη συγκεκριμένη πρωτεΐνη εντοπίζονταν συχνότερα στο κατώτερο αναπνευστικό, όχι όμως και στο ανώτερο αναπνευστικό σύστημα. Το γεγονός αυτό δίνει μια εξήγηση στο γιατί ο ιός προκαλεί νόσο στους πνεύμονες και όχι στη μύτη και στον λαιμό όπως οι ιοί του κοινού κρυολογήματος που ανήκουν στην ίδια οικογένεια.
Σύμφωνα με τον δρα Χάγκμανς τα νέα ευρήματα αναμένεται να δείξουν τον δρόμο της ανάπτυξης νέων φαρμάκων ή και εμβολίων που θα μπλοκάρουν τους υποδοχείς DPP4 και θα προλαμβάνουν έτσι τη μόλυνση με τον ιό.
Σημειώνεται ότι κυκλοφορούν κάποια φάρμακα που μπλοκάρουν τους υποδοχείς DDP4 και χορηγούνται για τον διαβήτη. Ωστόσο ο δρ Χάγκμανς ανέφερε πως η ομάδα του έχει ήδη δοκιμάσει να χρησιμοποιήσει τα υπάρχοντα φάρμακα ώστε να βάλει «φρένο» στον ιό στο εργαστήριο, αλλά όπως είδε, αυτά δεν ήταν αποτελεσματικά.
Μελέτες για πιθανό εμβόλιο
Ο ερευνητής συμπλήρωσε ότι ο ίδιος και οι συνάδελφοι του μελετούν άλλα μόρια τα οποία μπορούν να μπλοκάρουν τους υποδοχείς DPP-4 και να αποτελέσουν τη βάση για ένα πιθανό εμβόλιο ενάντια στον NCoV.
Αρχικές αναλύσεις που έγιναν πέρυσι από ειδικούς της Υπηρεσίας για την Προστασία της Υγείας στη Βρετανία έδειξαν ότι οι στενότεροι «συγγενείς» του NCoV είναι ιοί που πλήττουν τις… νυχτερίδες. Περαιτέρω μελέτες γερμανών επιστημόνων μαρτυρούν πάντως ότι υπήρξε ένας άλλος «μεσάζοντας» μέχρι ο ιός να φθάσει στον άνθρωπο – πιθανότατα αίγες.