Τα άτομα που «ακονίζουν» το μυαλό τους καθόλη τη διάρκεια της ζωής τους μέσω δραστηριοτήτων όπως το διάβασμα, το γράψιμο, η λύση σταυρολέξων και παζλ, θέτουν ισχυρή υποψηφιότητα για να διατηρήσουν ένα «λαμπρό» μυαλό μέχρι τα γεράματα. Και αυτό διότι, όπως δείχνει μια νέα μελέτη, όσοι βρίσκονται σε μόνιμη πνευματική εγρήγορση αντιμετωπίζουν λιγότερες πιθανότητες να εμφανίσουν συσσώρευση πλακών της πρωτεΐνης β-αμυλοειδούς η οποία συνδέεται με τη νόσο Αλτσχάιμερ στον εγκέφαλό τους.
Στο συμπέρασμα αυτό κατέληξαν ειδικοί του Πανεπιστημίου της Καλιφόρνιας στο Μπέρκλεϊ μετά από παρακολούθηση 65 υγιών ηλικιωμένων ατόμων με μέσο όρο ηλικίας τα 76 έτη. Στους εθελοντές ετέθησαν ερωτήσεις σχετικά με το πόσο πνευματικώς δραστήριοι ήταν σε διαφορετικές περιόδους της ζωής τους ξεκινώντας από την ηλικία των έξι ετών. Μεταξύ των ερωτήσεων περιλαμβάνονταν το αν διάβαζαν εφημερίδες, εάν επισκέπτονταν βιβλιοθήκες, εάν έγραφαν γράμματα ή e-mail καθώς και αν έπαιζαν πνευματικά παιχνίδια.
Ειδικά τεστ και απεικονιστικές εξετάσεις
Παράλληλα οι εθελοντές υποβλήθηκαν σε ειδικά τεστ αξιολόγησης της μνήμης και της σκέψης καθώς και σε τομογραφία εκπομπής ποζιτρονίων (PET scan) προκειμένου να καταγραφούν τα επίπεδα των πλακών β-αμυλοειδούς στον εγκέφαλό τους. Οι απεικονιστικές εξετάσεις του εγκεφάλου συγκρίθηκαν με εκείνες έντεκα 20χρονων ατόμων.
Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της μελέτης που δημοσιεύονται στο επιστημονικό περιοδικό «Archives of Neurology», τα άτομα που διατηρούσαν πιο δραστήριο τον εγκέφαλό τους σε ολόκληρη τη ζωή τους παρουσίαζαν χαμηλότερα επίπεδα β-αμυλοειδούς στον εγκέφαλο σε σύγκριση με εκείνα που ήταν πιο «τεμπέλικα» πνευματικώς.
Πρέπει πάντως να σημειωθεί ότι όφελος ενάντια στην Αλτσχάιμερ δεν φάνηκε να υπάρχει για τα άτομα που είχαν αρχίσει να ασχολούνται μόλις πρόσφατα με πνευματικές ασκήσεις όπως τα παζλ και τα σταυρόλεξα. «Τα ευρήματα αυτά μαρτυρούν ότι όταν κάποιος ασχολείται ολόκληρη τη ζωή του με πνευματικές δραστηριότητες έχει μεγαλύτερο όφελος από το να είναι πνευματικώς δραστήριος μόνο σε μεγάλη ηλικία» σημείωσε η Σούζαν Λάνταου η οποία συμμετείχε στη μελέτη.
Η ερευνήτρια προσέθεσε ότι η εναπόθεση του β-αμυλοειδούς στον εγκέφαλο ξεκινά πολλά χρόνια πριν την εμφάνιση των συμπτωμάτων της νόσου Αλτσχάιμερ, οπότε όταν αρχίσουν να εμφανίζονται προβλήματα μνήμης δεν υπάρχει περιθώριο μεγάλης παρέμβασης. «Για τον λόγο αυτό οι όποιες παρεμβάσεις πρέπει να γίνονται εγκαίρως» κατέληξε η δρ Λάνταου.