Είναι η «περιττή πολυτέλεια» των καιρών μας, τα «καμένα πτυχία» στην αγορά εργασίας. Η αγωνία μας για ανάπτυξη έχει ρίξει τις ανθρωπιστικές σπουδές στο περιθώριο του ενδιαφέροντος, τόσο των νέων και των γονιών τους όσο και των απανταχού πολιτικών. Αλλά κάτι περίεργο συμβαίνει στα πανεπιστήμια –και δη στις νεωτεριστικές σχολές των πιο φρέσκων επιστημών και τεχνολογιών. Κάτι που θυμίζει «επιστροφή των Ηρακλειδών» και «εκδίκηση των αρχαίων». Μηχανικοί και νευροεπιστήμονες μελετούν με ζέση Σωκράτη, Πλάτωνα, Αριστοτέλη, Ιπποκράτη… Γιατί; Τι είναι αυτό που βάζει τις ανθρωπιστικές επιστήμες «από την πίσω πόρτα» στο άρμα επέλασης των θετικών επιστημών και της τεχνολογίας; Εχει έννοια να ξανακοιτάξουμε αυτό που περιφρονήσαμε; Είναι η μελέτη των κλασικών η «σωτηρία της ψυχής» ενός κόσμου που παραφρονεί;
Ο Ιούνιος είναι, λέει, γνωστός και ως ο «θεριστής». H άχρηστη πληροφορία της ημέρας, θα σπεύσει να παρατηρήσει όποιος νεοσσός γεννήθηκε μετά το τέλος των κοινοτικών επιδοτήσεων, άρα και των σταχομαζωμένων χωραφιών που κάπνιζαν στη θεσσαλική πεδιάδα. Τώρα ο Ιούνιος θερίζει μαζικά μόνο τα 18χρονα μυαλά που πασχίζουν να μπουν σε κάποιο πανεπιστήμιο. Οχι μόνο με το άχθος, τον αγώνα και τα έξοδα προετοιμασίας για να «μπουν», αλλά και με την εκκρεμούσα αγωνία «σε ποιο πανεπιστήμιο, σε ποια σχολή και… γιατί;».
Αν μπορούσαμε για λίγο μόνο να κοιτάξουμε τα παιδιά μας σαν «τρίτοι», να τα παρατηρήσουμε ως ουδέτεροι παρατηρητές ενός άλλου κόσμου, σίγουρα θα βλέπαμε ότι τα έχουμε στριμώξει σε έναν λαβύρινθο δίχως ορατή έξοδο. Αυτό που κάποτε ήταν ξεκάθαρος δρόμος ανέλιξης –απόκτηση εφοδίων γνώσης για μια καλύτερη ζωή –θυμίζει τώρα όλο και περισσότερο τις απανωτές πίστες του κλασικού ψηφιακού παιχνιδιού Pac-Man: ο καλός ο μαθητής καλείται να καταβροχθίζει την όποια διδακτέα ύλη του παρουσιάζεται, ξεφεύγοντας ταυτόχρονα από όλα τα διδακτικά φαντάσματα που ξεπετάγονται εμπρός του. Και εκεί που λέει «τα κατάφερα», απλώς αλλάζει πίστα και «φτου κι απ’ την αρχή».
Ακούγεται ίσως τραβηγμένο, αλλά δεν είναι. Η αντιμετώπιση των παιδιών ως Pac-Man ξεκινάει πλέον από το Δημοτικό, αλλά σίγουρα θεριεύει από την Α’ Λυκείου, όταν αρχίζουμε να τα ρωτάμε «τι θες να σπουδάσεις;» –στην αρχή τάχα δίχως πίεση, αλλά με την γκιλοτίνα της επιλογής δέσμης στη Β’ Λυκείου να εδρεύει. Εμείς «δεν τα πιέζουμε στο τι να διαλέξουν», όχι τόσο γιατί γίναμε όλοι μοντέρνοι γονείς αλλά γιατί… ιδέα δεν έχουμε πια για το τι θα ήταν καλύτερο για το μέλλον τους. Γιατροί, μηχανικοί και δικηγόροι –τα περιζήτητα πτυχία του 20ού αιώνα –είναι πια εγγυήσεις ανεργίας και διαβατήρια ξενιτεμού. Αν, πάλι, τολμήσουν να μας πουν ότι θέλουν ανθρωπιστικές ή καλλιτεχνικές σπουδές κλαίμε από τώρα τη μοίρα τους. Τελικά, γιατί αυτός ο πολύχρονος και πολυδάπανος αγώνας για ένα πτυχίο; Απλώς για μια «αιτιολογημένη παράταση εφηβείας» και μια μελλοντική «αναπαραγωγή της μιζέριας τους» σε κάποιο φροντιστήριο;
Τον ίδιο προβληματισμό έχουν όμως και οι γονείς της υπόλοιπης Δύσης. Διότι μπορεί μεν στη χρεοκοπημένη Ελλάδα η προοπτική μιας μετά τις σπουδές αποκατάστασης να είναι τραγικά αδιόρατη, αλλά στις πιο ισχυρές οικονομίες της Εσπερίας είναι πλέον ζοφερό το κόστος των πανεπιστημιακών σπουδών: η επόμενη «φούσκα» που περιμένουν όλοι να σκάσει είναι τα φοιτητικά δάνεια.
Ας υποθέσουμε όμως ότι δεν υπάρχουν όλες αυτές οι κακές συγκυρίες της «ρημάδας της κρίσης». Εστω ότι το παιδί μας περνάει τις αρχικές Συμπληγάδες της επιλογής κατεύθυνσης και της εισαγωγής στην επιθυμητή σχολή και έστω ότι το κόστος σπουδών κρατιέται χαμηλό, οι καταλήψεις μηδαμινές και οι χαμένες χρονιές ωσαύτως. Θα μπορούσαμε τότε να εφησυχάσουμε ότι «μπήκε το νερό στ’ αυλάκι» και «θα βρει τον δρόμο του»; Αμ δε! Διότι το έτερον δράμα της εκπαίδευσης των αρχών του 21ου αιώνα είναι ότι τα πανεπιστήμια βασανίζονται πλέον από υπαρξιακό πρόβλημα. Οχι απλώς το γνωστό οικονομικό πρόβλημα εξεύρεσης πόρων, αλλά και το συνειδησιακό πρόβλημα ταυτότητας: Θα είναι παν-επιστήμια ή μονοδιάστατες σχολές εξειδίκευσης με παρωπίδες;
Φιλοσοφία vs Τεχνολογίας
Η Βιομηχανική Επανάσταση –πάλι ως γνωστόν –γεννήθηκε στην Ευρώπη αλλά ενηλικιώθηκε στις ΗΠΑ. Οι παράμετροι αυτής της κοσμοϊστορικής «αλλαγής ηπείρου» έχουν διερευνηθεί διεξοδικά από τους ιστορικούς, αλλά εκείνη που πολύ σπάνια θα δείτε να αναφέρεται είναι η εξής: Ως τα μέσα του 19ου αιώνα, τα αμερικανικά πανεπιστήμια ακολουθούσαν πιστά τα πρότυπα των βρετανικών, της Οξφόρδης και του Κέιμπριτζ, προσφέροντας το γνωστό φάσμα κλασικών σπουδών, μαθηματικών και θεολογίας. Τότε, το 1847, το Κολέγιο του Γέιλ (Yale) δημιούργησε τη Σχολή Εφαρμοσμένης Χημείας, που αργότερα ονομάστηκε Sheffield Scientific School και προσέφερε τριετείς σπουδές βασισμένες στη χημεία, στη μηχανολογία και στην έρευνα. Τη ριζοσπαστική αυτή κίνηση ακολούθησε το 1870 το Stevens Institute of Technology του New Jersey, με την πρώτη σχολή μηχανολόγων. Ηταν η απαρχή των «πολυτεχνικών σχολών», που ανέλαβαν από τότε και ως σήμερα τη μετατροπή των επιστημών σε τεχνολογία.
Στον ενάμιση αιώνα που πέρασε, η καταιγιστική ανάπτυξη των θετικών επιστημών και της τεχνολογίας διεύρυνε το χάσμα ανάμεσα σε αυτές και τις κλασικές σπουδές –τις «ανθρωπιστικές» πλέον λεγόμενες. Ναι μεν η έλευση της πληροφορικής έδωσε νέα εργαλεία έρευνας στους φιλολόγους, τους γλωσσολόγους, τους κοινωνιολόγους, ή και τους καθηγητές Καλών Τεχνών, αλλά ο διαφορετικός ρυθμός ανάπτυξης των θετικών από τις «μη θετικές» επιστήμες θυμίζει τη σύγκριση λαγού – χελώνας. Η σύγκριση αυτή είχε, βεβαίως, και τον αντίστοιχο αντίκτυπό της στις επιλογές σπουδών των νέων: από τη δεκαετία του ’80 –οπόταν εμφανίστηκαν οι σπουδές πληροφορικής –οι πτυχιούχοι ανθρωπιστικών σπουδών μειώθηκαν στις ΗΠΑ δραματικά, φθάνοντας πρόπερσι το θνησιγενές ποσοστό 7,6% επί του συνόλου των πτυχιούχων.
Αν ζυγίσεις τα πράγματα με τη δύναμη των αριθμών, η αντιπαράθεση «πνευματικού – υλικού πολιτισμού» έχει ήδη λήξει με τον θρίαμβο του δεύτερου. Πανεπιστήμια φημισμένα για τις σχολές κλασικών σπουδών τους δυσκολεύονται πια να βρουν επιχειρήματα διατήρησής τους. Στο περίφημο Stanford, όπου το 45% των καθηγητών του διδάσκουν ανθρωπιστικές επιστήμες, μόλις το 15% των φοιτητών παρακολουθεί τα δικά τους μαθήματα. Πτυχία που έχουν επάνω τους το στίγμα του «αρχαίου» (ελληνικά, λατινικά, φιλοσοφία…) είναι πτυχία «καμένα» στην αγορά εργασίας.
Η επιστροφή των αρχαίων
Ολοι και όλα –επιστημονική υπερεξειδίκευση, ταχύτητα εμφάνισης νέων τεχνολογιών –συνηγορούν στο ότι οι ανθρωπιστικές σπουδές είναι πλέον άχρηστος βερμπαλισμός, χαμένος χρόνος και χρήμα. Είναι όμως έτσι;
Η θεώρηση του προέδρου Νικία είναι σαγηνευτική (βλ. στο ένθετο «Η νίκη του Νικία»), αλλά μήπως είναι μόνο μια «ελληνική υπόθεση»; Μήπως το μπόλιασμα των νέων επιστημών με την αρχαία σκέψη είναι δικό μας μόνον «άθλημα»; Συνέχισα να ψάχνω το τι σκέφτονται για το μέλλον της εκπαίδευσης ειδήμονες που δεν είναι ελληνοτραφείς. Και διαπίστωσα ότι όντως κάτι κινείται διεθνώς, κάτι που έχει να κάνει με τα αδιέξοδα της τεχνολογικά υλιστικής εποχής μας.
Στις ΗΠΑ, την πρώτη αναφορά επί του θέματος βρίσκει κανείς… έναν αιώνα πριν, στις 2 Απριλίου 1910 συγκεκριμένα, όταν στο περιοδικό The Classical Weekly (Vol. 3, No. 21) o γερμανός μαθηματικός, ηλεκτρολόγος μηχανικός και πρωτεργάτης του εναλλασσόμενου ρεύματος Charles Proteus Steinmetz (1865 – 1923) έγραφε, υπό τον τίτλο «Η αξία των κλασικών στην εκπαίδευση των μηχανικών»: «Ασχολούμενος αποκλειστικά με την εμπειρική επιστήμη και τις εφαρμογές της, ο μηχανικός ξεχνά, ή δεν συνειδητοποιεί ότι υπάρχουν άλλοι κλάδοι της ανθρώπινης σκέψης εξίσου σημαντικοί για την ευρύτερη γενική παιδεία και την πνευματική ανάπτυξη. Η καλύτερη και ταχύτερη εισαγωγή σε αυτά τα άλλα πεδία μπορεί να του δοθεί με τη μελέτη των κλασικών, που ανοίγουν για τον φοιτητή κόσμους ολότελα διαφορετικούς από το παρόν μας και του δείχνουν αξίες στις σωστές τους διαστάσεις, αδιαστρέβλωτες από τις τάσεις της σύγχρονης σκέψης (…) Ο κόσμος, και ιδιαίτερα οι ΗΠΑ, είναι γεμάτος από ανθρώπους για τους οποίους το μηχανικός είναι απλώς ένα επάγγελμα. Αλλά αυτού του είδους η παιδεία του μηχανικού ελάχιστα μπορεί να θεωρηθεί Παιδεία».
Πολύ πιο πρόσφατα, τον Ιούνιο του 2013, απαντώντας σε ένα προσκλητήριο της Γερουσίας των ΗΠΑ για εντοπισμό των πιο κρίσιμων δράσεων που θα έπρεπε να αναληφθούν για τη συνέχιση της πρωτοκαθεδρίας της χώρας τους, η Αμερικανική Ακαδημία Τεχνών και Επιστημών (AAAS) συνέταξε μια 61σέλιδη έκθεση (
www.humanitiescommission.org/_pdf/hss_report.pdf), όπου καταλήγει ότι «στιβαρές και ολοκληρωμένες πολιτικές για τη στήριξη της έρευνας και της εκπαίδευσης στις ανθρωπιστικές και κοινωνικές επιστήμες χρειάζονται επειγόντως για να διασφαλιστούν στο μέλλον η οικονομική, πολιτική και διπλωματική επιτυχία της Αμερικής».
Ενα από τα επιχειρήματα της έκθεσης ήταν ότι αρκετά πανεπιστήμια της Ευρώπης, της Κίνας και της Σιγκαπούρης επιστρέφουν τώρα στο παλιό καλό μοντέλο των σπουδών στις ΗΠΑ, όπου η μελέτη των κλασικών κυριαρχούσε, προκειμένου να δώσουν «ερέθισμα καινοτομίας και πηγή κοινωνικής συνοχής» στους νέους τους. Και, όντως, διαβάζουμε (
www.educationpost.com.hk/resources/chinese-university-scraps-exams-boost-teaching-classic-books) ότι το Κινεζικό Πανεπιστήμιο του Χονγκ Κονγκ, κατά τη μετάβασή του από τριετές σε τετραετές πρόγραμμα σπουδών, το 2011, επέλεξε να ενισχύσει τη διδασκαλία κινέζων και δυτικών κλασικών. Τον «χώρο» για τη διδασκαλία αυτών των νέων υποχρεωτικών μαθημάτων τον βρήκαν με περικοπή του αριθμού των διαγωνισμάτων για τα υπόλοιπα.
Η συνταγή, λοιπόν, έχει θεμελιωθεί θεωρητικά, αλλά πώς αναλαμβάνεις το κόστος υλοποίησής της για κάτι που το ζητεί μόλις το 7,6% των φοιτητών; Ιδιαίτερα σε χώρες όπως η δική μας, όπου η προοπτική επαγγελματικής ενασχόλησης με το αντικείμενο δεν εγγυάται καν τον βιοπορισμό; Και αν γίνει, θα γίνει αμιγώς, με ενίσχυση των αυτοδύναμων ανθρωπιστικών σπουδών ή με ενίσχυση της διεπιστημονικής διήθησής τους στις θετικές;
Οι ίδιοι οι καθηγητές του τομέα είναι διχασμένοι ως προς την κατεύθυνση που πρέπει να ακολουθήσουν. Αλλοι επιμένουν στο ξεχωριστό του ρόλου τους και άλλοι αποδέχονται ότι «καμία σχολή δεν είναι ιερό και όσιο». Οπότε, για την ώρα, η μόνη αλλαγή που βλέπουμε στη διδασκαλία των κλασικών στις αμερικανικές σχολές ανθρωπιστικών σπουδών είναι κάποιες καινοτόμες προσεγγίσεις, όπως αυτή που υιοθέτησε το Stanford με το πρόγραμμα «Teaching Classics in the Digital Age» (Διδάσκοντας τους κλασικούς στην ψηφιακή εποχή): διδάσκουν Ομηρο και Βιργίλιο μπολιάζοντας τους στίχους τους με στίχους των rappers Jay-Z και Eminem…
Διαθεματική προσέγγιση
Η μεσοβέζικη λύση του διαθεματικού μπολιάσματος των θετικών επιστημών με τους κλασικούς φαίνεται ότι προέκυψε από την εσωτερική αναζήτηση των μηχανικών –όπως περίπου την περιέγραψαν ο Steinmetz και ο Νικίας. Από το 1998, οπόταν άρχισε η διεθνής τάση ίδρυσης διεπιστημονικών σπουδών, μόνο στις ΗΠΑ έφτασαν το 2005 να δίνουν 30.000 διεπιστημονικά πτυχία, επιπέδου bachelor’s. Τον Ιούλιο του 2006, στο Διεθνές Συνέδριο «Διαθεματικής Διδασκαλίας και Μάθησης» που έλαβε χώρα στο Birmingham της Βρετανίας, διαβάσαμε τον εξής προβληματισμό της θεματικής τους: «Η ζωή είναι διεπιστημονική. Μία και μόνη επιστημονική προσέγγιση δεν μπορεί να επιλύσει κοινωνικά προβλήματα όπως το AIDS, τα περιβαλλοντικά προβλήματα, η κλιματική αλλαγή, η άνοδος της στάθμης της θάλασσας ή η εγκληματικότητα (…) Πώς λοιπόν μπορούν οι φοιτητές και οι καθηγητές τους να έχουν μια συνεκτική και ολοκληρωμένη διεπιστημονική εμπειρία τριτοβάθμιας εκπαίδευσης; Μπορούν τα προαιρετικά μαθήματα σε άλλα θέματα να δώσουν μια καλύτερη συνολική εμπειρία των φοιτητών ή είναι απόσπαση της προσοχής τους από τα απαραίτητα του προγράμματος σπουδών τους;».
Την απάντηση έδωσε εμπράκτως όχι μόνον ο Νικίας στο πανεπιστήμιό του, αλλά και ο δημοσιογράφος επιστημών του Scientific American, John Horgan, o οποίος διδάσκει τους κλασικούς στο «πρώτο πολυτεχνείο των ΗΠΑ», το Stevens Institute of Technology. Σε σχετικό άρθρο του (
https://blogs.scientificamerican.com/cross-check/why-study-humanities-what-i-tell-engineering-freshmen/) μας λέει: «Για να διδαχθεί σωστά η επιστήμη θα πρέπει να ενσωματώνει τον σκεπτικισμό. Αλλά καθώς η επιστήμη γίνεται όλο και πιο δογματική και αλαζονική στην εποχή μας, αποκτούμε έναν παραπάνω λόγο αξιοποίησης των ανθρωπιστικών επιστημών, ώστε να προωθήσουμε έναν υγιή αντι-δογματισμό».
Ο ιδεαλιστικός και αρκούντως ρομαντικός αυτός αντι-δογματισμός θα έβρισκε ίσως ισχνή απήχηση αν τα επιστημονικά πεδία που διερευνούν οι μηχανικοί συνέχιζαν να είναι της ανόργανης ύλης. Ομως, η εμπλοκή τους με τις επιστήμες ζωής (ιατρική, βιολογία…) και η πρόσφατη ανάπτυξη των συναφών νέων και υβριδικών τεχνολογικών κλάδων τους έθεσαν το πρόβλημα πολύ πιο «καυτά».
Εμβιομηχανική χωρίς ανθρωπισμό, ρομπότ χωρίς ψυχή
Ενα από τα κλασικά τσιτάτα που αξιοποιούσαν ανέκαθεν στην άγρα φοιτητών οι ιστότοποι των κλασικών προγραμμάτων σπουδών πανεπιστημίων των ΗΠΑ ήταν η διακήρυξη της Ενωσης Αμερικανικών Ιατρικών Κολεγίων (AAMC) ότι «οι φοιτητές που έχουν πρώτο πτυχίο στη γλώσσα, τον πολιτισμό και την Ιστορία της Αρχαίας Ελλάδας και της Ρώμης έχουν μεγαλύτερο ποσοστό επιτυχίας εισαγωγής στις ιατρικές σχολές από τους φοιτητές που έχουν πρώτο πτυχίο στη βιολογία, στη μικροβιολογία και άλλες συναφείς επιστήμες» –σημειωτέον ότι στις ΗΠΑ η ιατρική σπουδάζεται αποκλειστικά ως δεύτερο πτυχίο. Ο λόγος, κατά το The Princeton Review, είναι ότι «αυτοί οι φοιτητές έχουν ένα πλεονέκτημα δεξιοτήτων επικοινωνίας και ανάλυσης, γνώσης της γραμματικής και εύρους αντίληψης που ελάχιστες άλλες σπουδές μπορούν να παρέχουν».
Ακόμη όμως και αυτή η «ευγενής προπαγάνδα» δεν θα ήταν αρκετή να αλλάξει την κρατούσα αντίληψη περί «περιττής πολυτέλειας» για τις ανθρωπιστικές σπουδές. Το κλίμα άρχισε πραγματικά να αλλάζει μόνον όταν η ιατρική και η βιολογία ζήτησαν την αρωγή των μηχανικών στη διερεύνηση των μυστικών του εγκεφάλου. Τότε οι φοιτητές των τριών αυτών κλάδων άρχισαν να ξαναδιαβάζουν έκθαμβοι τους Ελληνες και να διαπιστώνουν ότι εκείνοι οι «ερευνητές χωρίς μικροσκόπιο» είχαν συλλάβει μόνο με τη σκέψη τους τα όσα σήμερα συνιστούν τα θεμέλια της νευροεπιστήμης. Οπως έγραψαν το 2007 στην εργασία τους οι Enrico Crivellato και Domenico Ribatti του ιταλικού Πανεπιστημίου του Udine (Ψυχή, νους, εγκέφαλος: Η ελληνική φιλοσοφία και η γέννηση της νευροεπιστήμης,
www.sciencedirect.com/science/article/pii/S036192300600298X), ο πρώτος ανατόμος της Ιστορίας, ο Αλκμαίων από τον Κρότωνα (5ος αι. π.Χ.), ήταν εκείνος που πρωτοείπε ότι όλες οι αισθήσεις οδεύουν προς τον εγκέφαλο μέσω καναλιών που ονόμασε «πόρους». Ιδιαίτερα κατέγραψε τους δύο «πόρους» που συνδέουν τους οφθαλμούς με τον εγκέφαλο (τα οπτικά νεύρα). Και έπειτα, συμπέρανε σωστά ότι εφόσον ο εγκέφαλος «συγκινείται», αυτός είναι και η έδρα της συνείδησης. Αντίστοιχα, ο περίφημος Ιπποκράτης είχε σωστά εντοπίσει ότι η επιληψία και οι λοιπές νοητικές και νευρολογικές ασθένειες δεν είναι «κατάρες των θεών» αλλά ασθένειες του εγκεφάλου. Στην πραγματεία του «Περί ιεράς νόσου» είπε ότι ο εγκέφαλος είναι αυτός που δημιουργεί τα συναισθήματα, την αισθητική και την κρίση μας. Ηταν αυτός που διέκρινε ότι ένα πλήγμα στη μια πλευρά του εγκεφάλου προξενεί σπασμό στην άλλη πλευρά του σώματός μας και ότι η απώλεια της ομιλίας συνδέεται με την παράλυση της δεξιάς πλευράς του σώματος (κάτι που δεν ξαναειπώθηκε επιστημονικά παρά μόλις τον 19ο αιώνα). Οσο για τη δομή του εγκεφάλου, ο Ιερόφιλος από τη Χαλκηδόνα και ο Ερασίστρατος ο Κείος ήταν εκείνοι που πρώτοι ανακάλυψαν και περιέγραψαν τα νεύρα του κρανίου και της σπονδυλικής στήλης και διαφοροποίησαν τα νεύρα κίνησης από τα νεύρα αίσθησης. Και, μάλιστα, ο Ερασίστρατος ήταν ο πρώτος που αποφάνθηκε ότι η ανθρώπινη ευφυΐα σχετίζεται με τη μορφή και τον όγκο των συνελίξεων του νεοφλοιού –22 αιώνες πριν από την εφεύρεση του μαγνητικού τομογράφου.
Μια τέτοια επανανακάλυψη των αρχαίων επανέφερε αναπόφευκτα το διηνεκές ερώτημα «τι ήταν αυτό στη σκέψη εκείνων των ανθρώπων που τους ώθησε σε τέτοια ανεπανάληπτα διανοητικά άλματα;». Και αυτό, με τη σειρά του, οδήγησε ξανά στο ξαναδιάβασμα της Ελληνικής Φιλοσοφίας. Και όταν οι φοιτητές των νευροεπιστημών, της εμβιομηχανικής, της ρομποτικής ή της τεχνητής νοημοσύνης ρωτούν τώρα τους καθηγητές τους για το αν είναι νόμιμο και ηθικό το να επιχειρήσουν το τάδε ή το δείνα, οι καθηγητές δεν τους απαντούν πια αμέσως: τους στέλνουν να διαβάσουν τι θα έλεγε ο Σωκράτης, ο Πλάτων ή ο Αριστοτέλης στη θέση τους.
Οπως πολύ σωστά το έθεσε ο συμπατριώτης μας σκηνοθέτης του «Πολέμου των άστρων», George Lucas, στο συνοδευτικό της έκθεσης της AAAS φιλμάκι (
www.youtube.com/watch?v=e0VVJJmpoEk), «οι θετικές επιστήμες είναι το «πώς;» και οι ανθρωπιστικές επιστήμες είναι το «γιατί;». Δεν μπορείς να απαντάς στο «πώς;» αλλά όχι στο «γιατί;». Χωρίς ανθρωπισμό δεν έχουμε ψυχή».
ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ
Η νίκη του Νικία H διδασκαλία των παιδιών μας είναι «σκιές στα βράχια της σπηλιάς», λέει στο «Βήμα» ο πρόεδρος του USC, Χρυσόστομος ΝικίαςΚατά την τελετή αναγόρευσής του σε επίτιμο διδάκτορα του Εθνικού Μετσόβειου Πολυτεχνείου (ΕΜΠ), το απόγευμα της Τρίτης 26 Μαΐου 2015, ο 63χρονος ηλεκτρολόγος μηχανικός και πρόεδρος του Πανεπιστημίου της Νότιας Καλιφόρνιας, Χρυσόστομος Νικίας, ξάφνιασε τους ομότεχνούς του όταν τους είπε ότι είχε εισαγάγει στην ύλη των πρωτοετών φοιτητών σεμινάριο για την… Αρχαία Αθηναϊκή Δημοκρατία. Εντυπωσιασμένη, καθηγήτρια της Φιλοσοφικής Σχολής του Εθνικού Καποδιστριακού Πενεπιστημίου Αθηνών (ΕΚΠΑ) με ρώτησε: «Τι έχετε πάθει εσείς οι μηχανικοί και φιλοσοφείτε μετά μανίας μόλις περάσετε τα πενήντα;». Δεν είχε άδικο: αν εξετάσει κανείς τις ελληνικές εκδόσεις της τελευταίας δεκαετίας, θα διαπιστώσει ότι οι μηχανικοί έχουν αδράξει γερά τη σκυτάλη του φιλοσοφείν.
Αλλά, γιατί; Είναι απλώς μια εκδήλωση αρχαιολατρικού εθνοκεντρισμού των μηχανικών μας;
Εθεσα το ερώτημα και το περιρρέον σκεπτικό του στον ίδιο τον πρόεδρο του Πανεπιστημίου της Νότιας Καλιφόρνιας.
Τι έχετε να πείτε γι’ αυτό;
«Είναι αλήθεια ότι το έναυσμα της φιλοσοφικής αναζήτησης μου δόθηκε από το σχολείο μου, στην Αμμόχωστο, όπου η έμφαση δινόταν στην κλασική παιδεία. Αλλά και ως φοιτητής στην Αθήνα, στο ΕΜΠ, γνώρισα και αγάπησα πολύ το θέατρο. Κατάλαβα τότε ότι ο μηχανικός δεν μπορεί να προσφέρει στην κοινωνία αν είναι αποκομμένος από τον υπεραιώνιο διάλογο για τις αξίες στη ζωή. Το ένιωσα και στη συνέχεια, όταν συνέχισα τις σπουδές μου στην Αμερική –στο Πανεπιστήμιο Buffalo της Νέας Υόρκης –εξειδικευόμενος στην επεξεργασία ψηφιακών σημάτων και ολοκληρώνοντας το διδακτορικό μου. Οταν το 1991 έγινα καθηγητής στο Πανεπιστήμιο της Νότιας Καλιφόρνιας, και αργότερα κοσμήτορας στο Viterbi School of Engineering και πρύτανης, είδα ότι οι νέες επιστήμες που εμφανίζονταν και εντάσσονταν στα προγράμματα σπουδών μας (ρομποτική, εμβιομηχανική, βιοτεχνολογία, ασύρματες τεχνολογίες υγείας…) προέβαλλαν πλέον απαιτήσεις ισχυρού ανθρωπιστικού υποβάθρου στους φοιτητές μας, ώστε να μπορούν ώριμα να αντιμετωπίσουν τα ηθικά διλήμματα που γεννούν. Ετσι, όταν έγινα πρόεδρος του Πανεπιστημίου, το 2010, ξάφνιασα την επιστημονική επιτροπή λέγοντάς τους ότι θα ήθελα να διδάξω στους πρωτοετείς ένα σεμινάριο για την Αθηναϊκή Δημοκρατία και την Αρχαία Τραγωδία. Αιτιολογώντας την πρότασή μου, τους εξήγησα ότι τα ερωτήματα που τέθηκαν τότε –στις απαρχές της δημοκρατίας και των επιστημών –είναι πολύτιμα μαθήματα ως τρόπος σκέψης και για το σήμερα».
Και; Πώς αντέδρασαν;
«Αποδέχτηκαν την πρότασή μου με ενθουσιασμό. Και, κατά τη διεξαγωγή των σεμιναρίων, όλα πήγαν περίφημα: τα παιδιά «ρούφηξαν» κυριολεκτικά το νόημα των αρχαίων διαλόγων. Εκεί που ένιωσα ότι ρίσκαρα να χάσω το ενδιαφέρον τους ήταν όταν πειραματίστηκα με το να προσκαλέσω το Κρατικό Θέατρο Κύπρου να παρουσιάσει αρχαία ελληνική τραγωδία στα… ελληνικά. Προβάλαμε, βέβαια, υπέρτιτλους στα αγγλικά, αλλά φοβόμουν μήπως το άκουσμα της άγνωστης γλώσσας τα ξένιζε αποτρεπτικά. Ε, λοιπόν, αποδείχθηκε ότι αυτό ήταν το κλειδί μιας πρωτοφανούς επιτυχίας: τα παιδιά ενσωματώθηκαν ακόμη πιο συναρπαστικά στο κλίμα της αρχαίας εποχής».
Δεν διαμαρτυρήθηκαν ποτέ για το «άσχετο με το αντικείμενό μας» σεμινάριο;
«Οχι, διότι ένιωσαν πως τους «ανοίγαμε τα μάτια» στον υπόλοιπο κόσμο. Η δύναμη της αλληγορίας των αρχαίων διαλόγων προσφέρει ακριβώς αυτή την υπέρβαση, από το τι μπορείς να επιτύχεις στο πεδίο σου, στο τι ευρύτερο μπορεί να προκύψει από την έρευνά σου. Θα σας αναφέρω, για παράδειγμα, την αλληγορία του Πλάτωνα για το «σπήλαιο» που χρησιμοποίησα στην εφετινή πρωτοχρονιάτικη ομιλία μου προς το πανεπιστήμιο: Σε αυτήν, ο Σωκράτης περιγράφει μια ομάδα ανθρώπων που έχουν ζήσει όλη τους τη ζωή αλυσοδεμένοι σε μια σπηλιά, με τα κεφάλια τους στραμμένα σε έναν τοίχο. Υπάρχει μια φωτιά πίσω τους και, καθώς διάφορα πράγματα περνούν εμπρός της, οι σκιές τους εμφανίζονται στον τοίχο και ακούγονται οι απόηχοί τους. Αυτές οι εικόνες και οι ήχοι είναι όλη η πραγματικότητα που αντιλαμβάνονται οι κρατούμενοι. Δεν καταλαβαίνουν ότι αυτό που αντιλαμβάνονται είναι ένα μικρό μόνο μέρος τού τι πραγματικά υπάρχει. Τι θα συμβεί αν ελευθερωθούν οι κρατούμενοι αυτοί; Τι θα συμβεί αν καταλάβουν ότι οι σκιές δεν ήταν τίποτα περισσότερο από απλές προβολές; Μαθαίνουμε λοιπόν από τούτη την αλληγορία ότι η εκπαίδευση δεν είναι μόνον η γνώση και τα δεδομένα που μπαίνουν στον εγκέφαλο ενός ατόμου, δεν είναι η απλή διαβίβαση των δεδομένων και των πληροφοριών. Είναι κάτι πολύ περισσότερο από την απομνημόνευση λέξεων, εικόνων και ήχων. Κατ’ αντιστοιχία, η παραδοσιακή διδασκαλία –που οι πρωτοετείς φοιτητές μας είχαν βιώσει ως τώρα –δεν ήταν παρά «σκιές που προβάλλονται στον τοίχο της σπηλιάς»».
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ