Αν κοιτάξετε τις παγκόσμιες στατιστικές για τις κυριότερες παθήσεις που οδηγούν τους ανθρώπους στο να χάσουν την όρασή τους, τα αποτελέσματα θα σας εκπλήξουν. Επειδή τα στοιχεία τους προέρχονται και από τις χώρες του αναπτυσσόμενου κόσμου, θα δείτε ότι η υπ’ αριθμόν 1 αιτία τύφλωσης στον πλανήτη είναι ο καταρράκτης, δηλαδή η θόλωση του φυσικού φακού των ματιών που επέρχεται συνήθως με την ηλικία –κάτι που στον δικό μας, ανεπτυγμένο κόσμο διορθώνεται με μια επέμβαση ρουτίνας. Αυτό ωστόσο δεν σημαίνει ότι οι προηγμένες κοινωνίες μας είναι απαλλαγμένες από τα δεινά που ακολουθούν στη λίστα. Η ηλικιακή εκφύλιση της ωχράς κηλίδος, το γλαύκωμα και η διαβητική αμφιβληστροειδοπάθεια αποτελούν τους επόμενους κύριους εχθρούς της όρασης και απειλούν και τα ανεπτυγμένα κράτη. Και αν αυτοί οι εχθροί πριν από μερικά χρόνια ήταν ανίκητοι, σήμερα μπορούμε να πούμε ότι πραγματικά αρχίζουμε να βλέπουμε κάποιο φως, καθώς η Ιατρική έχει κάνει σημαντικά βήματα προόδου στην αντιμετώπισή τους.
Ηλικιακή εκφύλιση της ωχράς κηλίδος
Οπως είναι εμφανές από το όνομά της, η ηλικιακή εκφύλιση της ωχράς κηλίδος είναι μια κατάσταση που επέρχεται συνήθως με την ηλικία. Πρόκειται για την εκφύλιση της κεντρικής περιοχής του αμφιβληστροειδούς χιτώνα του ματιού, της ωχράς κηλίδος, η οποία μάς επιτρέπει να διακρίνουμε λεπτομέρειες, να βλέπουμε τα χρώματα, να αναγνωρίζουμε πρόσωπα ή να διαβάζουμε. «Είναι αρκετά κοινό πρόβλημα για τους ηλικιωμένους και καταλήγει στο να έχουμε αυτό που λέμε νομική τύφλωση, δηλαδή η οπτική οξύτητα να είναι κάτω από το επίπεδο του 1/20, το οποίο σημαίνει ότι ο πάσχων δικαιούται επιδότηση από το κράτος» λέει στο «Βήμα» ο Μιλτιάδης Τσιλιμπάρης, αναπληρωτής καθηγητής Οφθαλμολογίας στο Πανεπιστήμιο Κρήτης και διευθυντής της Πανεπιστημιακής Οφθαλμολογικής Κλινικής στο Ηράκλειο.
Η ωχροπάθεια, όπως λέγεται επίσης η ηλικιακή εκφύλιση της ωχράς, εκδηλώνεται με δύο μορφές: την ξηρού τύπου και την υγρού τύπου. Η πρώτη είναι συχνότερη και αυτή τη στιγμή δεν υπάρχει για αυτήν θεραπεία. «Είναι συχνότερη αλλά στις πιο συνήθεις μορφές της μπορεί να είναι και ηπιότερη» εξηγεί ο καθηγητής. «Αν και προς το παρόν δεν υπάρχει δυνατότητα θεραπείας, αυτή τη στιγμή είναι σε εξέλιξη αρκετές μελέτες που αξιοποιούν πρόσφατα ερευνητικά δεδομένα για την ανάπτυξη βιολογικών φαρμάκων και ευελπιστούμε ότι θα καταλήξουν σε κάποια αποτελέσματα». Ορισμένα από αυτά τα φάρμακα ήδη βρίσκονται, όπως προσθέτει, στη φάση των κλινικών δοκιμών και η Οφθαλμολογική Κλινική του Πανεπιστημίου Κρήτης μετέχει σε μία εξ αυτών: «Θα ξεκινήσουμε με τους πρώτους μας ασθενείς σε λίγο διάστημα, επομένως κάτι φαίνεται να κινείται για την ξηρού τύπου ωχροπάθεια και ευελπιστούμε όλοι ότι μέσα στα επόμενα δύο-τρία χρόνια θα έχουμε να προσφέρουμε και σε αυτούς τους ασθενείς».
Η υγρού τύπου ωχροπάθεια είναι λιγότερο διαδεδομένη αλλά πιο επιθετική. Εχει όμως θεραπεία, η οποία φαίνεται να αποδίδει. «Είναι πιο βαριά, συνήθως εξελίσσεται σχετικά σύντομα από τη στιγμή που θα εμφανιστεί και αν μείνει χωρίς θεραπεία μπορεί να καταλήξει πραγματικά σε νομική τύφλωση, να καταστρέψει την κεντρική όραση στην ωχρά και να μη βλέπει κανείς καθόλου στο κέντρο» αναφέρει ο καθηγητής. «Για την υγρού τύπου ωχροπάθεια υπάρχουν ευτυχώς τα τελευταία χρόνια αποτελεσματικές θεραπείες με βιοφάρμακα τα οποία ενίονται στο εσωτερικό του βολβού. Αυτό είναι ένα πραγματικά μεγάλο βήμα. Εχει αλλάξει σημαντικά τη θεραπευτική για αυτού του τύπου την ωχροπάθεια τα τελευταία τέσσερα-πέντε χρόνια και έχει μειώσει αρκετά το ποσοστό των ασθενών που τυφλώνονται». Ωστόσο η μέθοδος, η οποία στοχεύει στην αναστολή του αυξητικού παράγοντα του ενδοθηλίου των αγγείων (VEGF) που έχει κεντρικό ρόλο στην παθοφυσιολογία της υγρής μορφής ηλικιακής εκφύλισης της ωχράς, έχει και κάποια μειονεκτήματα. Το σημαντικότερο είναι ότι απαιτούνται συχνές επαναλήψεις με ενέσεις στο εσωτερικό του ματιού. Οπως όμως αναφέρει ο κ. Τσιλιμπάρης, σύντομα αναμένεται να κυκλοφορήσουν βελτιωμένες εκδοχές των υπαρχόντων φαρμάκων στις οποίες τα βιολογικά μόρια θα παραμένουν για μεγαλύτερο διάστημα στον οργανισμό αραιώνοντας τα διαστήματα των ενέσεων. Παράλληλα αναμένεται το επόμενο διάστημα και η ανάπτυξη φαρμάκων που θα στοχεύουν και άλλους, «παράπλευρους» παράγοντες της φυσιοπαθολογίας του συγκεκριμένου τύπου ωχροπάθειας, βελτιώνοντας ακόμη περισσότερο τα πράγματα.
Το «κλειδί» πάντως στην αποτελεσματική αντιμετώπιση της υγρής ωχροπάθειας φαίνεται να είναι η έγκαιρη έναρξη της θεραπείας. «Αυτό είναι πολύ σημαντικό» τονίζει ο κ. Τσιλιμπάρης. «Η εμπειρία που έχουμε τα τελευταία χρόνια δείχνει ότι οι ασθενείς που ξεκινούν τη θεραπεία σε πρώιμο στάδιο έχουν τελικά το μεγαλύτερο όφελος από όλους». Για τον λόγο αυτόν ο γιατρός συνιστά ιδιαίτερα σε όσους έχουν εικόνα ωχροπάθειας να παρακολουθούν την όρασή τους και αν διαπιστώσουν οποιαδήποτε μεταβολή να επισκεφθούν άμεσα τον οφθαλμίατρό τους. «Εμείς δίνουμε στους ασθενείς μας ένα τεστ, το τεστ Αμσλερ» λέει. «Είναι πολύ απλό αλλά αρκετά αποτελεσματικό στο να καταλάβει κάποιος αν υπάρχουν μεταβολές και να τρέξει».
Οσον αφορά τους ασθενείς με την ξηρή μορφή της πάθησης, εν αναμονή της πολυπόθητης θεραπείας μπορούν να κάνουν κάτι για να φρενάρουν την εξέλιξή της. «Υπάρχει αρκετή πληροφορία που δείχνει ότι ένας συνδυασμός από βιταμίνες μπορεί να καθυστερήσει την εξέλιξή της, γι’ αυτό στους ασθενείς με πρώιμη ξηρή ωχροπάθεια συνταγογραφούμε συμπληρώματα που περιλαμβάνουν αυτές τις ουσίες: ζεαξανθίνη, ψευδάργυρο, λουτεΐνη κ.τ.λ.» εξηγεί. «Τώρα αυτό θα μπορούσε κάποιος να το ισοφαρίσει και με αρκετά πράσινα και χρωματιστά λαχανικά και φρούτα στη διατροφή». Και για τις δύο μορφές της πάθησης πάντως ορισμένοι παράγοντες έχουν αποδειχθεί επιβαρυντικοί και ένας από αυτούς είναι το κάπνισμα. «Μεγάλες επιδημιολογικές μελέτες έχουν δείξει ότι σίγουρα παίζει επιβαρυντικό ρόλο, επομένως είναι καλό να απαγορεύεται» επισημαίνει ο καθηγητής.
Γλαύκωμα
Το γλαύκωμα είναι στην ουσία μια ομάδα νοσημάτων που εμφανίζονται συνήθως μετά τα 40 και προκαλούν βλάβη στο οπτικό νεύρο οδηγώντας τελικά στην τύφλωση. Ο βασικός παράγοντας κινδύνου που συμμετέχει στην καταστροφή του οπτικού νεύρου είναι η αύξηση της ενδοφθάλμιας πίεσης η οποία οφείλεται στο γεγονός ότι το υδατοειδές υγρό που παράγει το ακτινωτό σώμα του ματιού δεν αποχετεύεται σωστά, με αποτέλεσμα να συγκεντρώνεται στο εσωτερικό του βολβού. Υπάρχουν διάφοροι τύποι γλαυκώματος: το πρωτοπαθές γλαύκωμα ανοιχτής γωνίας, το οποίο «γεννά» ο οργανισμός με την ηλικία και είναι το πιο διαδεδομένο, το πρωτοπαθές κλειστής γωνίας και τα δευτεροπαθή γλαυκώματα κλειστής γωνίας τα οποία προκαλούνται από άλλες αιτίες, όπως π.χ. ένας τραυματισμός, μια φλεγμονή ή ένα αγγειακό επεισόδιο στο μάτι.
Το κύριο γνώρισμα της πάθησης αυτής είναι ο ύπουλος χαρακτήρας της: τις περισσότερες φορές τα συμπτώματά της δεν είναι αισθητά και όταν ο πάσχων τα αντιληφθεί είναι πλέον αργά. Σήμερα ωστόσο τα πράγματα έχουν προχωρήσει πολύ σε σχέση με το παρελθόν και, αν γίνει εγκαίρως αντιληπτή, μπορεί να αντιμετωπιστεί. Αυτός είναι και ο λόγος για τον οποίο οι ειδικοί συνιστούν σε όσους διανύουν την τέταρτη δεκαετία της ζωής τους και άνω να ελέγχουν τακτικά την ενδοφθάλμια πίεση και το οπτικό νεύρο τους –τουλάχιστον κάθε δύο χρόνια.
Στην πρώτη γραμμή της μάχης εναντίον του γλαυκώματος βρίσκονται τα κολλύρια που μειώνουν την ενδοφθάλμια πίεση. «Η μείωση της ενδοφθάλμιας πίεσης είναι η μόνη σήμερα τεκμηριωμένη αντιγλαυκωματική αγωγή που μπορεί να αναστείλει ή τουλάχιστον να επιβραδύνει την εξέλιξη του γλαυκώματος, δηλαδή την περαιτέρω βλάβη του οπτικού νεύρου» λέει στο «Βήμα» ο Γιώργος Μαγκουρίτσας, διευθυντής στην Οφθαλμολογική Κλινική του Νοσοκομείου «Ερυθρός Σταυρός» στην Αθήνα και πρόεδρος της Ελληνικής Εταιρείας Γλαυκώματος. «Ο ασθενής θα πρέπει να γνωρίζει ότι το γλαύκωμα αντιμετωπίζεται αλλά δεν θεραπεύεται. Επίσης οι βλάβες της όρασης είναι μόνιμες και δεν επιδιορθώνονται με την αγωγή».
Η αγωγή επιλέγεται εξατομικευμένα για κάθε ασθενή. Μπορεί να είναι ένα κολλύριο ή ένας συνδυασμός κολλυρίων τα οποία πρέπει να χορηγούνται σε καθημερινή βάση. Αυτή η για πολλούς δυσάρεστη ρουτίνα δημιουργεί ένα από τα μεγάλα εμπόδια για την επιτυχή αντιμετώπιση της πάθησης. «Ενα μεγάλο πρόβλημα στην αντιγλαυκωματική αγωγή είναι η μη συμμόρφωση του ασθενούς στην τακτική ενστάλαξη κολλυρίων» επισημαίνει ο κ. Μαγκουρίτσας. «Σε πολλούς από τους γλαυκωματικούς ασθενείς επιβάλλεται να πάρουν αγωγή για μια χρόνια πάθηση χωρίς συμπτώματα, χωρίς οι ίδιοι να κατανοούν ότι κινδυνεύουν από τύφλωση. Το να χρησιμοποιείς καθημερινά για όλη σου τη ζωή κολλύρια, που μπορεί μάλιστα να ερεθίζουν το μάτι σε μακροχρόνια χρήση, σίγουρα είναι κουραστικό. Ετσι καταλήγουμε η συμμόρφωση να είναι ανεπαρκής, σε ποσοστό που στην Ελλάδα φθάνει ως και 50%. Με άλλα λόγια σχεδόν οι μισοί γλαυκωματικοί δεν λαμβάνουν την αγωγή τους σωστά».
Εκτός του ότι πρέπει να βάζουν σχολαστικά τα κολλύριά τους και να παρακολουθούν την ενδοφθάλμια πίεσή τους, όσοι πάσχουν από γλαύκωμα πρέπει επίσης να κάνουν τακτικά εξετάσεις του οπτικού πεδίου και ενδεχομένως κάποιες απεικονιστικές εξετάσεις του οπτικού νεύρου όταν η βλάβη δεν είναι προχωρημένη. «Κυρίως μέσω του οπτικού πεδίου φαίνεται η τυχόν εξέλιξη της νόσου» εξηγεί ο ειδικός, προσθέτοντας ότι αν η ενδοφθάλμια πίεση δεν ρυθμίζεται επαρκώς με κολλύρια τότε σε ορισμένες περιπτώσεις μπορεί να εφαρμοστούν ακτίνες λέιζερ (τραμπεκουλοπλαστική). «Ως τελική επιλογή συστήνεται η χειρουργική αντιμετώπιση, που αποσκοπεί συνήθως στη διάνοιξη μιας παράπλευρης αποχέτευσης του υδατοειδούς υγρού (τραμπεκουλεκτομή) με σχετικά καλά αποτελέσματα» καταλήγει.
Διαβητική αμφιβληστροειδοπάθεια
Ο διαβήτης, ο οποίος τελευταία φαίνεται να αυξάνεται σε τέτοιον βαθμό ώστε πολλοί να μιλούν για «επιδημία», προκαλεί μια σειρά προβλήματα στον οργανισμό –και στα μάτια. «Μεταξύ των προβλημάτων είναι και βλάβες που αφορούν τα μικρά αγγεία, μικροαγγειοπάθειες. Αυτές προκαλούνται σε όλο το σώμα, αλλά τα μάτια είναι από τα σημεία στα οποία η προσβολή αυτή των μικρών αγγείων μπορεί να έχει πολύ σοβαρές συνέπειες και να οδηγήσει τελικά σε τύφλωση» εξηγεί ο κ. Τσιλιμπάρης, επισημαίνοντας ότι ενώ η ηλικιακή εκφύλιση της ωχράς είναι η πρώτη αιτία απώλειας της όρασης στους ηλικιωμένους άνω των 70 ετών, η διαβητική αμφιβληστροειδοπάθεια πλήττει κυρίως την ομάδα των παραγωγικών ηλικιών. Στον θεραπευτικό τομέα εδώ έχει σημειωθεί μεγάλη πρόοδος τα τελευταία χρόνια, όπως όμως τονίζει το σημαντικότερο από όλα είναι η πρόληψη. «Πριν μιλήσει κανείς για τη θεραπεία στη διαβητική αμφιβληστροειδοπάθεια, έχει μεγάλη σημασία πραγματικά να πει πόσο σημαντικό είναι να μη φθάσει ο διαβητικός σε αυτό το στάδιο» λέει.
Σε γενικές γραμμές η εμφάνιση της διαβητικής αμφιβληστροειδοπάθειας σχετίζεται κατά κύριο λόγο με τη διάρκεια του διαβήτη. «Ενας διαβητικός καθώς περνούν τα χρόνια έχει μεγαλύτερο κίνδυνο να εμφανίσει αμφιβληστροειδοπάθεια» διευκρινίζει ο καθηγητής. «Αν όμως οι τιμές του σακχάρου είναι χαμηλές, αν είναι χαμηλή η γλυκοζυλιωμένη αιμοσφαιρίνη και γενικώς όλες οι παράμετροι που σχετίζονται με τον διαβήτη, τότε μειώνεται τόσο η πιθανότητα να εμφανιστεί η διαβητική αμφιβληστροειδοπάθεια όσο και η βαρύτητά της. Επομένως είναι εξαιρετικά σημαντικό για τους διαβητικούς να είναι καλά ρυθμισμένοι. Επίσης είναι σημαντικό να είναι ρυθμισμένα και όλα τα συνοδά τους προβλήματα. Δηλαδή ξέρουμε ότι η πιθανότητα να εμφανίσει κανείς διαβητική αμφιβληστροειδοπάθεια είναι μεγαλύτερη αν έχει αρρύθμιστη υπέρταση. Ή αν έχει αρρύθμιστα λιπίδια. Επομένως πρέπει όλα αυτά να είναι καλά ρυθμισμένα».
Η πιο «παλιά» αλλά πάντοτε βασική θεραπευτική μέθοδος εδώ είναι το λέιζερ –η φωτοπηξία –για την αντιμετώπιση των νεοαγγειώσεων που δημιουργούνται στον αμφιβληστροειδή. Επίσης χειρουργικές μέθοδοι, οι οποίες έχουν βελτιωθεί σημαντικά την τελευταία εικοσαετία, εφαρμόζονται για την αντιμετώπιση των αποκολλήσεων και αιμορραγιών στον αμφιβληστροειδή. «Εκείνο που έχει αλλάξει όμως πραγματικά τα τελευταία χρόνια είναι ότι έχουμε καταλάβει καλύτερα τον μηχανισμό μέσω του οποίου η διαβητική αμφιβληστροειδοπάθεια μειώνει την όραση» αναφέρει ο κ. Τσιλιμπάρης. «Δημιουργεί οίδημα στην ωχρά κηλίδα και φαίνεται ότι στη φυσιοπαθολογία αυτή κεντρικό ρόλο έχει ο VEGF». Ετσι τα φάρμακα που αναπτύχθηκαν για την υγρή μορφή της εκφύλισης της ωχράς κηλίδος ήρθαν να συνδράμουν στη θεραπεία και της διαβητικής αμφιβληστροειδοπάθειας. Μια δεύτερη επιλογή είναι τα στεροειδή, σκευάσματα δηλαδή που έχουν ως βάση την κορτιζόνη.
Η διαβητική αμφιβληστροειδοπάθεια είναι συχνά ύπουλη –μπορεί να προχωρήσει και να αποκτήσει βαριά μορφή χωρίς να επηρεάσει την κεντρική όραση, με αποτέλεσμα ο πάσχων να μην αντιληφθεί ότι πάσχει. Εδώ ο προληπτικός έλεγχος είναι πολύ σημαντικός και δυστυχώς σε αυτόν τον τομέα σύμφωνα με τον καθηγητή η Ελλάδα υστερεί. «Παρά το γεγονός ότι είμαστε πολύ καλά, στο επίπεδο που είναι όλες οι προηγμένες χώρες, όσον αφορά τη θεραπεία με τα φάρμακα και τη χειρουργική του διαβήτη, αστοχούμε ως σύστημα υγείας όσον αφορά τον προληπτικό έλεγχο των διαβητικών» υπογραμμίζει. «Δηλαδή στις πρώτες χώρες της Ευρώπης, στον Καναδά, στην Αυστραλία, υπάρχουν οργανωμένα προγράμματα που με απλούς τρόπους έχουν σε πολύ στενό έλεγχο τους διαβητικούς, με αποτέλεσμα να εντοπίζουν τη διαβητική αμφιβληστροειδοπάθεια πολύ νωρίς και να τους κατευθύνουν στους οφθαλμιάτρους».
Ελλείψει αυτού του ελέγχου οι έλληνες διαβητικοί θα πρέπει λοιπόν να φροντίζουν οι ίδιοι να επισκέπτονται απαραιτήτως μία φορά τον χρόνο τον οφθαλμίατρο για βυθοσκόπηση. Στην Κρήτη ωστόσο το ετήσιο αυτό «παρών» ίσως σύντομα δεν θα απαιτεί παρουσία στο ιατρείο. Οπως μας λέει ο κ. Τσιλιμπάρης, το Πανεπιστήμιο Κρήτης «τρέχει» αυτή τη στιγμή ένα πρόγραμμα του ΕΣΠΑ προκειμένου να εγκατασταθούν σε διάφορες περιφέρειες του νησιού κάμερες οι οποίες θα φωτογραφίζουν τον βυθό των κατοίκων σε περιοχές όπου δεν υπάρχει οφθαλμίατρος. «Ετσι θα μπορούν να περνούν οι διαβητικοί και να εξετάζονται» εξηγεί. «Οι φωτογραφίες θα ελέγχονται από ειδικούς και αν διαπιστωθεί κάποια παθολογία ο ασθενής θα ειδοποιείται ότι πρέπει να επισκεφθεί τον γιατρό για περαιτέρω εξετάσεις».
Νέες προσεγγίσεις
Βλαστοκύτταρα, γονιδιακές θεραπείες και τσιπ
Πέραν των φαρμακευτικών και χειρουργικών μεθόδων που βελτιώνονται διαρκώς τα τελευταία χρόνια, νέες, πραγματικά επαναστατικές προσεγγίσεις έρχονται με ελπιδοφόρα μηνύματα για παθήσεις που ως πρόσφατα ήταν ανίατες. Οι γονιδιακές θεραπείες και οι θεραπείες με βλαστικά κύτταρα εφαρμόζονται προς το παρόν σε δοκιμές με λίγους ασθενείς και για συγκεκριμένες νόσους. Τα ως τώρα αποτελέσματα είναι όμως παραπάνω από ενθαρρυντικά. Το πιο πρόσφατο «ορόσημο» σημειώθηκε μάλιστα τον περασμένο Οκτώβριο με την ανακοίνωση των πρώτων «σθεναρών» στοιχείων σχετικά με τη μακροπρόθεσμη ασφάλεια της μεταμόσχευσης εμβρυϊκών βλαστικών κυττάρων στον αμφιβληστροειδή, από κλινική δοκιμή που διεξάγεται από το 2011 σε τέσσερα κέντρα στις Ηνωμένες Πολιτείες και στη Βρετανία. Οπως ανέφεραν οι επιστήμονες με επικεφαλής τον δρα Ρόμπερτ Λάντσα, δεκαοκτώ ασθενείς με νόσο του Stargardt και εννέα ασθενείς με ξηρής μορφής ηλικιακή εκφύλιση της ωχράς κηλίδος που έλαβαν τη θεραπεία και παρακολουθούνται στο πλαίσιο της δοκιμής δεν έχουν εμφανίσει κανένα πρόβλημα –αντιθέτως, σχεδόν οι μισοί από αυτούς έχουν δει σημαντική βελτίωση της όρασής τους. Λίγο νωρίτερα, τον Σεπτέμβριο, ξεκίνησε επίσης στην Ιαπωνία η πρώτη παγκοσμίως δοκιμή με πολυδύναμα βλαστικά κύτταρα (iPS) σε ασθενείς με υγρής μορφής ηλικιακή εκφύλιση της ωχράς κηλίδος. Τα αποτελέσματα αναμένονται με ιδιαίτερο ενδιαφέρον, καθώς τα iPS, τα οποία προκύπτουν από τον «επαναπρογραμματισμό» των κυττάρων του ίδιου του ασθενούς, θεωρείται ότι αποτελούν ασφαλέστερη και ηπιότερη επιλογή σε σχέση με τα εμβρυϊκά βλαστικά κύτταρα.
Νέες προσεγγίσεις
Βλαστοκύτταρα, γονιδιακές θεραπείες και τσιπ
Πέραν των φαρμακευτικών και χειρουργικών μεθόδων που βελτιώνονται διαρκώς τα τελευταία χρόνια, νέες, πραγματικά επαναστατικές προσεγγίσεις έρχονται με ελπιδοφόρα μηνύματα για παθήσεις που ως πρόσφατα ήταν ανίατες. Οι γονιδιακές θεραπείες και οι θεραπείες με βλαστικά κύτταρα εφαρμόζονται προς το παρόν σε δοκιμές με λίγους ασθενείς και για συγκεκριμένες νόσους. Τα ως τώρα αποτελέσματα είναι όμως παραπάνω από ενθαρρυντικά. Το πιο πρόσφατο «ορόσημο» σημειώθηκε μάλιστα τον περασμένο Οκτώβριο με την ανακοίνωση των πρώτων «σθεναρών» στοιχείων σχετικά με τη μακροπρόθεσμη ασφάλεια της μεταμόσχευσης εμβρυϊκών βλαστικών κυττάρων στον αμφιβληστροειδή, από κλινική δοκιμή που διεξάγεται από το 2011 σε τέσσερα κέντρα στις Ηνωμένες Πολιτείες και στη Βρετανία. Οπως ανέφεραν οι επιστήμονες με επικεφαλής τον δρα Ρόμπερτ Λάντσα, δεκαοκτώ ασθενείς με νόσο του Stargardt και εννέα ασθενείς με ξηρής μορφής ηλικιακή εκφύλιση της ωχράς κηλίδος που έλαβαν τη θεραπεία και παρακολουθούνται στο πλαίσιο της δοκιμής δεν έχουν εμφανίσει κανένα πρόβλημα –αντιθέτως, σχεδόν οι μισοί από αυτούς έχουν δει σημαντική βελτίωση της όρασής τους. Λίγο νωρίτερα, τον Σεπτέμβριο, ξεκίνησε επίσης στην Ιαπωνία η πρώτη παγκοσμίως δοκιμή με πολυδύναμα βλαστικά κύτταρα (iPS) σε ασθενείς με υγρής μορφής ηλικιακή εκφύλιση της ωχράς κηλίδος. Τα αποτελέσματα αναμένονται με ιδιαίτερο ενδιαφέρον, καθώς τα iPS, τα οποία προκύπτουν από τον «επαναπρογραμματισμό» των κυττάρων του ίδιου του ασθενούς, θεωρείται ότι αποτελούν ασφαλέστερη και ηπιότερη επιλογή σε σχέση με τα εμβρυϊκά βλαστικά κύτταρα.
Οι γονιδιακές θεραπείες από την πλευρά τους, οι οποίες στοχεύουν σε γονίδια που σχετίζονται με κληρονομικές νόσους που βλάπτουν την όραση, έχουν χαρίσει φως σε ασθενείς με αμαύρωση του Leber και χοριοειδερημία (παθήσεις σπάνιες, οι οποίες όμως προκαλούν ολική τύφλωση). Και αυτές οι θεραπείες βρίσκονται στο στάδιο μικρών κλινικών δοκιμών, ενώ παράλληλα οι επιστήμονες διεξάγουν έρευνες για την εφαρμογή τους εναντίον πιο διαδεδομένων παθήσεων όπως η ηλικιακή εκφύλιση της ωχράς κηλίδος και η διαβητική αμφιβληστροειδοπάθεια.
Για τη μελαγχρωστική αμφιβληστροειδοπάθεια, νόσο η οποία ευθύνεται για την απώλεια της όρασης μεγάλου ποσοστού των τυφλών ατόμων, τα καλά νέα έρχονται μέσω… τσιπ. Το Argus II και το Alpha IMS, δύο ηλεκτρονικά εμφυτεύματα, έχουν προσφέρει ξανά ένα ποσοστό όρασης σε περίπου 200 ασθενείς στις Ηνωμένες Πολιτείες και στην Ευρώπη.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ