Είναι ένα από τα διαχρονικά δυσεπίλυτα προβλήματα που όλοι, λίγο-πολύ, έχουμε αντιμετωπίσει. Γιατί είναι τόσο δύσκολο να εξασφαλίσουμε ότι ένα άρωμα που θα αγοράσουμε για κάποιο αγαπημένο μας πρόσωπο θα του αρέσει;
Ερευνητές στις ΗΠΑ πιστεύουν ότι βρήκαν την απάντηση –η οποία όμως, πρέπει να σημειωθεί, δεν κάνει την επιλογή του… μυρωδάτου δώρου ευκολότερη στην πράξη.
Ενα άρωμα, διαφορετική οσμή για τον καθένα
Ολοι μας πιστεύουμε ότι γνωρίζουμε πώς μυρίζουν ορισμένα πράγματα –όπως ένα άρωμα, ένα τυρί ή ένα κρασί. Ωστόσο επιστήμονες από το Monell Chemical Senses Centre στη Φιλαδέλφεια τονίζουν πως αυτό είναι άκρως σχετικό αφού ένα άρωμα, για παράδειγμα, μπορεί να μυρίζει εντελώς διαφορετικά στον καθένα μας.
Σύμφωνα με δημοσίευση των ερευνητών στην επιθεώρηση «Nature Neuroscience», το 30% των υποδοχέων της όσφρησης στη μύτη διαφέρει μεταξύ δύο ανθρώπων. Το ποσοστό αυτό είναι πολύ μεγάλο αν κάποιος αναλογιστεί ότι ένας και μόνο υποδοχέας μπορεί να αλλάξει τον τρόπο με τον οποίον το κάθε άτομο αντιλαμβάνεται τις οσμές.
Διαφορετικό το 30% των οσφρητικών υποδοχέων μεταξύ δύο ατόμων
Ο δρ Τζόελ Μέινλαντ, μοριακός βιολόγος στο Monell Chemical Senses Centre, ανέφερε: «Υπάρχει μεγάλη διαφορά στο τι μυρίζω εγώ και τι ένας άλλος άνθρωπος. Μάλιστα το μέγεθος αυτής της διαφοράς μάς εξέπληξε καθώς από τη μελέτη φάνηκε ότι περίπου το 30% των υποδοχέων της όσφρησης είναι διαφορετικό μεταξύ δύο τυχαίων ατόμων».
Η ανθρώπινη μύτη διαθέτει 400 διαφορετικούς οσφρητικούς υποδοχείς και η ομάδα του δρος Μέινλαντ ανακάλυψε ότι η αλλαγή ενός και μόνο από αυτούς μπορεί να αλλάξει ριζικά τον τρόπο με τον οποίον κάποιος αντιλαμβάνεται μια μυρωδιά.
Σύμφωνα με τον ερευνητή, «το μοτίβο ενεργοποίησης των 400 αυτών υποδοχέων κωδικοποιεί τόσο την ένταση μιας οσμής όσο και την ποιότητά της –για παράδειγμα, αν κάτι μυρίζει σαν βανίλια ή σαν καπνό –και αυτό αφορά δεκάδες χιλιάδες διαφορετικές μυρωδιές οι οποίες αντιπροσωπεύουν οτιδήποτε μυρίζουμε γύρω μας».
Το σανδαλόξυλο και τα ούρα
Είναι χαρακτηριστικό ότι η αλλαγή ενός και μόνο υποδοχέα έκανε κάποια άτομα να μυρίζουν έναν συγκεκριμένο τύπο στεροειδούς ως (άκρως ευχάριστο) σανδαλόξυλο ενώ κάποια άλλα ως (άκρως δυσάρεστα) ούρα. «Η διαφορά ήταν τεράστια. Ενα άτομο μπορεί να έβρισκε μια μυρωδιά ως ήπια και ευχάριστη και με την αλλαγή ενός και μόνο υποδοχέα ένα δεύτερο άτομο μπορεί να έβρισκε αυτή τη μυρωδιά πολύ έντονη, σαν να μύριζε ούρα» ανέφερε ο δρ Μέινλαντ.
Προκειμένου να καταλήξουν στα συμπεράσματά τους οι ερευνητές κλωνοποίησαν 511 οσφρητικούς υποδοχείς και τους «ενσωμάτωσαν» σε κύτταρα στο εργαστήριο. Στη συνέχεια μέτρησαν πώς ο κάθε υποδοχέας αποκρινόταν σε μια γκάμα 73 διαφορετικών οσμών. Από τη διαδικασία της ανάλυσης ταυτοποιήθηκαν 28 διαφορετικοί τρόποι, με τους οποίους η κάθε ομάδα υποδοχέων αποκρινόταν σε διαφορετικές οσμές.
Με χρήση μαθηματικών μοντέλων οι ερευνητές κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι 140 από τους 400 οσφρητικούς υποδοχείς της μύτης –ποσοστό της τάξεως του 30% –είναι διαφορετικοί μεταξύ δύο ανθρώπων.
Προς δημιουργία συγκεκριμένων οσμών
Σύμφωνα με τον δρα Μέινλαντ, τα νέα ευρήματα μπορούν να οδηγήσουν τους επιστήμονες στη δημιουργία συγκεκριμένων οσμών: «Ο μακροπρόθεσμος στόχος είναι να βρούμε πώς οι υποδοχείς κωδικοποιούν για την παραγωγή μορίων της οσμής με τόσο αναλυτικό τρόπο ώστε να μπορούμε να δημιουργούμε όποια μυρωδιά θελήσουμε παρεμβαίνοντας απευθείας στους υποδοχείς της όσφρησης».
Δημοσιεύτηκε στο HeliosPlus στις 12 Δεκεμβρίου 2013
HeliosPlus