Σε έναν κόσμο όπου οι πόλεις συνεχώς επεκτείνονται «καταπίνοντας» εκτάσεις οι οποίες αποτελούσαν παραδοσιακά τα «σπίτια» ζώων, είναι επόμενο τα αστικά κέντρα να αποκτούν όλο και περισσότερους όχι μόνο δίποδους αλλά και τετράποδους καθώς και… φτερωτούς κατοίκους. Και είναι επίσης επόμενο τα ζώα να μαθαίνουν να προσαρμόζονται (θέλοντας και μη) στους κανόνες των πόλεων ώστε να επιβιώσουν στον λαβύρινθο των κτιρίων, των πολύβουων δρόμων, των εκατομμυρίων ανθρώπων. Θα αναρωτιόταν κάποιος γιατί δεν εγκαταλείπουν εύκολα το «κλεινόν άστυ» που δεν είναι μόνο αφιλόξενο για εκείνα αλλά πολλές φορές ακόμη και απάνθρωπο για όσους το δημιούργησαν: διότι, σύμφωνα με τους επιστήμονες, τα αστικά περιβάλλοντα μεταφράζονται και σε ηπιότερα μικροκλίματα, σε σταθερές πηγές τροφής καθώς και σε μικρότερο αριθμό θηρευτών σε σύγκριση με την ύπαιθρο.
Και ενώ η αστικοποίηση φαίνεται να οδηγεί στην… άβυσσο κάποια είδη πτηνών και ζώων, ίσως βοηθά στην επιβίωση άλλα. Σε κάθε περίπτωση, διαφορετικές, ενδιαφέρουσες μελέτες δείχνουν πώς τα ζώα μαθαίνουν να εξελίσσουν τις συμπεριφορές τους (και όχι μόνο) για να καταφέρουν να μείνουν ζωντανά στο νέο τους «σπίτι» που απέχει παρασάγγας από το καταπράσινο τοπίο στο οποίο είχαν ταχθεί από τη φύση να ζουν. Οπως αναφέρουν πάντως στο «Βήμα» ειδικοί επί του θέματος, δεν πρέπει να ξεχνούμε πως στις πόλεις, που τόσο επεκτατικά και πολλές φορές άναρχα δημιουργήσαμε, πρέπει να χωρέσουν και άλλοι εκτός από εμάς: διαφορετικά ζώα και πουλιά που δεν είναι λιγότερο σημαντικά για αυτόν τον πλανήτη από τους «έξυπνους» ανθρώπους, γεγονός που αποδεικνύουν συνεχώς με τις ευφυέστατες, άκρως προσαρμοστικές αντιδράσεις τους τριγυρνώντας μέσα στα αστικά κέντρα αλλά και πετώντας επάνω από αυτά.
Για ένα πουλί που ζει στην εξοχή ο κύριος εχθρός είναι τα αρπακτικά πτηνά. Τα πουλιά των πόλεων έχουν όμως έναν άλλο, τετράποδο αυτή τη φορά, συχνό αντίπαλο που δεν είναι άλλος από τις… γάτες. Και όπως έδειξε μελέτη ειδικών από το Πανεπιστήμιο της Γρανάδας και το Πανεπιστήμιο Paris-Sud, οι φτερωτοί κάτοικοι των πόλεων έχουν ανακαλύψει τα δικά τους τρικ για να ξεφεύγουν από τα γατίσια νύχια. Προκειμένου να διερευνήσουν το ζήτημα οι ερευνητές συνέλεξαν 1.132 πτηνά από 15 είδη τα οποία εντοπίζονται τόσο στην ύπαιθρο όσο και στις πόλεις που ζούσαν σε δύο πόλεις και στα περίχωρά τους: στο Μπρέντερσλεβ της Δανίας και στη Γρανάδα της Ισπανίας. Κάθε φορά που «συνελάμβαναν» ένα πουλί παρατηρούσαν εξονυχιστικά τις αντιδράσεις του απέναντι στη σύλληψή του. Σύμφωνα με τα ευρήματά τους, που δημοσιεύθηκαν στο επιστημονικό έντυπο «Animal Behaviour», εμφανίστηκαν διαφορές στις αντιδράσεις πουλιών που ζούσαν στις πόλεις σε σύγκριση με πτηνά του ίδιου είδους που ζούσαν στην εξοχή. Για παράδειγμα, τα πουλιά της πόλης «ούρλιαζαν» κατά τη σύλληψή τους πολύ περισσότερο από εκείνα της εξοχής στέλνοντας σήματα κινδύνου και βγάζοντας «κραυγές» βοήθειας στους γείτονές τους στις πόλεις τα πουλιά βρίσκονται πιο κοντά το ένα με το άλλο σε σύγκριση με τις τεράστιες εκτάσεις της υπαίθρου και έτσι μπορούν να βρουν βοήθεια ταχύτερα. Μια άλλη άκρως ενδιαφέρουσα παρατήρηση ήταν ότι τα πτηνά των πόλεων έκαναν ένα άκρως έξυπνο κόλπο πολύ συχνότερα από τους… εξοχικούς συγγενείς τους: έριχναν το πτέρωμά τους. Για ποιον λόγο; Μα για να ξεφεύγουν ευκολότερα από τις πεινασμένες γάτες. Φανταστείτε την εικόνα: εκεί όπου η γάτα έχει γραπώσει με το στόμα της το πουλί, εκείνο ρίχνει τη «στολή» του και ξεφεύγει αφήνοντας τον εχθρό με ένα στόμα γεμάτο… φτερά και πούπουλα.
Η ζωή στην πόλη με τους ιλιγγιώδεις ρυθμούς της είναι το λιγότερο εξουθενωτική αν θέλετε περαιτέρω επιβεβαίωση ρωτήστε τα… πουλιά και δη τα κοτσύφια. Πρόσφατη μελέτη ειδικών από τη Βρετανία και τη Γερμανία που δημοσιεύθηκε στην επιθεώρηση «Proceedings of the Royal Society B» έδειξε ότι κοτσύφια που έχουν τις φωλιές τους στις πόλεις (η μελέτη διεξήχθη συγκεκριμένα σε πουλιά στο Μόναχο αλλά και σε περιοχές μερικές δεκάδες χιλιόμετρα έξω από αυτό) είναι πιο δραστήρια και ο οργανισμός τους τρέχει σε πιο γρήγορους ρυθμούς σε σύγκριση με τα «αδέλφια» τους που ζουν μακριά από το… κλεινόν άστυ. Συγκεκριμένα, σύμφωνα με τα αποτελέσματα, τα πουλιά της πόλης ξυπνούσαν περί τα 30 λεπτά πριν από την ανατολή του ηλίου ενώ τα πουλιά της εξοχής ξεκινούσαν την ημέρα τους μαζί με τον ήλιο που ανέτειλλε. Παράλληλα τα «αστικά» κοτσύφια παρέμεναν ξύπνια για μεγαλύτερο διάστημα μέσα στην ημέρα η ημέρα τους επιμηκυνόταν κατά περίπου 40 λεπτά σε σύγκριση με εκείνα της υπαίθρου. Επιπλέον, το βιολογικό ρολόι των κοτσυφιών των πόλεων χτυπούσε γρηγορότερα, γεγονός που σήμαινε ότι τα πουλιά βρίσκονταν σε μια μόνιμη κατάσταση… jet lag. Σημειώνεται ότι η συγκεκριμένη μελέτη είναι η πρώτη που δείχνει σημαντικές αλλαγές στο βιολογικό ρολόι των πτηνών εξαιτίας του αστικού περιβάλλοντος. Οι μεταβολές στα μοτίβα του ύπνου φαίνεται ότι επηρεάζουν αρνητικά τους ανθρώπους καθώς συνδέονται με προβλήματα υγείας όπως η παχυσαρκία, ο διαβήτης και ο καρκίνος και οι ερευνητές σκοπεύουν τώρα να δουν την επίδραση αυτών των μεταβολών και στον οργανισμό των πτηνών.
Τα κοτσύφια των πόλεων και πάλι (μιλούν) με τον τρόπο τους εξιστορώντας τα «δεινά» τους ελέω τεχνητού φωτός για την ακρίβεια, της φωτορρύπανσης. Ειδικοί από το Ινστιτούτο Μαξ Πλανκ στη Γερμανία είδαν ότι όταν τα αρσενικά κοτσύφια εκτίθενται ακόμη και σε χαμηλά επίπεδα τεχνητού φωτός τη νύχτα, οι όρχεις τους αναπτύσσονται έναν μήνα νωρίτερα σε σύγκριση με τα αρσενικά κοτσύφια της υπαίθρου. Παράλληλα τα πουλιά ξεκινούν το τραγούδι τους μια ώρα νωρίτερα κάθε πρωί και αλλάζουν το πτέρωμά τους έναν μήνα νωρίτερα από εκείνα των… βουνών και των λόγγων. Δεν είναι βέβαιο αν η επίδραση αυτών των αλλαγών είναι αρνητική ή θετική για τα πτηνά, σημειώνουν οι ερευνητές. Οπως λένε, είναι πιθανό οι κότσυφες των πόλεων να επωφελούνται από το ότι η πρόωρη σεξουαλική ωρίμασή τους οδηγεί και σε απόκτηση περισσότερων νεοσσών κατά τη διάρκεια του έτους. Από την άλλη πλευρά όμως, η αναπαραγωγή σε περιόδους που η πρόσβαση σε τροφή είναι πιο δύσκολη δεν βοηθά τα πτηνά και κυρίως τη διαιώνιση του είδους τους.
Σπουργίτια, σπίνοι και πιθανότατα και άλλα πτηνά των πόλεων επιδίδονται σε μια ασυνήθιστη (για πουλιά τουλάχιστον) πρακτική: μαζεύουν συστηματικά γόπες (όχι των θαλασσών αλλά των… καπνιστών). Αυτό ανακάλυψαν ερευνητές του Πανεπιστημίου του Σεντ Αντριους στη Βρετανία όπως ανέφεραν με μελέτη τους στην επιθεώρηση «Biology Letters». Για ποιον λόγο τα πτηνά συλλέγουν αποτσίγαρα; Διότι τα χρησιμοποιούν στην κατασκευή της φωλιάς τους διώχνοντας έτσι τελικώς τα ανεπιθύμητα ακάρεα και άλλους ενοχλητικούς «εχθρούς». Σύμφωνα με τους ειδικούς, έχει παρατηρηθεί ότι στη φύση πολλά είδη πουλιών επενδύουν τη φωλιά τους με φυτά που διαθέτουν εντομοαπωθητική δράση. Τέτοια δράση έχουν και τα αποτσίγαρα που έχουν εμποτιστεί με νικοτίνη η οποία αποτελεί ισχυρό εντομοκτόνο. Παραμένει πάντως άγνωστο αν τα πτηνά των πόλεων κατανοούν την εντομοαπωθητική δράση των αποτσίγαρων που συλλέγουν. Πιθανώς, κατά τους ειδικούς, μαζεύουν τις γόπες μόνο για τη μόνωση της φωλιάς τους χωρίς να αντιλαμβάνονται ότι συγχρόνως με αυτόν τον τρόπο διώχνουν τα παράσιτα. Μια άλλη πιθανότητα είναι ότι διαλέγουν τα αποτσίγαρα λόγω της μυρωδιάς τους αφού άλλωστε και στη φύση τα πτηνά βασίζονται στην όσφρηση για να εντοπίσουν φυτά με εντομοαπωθητικά συστατικά. Σε κάθε περίπτωση, τα μέχρι στιγμής στοιχεία του πειράματος των ερευνητών από το Σεντ Αντριους που διεξήχθη στην Πόλη του Μεξικού έδειξαν ότι οι φωλιές σπουργιτιών και σπίνων περιείχαν κατά μέσο όρο δέκα γόπες έκαστη. Εδειξαν επίσης ότι τα αποτσίγαρα που αποτελούσαν «φόδρα» στις φωλιές είχαν ισχυρή δράση κατά των παρασίτων. Τώρα μένει να διεξαχθούν νέα πειράματα ώστε να επιβεβαιωθεί αν τα πουλιά «γνωρίζουν» ότι μαζεύουν αντιπαρασιτικές γόπες.
Μελέτη που δημοσιεύθηκε στο επιστημονικό έντυπο «Behaviour» και αφορούσε τον κυνόμυ (ένα μικρό τρωκτικό που ζει στη Βόρεια Αμερική και είναι ένα είδος σκίουρου του εδάφους) έδειξε ότι μέσα στις πόλεις τα συγκεκριμένα τρωκτικά χάνουν την εγρήγορσή τους. Ερευνητές από το Τμήμα για την Αγρια Ζωή και τη Βιολογία της Διατήρησης στο Πολιτειακό Πανεπιστήμιο του Κολοράντο μελέτησαν κυνόμυς στο αστικό περιβάλλον του Ντένβερ και συνέκριναν τη συμπεριφορά τους με άλλους που ζούσαν στην εξοχή. Είδαν ότι τα ζώα της πόλης «χαλάρωναν» γρήγορα σε ό,τι αφορούσε την προσοχή και την εγρήγορσή τους. Μάλιστα, όπως παρατηρήθηκε, η επαγρύπνηση των τρωκτικών ήταν αυξημένη όταν έρχονταν αρχικώς σε επαφή με νέα ερεθίσματα, σταδιακά όμως μειωνόταν όσο εκείνα εξοικειώνονταν στο αστικό περιβάλλον. Τα ευρήματα αυτά, κατά τους ειδικούς, δείχνουν ότι οι κυνόμυες αποκρίνονται στην αστικοποίησή τους μέσω αλλαγών στη συμπεριφορά τους που δείχνουν προσαρμογή στο περιβάλλον τους.
Ο ολοένα και αυξανόμενος θόρυβος στις αστικές περιοχές διώχνει τα ωδικά πτηνά, σύμφωνα με καναδική μελέτη που δημοσιεύθηκε στο επιστημονικό έντυπο «Global Change Biology». Ειδικοί από το Πανεπιστήμιο της Αλμπέρτα ανακάλυψαν ότι το θορυβώδες αστικό περιβάλλον καλύπτει τις χαμηλές συχνότητες του τραγουδιού των πουλιών, αποτελώντας έτσι εμπόδιο στην επικοινωνία τους. Και μη νομίσετε ότι αυτή η έλλειψη πλήρους επικοινωνίας είναι ασήμαντη όταν τα θηλυκά δεν ακούν ολοκληρωμένο το κελάηδισμα των αρσενικών, τότε θεωρούν ότι τα αρσενικά αυτά δεν είναι κατάλληλα για ζευγάρωμα. Ετσι οι επιστήμονες είδαν –έπειτα από έρευνα σε 113 περιοχές στο Εντμοντον του Καναδά ότι όταν τα επίπεδα θορύβου σε μια περιοχή εντός της πόλης ανέβαιναν, τότε καταγραφόταν μικρότερος αριθμός διαφορετικών ειδών ωδικών πτηνών σε αυτή την περιοχή. Ενα δεύτερο πείραμα της ομάδας σε επτά είδη ωδικών πτηνών που παρά την ηχορρύπανση συνέχιζαν να ζουν στις πολύβουες περιοχές της πόλης, έδειξε ότι σε πολλά από αυτά ο θόρυβος οδηγούσε στη μείωση του αριθμού των ατόμων του κάθε είδους. Οι ερευνητές υποθέτουν ότι η κακή επικοινωνία μεταξύ αρσενικών και θηλυκών πτηνών λόγω θορύβου έχει επίδραση στο ζευγάρωμά τους και τελικώς στον αριθμό των απογόνων που αποκτούν.
Τι κάνει ένας σκίουρος στην πόλη; Κουνάει την ουρά του όχι από τη χαρά του αλλά αντιθέτως για να στείλει σε οποιονδήποτε μπορεί να τον βοηθήσει το σήμα ότι υπάρχει πρόβλημα. Και αυτό διότι ο έντονος θόρυβος των πόλεων σκεπάζει συχνά τους ήχους που βγάζουν τα ζώα. Θέλοντας και μη λοιπόν, ο γκρι σκίουρος προσαρμόζεται στις καταστάσεις αφού ξέρει ότι η «φωνή» του θα πνιγεί μέσα στη βουή και έτσι «χαιρετά» με την ουρά του τα υπόλοιπα μέλη του είδους του για να τους εκπέμψει SOS όταν χρειάζεται. Οι σκίουροι επισκέπτονται συχνά τα πάρκα των πόλεων αναζητώντας τα υπολείμματα τροφών των ανθρώπωντο ανθρώπινο φαγητό αντιστοιχεί πλέον σε περισσότερο από το 1/3 του συνόλου της διατροφής τους. Οσο για το πού βρίσκεται η «μόνιμη αστική κατοικία» τους, θα τους βρείτε συχνά σε εγκαταλελειμμένα σπίτια τα οποία αποτελούν ιδεώδεις κρυψώνες, όπως έχουν ανακαλύψει επιστήμονες διαφορετικών ομάδων.
Οι νυχτερινές περιπλανήσεις δεν φοβίζουν αυτούς τους «διάσημους»… περιπατητές. Στις πόλεις τα στέκια των σκαντζόχοιρων φαίνεται ότι είναι οι κήποι ή οι ταράτσες-κήποι (που έχουν γίνει μόδα το τελευταίο διάστημα), καθώς σε αυτούς μπορούν να βρουν ευκολότερα τροφή, μακριά από τους πολυσύχναστους δρόμους όπου πάντα ελλοχεύει ο κίνδυνος να καταλήξουν κάτω από τις ρόδες κάποιου αυτοκινήτου. Αυτού του είδους τα αστικά «εστιατόρια» των σκαντζόχοιρων φαίνεται, σύμφωνα με διαφορετικά στοιχεία, ότι είναι ιδιαιτέρως ελκυστικά στο μέσον της νύχτας όταν ο μεγάλος κίνδυνος της εμφάνισης σκύλων (ορκισμένων εχθρών τους) μειώνεται. Ετσι οι «αγκαθωτές» μπάλες μπορούν να συγκεντρωθούν πιο εύκολα στο υψίστης σημασίας έργο να ξετρυπώνουν σκουλήκια και σκαθάρια.
Είναι, όπως ξέρουν όλοι όσοι ζουν σε πόλεις, οι πιο επιτυχημένοι (τουλάχιστον δίποδοι, φτερωτοί) survivors των αστικών κέντρων. Εχουν μάθει να βρίσκονται κοντά στους ανθρώπους, τηρώντας αποστάσεις αλλά όχι και τόσο μεγάλες από αυτούς. Τα φώτα των δρόμων τούς επιτρέπουν να αναζητούν τροφή ολόκληρη την ημέρα και έτσι έχουν αλλάξει τον τρόπο διατροφής τουςπροτιμώντας κυρίως την κατανάλωση σνακ αφού συνεχώς τσιμπολογούν. Μελέτη έδειξε μάλιστα ότι τα περιστέρια, περί ων ο λόγος, είναι… φυσιογνωμιστές καθώς θυμούνται πολύ καλά τα πρόσωπα των ανθρώπων που τα έχουν ταΐσει (άρα των φίλων) αλλά και εκείνα των ατόμων που τα έχουν κυνηγήσει (άρα των εχθρών). Είναι χαρακτηριστικό ότι, σύμφωνα με τη μελέτη, όταν τα άτομα που είχαν αρχικώς κυνηγήσει τα περιστέρια προσπαθούσαν αργότερα να τα ταΐσουν, εκείνα τους απέφευγαν συστηματικάακόμη και όταν οι πρώην κυνηγοί τους άλλαζαν ρούχα για να τα μπερδέψουν. Αποδεικνυόταν όμως πάντα ότι έπιαναν πολύ περισσότερα… πουλιά στον αέρα από ό,τι οι άνθρωποι νομίζουν.
Διαφορετικές μελέτες δείχνουν ότι πουλιά όπως τα σπουργίτια, τα κοτσύφια και οι παπαδίτσες ανεβάζουν… οκτάβες στα αστικά περιβάλλοντα ενώ τραγουδούν. Συγκεκριμένα, τα πτηνά αυξάνουν τη συχνότητα του κελαηδίσματός τους ώστε αυτό να υπερκαλύπτει τον θόρυβο της πόλης. Η μέση μάξιμουμ συχνότητα των ήχων που βγάζει ένα πουλί της πόλης όταν ο θόρυβος στο φόντο είναι περίπου στα 66 ντεσιμπέλ φθάνει τα 3.165 Hz, τη στιγμή που η αντίστοιχη συχνότητα των ήχων των πουλιών στην εξοχή είναι της τάξεως των 2.657 Hz (όταν ο ήχος στο φόντο του περιβάλλοντος είναι περίπου στα 37 ντεσιμπέλ). Πάντως καινούργια στοιχεία δείχνουν ότι τα πουλιά των πόλεων δεν γίνονται… σοπράνο μόνο εξαιτίας της (παράφωνης) συμφωνίας που παράγουν αυτοκίνητα, μηχανές και η ανθρώπινη δραστηριότητα (οι ήχοι αυτοί εκπέμπονται συνήθως σε σχετικά χαμηλές συχνότητες, οπότε τα πτηνά ανεβάζουν τη δική τους συχνότητα ώστε το τραγούδι τους να ξεχωρίζει και να γίνεται αντιληπτό από τα υπόλοιπα πουλιά) αλλά και για να υπερπηδήσουν έναν τεράστιο «σκόπελο» που κάνει το τραγούδι τους να βρίσκει «τοίχο» δεν είναι άλλος από τα ψηλά κτίρια των πόλεων. Ερευνητές από τα Πανεπιστήμια της Κοπεγχάγης και του Αμπερίστγουιθ ανέφεραν με δημοσίευσή τους στην επιθεώρηση «PLoS ONE» ότι η αρχιτεκτονική των πόλεων επιδρά βαθιά στο τραγούδι των πουλιών. Οι δομές μέσα στο αστικό τοπίο σπίτια, δρόμοι, ουρανοξύστες ανακλούν τα κύματα του ήχου προς διαφορετικές κατευθύνσεις, κάτι που τα πουλιά πρέπει να λαμβάνουν υπόψη τους ώστε το κελάηδισμά τους να φθάσει χωρίς… παρατράγουδα στα υπόλοιπα για να επιτευχθεί σωστή επικοινωνία.
Οι πονηρές αλεπούδες βρίσκονται στο στοιχείο τους μέσα στις πόλεις που τους προσφέρουν πολλές ευκαιρίες για να επιδείξουν το ταλέντο τους. Αρκετές αλεπούδες κατοικούν συχνά στα προάστια πόλεων προκειμένου να βρίσκουν λαχταριστά «γεύματα» μέσα σε κήπους ή σε κάδους απορριμμάτων στους δρόμους. Παρατηρήσεις ερευνητών δείχνουν μάλιστα ότι οι αλεπούδες των πόλεων είναι πιο δραστήριες κατά τη διάρκεια της ημέρας σε σύγκριση με εκείνες που ζουν στο φυσικό περιβάλλον τους (εκτός δηλαδή αστικών κέντρων). Οι επιστήμονες έχουν εντοπίσει και άλλες συμπεριφορές των αλεπούδων που αποδεικνύουν ότι έχουν προσαρμοστεί στην αστική ζωή: μελέτες μαρτυρούν ότι προσέχουν ιδιαιτέρως πώς περνούν τους πολυσύχναστους δρόμους: όταν η ροή της κίνησης είναι πιο ήπια τότε και εκείνες παίρνουν το «πράσινο φως» για να περάσουν με ασφάλεια απέναντι.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ