Δύο θεωρήσεις, αντικρουόμενες μεταξύ τους, κυριαρχούν στην τρέχουσα αντίληψή μας για το Διαδίκτυο και την επίδρασή του στο κοινωνικό γίγνεσθαι. Η πρώτη είναι αυτή που χρησιμοποίησε πρόσφατα ο πρόεδρος των ΗΠΑ, σε ομιλία του στο Μπέλφαστ, προκειμένου να ωθήσει τη νεολαία της Β. Ιρλανδίας στην επιδίωξη ειρηνικού και δημιουργικού μέλλοντος για τη χώρα τους: Τους έφερε ως παράδειγμα τον καταλυτικό ρόλο που έπαιξαν τα Κοινωνικά Μέσα (Social Media… νεοελληνιστί) στην έλευση της Αραβικής Ανοιξης. Είναι η θεώρηση που βλέπει τη διαδικτυακή επικοινωνία ως θεμέλιο επικράτησης της διαφάνειας, του εκδημοκρατισμού των κοινωνιών και της οικουμενικής συνειδητοποίησης των προβλημάτων της ανθρωπότητας.
Η άλλη θεώρηση είναι αυτή που προβλήθηκε τις ίδιες ακριβώς ημέρες, συνεπεία των αποκαλύψεων ενός πρώην προγραμματιστή των αμερικανικών μυστικών υπηρεσιών, CIA και NSA: Στη χώρα που «διδάσκει» τη δημοκρατία, στις ΗΠΑ του προέδρου Ομπάμα, οι μυστικές υπηρεσίες είχαν επιβάλει στις πολυεθνικές της διαδικτύωσης και των Κοινωνικών Μέσων (Google, Yahoo, Facebook, Twitter…) έναν «ομφάλιο λώρο», μέσω του οποίου είχαν πλήρη έλεγχο στα όσα έλεγαν, έβλεπαν και έγραφαν μεταξύ τους οι πολίτες. Είναι η θεώρηση που βλέπει την παγκοσμιοποίηση της επικοινωνίας ως το καλύτερο μέσο για την παρακολούθηση του κάθε ατόμου της κοινωνίας και τη χειραγώγηση των όποιων εξελίξεων σε αυτήν.
Από τον όλο θόρυβο που ξεσηκώθηκε –μία πλήρη αναβίωση της «μεσαιωνικής έκπληξης» των πολλών ότι ο βασιλιάς είναι γυμνός –ένας όρος ξεχώρισε στις συζητήσεις και αναδύθηκε ως εκφραστής του συμπλέγματος και των δύο θεωρήσεων: Κοινωνική Μηχανική (Social Engineering). Τι είναι αυτό –και γιατί προβλήθηκε ως ο κρυφός ρόλος των Κοινωνικών Μέσων;
«Κοινωνιοπλαστική» με επιστημονικές μεθόδους
Αν ψάξει κάποιος στα λεξικά θα βρει ότι στον κόσμο των υπολογιστών ο όρος Κοινωνική Μηχανική σημαίνει τη «χρήση επικοινωνιακών δεξιοτήτων προκειμένου να ξεγελαστούν οι χειριστές υπολογιστών και να επιτρέψουν την πρόσβαση στα αρχεία τους». Δηλαδή, οι κάθε είδους ψηφιακοί διαρρήκτες (hackers και crackers) επιτελούν Κοινωνική Μηχανική όταν, αντί να επαφεθούν στη δράση λογισμικού διείσδυσης, προτιμούν να… μεταμφιεστούν σε φίλο ή συνάδελφο και να πείσουν τον όποιο φύλακα να τους ανοίξει την πόρτα. Στις περιπτώσεις των απλών χρηστών –όπως οι περισσότεροί μας –Κοινωνική Μηχανική εφαρμόζει το e-mail που μας ενημερώνει ότι μπορούμε να εισπράξουμε την… κληρονομιά από τη Νιγηρία, αρκεί να πληκτρολογήσουμε τον κωδικό εισόδου στον τραπεζικό μας λογαριασμό.
Ομως, στον τομέα των πολιτικών επιστημών θα βρούμε και άλλη μία ερμηνεία του όρου, πολύ ευρύτερης σημασίας: Κοινωνική Μηχανική είναι η αξιοποίηση μέσων επηρεασμού των πολιτών, ώστε τελικά να ελέγχεται η κοινωνική τους συμπεριφορά. Αν τώρα βιαστείτε να πείτε πως αυτό κάνουν όλοι οι πολιτικοί, η απάντηση του συγκεκριμένου κλάδου είναι: Οι Κοινωνικοί Μηχανικοί χρησιμοποιούν επιστημονικές μεθόδους για να αναλύσουν και να κατανοήσουν τα κοινωνικά συστήματα, προκειμένου να φθάσουν στις κατάλληλες αποφάσεις ως επιστήμονες και όχι ως πολιτικοί.

Οπως το έθεσε ο γερμανικός κοινωνιολόγος Tönnies Ferdinand στη μελέτη του Τα σημερινά προβλήματα της κοινωνικής δομής, «η κοινωνία δεν μπορεί πλέον να λειτουργήσει με επιτυχία εφαρμόζοντας ξεπερασμένες μεθόδους κοινωνικής διαχείρισης. Για να επιτευχθούν τα καλύτερα αποτελέσματα, όλα τα συμπεράσματα και οι αποφάσεις πρέπει να χρησιμοποιούν τις πιο προηγμένες τεχνικές και να περιλαμβάνουν αξιόπιστα στατιστικά στοιχεία, τα οποία μπορούν να εφαρμοστούν σε ένα κοινωνικό σύστημα». Με άλλα λόγια, η Κοινωνική Μηχανική είναι ένα επιστημονικό σύστημα που βασίζεται σε δεδομένα για τους πολίτες. Οπότε… αρκεί να μπολιαστεί με την άλλη ερμηνεία της –εκείνη των υπολογιστών –για να φθάσει κανείς στο εκρηκτικό υβρίδιο που αντιμετωπίζουμε σήμερα μέσω του Διαδικτύου!

Είναι βέβαιο ότι μια τέτοια μετάλλαξη δεν την είχε διανοηθεί ο ολλανδός βιομήχανος J.C. Van Marken, όταν πρώτος εισήγαγε το 1894 την ιδέα χειρισμού των προβλημάτων του πλανήτη από Κοινωνικούς Μηχανικούς. Ούτε καν όσοι τον ακολούθησαν στον 20ό αιώνα: Οι Σοβιετικοί το 1920, με την εκστρατεία για τον «Νέο Σοβιετικό Ανθρωπο», οι μαοϊκοί με το «Μέγα Αλμα προς τα Εμπρός» και την «Πολιτιστική Επανάσταση» ή οι ημέτεροι χουντικοί με την «Ελλάς, Ελλήνων, Χριστιανών… εις χειρουργικήν κλίνην». Ακόμη και ο μελλοντολόγος Alvin Toffler, που πρώτος περιέγραψε μια διαδικτυωμένη παγκόσμια κοινωνία στο βιβλίο του «Το Τρίτο Κύμα» (1980), οραματιζόταν την εξέλιξη επί τα βελτίω του κόσμου μας να προέρχεται από τους ίδιους τους πολίτες του και όχι από «Μεγάλους Αδελφούς». Αλλά και αυτός ο Μαρκ Ζούκερμπεργκ, όταν ίδρυε το 2004 το Facebook, είχε στο νου του μόνον ένα κοινωνικό μέσο που θα έφερνε κοντά τους αποξενωμένους στη μεγαλούπολη ανθρώπους. Τι συνέβη ώστε να μετατραπεί το ψηφιακό κουτσομπολιό σε ακτινογραφικό μηχάνημα όλων μας;
Ιχνηλάτες του Διαδικτύου
Στην αρχή της χολιγουντιανής ταινίας που περιέγραφε τη γέννηση του Facebook («The Social Network», 2010), μία φράση κυριαρχεί και εντυπώνεται στη μνήμη του θεατή: «Ζήσαμε στα χωράφια, έπειτα ζήσαμε στις πόλεις… και τώρα πρόκειται να ζήσουμε στο Internet». Πώς ακριβώς οραματίζονταν αυτοί οι νεαροί προγραμματιστές τη «ζωή στο Internet»;
Την απάντησή τους άρχισαν να ψάχνουν επιστημονικά τρία χρόνια αργότερα, το 2007, όταν προσέλαβαν έναν μεταδιδακτορικό φοιτητή του ΜΙΤ, τον Κάμερον Μάρλοου. Στη διδακτορική του διατριβή, ο Μάρλοου είχε δημιουργήσει έναν ιστότοπο, το Blogdex, που κατέγραφε αυτόματα τις πιο «κολλητικές πληροφορίες» που διαδίδονταν μέσω των ιστολογίων (blogs). Ουσιαστικά, ο σχεδιασμός του Blogdex ήταν να γίνει ένα επιστημονικό όργανο που θα αποκάλυπτε τον τρόπο διαμόρφωσης των κοινωνικών δικτύων στον Παγκόσμιο Ιστό και θα μελετούσε το πώς διέδιδαν τις ιδέες. Για να εμβαθύνει θεωρητικά στο θέμα, ο Μάρλοου θήτευσε και δύο χρόνια στα ερευνητικά εργαστήρια του Yahoo, μαθαίνοντας την «κοινωνικοποίηση εν δικτύω». Οταν μεταπήδησε στο Facebook, συνέπηξε μία ομάδα 12 ατόμων –την επονομαζόμενη Data Science Team –και άρχισε να αυτοματοποιεί την ιχνηλάτηση των όσων προτιμούν να ακούν, να βλέπουν και να γράφουν τα εκατομμύρια των συνδρομητών του.
«Αυτή είναι η πρώτη φορά που ο κόσμος βλέπει τέτοια κλίμακα και ποιότητα δεδομένων σχετικά με την ανθρώπινη επικοινωνία», δήλωσε ο ίδιος στο περιοδικό technolo-gyreview.com (23 Ιουνίου, 2012). «Για πρώτη φορά», εξήγησε, «έχουμε ένα μικροσκόπιο που όχι μόνο μας επιτρέπει να εξετάσουμε την κοινωνική συμπεριφορά σε λεπτομέρεια που ποτέ δεν ήμασταν σε θέση να δούμε πριν, αλλά και μας επιτρέπει να εκτελούμε πειράματα σε εκατομμύρια χρήστες». Και κατέληξε: «Οι μεγαλύτερες προκλήσεις που αντιμετωπίζει το Facebook είναι οι ίδιες που αντιμετωπίζει η κοινωνική επιστήμη. Οι προκλήσεις περιλαμβάνουν την κατανόηση τού γιατί μερικές ιδέες ή μόδες που εκκινούν από λίγα άτομα γίνονται καθολικές, ενώ άλλες όχι, ή το σε ποιον βαθμό οι μελλοντικές ενέργειες ενός ατόμου είναι προϊόν παρελθούσης επικοινωνίας του με φίλους».
Το «πείραμα» με τους δωρητές οργάνων
Αυτή η τελευταία ρήση είναι ικανή να εγείρει εύλογες υποψίες για την παρεμβατικότητα της διαδικασίας. Οπότε, ο Μάρλοου σπεύδει να μας καθησυχάσει: «Στόχος μας δεν είναι να στρεβλώσουμε τον τρόπο επικοινωνίας στην κοινωνία», λέει. «Στόχος μας είναι να τον κατανοήσουμε, ώστε να προσαρμόζουμε το λογισμικό μας και να δίνουμε στους ανθρώπους την εμπειρία που θέλουν». Ομως οι πράξεις του Facebook προαναγγέλλουν άλλα: Πέρυσι τον Απρίλιο, ο Ζούκερμπεργκ αποφάσισε ότι θα πρέπει να χρησιμοποιήσουν την κοινωνική επιρροή στο Facebook για να αυξηθούν οι δωρητές οργάνων. Δόθηκε έτσι στους χρήστες η δυνατότητα να τσεκάρουν στις σελίδες τους ένα κουτάκι που δήλωνε ότι ήταν εγγεγραμμένοι δωρητές –πράγμα που εκκινούσε μια ειδοποίηση στους φίλους τους. Το αποτέλεσμα ήταν να δημιουργηθεί ένας «καταρράκτης κοινωνικής πίεσης» που αύξησε τους δωρητές οργάνων στις ΗΠΑ κατά 23%.
Τέλειο «εργαλείο» για εκλογές!
Ενα άλλο δείγμα κοινωνιοπλαστικής επέμβασης από πλευράς Facebook σημειώθηκε το 2008, όταν η εταιρεία προσέφερε στους συνδρομητές της έναν τρόπο δήλωσης ότι έχουν ψηφίσει. Μόλις το έκαναν, το Facebook προωθούσε στους φίλους τους σημείωμα που έλεγε «βεβαιώσου ότι θα ψηφίσεις κι εσύ». Τις δυνατότητες του εγχειρήματος αντιλήφθηκε αμέσως το ειδησεογραφικό κανάλι CNN, συνεργάστηκε με το Facebook στην κάλυψη των εκλογών του 2009 (που έβγαλαν πρόεδρο τον Ομπάμα) και συνεχίζει έκτοτε. Την ιδέα προώθησαν περαιτέρω διαδικτυακές εταιρείες όπως η Votizen.com, που σε καλεί να γνωστοποιήσεις στους ψηφιακούς φίλους σου τις εκλογικές προτιμήσεις σου ή η PopVox.com, που παρακολουθεί για λογαριασμό σου τη νομοθετική δράση των βουλευτών που ψήφισες και σε διευκολύνει στο να τους πεις την ύστερη γνώμη σου. Ακόμη πιο «έξυπνα», η ElectNext.com ζητάει την άποψή σου για διάφορα θέματα προκειμένου να… σου βρει τον ταιριαστό υποψήφιο βουλευτή.
Το ιστορικό παράδοξο σε όλη αυτή τη διεργασία είναι πως ο Μαρξ ήταν εκείνος που υποστήριζε ότι «η συλλογική ολότητα που ονομάζεται κοινωνία δημιουργεί τα μεμονωμένα μέλη της, οπότε αυτά θα μπορέσουν να γίνουν κατανοητά μόνον εξετάζοντας τους κανόνες της». Ακόμη όμως κι αν το Facebook και οι μιμητές του αντισταθούν στον πειρασμό να γίνουν οι «ινστρούχτορες» του καπιταλιστικού κόσμου, το δέλεαρ είναι μέγα για να γίνουν οι τροφοδότες άλλων: Θα μπορούσαν να θησαυρίσουν πουλώντας σε τρίτους δεδομένα που δείχνουν το πώς διαμοιράζονται μεταξύ των συνδρομητών τους στοιχεία που τους αφορούν ή συνδυάζοντας τα κλικ «Like» με τα δημογραφικά δεδομένα των ανθρώπων που εκφράζουν τις προτιμήσεις τους. Το επιχειρηματικό μοντέλο υπάρχει ήδη και το ξεκίνησε η Google στα τέλη του 2011, τιμολογώντας με 150.000 δολάρια ετησίως τη λεπτομερειακή ανάλυση της κυκλοφορίας στο Διαδίκτυο. «Είναι δύσκολο να προβλέψουμε το πού θα πάμε, γιατί είμαστε σε πολύ πρώιμα στάδια αυτής της επιστήμης», δήλωσε διόλου καθησυχαστικά στη συνέντευξή του ο Μάρλοου. «Ο αριθμός των πιθανών πραγμάτων που θα μπορούσαμε να ζητήσουμε από τα δεδομένα του Facebook είναι τεράστιος».
Επιδηµία ναρκισσισµού
Μία σηµαντική διαφορά µεταξύ της Κοινωνικής Μηχανικής που ασκούν οι µυστικές υπηρεσίες και εκείνης που ασκούν τα ίδια τα κοινωνικά µέσα είναι ότι η των πρώτων επιβάλλεται σε δεύτερο στάδιο, ενώ η των δεύτερων επιτυγχάνεται µέσω της εθελουσίας συµµετοχής σε πρώτο στάδιο. Βέβαια, θα µπορούσε κάποιος να παρατηρήσει ότι και στην εθελούσια συµµετοχή στα κοινωνικά µέσα ελλοχεύει η διαφορά µεταξύ πειθούς και χειραγώγησης: Πείθεται κάποιος όταν του έχει δηλωθεί µία πρόθεση και προχωρεί στην επιλογή της. Οταν όµως έχει παραπληροφορηθεί, κάνει την επιλογή του χειραγωγούµενος.

Το ερώτηµα που παραµένει είναι γιατί τόσα εκατοµµύρια άνθρωποι γύρω µας προσφέρουν πρόθυµα τις λεπτοµέρειες της ζωής τους σε µέσα που µηχανεύονται την επίδραση ή και τον έλεγχο των επιλογών τους. Η απάντηση προκύπτει έµµεσα από τα ευρήµατα του βιβλίου «The Narcissism Epidemic: Living in the Age of Entitlement», που κυκλοφόρησαν το 2009 οι αµερικανοί ψυχολόγοι Jean M. Twenge και W. Keith Campbell: Σύµφωνα µε τα αποτελέσµατα της µελέτης που έκαναν σε 37.000 φοιτητές, βρισκόµαστε στη µέση µιας «επιδηµίας ναρκισσισµού» που επιτείνεται από την ύπαρξη των κοινωνικών µέσων του Διαδικτύου. Μάλιστα, βρήκαν ότι ο δείκτης Αποθέµατος σε Ναρκισσιστική Προσωπικότητα (NPI) είναι εξόχως ανάλογος του βαθµού δραστηριότητας στο Facebook.

O καθηγητής Ψυχιατρικής στο Πανεπιστήµιο του Στάνφορντ Ηλίας Αµπουζαούντ εξηγεί ότι η δυνατότητα που έχουµε να δένουµε την εµπειρία του Διαδικτύου µε κάθε µας ανάγκη µάς κάνει ακόµη πιο νάρκισσους. Χαρακτηριστικά παρατηρεί ότι «η µεταστροφή από τη χρήση του προθέµατος e- (ηλεκτρονικό) στη χρήση του προθέµατος i- (εγώ ή έξυπνο) σε όλο και περισσότερα διαδικτυακά προϊόντα και υπηρεσίες (π.χ. iPad, iPhone) έγινε παράλληλα µε την αύξηση του αριθµού των εγωκεντρικών “online Ναρκίσσων”».

Το µέγα δυστύχηµα είναι ότι οι κατ’ εξοχήν «Νάρκισσοι» είναι και εκείνοι που θέτουν τον πήχη για τους απλούς, καθηµερινούς χρήστες του Διαδικτύου. Τους εξωθούν σε µαραθώνιο δηµοφιλίας, µε κατάληξη την κατάθλιψη και τη συντριβή για τα λίγα «Like» στο Facebook ή τα «Thumbs Up» στο Twitter. Στο βιβλίο του, «Virtually You», ο Αµπουζαούντ µάς προειδοποιεί για τα χειρότερα: «Τα χαρακτηριστικά που εµφανίζουµε όταν είµαστε δικτυωµένοι µπορούν να ενσωµατωθούν στον εκτός Διαδικτύου εαυτό µας. Οπότε, ακριβώς όπως τα συναισθήµατα των ατόµων συµπαρασύρονται από τα συναισθήµατα ενός όχλου, το ίδιο µπορεί να µας συµβεί αν παρασυρθούµε από τον διαδικτυακό όχλο».

Δεδοµένου ότι µεταξύ των 2,8 δισεκατοµµυρίων ανθρώπων που έχουν πρόσβαση στο Διαδίκτυο οι εγγεγραµµένοι στο Facebook πλησιάζουν ήδη το ένα δισεκατοµµύριο, έχουµε το ένα τρίτο της διαδικτυωµένης ανθρωπότητας «εν δυνάµει νάρκισσους» και «εν αδυναµία θύµατα». Ως τα 7,1 δισεκατοµµύρια του συνολικού πληθυσµού του πλανήτη, αποµένουν 4,3 δισεκατοµµύρια «ψηφιοκοινωνικά ανένταχτων». Αλλά και αυτοί δεν θα µείνουν για πολύ εκτός εµβέλειας της Κοινωνικής Μηχανικής: Από τα µέσα του παρόντος Ιουνίου, η Google άρχισε να στέλνει τηλεπικοινωνιακά µπαλόνια στη στρατόσφαιρα (βλ. www.google.com/loon/) που σκοπεύουν να διαδικτυώσουν και την πιο απρόσιτη περιοχή του πλανήτη.

«Το πεπρωµένο», λοιπόν, «φυγείν αδύνατον». Ή όχι;

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ