Η σημερινή μας ιστορία θα μπορούσε να αποτελέσει κάλλιστα ένα σενάριο (κυριολεκτικώς) επιστημονικής φαντασίας που ανοίγει δρόμους (και δη θαλάσσιους) ενώνοντας την αρχαία Ελλάδα με το σήμερα. Πρόκειται για μια «βουτιά» στο παρελθόν μέσω της πιο σύγχρονης τεχνολογίας – για την ακρίβεια με μεθόδους που βλέπουμε στο CSI -, η οποία αποκαλύπτει το πώς λάμβανε χώρα το αρχαίο εμπόριο στη Μεσόγειο, αλλά και το πώς αναπτύσσονταν οι σχέσεις συναλλαγής (οικονομικής αλλά και κοινωνικής) μεταξύ διαφορετικών περιοχών στην κλασική ελληνιστική εποχή. Και οι αποκαλύψεις είναι, όπως θα δείτε, ανατρεπτικές!
Η ερευνητική ομάδα. Επάνω η δρ Μαρία Χάνσον από το Πανεπιστήμιο Λουντ στη Σουηδία και ο δρ Μπρένταν Φόλεϊ από το Ωκεανογραφικό Ινστιτούτο Woods Hole στις ΗΠΑ. Κάτω αριστερά, ο δρ Θεοτόκης Θεοδούλου και, δεξιά, ο δρ Δημήτρης Κουρκουμέλης από την Εφορεία Εναλίων Αρχαιοτήτων του υπουργείου Πολιτισμού και Τουρισμού (φωτ. Π. Βεζυρτζής)
Ελληνική και διεθνής μελέτη
Πρωταγωνιστές της ιστορίας είναι τέσσερις ειδικοί, δύο Ελληνες, ένας Αμερικανός και μία Σουηδέζα. Πρόκειται συγκεκριμένα για δύο αρχαιολόγους της Εφορείας Εναλίων Αρχαιοτήτων του υπουργείου Πολιτισμού και Τουρισμού, τους Δημήτρη Κουρκουμέλη και Θεοτόκη Θεοδούλου, έναν αρχαιολόγο-τεχνολόγο, τον Μπρένταν Φόλεϊ από το έγκριτο αμερικανικό Ωκεανογραφικό Ινστιτούτο Woods Hole (Woods Hole Oceanographic Institution, WHOI) στη Μασαχουσέτη και μία γενετίστρια του Τμήματος Βιολογίας στο Πανεπιστήμιο Λουντ, τη Μαρία Χάνσον. Οι τέσσερις αυτοί επιστήμονες ένωσαν τις δυνάμεις τους έχοντας σημαντική… τεχνολογική χείρα βοηθείας για να φωτίσουν το παρελθόν μας.
Και στο φόντο βρίσκονται εννέα αρχαίοι αμφορείς που χρονολογούνται από τον 5ο ως τον 3ο αι. π.Χ. και οι οποίοι σύμφωνα με τους ειδικούς προέρχονταν από το Ιόνιο – ήταν σχεδόν στο σύνολό τους κερκυραϊκοί και είχαν βρεθεί σε ναυάγια στον ευρύτερο θαλάσσιο χώρο της Πελοποννήσου. Οι αμφορείς αυτοί, που είχαν παραδοθεί στην Εφορεία Εναλίων Αρχαιοτήτων από αλιείς ή από λιμεναρχεία, φυλάσσονταν τα τελευταία 20 χρόνια στις αποθήκες της Εφορείας.
Ο δρ Φόλεϊ εξηγεί στο «Βήμα» ότι σε ναυάγια που «κείτονται» στα βάθη της Μεσογείου έχουν εντοπιστεί κατά καιρούς χιλιάδες αμφορείς. Ορισμένοι εξ αυτών αποδείχθηκε ότι περιείχαν απομεινάρια τροφών, όπως κουκούτσια ελιάς ή ψαροκόκαλα, ωστόσο στην πλειονότητά τους τα πολύτιμα αυτά αντικείμενα εντοπίζονταν άδεια. «Η βασική παραδοχή των αρχαιολόγων ως σήμερα ήταν ότι τα αγγεία του είδους χρησιμοποιούνταν σχεδόν αποκλειστικά για τη μεταφορά κρασιού – είναι χαρακτηριστικό ότι ανάλυση 27 προηγούμενων μελετών στις οποίες περιλαμβάνονταν στοιχεία για 5.860 αμφορείς έδειξε ότι στο 95% των περιπτώσεων οι αμφορείς περιγράφονταν ως δοχεία που μετέφεραν αποκλειστικώς κρασί».
Πυξίδα η… ανακύκλωση
Σύμφωνα με τον δρ Φόλεϊ ωστόσο μια τέτοια θεωρία φαινόταν γενικόλογη, αν όχι απλουστευμένη. «Μόνο η δική μας γενιά είναι η γενιά της… μιας χρήσης _ χρησιμοποιεί αντικείμενα όπως πλαστικά ποτήρια, χαρτοπετσέτες, ακόμη και αλουμινένια δοχεία που μετά τη χρήση πετά. Με δεδομένο ότι ακόμη και η προηγούμενη γενιά ήταν γενιά της ανακύκλωσης των αντικειμένων, πιστεύαμε ότι δεν ήταν δυνατόν στην αρχαιότητα να μη γίνεται ανακύκλωση των δοχείων».
Αποφασίζοντας να διερευνήσουν αυτή την πιθανότητα ο δρ Φόλεϊ, η δρ Χάνσον και οι έλληνες συνεργάτες τους άνοιξαν τις αποθήκες της ελληνικής Εφορείας Εναλίων Αρχαιοτήτων στις οποίες το υλικό ήταν έτοιμο και περίμενε να… αποκαλυφθεί. Οπως αποδείχθηκε, η αναμονή (επί χιλιάδες χρόνια στον βυθό και επί δεκαετίες στις αποθήκες) άξιζε τον κόπο. Και αυτό διότι για να έλθει στην επιφάνεια το παρελθόν ήταν απολύτως απαραίτητη η υπερσύγχρονη τεχνολογία.
Ο κ. Κουρκουμέλης τονίζει στο «Βήμα» ότι η εξέλιξη της επιστήμης και της τεχνολογίας ήταν εκείνη που επέτρεψε να ληφθεί γενετικό υλικό από τους αμφορείς χωρίς εκείνοι να «τραυματιστούν» στο ελάχιστο. «Με τις συμβατικές μεθόδους απαιτείτο να αφαιρεθεί ένα κομμάτι κεραμικού ώστε να ληφθεί δείγμα για γενετική εξέταση. Με τη νέα μέθοδο “χαϊδεύουμε” τον αμφορέα απλώς με ένα βαμβάκι και το δείγμα που συλλέγεται είναι ικανό για ανίχνευση πολύ μικρών τμημάτων DNA και για ανάλυσή τους». Ο κ. Θεοδούλου συμπληρώνει ότι «με τη νέα μέθοδο δεν προκαλείται καμία χημική ή μηχανική φθορά. Είναι η πρώτη φορά που χρησιμοποιείται αυτού του είδους η “εγκληματολογική” προσέγγιση σε αμφορείς η οποία εκμηδενίζει οποιαδήποτε πιθανότητα να συντελεστεί κάποιο… έγκλημα στο αγγείο».
Ενας από τους κερκυραϊκούς εμπορικούς αμφορείς που χρονολογείται από το πρώτο μισό του 3ου αι. π.Χ. και χρησιμοποιήθηκε στη μελέτη (φωτ. Π. Βεζυρτζής, Credit: ΥΠΠΟΤ/ΕΕΑ)
Τεχνογνωσία CSI
Τα δείγματα λοιπόν που είχαν ουσιαστικώς ξεκινήσει από τον βυθό του Ιονίου για να «ψαρευτούν» και να καταλήξουν στις αποθήκες της Εφορείας Εναλίων Αρχαιοτήτων ταξίδεψαν στη συνέχεια στο Λουντ της Σουηδίας όπου η Μαρία Χάνσον διεξήγαγε τις γενετικές αναλύσεις. Τα γενετικά «αποτυπώματα» των αμφορέων συγκρίθηκαν με εκείνα που υπάρχουν σε μεγάλες οn-line βάσεις δεδομένων οι οποίες περιέχουν πολλά δείγματα φυτικού DNA (αν και δεν είναι πλήρεις, όπως μας λέει η δρ Χάνσον). «Η όλη διαδικασία μοιάζει με αυτήν που βλέπουμε σε δημοφιλείς αστυνομικές σειρές, όπως το CSI. Λήψη δείγματος με μια μεγάλη μπατονέτα, ανάλυση με τη συμβατική μέθοδο γενετικών αναλύσεων, αυτήν της αλυσιδωτής αντίδρασης της πολυμεράσης (PCR), παραγωγή αντιγράφων του γενετικού δείγματος και στη συνέχεια σύγκριση με διαθέσιμες βάσεις δεδομένων που περιέχουν φυτικό DNA αρκετών ειδών. Αρχικώς αναζητήσαμε τα γένη και στη συνέχεια περάσαμε σε πιο εξειδικευμένη αναζήτηση των συγκεκριμένων ειδών. Δεν κατέστη δυνατό να ταυτοποιήσουμε όλα τα δείγματα. Και αυτό διότι ίσως κάποια από τα απομεινάρια φυτών που εντοπίσαμε να μην υπάρχουν πλέον, αλλά και επειδή οι βάσεις δεδομένων δεν περιέχουν όλα τα είδη και χρειάζονται εμπλουτισμό» διευκρινίζει η ερευνήτρια.
Ακόμη όμως και τα δείγματα που ταυτοποιήθηκαν ήταν αρκετά για να αποδείξουν το έντονο και πλούσιο εμπόριο της εποχής. Δεν ήταν μόνο το λάδι και το κρασί που «ταξίδευαν» συχνά στη Μεσόγειο μέσα στα αγγεία, όπως πιστευόταν ως σήμερα – για την ακρίβεια DNA σταφυλιού εντοπίστηκε μόνο σε πέντε από τους εννέα αμφορείς, ενώ DNA ελιάς σε έξι από τους εννέα. Οι αναλύσεις έδειξαν επίσης την ύπαρξη DNA οσπρίων, πιπερόριζας (του γνωστού μας τζίντζερ), καρυδιών, άρκευθου (λατινική ονομασία Juniperus communis που σημαίνει άγριο κυπαρίσσι και χρησιμοποιείτο πιθανότατα ως μπαχαρικό), αλλά και την ύπαρξη αρωματικών βοτάνων όπως η μέντα, το θυμάρι και η ρίγανη.
«Πολυπρόσωπο» εμπόριο
Τι προσφέρει αυτή η νέα μελέτη που βρίσκεται υπό δημοσίευση στο επιστημονικό περιοδικό «Journal of Archaeological Science» στη γνώση ειδικών και μη; Σύμφωνα με τον κ. Θεοδούλου «κατ’ αρχάς αποδεικνύει ότι μπορούμε με τη μέθοδό μας να λάβουμε ικανό δείγμα DNA και να το ταυτοποιήσουμε. Το σημαντικότερο όμως είναι ότι τα καινούργια στοιχεία μας αφήνουν να δούμε καλύτερα το πώς λειτουργούσε το εμπόριο πριν από χιλιάδες χρόνια. Μαρτυρούν ότι πεποιθήσεις οι οποίες μέχρι σήμερα θεωρούνταν δεδομένες χρειάζονται επανεκτίμηση. Οι αμφορείς φαίνεται μέσα από τα στοιχεία ότι δεν αποτελούσαν αντικείμενα μιας μόνο χρήσης, ούτε ότι προορίζονταν μόνο για τη μεταφορά λαδιού ή κρασιού, όπως πιστευόταν ως τώρα. Επαναχρησιμοποιούνταν και μάλιστα για τη φύλαξη και μεταφορά διαφορετικών προϊόντων κάθε φορά, γεγονός που μάλιστα εκτός των άλλων δείχνει και το πλούσιο, “πολυπρόσωπο” εμπόριο της εποχής».
Ολοι οι ειδικοί της ομάδας συμφωνούν ότι τα άλματα του πεδίου της γενετικής ανάλυσης δεν δίνουν μόνο υποσχέσεις για το μέλλον του ανθρώπου, αλλά βοηθούν στο να κατανοήσει πολύ καλύτερα και το παρελθόν του. «Ανοίγει μια νέα εποχή χάρη στην επιστήμη και στην τεχνολογία στην οποία όποιος είναι αρχαιολόγος αισθάνεται ιδιαιτέρως τυχερός» αναφέρει χαρακτηριστικά ο δρ Φόλεϊ.
«Ανάσταση» χαμένων φυτών;
Από την πλευρά του ο κ. Κουρκουμέλης κάνει λόγο για μια συναρπαστική μελλοντική εποχή στην οποία η επιστήμη ίσως μπορεί να επιτύχει ακόμη και την «ανάσταση» αρχαίων ειδών φυτών. «Ισως μελλοντικά η ανάλυση των αρχαίων δειγμάτων μας επιτρέψει να “αναστήσουμε” ακόμη και αρχαία φυτά που σήμερα έχουν χαθεί. Για παράδειγμα υπάρχουν τόσες αναφορές στο αρχαίο κρασί, ωστόσο κανένας δεν ξέρει πώς ακριβώς ήταν το αρχαίο φυτό που έδινε αυτό το κρασί. Τώρα πια, χάρη στην εξέλιξη της επιστήμης, πιθανώς να καταφέρουμε να πάρουμε στα χέρια μας ένα ικανό δείγμα DNA για την “αναγέννηση” της αρχαίας αμπέλου και όχι μόνο».
Το επόμενο βήμα για τους ερευνητές είναι να αυξήσουν τα δείγματα της μελέτης τους, πιθανότατα με αναλύσεις και άλλων αμφορέων που περιμένουν… υπομονετικά στις αποθήκες της Εφορείας Εναλίων Αρχαιοτήτων. Απώτερος στόχος ωστόσο είναι να γίνουν αναλύσεις στην ίδια την «πηγή» των αμφορέων. Οι επιστήμονες σκοπεύουν να εφαρμόσουν τη νέα μέθοδο σε αμφορείς που ανελκύονται από ναυάγια τους οποίους και θα «σαρώσουν» με τα κατάλληλα μέσα για να ανακαλύψουν τα πολύτιμα γενετικά μυστικά που κρύβουν μέσα τους. Ηδη έχουν ληφθεί και εξεταστεί σχετικά δείγματα από κλασικό ναυάγιο στη Χίο. Οπως μας λένε, δεν έχουν ακόμη κάποιο συγκεκριμένο πλάνο – οι γραφειοκρατικές διαδικασίες δεν αποτελούν και τον καλύτερο αρωγό σε ό,τι αφορά την επιτάχυνση τέτοιων προσπαθειών -, αλλά το σίγουρο είναι ότι η υποθαλάσσια έρευνα θα πάρει κάποια στιγμή σάρκα και οστά. Θα αναμένουμε με ενδιαφέρον αυτήν τη μελλοντική κατάδυση από την οποία ελπίζουμε να αναδυθούν πολλά μυστικά του παρελθόντος.
Το δείγμα έχει μόλις ληφθεί από το εσωτερικό τοίχωμα του αμφορέα και είναι έτοιμο να τοποθετηθεί σε αποστειρωμένο φιαλίδιο προκειμένου να ταξιδέψει ως τη Σουηδία για γενετική ανάλυση (φωτ. B. Foley)
ΑΡΧΑΙΑ ΝΑΥΑΓΙΑ, ΥΠΟΒΡΥΧΙΑ ΟΝΕΙΡΑ
Στον βυθό των ελληνικών θαλασσών «κοιμούνται» δεκάδες αρχαία ναυάγια τα οποία περιμένουν να ανακαλυφθούν προκειμένου να μας «πουν» τη δική τους ιστορία (που είναι ουσιαστικά και η δική μας). Και είναι πραγματικά αρκετές οι επιστημονικές ομάδες που εργάζονται σιωπηλά κάτω από τα νερά των θαλασσών μας για να φέρουν στην επιφάνεια νέα γνώση που να συμπληρώνει το μεγάλο παζλ της Ιστορίας.
Συγκεκριμένα η Εφορεία Εναλίων Αρχαιοτήτων από το 1976 που ιδρύθηκε έχει εντοπίσει, αποτυπώσει και ανασκάψει αρχαία και νεότερα ναυάγια, βυθισμένους οικισμούς και αρχαία λιμενικά έργα. Ανάμεσά τους το εντυπωσιακό κλασικό ναυάγιο της Αλοννήσου, με τους χιλιάδες αμφορείς, το ναυάγιο της γαλλικής υποναυαρχίδας «La Therese» που βυθίστηκε στην πολιορκία του Χάνδακα (Ηράκλειο), κρίνοντας έτσι την έκβασή της, το ναυάγιο ισπανικού πλοίου στην Κεφαλλονιά, ανάμεσα στα αντικείμενα του οποίου ανελκύστηκαν ακόμα και φουντούκια. Οι αποκαλύψεις δεν σταματούν όμως εδώ: έχουν επίσης έλθει στο φως πολλά ακόμα ναυάγια με φορτία αμφορέων από διάφορες εποχές και περιοχές, αλλά και με φορτία οικοδομικών υλικών, κιόνων και άλλων αρχιτεκτονικών μελών – ανακαλύφθηκε μέχρι και θησαυρός κοσμημάτων και χρυσών νομισμάτων στο λιμάνι της Ρόδου. Αξιοσημείωτες είναι και οι ανασκαφές της Εφορείας στα αρχαία λιμάνια της Σάμου και της Θάσου, καθώς και σε πολλές άλλες θέσεις.
Καθοριστική είναι επίσης η συμβολή του Ινστιτούτου Εναλίων Αρχαιολογικών Ερευνών (ΙΕΝΑΕ), το οποίο έχει ερευνήσει και ανασκάψει σειρά ναυαγίων. Ιδιαίτερα σημαντικό, το προϊστορικό ναυάγιο (2200 π.Χ.) που βρέθηκε στη νησίδα Δοκός, ανάμεσα στην Υδρα και στην αργολική ακτή, η ανασκαφή (1989 ως το 1992) του οποίου καταγράφηκε ως πρώτη συστηματική έρευνα αρχαίου ναυαγίου στην Ελλάδα με τη χρησιμοποίηση των πλέον σύγχρονων για την εποχή τεχνολογικών μεθόδων. Το πλοίο μετέφερε κεραμικά αγγεία, λίθινα εργαλεία, αλλά και δύο λίθινες άγκυρες. Το δεύτερο ναυάγιο που ανέσκαψε το ΙΕΝΑΕ ήταν το μυκηναϊκό (1200 π.Χ.) ναυάγιο του Ακρωτηρίου των Ιρίων. Το φορτίο του εκτίθεται από το 1998 στο Μουσείο Σπετσών. Από την ίδια χρονική περίοδο της γένεσης των ελληνικών μύθων προέρχεται και ένα ναυάγιο το οποίο ερευνάται ακόμα από τους επιστήμονες του ΙΕΝΑΕ κοντά στη βραχονησίδα Μόδι. Ακολούθησε η έρευνα στο κλασικό ναυάγιο των Κυθήρων. Οι έρευνες όμως του Ινστιτούτου και τα «λάφυρά» του δεν σταματούν εδώ: οι επιστήμονες έχουν εντοπίσει 12 ναυάγια στον Παγασητικό, ανάμεσά τους βυζαντινά και ελληνιστικά φορτία με πλήθος πληροφοριών για τη ναυσιπλοΐα και το εμπόριο της εποχής, ένα κλασικό ναυάγιο στη Λαγούσα κοντά στη Σαλαμίνα, καθώς και πολλά ακόμα άλλα από την κοινή έρευνα του ΙΕΝΑΕ και της Εφορείας Εναλίων Αρχαιοτήτων που βρίσκεται σε εξέλιξη στον νότιο Ευβοϊκό κόλπο.
Το Αρχαιολογικό Ινστιτούτο της Δανίας μελετά τους νεώσοικους, κατασκευές που φιλοξένησαν τα πλοία του αθηναϊκού στόλου τα οποία οδήγησαν την Αθήνα στο μεσουράνημα του κλασικού πολιτισμού.
Στην Κυλλήνη η Εφορεία σε συνεργασία με το Πανεπιστήμιο της Πελοποννήσου διερευνά το αρχαίο και μεσαιωνικό λιμάνι, ενώ μαζί με το Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας ανασκάπτουν το αρχαίο λιμάνι της Κύθνου, σε κατασκευές του οποίου είχαν ενσωματωθεί ακόμα και αρχαία αγάλματα.
Θησαυροί στον βυθό της Κρήτης
Οι έλληνες αρχαιολόγοι της Εφορείας Εναλίων Αρχαιοτήτων σε συνεργασία και πάλι με το Ωκεανογραφικό Ινστιτούτο του Woods Hole, αλλά και με το δικό μας Ελληνικό Κέντρο Θαλάσσιων Ερευνών έπιασαν, όπως όλα δείχνουν, αρχαιολογικό… λαβράκι σε υποθαλάσσιες έρευνες που πραγματοποίησαν το τελευταίο διάστημα στα βόρεια παράλια του Ηρακλείου. Εντόπισαν πλήθος αμφορέων, αλλά και άλλων αντικειμένων που υποδεικνύουν την ύπαρξη αρχαίων ναυαγίων στη θαλάσσια αυτή περιοχή. Τα εντυπωσιακά αποτελέσματα αναμένεται να παρουσιαστούν σύντομα, αφού ολοκληρωθεί η καταγραφή των ευρημάτων, μέσω επίσημης ενημέρωσης από το υπουργείο Πολιτισμού. Οι ειδικοί επιφυλάσσονται να αποκαλύψουν στο προσεχές διάστημα όλες τις σημαντικές πληροφορίες σχετικά με την προέλευση, τη φύση και τη χρονολόγηση των ευρημάτων. Σε κάθε περίπτωση από τα ευρήματα επιβεβαιώνεται ο κομβικός ρόλος της Κρήτης, η οποία φαίνεται ότι αποτελεί τη γενέτειρα του πρώτου θαλάσσιου πολιτισμού, ενός πολιτισμού που αποτελεί παράδειγμα για όλους τους πολιτισμούς της Μεσογείου. Για άλλη μία φορά πάντως αποδεικνύεται ότι ο ελληνικός βυθός κρύβει μέσα στα «σπλάχνα» του πολύτιμες πληροφορίες για το παρελθόν μας που περιμένουν υπομονετικά να αποκαλυφθούν, φθάνει να υπάρχουν οι κατάλληλοι άνθρωποι και τα κατάλληλα μέσα.