Ο καλύτερος τρόπος για να μην ξεχνάει κανείς κάτι, ειδικά αν είναι μαθητής, είναι να παίρνει ένα γρήγορο υπνάκο μετά το διάβασμα και γενικότερα την μάθηση νέων πραγμάτων, σύμφωνα με μια νέα γερμανο-ελβετική επιστημονική έρευνα, που επιβεβαιώνει προηγούμενες μελέτες ότι ο εγκέφαλος συγκρατεί καλύτερα τις μνήμες, όταν έχει μεσολαβήσει ύπνος.

Οι ερευνητές, υπό την Σουζάν Ντίκελμαν του Τμήματος Νευροενδοκρινολογίας του πανεπιστημίου του Λούμπεκ και τον Μπιόρν Ρας του Τμήματος Γνωσιακής Νευροεπιστήμης του πανεπιστημίου της Βασιλείας, που δημοσίευσαν τη σχετική μελέτη στο περιοδικό νευροεπιστήμης «Nature Neuroscience», σύμφωνα με το Γαλλικό Πρακτορείο, έκαναν πειράματα απομνημόνευσης με 24 εθελοντές. Η μελέτη έδειξε ότι ο εγκέφαλος διαφυλάσσει καλύτερα τις μνήμες αν έχει μεσολαβήσει ύπνος.

Η διαδικασία αποθήκευσης και ανάκλησης πληροφοριών (πιο απλά η μάθηση και η μνήμη) είναι άκρως πολύπλοκη. Προηγούμενες έρευνες έχουν δείξει ότι οι φρέσκες μνήμες αποθηκεύονται προσωρινά στην περιοχή του ιππόκαμπου του εγκεφάλου. Η νέα
ενεργοποίηση αυτών των μνημών λίγο μετά την μάθηση παίζει καθοριστικό ρόλο στην μεταφορά τους στον πιο μόνιμο «αποθηκευτικό χώρο» του εγκεφάλου, το νεοφλοιό.

Οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι αν κανείς είναι ξύπνιος, αυτή η περίοδος επανεργοποίησης καθιστά τις μνήμες πιο ευάλωτες στην αμνησία. Αν, για παράδειγμα, κανείς μάθει μια δεύτερη εξίσωση ή ένα δεύτερο ποίημα λίγο μετά την μάθηση της πρώτης εξίσωσης ή του πρώτου ποιήματος, θα είναι πιο δύσκολο να μεταφερθούν το πρώτο ποίημα και η πρώτη εξίσωση στην μακροχρόνια μνήμη και έτσι θα είναι πιο εύκολο να ξεχαστούν. Αν όμως κανείς κοιμηθεί στο μεταξύ, μετά την αρχική μάθηση, τότε αυτά που έμαθε, μένουν καλύτερα στην μνήμη του.

Οι γερμανοί επιστήμονες, με βάση τις σχετικές λειτουργικές μαγνητικές απεικονίσεις του εγκεφάλου των εθελοντών, εκτιμούν ότι αυτό συμβαίνει επειδή κατά τα πρώτα κιόλας λεπτά του ύπνου τα αρχικά δεδομένα της μάθησης μεταφέρονται από τον ιππόκαμπο στο νεοφλοιό. Μετά από 40 λεπτά ύπνου, σημαντικά τμήματα της βραχυπρόθεσμης μνήμης είχαν μεταφερθεί στην μακροπρόθεσμη, οπότε δεν ήταν δυνατό πλέον να διαταραχθούν και να επικαλυφθούν από νέες πληροφορίες-μνήμες που αργότερα θα εισέρχονταν στον ιππόκαμπο.

Μεταξύ άλλων, σύμφωνα με τους ερευνητές, η διαπίστωση αυτή μπορεί να βοηθήσει στην εκπαιδευτική διαδικασία, καθώς και στην αποκατάσταση ασθενών με μετα-τραυματικό σύνδρομο λόγω ακραίων εμπειριών (η μεσολάβηση ύπνου, στο πλαίσιο της ψυχοθεραπευτικής διαδικασίας, θα μπορούσε να συμβάλει στο «σβήσιμο» των αρνητικών αναμνήσεων).

Η Ντίκελμαν διευκρίνισε ότι η ανθρώπινη μνήμη δεν είναι παρόμοια με αυτή του ηλεκτρονικού υπολογιστή. Αντίθετα με την τελευταία, είναι απολύτως δυναμική και υπόκειται σε συνεχείς αλλαγές υπό την επίδραση διαφόρων επιρροών. Έτσι, η ανάμνηση δεν αποτελεί απλώς την «ανάγνωση» αποθηκευμένων δεδομένων σε ένα «σκληρό δίσκο», αλλά μια διαδικασία «ανακατασκευής», όπου οι μνήμες αδιάκοπα μεταβάλλονται και διαστρεβλώνονται.

Για την πρωτότυπη επιστημονική εργασία (στα αγγλικά) κοιτάξτε στη διεύθυνση:
https://www.nature.com/neuro/journal/vaop/ncurrent/abs/nn.2744.html