Οι ανασκαφές για την κατασκευή του μετρό άρχισαν επισήμως το καλοκαίρι του 1992 με βάση τα πλήρη σχέδια του μετρό που περιλαμβάνονταν στη σύμβαση του ΥΠΕΧΩΔΕ με τις εταιρείες Αττικό και Ολυμπιακό Μετρό και τα οποία είχαν ψηφισθεί από τη Βουλή των Ελλήνων. Η νομοθετημένη μελέτη προέβλεπε αρχαιολογικές έρευνες μόνο στους σταθμούς και στα φρέατα εξαερισμού των σηράγγων (ένα κάθε δύο σταθμούς) καθώς η διαδρομή του υπόγειου τρένου ήταν σε βάθος 20 μ., πολύ χαμηλότερα δηλαδή από τα αρχαιολογικά στρώματα της Αθήνας, το μεγαλύτερο βάθος των οποίων δεν ξεπερνά τα επτά μέτρα. Η επιλογή των θέσεων των σταθμών και των φρεάτων έγινε από τους τεχνικούς του μετρό και αγνοήθηκαν οι αντιρρήσεις των αρχαιολόγων για ορισμένες θέσεις, όπως αυτή του Κεραμεικού. Οι αντιρρήσεις αφορούσαν τον σταθμό αλλά και τη διαδρομή της σήραγγας κάτω από τον αρχαιολογικό χώρο και στη συνέχεια κάτω από την Ιερά Οδό προς τη Γεωπονική Σχολή (αλληλογραφία από τα μέσα της δεκαετίας του ’80). Σε γενικές γραμμές, όμως, καθώς είχε προηγηθεί μια περίοδος προκαταρκτικών ερευνών σε αρκετά σημεία του έργου, οι ανασκαφές άρχισαν με καλή συνεργασία το 1992. Υπήρξαν όμως και εκπλήξεις.
Στο διάστημα των πέντε χρόνων από τότε ως σήμερα η αρχαιολογική συγκομιδή είναι εντυπωσιακή. Εντοπίστηκαν πολλά αρχαία νεκροταφεία, βρέθηκαν ρωμαϊκά βαλανεία, αποκαλύφθηκαν πολλά εργαστήρια κεραμικής και χύτευσης μετάλλων, συγκροτήματα ρωμαϊκών κτιρίων με τοιχογραφίες, άλλα νεκροταφεία, αρχαίοι δρόμοι που από τις πύλες του κλασικού τείχους οδηγούσαν στην ύπαιθρο, συστάδες σπιτιών και αρχαίες γειτονιές, προάστια της Αθήνας, ρωμαϊκές βίλες και άλλες ρωμαϊκές γειτονιές, ίχνη υδραγωγείων, ένα μπαζωμένο τμήμα της κοίτης του Ηριδανού στην πλατεία Συντάγματος και θεμέλια οθωνικών κτισμάτων στο προαύλιο της Βουλής επί της Β. Σοφίας. Ολα αυτά βρέθηκαν ανάκατα, τα μεν επάνω στα δε. Μαζί με τους τάφους και τα θεμέλια των κτισμάτων των οποίων η τύχη ήταν προδιαγεγραμμένη (να μελετηθούν, φωτογραφηθούν, αποτυπωθούν και πολλά να καταστραφούν) υπήρξαν και μερικές χιλιάδες κινητά ευρήματα. Ετσι σε γενικές γραμμές μπορούμε να πούμε ότι οι χώροι που ανασκάφηκαν από τη μια πλούτισαν τις γνώσεις των αρχαιολόγων για την τοπογραφία της αρχαίας Αθήνας και από την άλλη γέμισαν τις αρχαιολογικές αποθήκες με χιλιάδες αγγεία, πολλά αρχιτεκτονικά μέλη, πολλά νομίσματα και λίγα γλυπτά.
Βρέθηκαν όμως και μερικά εξαιρετικά σημαντικά έργα, όπως «Η στήλη των θανόντων αθηναίων ιππέων», που εντοπίστηκε σε άριστη κατάσταση στο φρέαρ Παλαιολόγου, κοντά στον σταθμό Λαρίσης, που, αν και μακριά από το Δημόσιο Σήμα, ίσως προέρχεται από αυτό. Στην επιγραφή αναφέρονται οι αθηναίοι ιππείς που έπεσαν σε μάχες του Πελοποννησιακού Πολέμου με τα ονόματά τους και κατά φυλές ενώ επάνω από την επιγραφή σώζεται αριστουργηματική ανάγλυφη παράσταση ιππέων. Ενα άλλο επίσης σημαντικό αλλά και πολύ περίεργο εύρημα ήταν το χάλκινο κεφάλι που ίσως είναι του Απόλλωνα και το οποίο βρέθηκε ενταγμένο μέσα σε κροκαλοπαγή πέτρα, εμφανώς σε δεύτερη χρήση. Βρέθηκε στο φρέαρ του Εθνικού Κήπου, στο άκρο του υστερορωμαϊκού κτιρίου με τις τοιχογραφίες. Χρονολογείται από το 470 π.Χ.
Οπως είπαμε, οι ανασκαφές έγιναν στους σταθμούς και στα φρέατα εξαερισμού των σηράγγων. Από όλους τους σταθμούς οι αρχαιολόγοι ξεχώρισαν από την αρχή πέντε τους οποίους χαρακτήρισαν Υψηλού Αρχαιολογικού Κινδύνου (Κεραμεικός, Ολυμπιείο, Σύνταγμα, Ακαδημία και Μοναστηράκι) και «βαθμολόγησαν» τους άλλους με λιγότερο ή και καθόλου αρχαιολογικό ενδιαφέρον, ανάλογα με τα στοιχεία που διέθεταν. Το ίδιο έκαναν και για τα φρέατα εξαερισμού. Οι περισσότερες από τις προβλέψεις δικαιώθηκαν ενώ υπήρξαν και διαψεύσεις. Ο χαρακτηρισμένος υψηλού κινδύνου σταθμός Ακαδημίας π.χ. έδωσε πενιχρά ευρήματα, ενώ αντίθετα ο αρχαιολογικά αδιάφορος σταθμός Ευαγγελισμού αποκάλυψε στο πεζοδρόμιο του Πάρκου Ριζάρη παρόδιες ταφές και εργαστήρια των κλασικών χρόνων και επίσης το πέρασμα της αρχαίας οδού προς τα Μεσόγεια. Σήμερα, πέντε χρόνια από τότε που άρχισαν οι ανασκαφές, είναι δύσκολο να έχει κανείς μια γενική εικόνα όλων των ανασκαφών που ολοκληρώθηκαν και εκείνων που συνεχίζονται. Οι περισσότερες ανασκαφές σταθμών και φρεάτων έχουν ολοκληρωθεί και συνεχίζονται ακόμη η ανασκαφή δίπλα στον σταθμό Ολυμπιείου για το Μουσείο Ακροπόλεως, η ανασκαφή στο Μοναστηράκι από την 2η Εφορεία Βυζαντινών Αρχαιοτήτων και φυσικά η ανασκαφή του Κεραμεικού με δραματικές επιπτώσεις. Γενικά υπάρχουν αρχαιότητες που καταστράφηκαν, άλλες που βρέθηκαν, αποτυπώθηκαν και θα σκεπαστούν και άλλες που θα μεταφερθούν και θα στηθούν από την αρχή κάπου αλλού. Οι τελευταίες είναι λίγες. Τώρα μπορεί να γίνει μόνο μια γενική εκτίμηση και καταγραφή των πιο σημαντικών από τα οφέλη και τις ζημίες αυτής της τεράστιας ανασκαφικής επιχείρησης.
Ολυμπιείο
Η άγνωστη γειτονιά της Ακρόπολης
Ο σταθμός του Ολυμπιείου στο γήπεδο Μακρυγιάννη, σε συνδυασμό με τις ανασκαφές που γίνονται για το Μουσείο Ακροπόλεως, συνέβαλε στην αποκάλυψη μιας άγνωστης γειτονιάς της Ακρόπολης. Η ανασκαφή του σταθμού ολοκληρώθηκε, συνεχίζεται όμως η έρευνα στο οικόπεδο του Μουσείου. Ως τώρα βρέθηκαν αγάλματα και αγαλμάτια, πάνω από 2.000 νομίσματα, τάφοι, δρόμοι και θεμέλια σπιτιών και ένα πλέγμα δρόμων που τέμνουν την οδό Μακρυγιάννη. Βρέθηκαν επίσης μυκηναϊκά κατάλοιπα χρονολογώντας αυτό το σημείο της Αθήνας περίπου στον 13ο π.Χ. αι. Από τις σημαντικότερες περιόδους είναι η κλασική, ενώ άνθηση γνώρισε η περιοχή όταν ήρθαν οι Ρωμαίοι, που έχτισαν ακόμη ένα βαλανείο αλλά και μεγάλα σπίτια με κήπους και αγάλματα. Βρέθηκαν σεμνότερα βυζαντινά λείψανα, αλλά φαίνεται ότι η γειτονιά εγκαταλείφθηκε μετά τον 7ο αιώνα. Οι επιχωματώσεις σκέπασαν τα αρχαία ερείπια και η περιοχή μετατράπηκε σε αγρούς, που πήρε αργότερα ο Μακρυγιάννης και ένα τμήμα των οποίων δώρισε στο Δημόσιο για να γίνει το πρώτο στρατιωτικό νοσοκομείο της Αθήνας.
Κεραμεικός
Θέση υψηλού κινδύνου
Ο σταθμός του Κεραμεικού έχει σκαφθεί στη συμβολή της οδού Πειραιώς με την Ιερά Οδό και τώρα η ανασκαφή συνεχίζεται στην απέναντι γωνία της Ι. Οδού, όπου θα είναι η μία από τις εισόδους του. Η επιλογή της θέσης δείχνει την άγνοια των τεχνικών που έκαναν τα σχέδια του μετρό και την αδιαφορία των πολιτικών που τα ψήφισαν. Η θέση του σταθμού δεν είναι υψηλού κινδύνου, είναι ντροπή. Η αντίρρηση των αρχαιολόγων διαρκεί σχεδόν 20 χρόνια (υπάρχει η σχετική αλληλογραφία στο ΥΠΠΟ και στο ΥΠΕΧΩΔΕ) και είναι εν γνώσει και της Αττικό Μετρό, παρ’ όλο που επικαλείται αποφάσεις του ΚΑΣ (1979-82), το οποίο, ως γνωστόν, ήδη λειτουργούσε με αλλοιωμένη σύνθεση και αρχαιολογική μειοψηφία. Οι αρχαιολόγοι όμως από το 1987 είχαν επιστήσει την προσοχή του ΥΠΕΧΩΔΕ και του ΥΠΠΟ στο ότι τα στοιχεία που χρησιμοποιούσαν οι τότε τεχνικοί τους για το υπέδαφος της Αθήνας, τα υδραγωγεία, τις κοίτες των ποταμών κλπ. «προέρχονται από παλαιά βιβλιογραφία του 19ου και των αρχών του 20ού αι. και είναι ελλιπή και όχι σύμφωνα με τα δεδομένα των τελευταίων ανασκαφικών ερευνών». Βέβαια τώρα το μετρό επικαλείται νέες έρευνες και αναλύσεις συνεχίζοντας πάντα να επιμένει ότι τα αρχαία δεν θα θιγούν…
Σχετικά με την ανασκαφή, όπως ήταν αναμενόμενο, ήρθε στο φως το δυτικό άκρο του αρχαίου νεκροταφείου. Σε έκταση περίπου δύο στρεμμάτων ανασκάφηκαν και καταστράφηκαν περίπου 1.200 τάφοι που χρονολογούνται από το τέλος του 8ου αιώνα ως τα ελληνιστικά χρόνια! Βρέθηκαν ελάχιστοι εκχυτρισμοί υστερογεωμετρικών και πρώιμων αρχαϊκών χρόνων. Ο μεγαλύτερος αριθμός τάφων ήταν του δεύτερου μισού του 5ου π.Χ. αιώνα. Βρέθηκαν λίγες σαρκοφάγοι, λίγες ταφές σε λάρνακες και μεγάλος αριθμός ταφικών πυρών. Ολα τα κτερίσματα συγκεντρώθηκαν και φυλάσσονται. Σε σύγκριση με τον αριθμό των τάφων δεν είναι πολλά ούτε ιδιαίτερα ενδιαφέροντα.
Το πιο σημαντικό εύρημα είναι ένας πολύ ρηχός λάκκος, λαξευμένος στην κιμηλιά, μέσα στον οποίο ήταν πεταμένοι πολλοί σκελετοί και σπασμένη κεραμική. Οι σκελετοί μελετώνται για να εξακριβωθεί αν πρόκειται για ομαδική ταφή αρρώστων από τον μεγάλο λιμό που έπληξε την Αθήνα μετά το 430 π.Χ., τον πρώτο χρόνο που άρχισε ο Πελοποννησιακός Πόλεμος. Μία άλλη ομαδική ταφή ένδεκα σκύλων που βρέθηκε στο σημείο με τη μεγαλύτερη πυκνότητα τάφων κεντρίζει επίσης την περιέργεια.
Το θέμα του Κεραμεικού όμως δεν τελειώνει εδώ και η διάνοιξη της δοκιμαστικής σήραγγας που ενώνει τους σταθμούς Ασωμάτων – Κεραμεικού, περνώντας κάτω από το σπουδαιότερο νεκροταφείο της ελληνικής αρχαιότητας, έστω και χειρωνακτικώς, ποιος εγγυάται πως δεν θα διαταράξει ανεπανόρθωτα την επισφαλή σταθερότητα του υπεδάφους; Ετσι, μετά την πρόσφατη απόρριψη της αρχικής χάραξης, η οροφή της οποίας περνούσε μόλις πέντε μέτρα κάτω από τα θεμέλια της Ιεράς Πύλης, η νέα σήραγγα είναι σε βάθος 17 μ., κάτω όμως από μνημεία όπως αυτά της Δημητρίας και Παμφίλης, του Δεξίλεω, του περιβόλου του Αριστίωνος και εκείνου του κτίσματος που πιθανώς είναι οικογενειακός τάφος του Αλκιβιάδη. Συνολικά περνάει κάτω από 13 μνημεία μοναδικά με γλυπτά αυθεντικά ή εκμαγείων. Η πρόταση να διανοιχθεί η σήραγγα κάτω από την οδό Ερμού απορρίφθηκε. Ηδη προχθές ορίστηκε από το ΥΠΠΟ επιτροπή εμπειρογνωμόνων από αρχαιολόγο, αρχιτέκτονα και συντηρητή αρχαιοτήτων που θα παρακολουθούν τη δοκιμαστική διάνοιξη που θα γίνει χειρωνακτικώς, χωρίς να έχουν φυσικά την παραμικρή δυνατότητα να προλάβουν οποιαδήποτε καταστροφή. Απλώς θα παρίστανται σαν μάρτυρες και αν δουν να πέφτει κάτι θα πουν στοπ.
Από την άλλη μεριά, η πρόταση των αρχαιολόγων που χρονολογείται από τα μέσα της δεκαετίας του ’80 για δημιουργία νέου σταθμού Κεραμεικού νοτιότερα, ώστε η συνέχιση της σήραγγας προς Γεωπονική Σχολή να μη γίνει και πάλι κάτω από άλλο, εξίσου σημαντικό μνημείο, όπως η Ιερά Οδός, αλλά να διανοιχθεί κάτω από την οδό Προκοπίου, αγνοείται.
Συμβολή στην ιστορία της Αθήνας
Από όλους τους σταθμούς που ανασκάφηκαν ως σήμερα η πιο φωτογενής ανασκαφή είναι εκείνη του διπλού σταθμού της πλατείας Συντάγματος, φωτογραφίες της οποίας εικονογραφούν όλα τα δημοσιεύματα τα σχετικά με τις ανασκαφές του μετρό της Αθήνας, ελληνικά και ξένα. Εχει έκταση έξι περίπου στρεμμάτων, κυρίως στη Λ. Αμαλίας, αλλά σε τμήμα της πλατείας, και η έφορος κυρία Λιάνα Παρλαμά της Γ’ Εφορείας Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων, στην αρμοδιότητα της οποίας εμπίπτουν οι περισσότερες ανασκαφές του μετρό, πιστεύει πως ο σταθμός Συντάγματος είναι η μεγαλύτερη προσφορά του μετρό για την ιστορία της Αθήνας. Τα ευρήματα του Συντάγματος δίνουν καινούργιες πολεοδομικές γνώσεις για την ανατολική πλευρά της Αθήνας μαζί με μια εικόνα της τοπογραφίας της από την αρχαϊκή εποχή ως τις ημέρες μας. Αν μάλιστα συνδυασθεί η ανασκαφή του μετρό με την ανεύρεση της Παλαίστρας στην οδό Ρηγίλλης (έγινε για το Μουσείο Μοντέρνας Τέχνης και όχι το μετρό) και τις ανασκαφές που διεξάγονται τώρα στη Βουλή, στην όψη της Βασ. Σοφίας, και οι οποίες αφορούν το υπόγειο γκαράζ της, οι αρχαιολόγοι έχουν σήμερα μια πολύ καλή εικόνα για την εξέλιξη της Αθήνας από την προϊστορία ως τα οθωνικά χρόνια και γνωρίζουν ότι στα κλασικά χρόνια αυτό το σημείο ήταν μέρος ενός προαστίου, σε μια μεγάλη έκταση του οποίου βρισκόταν το Λύκειο του Αριστοτέλη.
Συγκεκριμένα στον σταθμό Συντάγματος εντοπίστηκαν η κοίτη του Ηριδανού και η παραποτάμια αρχαία οδός που διχάζεται στον λόφο του Αγίου Αθανασίου, όπου χτίστηκαν τον περασμένο αιώνα τα ανάκτορα. Βρέθηκαν νεκροταφεία κλασικά και ρωμαϊκά και λάκκοι χυτεύσεως αγαλμάτων της κλασικής εποχής. Στους ρωμαϊκούς χρόνους χτίστηκε ένα βαλανείο επάνω στην κοίτη του Ηριδανού, ο οποίος επιχωματώθηκε και αποκαλύφθηκε ένα μεγάλο υδραγωγείο με τόξα επί της Αμαλίας, και ακόμη νεότερες δεξαμενές, επίσης χτισμένες επάνω στην μπαζωμένη κοίτη του ποταμού. Πιο πέρα, κοντά στη συμβολή της λ. Αμαλίας με τη Βασ. Ολγας, η ανασκαφή του φρέατος Ζαππείου απεκάλυψε άλλο υστερορωμαϊκό βαλανείο με πολλές δεξαμενές που χρησιμοποιήθηκαν και από τους Βυζαντινούς για καταφύγιο και αποθήκευση τροφίμων.