Το υποβρύχιο «Delfino», ένα μάλλον παλιό αλλά αξιόπιστο σκαρί, ανήκε στην ομάδα υποβρυχίων που είχαν τη βάση τους στο ιταλοκρατούμενο νησί της Λέρου. Εκεί οι Ιταλοί είχαν δημιουργήσει μια νέα πόλη, στο Λακκί, με το όνομα Πόρτο Λάγκο και η οποία ήταν μια μεγάλη ναυτική και αεροπορική βάση. Το πρωί της 14ης Αυγούστου 1940 είχε ξεκινήσει για μια όχι και τόσο τυπική περιπολία. Οι προφορικές εντολές του διοικητή του Αρχιπελάγους De Vecchi ήταν: πορεία προς την Τήνο και τορπιλική επίθεση το πρωί του Δεκαπενταύγουστου εναντίον μονάδων του ελληνικού στόλου που θα συμμετείχαν στον εορτασμό της Παναγίας. Στις 8.30 το πρωί του Δεκαπενταύγουστου και ενώ στην «Ελλη» ετοιμαζόταν το άγημα απόδοσης τιμών που θα συμμετείχε στη λιτανεία της εικόνας της Παναγίας, μια τορπίλη τη χτύπησε στη μέση. Από την έκρηξη το γέρικο σκαρί σχεδόν ανασηκώθηκε στον αέρα. Στις 9.45 η «Ελλης, παρά τις απελπισμένες προσπάθειες διάσωσής της, γλίστρησε στον υγρό της τάφο. Η δήλωση του πρωθυπουργού Ιωάννου Μεταξά έκανε λόγο για τορπίλες «αγνώστου υποβρυχίου». Η εθνικότητα του υποβρυχίου δεν ήταν άγνωστη στις ελληνικές αρχές μια και υπήρχαν θραύσματα των τορπιλών του με επιγραφές ιταλικών εργοστασίων. Οι δύο και πλέον μήνες που πέρασαν ως τις 28 Οκτωβρίου ήταν γεμάτοι από φραστικές προκλήσεις ιταλών επισήμων, αλλά και από αεροπορικές επιθέσεις εναντίον ελληνικών πλοίων. Ηταν πέρα από κάθε αμφιβολία ότι η γειτονική χώρα προετοίμαζε επίθεση σε βάρος της Ελλάδας.

Δ ύο εβδομάδες πριν από την εισβολή, ο Μπενίτο Μουσολίνι συγκάλεσε την πολιτικοστρατιωτική ηγεσία της χώρας σε σύσκεψη στο Παλάτσο Βενέτσια της Ρώμης, με αποκλειστικό θέμα συζήτησης την επίθεση εναντίον της Ελλάδας. Στην αρχή ο Ντούτσε μίλησε γενικόλογα για το θέμα και στη συνέχεια ζήτησε από τον αρχηγό των ιταλικών δυνάμεων στην Αλβανία, στρατηγό Βισκόντι Πράσκα να περιγράψει τη στρατιωτική κατάσταση στην περιοχή και τις προοπτικές της επίθεσης. Ο Πράσκα ανέφερε πως η αναλογία επιτιθεμένων και αμυνομένων είναι δύο προς ένα, ενώ η υπεροχή του ιταλικού στρατού σε άψυχο υλικό, δηλαδή πυροβόλα, όλμους, άρματα μάχης και αεροσκάφη, είναι συντριπτική. Κατά τους υπολογισμούς του οι ελληνικές δυνάμεις στην Ηπειρο θα εξοντώνονταν σε 10-15 ημέρες. Κατέληξε επισημαίνοντας το υψηλό φρόνημα που διακρίνει τις ιταλικές μονάδες στην Αλβανία.

Η ημέρα τού «ΟΧΙ»
Το απόγευμα της Κυριακής 27 Οκτωβρίου 1940, όταν και το τελευταίο φως της ημέρας χάνεται, ξεσπά βροχή που σε λίγο μετατρέπει τη νοτισμένη γη σε τέλμα. Στο γραφείο του μεράρχου στα Γιάννενα, ο μέραρχος Κατσιμήτρος συζητεί με τους επιτελείς του και όλοι συμφωνούν πως τις επόμενες ώρες θα εκδηλωθεί η ιταλική επίθεση. Πεντακόσια χιλιόμετρα νοτιότερα, ο πρεσβευτής της Ιταλίας κόμης Εμανουέλε Γκράτσι χαρτοπαίζει σε φιλικό του σπίτι στην Αθήνα. Στις 2.00 το πρωί σηκώνεται, καληνυχτίζει και επιβιβάζεται στο αυτοκίνητο της πρεσβείας. Στις 3 παρά 10΄ φθάνει μπροστά από την οικία του πρωθυπουργού. Ο μοναδικός φρουρός του Μεταξά, ένας χωροφύλακας, τον ειδοποιεί. Ο πρωθυπουργός δέχεται τον Γκράτσι φορώντας την πιτζάμα του και από πάνω μια ρόμπα «εις μιαν μικράν αίθουσαν υποδοχής που θα ημπορούσε να υπάρχη εις την οικίαν οιασδήποτε οικογένειας μικροαστού» όπως αναφέρει ο Γκράτσι. Μισή ώρα αργότερα το τηλέφωνο στο δωμάτιο του Κατσιμήτρου, στον επάνω όροφο του κτιρίου της Μεραρχίας, χτυπάει συνεχώς. Ο μέραρχος αποκαμωμένος από την κούραση δεν το ακούει και τοακουστικό σηκώνει η μικρή του κόρη. Ο στρατηγός αφυπνίζεται και από την άλλη πλευρά της γραμμής ο αντισυνταγματάρχης Κορόζης, το δεξί χέρι του Παπάγου, του ανακοινώνει: «Πόλεμος…Ο Πρόεδρος της Κυβερνήσεως απέρριψε ιταλικόν τελεσίγραφον…Ο κ.Αρχηγός ανέλαβεν Αρχιστράτηγος…».

Η επίθεση της «Τζούλια»

1 Η προτομή του στρατηγού Χαράλαμπου Κατσιμήτρου ο οποίος ανέκοψε στο Καλπάκι την ιταλική επίθεση 2 Το υποβρύχιο «Delfino» το οποίο τορπίλισε το καταδρομικό «Ελλη» τον Δεκαπενταύγουστο του 1940

Στις 5.30 το πρωί της 28ης Οκτωβρίου αρχίζει το ιταλικό πυροβολικό να βάλλει καταιγιστικά σε όλο το μήκος του σχηματισμένου μετώπου εναντίον των ελληνικών τμημάτων προκαλύψεως, προετοιμάζοντας τον δρόμο για τα πεζοπόρα τμήματα που είναι έτοιμα να εξορμήσουν.

Στην Πίνδο η μεραρχία αλπινιστών «Τζούλια» επιτέθηκε στο μέτωπο από τη Μέρτζανη και το Μπουραζάνι ως βόρεια από την Κόνιτσα και κατόρθωσε να ανατρέψει τις ασθενέστατες ελληνικές δυνάμεις προκαλύψεως και να δημιουργήσει θύλακο, φθάνοντας ανάμεσα στο Γράμμο και στην Γκαμήλα. Το τέλος της πρώτης ημέρας του πολέμου βρήκε τους Ιταλούς να έχουν κάνει μικρά βήματα μέσα στο ελληνικό έδαφος και τους Ελληνες να εφαρμόζουν ικανοποιητικά τα αμυντικά σχέδια που είχαν εκπονηθεί ήδη από το 1939.

Το βράδυ της 29ης Οκτωβρίου τα ιταλικά στρατεύματα έφθασαν απέναντι από την ελληνική τοποθεσία άμυνας Καλπάκι- Καλαμάς, την οποία υπερασπίζονταν η 8η Μεραρχία και η 3η Ταξιαρχία. Οι Ιταλοί δεν προχώρησαν αμέσως σε επίθεση, αλλά ως την 1η Νοεμβρίου αναλώθηκαν σε ενέργειες αναγνώρισης και προετοιμασίας.

«Δεν θα περάσουν»
Είχε σημάνει η ώρα του Κατσιμήτρου προκειμένου να αποδείξει ότι «οι Ιταλοί δεν θα περάσουν». Παρ΄ όλο που ανησυχούσε για το άκρο αριστερό του στην περιοχή Φιλιατών, όπου οι Ιταλοί είχαν κάνει σημαντικές προόδους, ο διοικητής της 8ης Μεραρχίας παρέμενε αμετακίνητος στο σχέδιό του: Να δώσει τη μάχη στο Καλπάκι. Την 1η Νοεμβρίου κάπως περιορισμένα και στις 2 Νοεμβρίου με πρωτοφανή σφοδρότητα, οι Ιταλοί άρχισαν την επίθεσή τους εναντίον του Καλπακίου.

Στις 1 και 2 Νοεμβρίου ο Κατσιμήτρος έλαβε αργοπορημένα, λόγω της καταστροφής των τηλεγραφικών και τηλεφωνικών γραμμών, δύο διαταγές από το Γενικό Στρατηγείο. Η πρώτη τού επεσήμανε να μη διεκδικεί έδαφος, αλλά να προσέχει τόσο στα ανατολικά του το Μέτσοβο όσο και στα νότια την Αιτωλοακαρνανία, και η δεύτερη: «… να μην αγκιστρωθεί στο Καλπάκι αλλά να συμπτυχθεί προς Μέτσοβο» . Ηταν όμως αργά. Η μάχη είχε αρχίσει και ο Κατσιμήτρος δεν ήταν διατεθειμένος να εγκαταλείψει τη γη και τους ανθρώπους που αγάπησε, να εγκαταλείψει την Ηπειρο και τους Ηπειρώτες.

Στις 2 Νοεμβρίου, ο εχθρός κατέλαβε το στρατηγικής σημασίας ύψωμα Γκραμπάλα, στο βόρειο άκρο του Καλπακίου. Η Γκραμπάλα είδε μάχες ορμητικές, στις οποίες οι Ιταλοί επέδειξαν πείσμα και γενναιότητα, αλλά παρ΄ όλες τις ανακατατάξεις τελικά παρέμεινε στα χέρια των Ελλήνων.

Στις 9 Νοεμβρίου, η ηγεσία του στρατού εισβολής αντελήφθη επιτέλους ότι το μέτωπο της Ηπείρου δεν πρόκειται να διασπαστεί.

Η νίκη στο Καλπάκι είχε τεράστια στρατιωτική σημασία, γιατί χάρη στη διατήρησή του έγινε δυνατόν να εξαπολυθεί και η μεγάλη αντεπίθεση στην Πίνδο.

Το Απόσπασμα Πίνδου
Επανερχόμενοι στην αρχή των συγκρούσεων. Στον Σταθμό Διοικήσεως του Αποσπάσματος Δαβάκη, στο Επταχώρι, πλησιάζει 5.00 το πρωί της 28ης Οκτωβρίου και το μοναδικό τηλέφωνο στο χωριό χτυπάει. Ο υπασπιστής σηκώνει το ακουστικό και από την άλλη πλευρά ακούγεται η φωνή του στρατηγού Πιτσίκα, διοικητή του Τμήματος Στρατιάς Δυτικής Μακεδονίας με έδρα την Κοζάνη: «Κύριε Συνταγματάρχα,πόλεμος με Ιταλία!Εναρξις εχθροπραξιών περί την 6ην πρωινήν.Ενεργήσατε συμφώνως σχεδίω». Τις τρεις πρώτες ημέρες της επίθεσης, οι ιταλικές δυνάμεις, χωρίς να συναντήσουν ισχυρή αντίσταση, μια και το Απόσπασμα δεν διέθετε τμήματα προκαλύψεως, προωθήθηκαν σε ολόκληρη την εμπόλεμη ζώνη διαμέσου των ποταμών Αώου και Κερασοβίτικου, ανάμεσα στους ορεινούς όγκους του Γράμμου και της Γκαμήλας. Το Απόσπασμα Πίνδου, το οποίο για τρεις σχεδόν ημέρες δέχτηκε την πίεση των πολλαπλάσιων δυνάμεων μιας μεραρχίας, διεξήγαγε επικό αγώνα υπό ιδιαίτερα δυσμενείς καιρικές συνθήκες και απέδωσε ό,τι ήταν ανθρωπίνως δυνατόν.

Στις 30 Οκτωβρίου το απόγευμα έφθασε στο Επταχώρι και ο διοικητής της 1ης Μεραρχίας, υποστράτηγος Βασίλειος Βραχνός. Το πρωί της πρώτης Νοεμβρίου εκδηλώθηκε, με περιορισμένες δυνάμεις, ελληνική αντεπίθεση. Το βράδυ βρήκε τους έλληνες στρατιώτες να κατέχουν τα χωριά Κάντζικο και Λυκορράχη και να έχουν συλλάβει 200 και πλέον αιχμαλώτους. Η ώρα της αντεπίθεσης

3 Μνημείο στο Καλπάκι, όπου η αντίσταση και η νίκη του ελληνικού στρατού είχαν τεράστια στρατιωτική σημασία γιατί χάρη σε αυτές έγινε δυνατή η μεγάλη αντεπίθεση στην Πίνδο 4 Ο Μπενίτο Μουσολίνι στα βουνά της Αλβανίας παρακολουθεί την εξέλιξη της μεγάλης αντεπίθεσης που εξαπέλυσαν τα ιταλικά στρατεύματα την άνοιξη του 1941, η οποία τελικώς απωθήθηκε επιτυχώς από τον ελληνικό στρατό 5 Αεροφωτογραφία από το Λακκί της Λέρου όπου οι Ιταλοί είχαν κατασκευάσει ναύσταθμο και αεροπορική βάση

Και ενώ οι ελληνικές δυνάμεις συνέρρεαν προς την Πίνδο, τμήματα της «Τζούλια» συνέχισαν τη διείσδυσή τους και στις 2 Νοεμβρίου κατέλαβαν τη Σαμαρίνα, ανεστράφησαν προς Νότο και στις 3 Νοεμβρίου έφθασαν στη Βωβούσα, σε απόσταση μόλις έξι ωρών από το Μέτσοβο! Η παγίδα όμως που είχαν στήσει οι Δαβάκης και Βραχνός είχε καλά στηθεί μια και η 1η Μεραρχία είχε κατορθώσει να καταλάβει το ύψωμα Ταμπούρι και το χωριό Φούρκα, αποκόπτοντας τα ιταλικά τμήματα που είχαν προωθηθεί προς Νότο. Στη διάρκεια της επίθεσης προς Προφήτη Ηλία Φούρκας τραυματίστηκε σοβαρά στον πνεύμονα ο συνταγματάρχης Δαβάκης, ο οποίος μεταφέρθηκε σε αφασία στο Επταχώρι.

Η ιταλική ηγεσία αντιλαμβάνεται τον κίνδυνο κυκλώσεως και προσπαθεί να διαβιβάσει στην απέναντι όχθη του ποταμού Αώου ενισχύσεις. Το Απόσπασμα Αώου, όμως, το οποίο κάλυπτε το δεξιό τμήμα της 8ης Μεραρχίας υπό τον ήρωα της Μικρασιατικής Εκστρατείας, αντισυνταγματάρχη Μαρδοχαίο Φριζή, κατόρθωσε να τους απορρίψει αυθημερόν βορείως του ποταμού. Τα πάντα είχαν πλέον χαθεί για τους αλπινιστές της «Τζούλια». Η αντεπίθεση συνεχίστηκε στον τομέα της Πίνδου, ώσπου το βράδυ της 13ης Νοεμβρίου 1940 οι ελληνικές δυνάμεις έφθασαν στη μεθόριο σε ολόκληρη τη ζώνη απέναντι από την περιοχή Ερσέκα-Λεσκοβίκι, κατέχοντας τις κύριες συνοριακές διαβάσεις. Ετσι έληξε η μάχη της Πίνδου και μαζί της η αμυντική φάση των ελληνικών επιχειρήσεων. Η μάχη αυτή δεν κερδήθηκε μόνο από τα ένοπλα τμήματα αλλά και από την πρόθυμη και αβίαστη συμμετοχή των γερόντων, των γυναικών και των παιδιών του πληθυσμού της Πίνδου που φορτωμένοι με πυρομαχικά και εφόδια αναρριχιόνταν στα απότομα φαράγγια και επέστρεφαν έχοντας στους ώμους των τραυματίες.

Την επομένη της 13ης Νοεμβρίου τα πάντα είχαν αλλάξει. Αρχιζε η μεγάλη αντεπίθεση με αντικειμενικό σκοπό τη συντριβή των Ιταλών. Παρά την αντίστασή τους, στις 22 Νοεμβρίου οι ελληνικές δυνάμεις διέβησαν την ελληνοαλβανική μεθόριο ανατολικά και δυτικά του Αώου και εγκαταστάθηκαν εντός του αλβανικού εδάφους. Το Β΄ Σώμα Στρατού, αφού είχε ανακαταλάβει την Κόνιτσα, εισέβαλε στην Αλβανία και κατέλαβε την Ερσέκα, την Μπόροβα και μία ημέρα μετά, το Λεσκοβίκι.

Στην Κορυτσά
Στις 22 Νοεμβρίου 1940, στις 17.50

έφθασε ανοιχτό μήνυμα στη διοίκηση της 9ης Μεραρχίας: «Αναφέρω.Ωραν 17.45 το υπ΄ εμέ απόσπασμα εισελθόν εις την Κορυτσάν,απηλευθέρωσε ταύτην.Συνταγματάρχης Μπεγέτης».

Η Κορυτσά ήταν η πρώτη πόλη που καταλαμβανόταν από στρατό κατά του Αξονα από την έναρξη του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου.

Βλέποντας την κατάσταση στο ελληνικό μέτωπο, οι Γερμανοί, με αναμφισβήτητη υπεροπλία, αναλαμβάνουν δράση, την οποία οι ελληνικές δυνάμεις, παρ΄ όλο τον ηρωισμό τους, δεν μπορούν να σταματήσουν. Ετσι, την 27η Απριλίου 1941 η σβάστικα υψώνεται στην Ακρόπολη. Ακολουθεί η Μάχη της Κρήτης, την οποία οι Γερμανοί καταλαμβάνουν με πολλές απώλειες. Η ελεύθερη ελληνική κυβέρνηση μεταφέρεται στην Αλεξάνδρεια.

ΝΑΤΙΟΝΑL GΕΟGRΑΡΗΙC- ΛΕΥΚΩΜΑ
1940-1941: Ελλάδα, η πρώτη νίκη

Με αφορμή την επέτειο της 28ης Οκτωβρίου και των συνταρακτικών εκείνων γεγονότων που οδήγησαν την Ελλάδα αλλά και ολόκληρο τον κόσμο στη δίνη του πολέμου, το Νational Geographic έρχεται να προσφέρει στο παγκόσμιο κοινό ένα συγκλονιστικό οπτικοακουστικό λεύκωμα: «1940-41: Ελλάδα, Η πρώτη νίκη». Περιλαμβάνει ένα πολυτελές σκληρόδετο βιβλίο και ένα DVD με ντοκυμαντέρ νέας παραγωγής 2008, που συγκεντρώνουν πρωτότυπο αρχειακό υλικό του Νational Geographic, συνδυασμένο με αυθεντικό κινηματογραφικό υλικό εποχής, ενδιαφέροντα ιστορικά στοιχεία και σύγχρονες λήψεις εκεί όπου διεξήχθησαν τα τραγικά γεγονότα. Με τη σφραγίδα ενός φορέα υπεράνω πάσης αμφισβήσεως, το έργο είναι πολύτιμο απόκτημα της βιβλιοθήκης κάθε ελληνικού σπιτιού.

Το οπτικοακουστικό λεύκωμα «1940-41: Ελλάδα, Η πρώτη νίκη» κυκλοφορεί ήδη, μαζί με το τεύχος Νοεμβρίου του Νational Geographic (περιοδικό + βιβλίο + DVD). Ειδική deluxe έκδοση του λευκώματος κυκλοφορεί στα βιβλιοπωλεία την ίδια ημέρα.