ΜΟΝΑΧΟ. Ε λληνας εναντίον Ελλάδας: Σημειώσατε ένα. Αυτό ήταν το αποτέλεσμα της δημοπρασίας για 120 έγγραφα από την εποχή του 1821 που έγινε την περασμένη Τρίτη στο Μόναχο. Την Ελλάδα εκπροσώπησαν η ειδική γραμματέας του υπουργείου Παιδείας κυρία Ευγενία Κεφαληναίου και η υποδιευθύντρια των Γενικών Αρχείων του Κράτους κυρία Βάσω Τσιμούλη, ενώ ο Ελληνας που έκανε τηλεφωνικές προσφορές και τελικά πλειοδότησε είναι άγνωστος. Είναι όμως αμφίβολο αν η ανωνυμία του θα κρατήσει πολύ. «Το όνομά του θα γίνει γνωστόόταν θα εισαγάγει τα έγγραφα στην Ελλάδα» λέει η κυρία Κεφαληναίου. «Ο νόμος επιβάλλει να τα δηλώσει σε κάποια από τις 60 υπηρεσίες των Κρατικών Αρχείων» προσθέτει. Και τέτοια δήλωση γίνεται συνήθως ονομαστικά.

Η «κούρσα» στον οίκο δημοπρασιών Ηermann Ηistorica κράτησε λιγότερο από δεκάλεπτο. Το μικρό αυτό διάστημα όμως ήρκεσε για να εκτιναχθεί η προσφορά από τα 20.000 ευρώ- τιμή εκκίνησης- στο υπερπενταπλάσιο: 105.000

ευρώ. Αν σε αυτό προστεθεί και το κέρδος του οίκου δημοπρασίας, που ανέρχεται στο 23% της τελικής προσφοράς, τότε η συνολική τιμή φθάνει τα 130.000

ευρώ. «Ηταν μια κούρσα για δύο άλογα» λέει η κυρία Κεφαληναίου. Το «άλογο» του ελληνικού Δημοσίου «άντεξε» ως και τα 10.000 ευρώ- ύστερα «έσπασε» και αποσύρθηκε από το γκάλοπ. «Με πείραξε που ο ανταγωνιστής μας ήταν Ελληνας» ομολογεί η κυρία Κεφαληναίου. «Είμαστε ο γνήσιος θεματοφύλακας τέτοιων εγγράφων,επειδή ξέρουμε να τα συντηρούμε και να τα αξιοποιούμε επιστημονικά.Τα θέλαμε για την έρευνα και για το πλατύ κοινό» προσθέτει. Τρία ελληνικά μουσεία, λέει, που είχαν ενδιαφερθεί αρχικά για τη δημοπρασία, απέσυραν αμέσως το ενδιαφέρον τους όταν πληροφορήθηκαν τη συμμετοχή του υπουργείου Παιδείας. Η χειρότερη περίπτωση που θα μπορούσε να προκύψει τώρα, φοβάται, είναι να τα βάλει ο νέος κάτοχος «σε μια κασέλα» και να τα «καμαρώνει» εκεί, χωρίς την κατάλληλη συντήρηση.

«Πολύ καλό αποτέλεσμα» εκτιμά ο εκπρόσωπος του Ηermann Ηistorica κ. Ερνστ Βάγκνερ. «Θα προτιμούσα βέβαιατα έγγραφα να πήγαιναν στο Δημόσιο, επειδή κανένας δεν μπορεί να ξέρει την τύχη τους όταν πέφτουν σε χέρια ιδιωτών.Τα δικά μας όμως ήταν δεμένα, επειδή ο ιδιοκτήτης τους επέμενε στη δημοπρασία». Οι διεκδικητές, προσθέτει- «διορθώνοντας» εδώ την κυρία Κεφαληναίου- ήταν στην αρχή περισσότεροι. Δύο από αυτούς, που είχαν καταθέσει γραπτή προσφορά ύψους 40.000 ευρώ, βρέθηκαν σύντομα εκτός «μάχης», ένας τρίτος, που παρεμβλήθηκε επίσης τηλεφωνικά, αποχώρησε όταν η κούρσα πήρε «τρελό» τέμπο. Δεν αποκλείεται πάντως, λέει, ο πλειοδότης να είναι έλληνας «λεφτάς» από την Αμερική.

Για την αυθεντικότητα των ντοκουμέντων, τα οποία προέρχονται από το «Αρχείο Λεβίδη»- 114 γράμματα πρωταγωνιστών της Επανάστασης, όπως ο Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος, τέσσερα τουρκικά έγγραφα κτλ.-, δεν υπάρχει αμφιβολία. «Και μόνο το χαρτί τους δείχνει ότι είναι γνήσια» λέει η κυρία Κεφαληναίου. Η επιστημονική αξία τους όμως είναι περιορισμένη. «Είχαν δοθεί το 1939 στον φιλολογικό σύλλογο “Παρνασσός” για αντιγραφή» προσθέτει. Το περιεχόμενό τους ήταν λοιπόν από καιρό γνωστό. Και αυτό μειώνει ανάλογα και την αγοραστική τους αξία.

«Θα διεκδικήσουμε αξιόπιστα» τα έγγραφα του Μονάχου, είχε δηλώσει την περασμένη Κυριακή στο Βερολίνο η υπουργός Παιδείας κυρία Μαριέττα Γιαννάκου. Ωστόσο και η πιο «αξιόπιστη» διεκδίκηση δεν φθάνει προφανώς για να υπερακοντίσει τους διάφορους σπεκουλαδόρους, ή τα όποια «ψώνια», που εμφανίζονται συνήθως αργότερα ως ευεργέτες, δωρίζοντας τα αποκτήματά τους στο ελληνικό κράτος. «Οι μόνοι που κερδίζουν από τέτοιες ενέργειες είναι οι οίκοι δημοπρασίας» έλεγε έλληνας διπλωμάτης. «Και αυτό εις βάρος της ιστορικής μας κληρονομιάς».