Είναι ο καλύτερος φίλος του ανθρώπου και με αποδείξεις! Πέρα από ιδανικός σύντροφος και φύλακας με έντονη δόση αυτοθυσίας για το αφεντικό του, ο σκύλος έχει καταφέρει με την καθοδήγηση των ειδικών να μπει για τα καλά στη ζωή μας, διευκολύνοντας με τη βοήθεια των υπερευαίσθητων αισθήσεων και των δυνατών ενστίκτων του χρονοβόρες κατά τ΄ άλλα διαδικασίες.
Τα χαριτωμένα τετράποδα «καριέρας», όπως ονομάζονται, χρησιμοποιούνται πλέον ως αξιόπιστοι βοηθοί σε δύσκολα επαγγέλματα, όπως στην Αστυνομία για την ανίχνευση παράνομων ουσιών και εκρηκτικών ή τον εντοπισμό αγνοουμένων, στην Πυροσβεστική ως σκυλιά-διασώστες, ή ακόμη και στον Ερυθρό Σταυρό, όπου οργώνουν ακούραστα τις παγωμένες βουνοκορφές προς αναζήτηση χαμένων πεζοπόρων και σκιέρ. Και η λίστα δεν τελειώνει εδώ. Ανάμεσα στα «σκυλίσια» επαγγέλματα συγκαταλέγονται ακόμη οι συνοδοί τυφλών αλλά και οι βιοανιχνευτές ασθενειών. Στη δεύτερη περίπτωση μάλιστα πρόκειται για σκυλιά τα οποία τα τελευταία χρόνια εκπαιδεύονται έτσι ώστε με τη βοήθεια της πανίσχυρης όσφρησής τους να μπορούν να αναγνωρίζουν κάποιους τύπους καρκίνου ή να ειδοποιούν σε περίπτωση που τα επίπεδα σακχάρου στο αίμα ενός ασθενούς που πάσχει από διαβήτη φθάσουν σε απειλητικά για τη ζωή του επίπεδα.
Ανίχνευση καρκίνου
Ολα ξεκίνησαν το 1989 από ένα άρθρο της επιθεώρησης «Τhe Lancet», όπου περιγραφόταν η ιστορία μιας γυναίκας η οποία αντιλήφθηκε ότι κάτι κακό τής συνέβαινε όταν ο σκύλος της άρχισε ξαφνικά να δείχνει υπερβολικό ενδιαφέρον για μια ελιά που είχε στο πόδι. Οταν η ίδια άρχισε να ψάχνει τι ακριβώς συμβαίνει, ανακάλυψε ότι τελικά έπασχε από τη σοβαρότερη μορφή καρκίνου του δέρματος. Αυτή μπορεί να ήταν η πρώτη ιστορία που δημοσιεύθηκε και συνέδεε τον σκύλο με τον εντοπισμό του καρκίνου, αλλά δεν ήταν και η τελευταία. Απετέλεσε μάλιστα πηγή έμπνευσης για έναν συνταξιούχο ορθοπαιδικό χειρουργό του Νοσοκομείου του Αμερσαμ, τον δρα Τζον Τσερτς, ο οποίος θέλησε να διαπιστώσει πώς ακριβώς τα πανέξυπνα ζώα καταφέρνουν να εντοπίζουν καρκινικά κύτταρα.
Το τεράστιο ενδιαφέρον του για το αντικείμενο τον οδήγησε το 2002 στη δημιουργία του ιδρύματος CancerDogs: Cancer and Βio-detection Dogs, ενός ερευνητικού κέντρου με στόχο την ανάλυση της περίπλοκης διαδικασίας της όσφρησης που χαρίζει στα συμπαθέστατα κατοικίδια τη δυνατότητα να αντιλαμβάνονται ότι κάτι δεν πάει καλά με την υγεία του αφεντικού τους, αλλά και την ειδική εκπαίδευσή τους προκειμένου να μπορούν να αναγνωρίζουν συγκεκριμένους δείκτες που ενδεχομένως θέτουν σε κίνδυνο τη ζωή του ιδιοκτήτη τους. Ηδη κατά τα πρώτα χρόνια λειτουργίας του κέντρου άλλες 16 περιπτώσεις πρόωρης ανίχνευσης καρκίνου ήρθαν στο φως. «Η ερευνητική ομάδα που συστάθηκε από τον δρα Τσερτς είχε στόχο να αποδείξει επιστημονικά ότι ο καλύτερος φίλος του ανθρώπου μπορεί να εκπαιδευτεί προκειμένου να μπορεί να οσφραίνεται τον καρκίνο και πιθανότατα άλλες νόσους» λέει χαρακτηριστικά στο «Βήμα» η Κλερ Γκεστ, ψυχολόγος και υπεύθυνη του ιδρύματος.
Η πρώτη δοκιμή
Προκειμένου να επαληθεύσουν την όλη διαδικασία, οι ερευνητές, με επικεφαλής τη δρα Κάρολαϊν Γουίλις από το Τμήμα Δερματολογίας του Νοσοκομείου του Αμερσαμ, προχώρησαν στην επτάμηνη εκπαίδευση έξι συνολικά σκύλων προκειμένου να μπορούν τα ζώα να ανιχνεύουν την ύπαρξη απειλητικών για την υγεία των ασθενών ουσιών μυρίζοντας δείγματα ούρων. Το 2004 η μελέτη τους ολοκληρώθηκε επιτυχώς και στη συνέχεια τον Σεπτέμβριο του ίδιου έτους δημοσιεύθηκε στο επιστημονικό έντυπο «Βritish Μedical Journal». Σύμφωνα με αυτήν η εκπαίδευση πραγματοποιήθηκε σε διάφορες φάσεις. Αρχικά τα σκυλιά εκπαιδεύτηκαν ώστε ανάμεσα σε επτά διαφορετικά δείγματα ούρων να μπορούν να εντοπίζουν εκείνο που ανήκε σε ασθενή με καρκίνο της ουροδόχου κύστεως. Αυτό επετεύχθη μέσω εκπαιδευτικών παιχνιδιών αναζήτησης και εξεύρεσης, τα οποία στην πορεία αντικαταστάθηκαν σταδιακά από τη φάση ανίχνευσης αυξημένης πολυπλοκότητας.
Στο τέλος της εκπαίδευσης οι ερευνητές θέλησαν να ελέγξουν τα αποτελέσματα της σκληρής τους δουλειάς. Υπέβαλαν λοιπόν τα ζώα σε μια τελευταία δοκιμή, όπου και είδαν ότι κατάφεραν να ανιχνεύσουν σωστά τον καρκίνο της ουροδόχου κύστεως μέσα από δείγματα ούρων, στις 22 από τις 54 περιπτώσεις δειγμάτων ασθενών που έπασχαν από τη νόσο. Γεγονός το οποίο κατά τους ειδικούς αντιστοιχεί σε ποσοστό επιτυχίας που αγγίζει το 41%.
«Είναι χαρακτηριστικό μάλιστα ότι τα σκυλιά είχαν την ικανότητα να ξεχωρίζουν τη μυρωδιά συγκεκριμένων οργανικών πτητικών ενώσεων στα ούρα από τα υπόλοιπα χημικά μέρη που ήταν ανιχνεύσιμα και με μια απλή ανάλυση ούρων» αναφέρει η κυρία Γκεστ. «Αυτό πιστεύουμε ότι συμβαίνει γιατί οι ενώσεις αυτές προέρχονται από καρκινικά κύτταρα και γι΄ αυτόν τον λόγο αναδίδουν μια διαφορετική μυρωδιά την οποία τα σκυλιά αντιλαμβάνονται».
Οπως εξηγεί η ίδια, οι ράτσες που θεωρούνται ιδανικές για τη βιοανίχνευση είναι τα λαμπραντόρ, τα σπάνιελ και τα ρετρίβερ. «Επιλέγουμε αυτά τα σκυλιά γιατί διαθέτουν τον απαραίτητο συνδυασμό καλής διάθεσης και άψογης δυνατότητας εκπαίδευσης.Χρειαζόμαστε ευφυή σκυλιά με οξύτατη όσφρηση τα οποία να μαθαίνουν εύκολα και γρήγορα» συμπληρώνει η ειδικός.
Στόχος του ιδρύματος, όπως μας εκμυστηρεύθηκε η κυρία Γκεστ, είναι η ειδική εκπαίδευση σκύλων ώστε να μπορούν για ερευνητικούς σκοπούς να ανιχνεύουν την ύπαρξη καρκινικών κυττάρων. «Ολα τα σκυλιά που εκπαιδεύουμε για την ανίχνευση του καρκίνου παραμένουν στο ίδρυμα και συμμετέχουν στην έρευνα ενώ παράλληλα δουλεύουν και σε νοσοκομεία» λέει.
Σύντροφοι του… διαβήτη
«Υπάρχουν όμως και τα ζώα που εκπαιδεύονται και προορίζονται για ιατρικοί βοηθοί ατόμων με διαβήτη. Στην πορεία υιοθετούνται από έναν ασθενή με τον οποίο τις περισσότερες φορές παραμένουν για το υπόλοιπο της ζωής τους» αναφέρει η υπεύθυνη του CancerDogs.
Οπως για παράδειγμα συνέβη και στην περίπτωση του μικρού Νόα. Ενός αγοριού τεσσάρων ετών που πάσχει από διαβήτη τύπου 1 και, λόγω δυσλειτουργίας του παγκρέατος, ο οργανισμός του δυσκολεύεται να κρατήσει σταθερά τα επίπεδα του σακχάρου στο αίμα. Παρά το γεγονός ότι υποβάλλεται σε συνεχείς ελέγχους ανά 40 λεπτά, το αγοράκι αντιμετωπίζει αυξημένο κίνδυνο υπογλυκαιμικών επεισοδίων τα οποία θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε εγκεφαλική βλάβη ή ακόμη και στον θάνατο.
Γι΄ αυτόν τον λόγο οι γονείς του αποφάσισαν να του χαρίσουν έναν τετράποδο «φύλακα-άγγελο» που ακούει στο όνομα Μπιάνκα. Ενα γλυκύτατο μαύρο θηλυκό λαμπραντόρ-ρετρίβερ, το οποίο αποτελεί την πρώτη απόπειρα των ειδικών του CancerDogs στην ανίχνευση υπογλυκαιμικών κρίσεων σε παιδιά με διαβήτη.
«Η οικογένεια έχει την Μπιάνκα περίπου δύο μήνες.Ως τώρα έχει καταφέρει να εντοπίσει αρκετές επικίνδυνες στιγμές για τον μικρό Νόα.Πριν από λίγο καιρό μάλιστα,μέσα στη νύχτα αντιλήφθηκε ότι ο Νόα βρισκόταν σε κρίση κατά τη διάρκεια του ύπνου του και ειδοποίησε τους γονείς του με το επίμονο γάβγισμά της» αναφέρει η κυρία Γκεστ. «Ευτυχώς έδρασαν άμεσα και έτσι ο μικρούλης επανήλθε».
Οπως δηλώνουν οι γονείς του Νόα, Σαμ και Κιθ, αν και η γλυκιά σκυλίτσα τούς έχει βοηθήσει σημαντικά αλλάζοντας στην ουσία την καθημερινότητά τους, παρ΄ όλα αυτά ακόμη δεν μπορεί να ανιχνεύσει όλες τις υπογλυκαιμικές κρίσεις του γιου τους. Αυτό συμβαίνει γιατί, σύμφωνα με την κυρία Γκες, ο σκύλος περνάει από ένα στάδιο προσαρμογής.
«Εμείς εκπαιδεύουμε τον σκύλο να οσφραίνεται πότε πέφτουν τα επίπεδα σακχάρου στο αίμα.Στην πράξη όμως,όταν ο σκύλος υιοθετείται από μια οικογένεια,έρχεται αντιμέτωπος με νέα δεδομένα στα οποία πρέπει να προσαρμοστεί.Πρέπει να συνηθίσει στο καινούργιο του σπίτι και στα νέα του αφεντικά,αλλά και να γνωρίσει την περίπτωση του ασθενούς που καλείται να αντιμετωπίζει καθημερινά. Σίγουρα όσο περνά ο καιρός το ζώο βελτιώνεται όλο και περισσότερο και αντιδρά με ολοένα μεγαλύτερη ακρίβεια στην αναγνώριση των υπογλυκαιμικών ή υπεργλυκαιμικών κρίσεων.Κατά τον ίδιο τρόπο φυσικά βελτιώνονται οι ιδιοκτήτες του στο να κατανοούν καλύτερα τι θέλει να πει μέσω συγκεκριμένων συμπεριφορών» εξηγεί στο «Βήμα» η κυρία Γκεστ.
Διά βίου εκπαίδευση
«Το σίγουρο είναι ότι το κομμάτι της εκπαίδευσης για έναν τέτοιον σκύλο δεν τελειώνει ποτέ!Το ίδρυμα συνεχίζει να τον παρακολουθεί εφ΄ όρου ζωής,όπως ακριβώς συμβαίνει και με τους συνοδούς τυφλών» τονίζει η υπεύθυνη του ιδρύματος.
«Ανά τακτά χρονικά διαστήματα είμαστε υποχρεωμένοι να ελέγχουμε αν ο σκύλος συνεχίζει να εκτελεί καλά τη “δουλειά” του,αν έχει αλλάξει ή έχει γίνει κακομαθημένος.Γιατί είναι σημαντικό να μπορεί να ξεχωρίζει το επαγγελματικό μέρος από τα υπόλοιπα που συμβαίνουν μέσα στο σπίτι.Οταν μάλιστα δούμε ότι κάποιος σκύλος αρχίσει να συμπεριφέρεται αναξιόπιστα,τότε αναγκαζόμαστε να τον “συνταξιοδοτήσουμε”, που σημαίνει ότι ενημερώνουμε τον ασθενή ότι πλέον δεν είναι σε θέση να του προσφέρει αξιόπιστες ενδείξεις».
Οι οικογένειες που υιοθετούν σκυλιά βιοανίχνευσης όπως η Μπιάνκα δεν χρειάζεται να συμπεριφέρονται με κάποιον συγκεκριμένο τρόπο. «Σαφώς και αναζητούμε άτομα που έχουν καλή σχέση με σκύλους και απολαμβάνουν να μοιράζονται τον χρόνο και τον χώρο τους με ένα κατοικίδιο.Τα συγκεκριμένα σκυλιά μπορεί να ακολουθούν μια ειδική εκπαίδευση,ωστόσο δεν είναι μηχανές. Εχουν ανάγκη από τρυφερότητα και ο ιδιοκτήτης τους οφείλει να αναπτύξει μια υγιή σχέση μαζί τους.Οταν “εργάζονται” γνωρίζουν ότι πρέπει να συμπεριφέρονται με συγκεκριμένο τρόπο,αλλά τις υπόλοιπες ώρες κάνουν ό,τι και τα υπόλοιπα σκυλιά:τρέχουν και παίζουν».
Κατόπιν παραγγελίας
Αλλη μία παρόμοια περίπτωση υιοθέτησης σκύλου βιοανίχνευσης είναι εκείνη του λέκτορα του Πανεπιστημίου του Ντούραμ δρος Τσέρι Κίτον , ο οποίος πάσχει από διαβήτη τύπου 1 και δεν αντιλαμβάνεται εύκολα το πότε ακριβώς παθαίνει υπογλυκαιμικές κρίσεις. Μάλιστα σε δύο περιπτώσεις κατά τις οποίες δεν είχε συνειδητοποιήσει εγκαίρως τι του συνέβαινε, λιποθύμησε στον δρόμο. Η έντονη ανησυχία της συζύγου του, Αντζελα, ήταν εκείνη που τον οδήγησε τελικά στο κατώφλι του ιδρύματος. Η κυρία Γκεστ ανέλαβε την εκπαίδευση της Ζέτα, του πανέμορφου λαμπραντόρ του ζευγαριού, και έτσι σε λίγους μήνες το κατοικίδιο ήταν σε θέση να προειδοποιεί τον ιδιοκτήτη του όταν τα επίπεδα σακχάρου στο αίμα αυξομειώνονταν επικίνδυνα, πηδώντας πάνω του.
«Αυτό άλλαξε κυριολεκτικά τη ζωή του δρος Κίτον» εξηγεί η υπεύθυνη του ιδρύματος. «Του χάρισε περισσότερη ανεξαρτησία και αυτοπεποίθηση,γιατί πλέον μπορούσε να διαφεύγει τον κίνδυνο,δρώντας άμεσα και λαμβάνοντας την κατάσταση εγκαίρως στα χέρια του» προσθέτει.
Σύμφωνα με την κυρία Γκεστ, τα σκυλιά δεν εκπαιδεύονται πριν από την υποβολή των αιτήσεων. «Προς το παρόν,ακριβώς επειδή ακόμη το ενδιαφέρον του κοινού είναι περιορισμένο,πρώτα συγκεντρώνουμε τις αιτήσεις των ενδιαφερομένων και μετά εκπαιδεύουμε τους σκύλους, έτσι ώστε να δίδονται άμεσα για υιοθεσία.Συγκεκριμένα αυτή την περίοδο δύο άτομα που πάσχουν από διαβήτη περιμένουν τους σκύλους τους να ολοκληρώσουν την εκπαίδευσή τους,ενώ ένα άλλο περιμένει για έναν σκύλο ιατρικής βοήθειας». Το κόστος απόκτησης ενός σκύλου βιοανίχνευσης αγγίζει τις 12.500
ευρώ- 6.000 για το πρώτο μέρος της εκπαίδευσής του και περίπου άλλα τόσα για το στάδιο της συντήρησης. Το ίδρυμα ωστόσο δεν στοχεύει στην εμπορευματοποίηση των φαινομενικών τετράποδων. «Τα κεφάλαια που διαχειριζόμαστε ως ίδρυμα προέρχονται κυρίως από χρηματοδοτήσεις και ιδιωτικές δωρεές» υπογραμμίζει η κυρία Γκεστ.
Νέες έρευνες
Οι προοπτικές που ανοίγονται για την ανίχνευση ασθενειών από τους σκύλους είναι, κατά την ειδικό, αστείρευτες. «Υπάρχει μια ευρεία γκάμα βακτηρίων που θα μπορούσαν να γίνονται αντιληπτά από τα σκυλιά λόγω της ιδιαίτερης μυρωδιάς τους». Γι΄ αυτόν τον λόγο δεν αποκλείεται στο εγγύς μέλλον οι διαστάσεις του συγκεκριμένου τομέα να γνωρίσουν πρωτοφανή γιγάντωση.
Οσο για τον εντοπισμό του καρκίνου, όπως υποστηρίζει η υπεύθυνη του CancerDogs, τα σκυλιά αυτά θα χρησιμοποιούνται αυστηρά και μόνο για ερευνητικούς σκοπούς και γι΄ αυτό δεν προβλέπεται να δοθούν ποτέ σε ανάδοχες οικογένειες.
«Πιστεύουμε ότι ένας από τους μελλοντικούς στόχους της πολυετούς μελέτης θα μπορούσε σε κάποια φάση να είναι η δημιουργία μιας υπερευαίσθητης “ηλεκτρονικής μύτης” η οποία θα μιμείται τη διαδικασία της όσφρησης των σκύλων και θα είναι ικανή να ανιχνεύει τόσο τον καρκίνο όσο και άλλες ασθένειες» συμπληρώνει.
Κατά τα φαινόμενα αυτό θα είναι μελλοντικά το «όπλο» ενάντια σε πολλές σοβαρές νόσους. Για την ώρα ωστόσο οι τετράποδοι φίλοι μας θέτουν στην υπηρεσία της υγείας μας τις ξεχωριστές τους ικανότητες. Και αν ως σήμερα απλώς συμβιώναμε μαζί τους και απολαμβάναμε τη συντροφιά και τα τσαχπίνικα καμώματά τους, τώρα ξέρουμε ότι πίσω από την αστείρευτη περιέργεια μικρού παιδιού κρύβουν και την εντυπωσιακή ικανότητα να σώζουν ζωές.