«Το σκάνδαλο Ζαχόπουλου είναι καθαρά πολιτικό»
«Δεν παίρνω πίσω τίποτε από όσα κατέθεσα στην Επιτροπή Μορφωτικών Υποθέσεων της Βουλής. Επιμένω ότι το σκάνδαλο Ζαχόπουλου είναι καθαρά πολιτικό και έτσι θα πρέπει να αντιμετωπιστεί. Οχι ως ροζ, μπλε ή πράσινο. Δεν φοβάμαι καμία διαγραφή από το κόμμα». Αυτό δηλώνει προς πάσα κατεύθυνση και προς κάθε ενδιαφερόμενο ο κ. Π. Τατούλης, πρώην υφυπουργός Πολιτισμού, την περίοδο που υπουργός Πολιτισμού ήταν ο ίδιος ο πρωθυπουργός κ. Κ. Καραμανλής και αναπληρώτρια υπουργός η κυρία Φάνη Πάλλη-Πετραλιά. Αλλωστε αυτός πρώτος είχε καταγγείλει εγγράφως τη δράση του κ. Ζαχόπουλου στο υπουργείο Πολιτισμού, αλλά τότε δεν πήρε ποτέ και από κανέναν καμία απάντηση. Με την επιμονή του στην άποψη ότι το «σκάνδαλο Ζαχόπουλου» είναι πολιτικό, ο κ. Τατούλης εξακολουθεί να «δείχνει» τις πολιτικές ευθύνες του Μεγάρου Μαξίμου. Εξάλλου πιστεύει στην «αριστοτέλεια προσέγγιση», η οποία θεωρεί ότι τα πάντα είναι πολιτικά: «Εχω συνέπεια λόγου, δεν παίρνω πίσω τίποτε από όσα είπα» επαναλαμβάνει.
Ο κ. Τατούλης εμφανίζεται αδιάφορος αν κάποιοι στο κόμμα του δηλώνουν ενοχλημένοι για τα όσα κατέθεσε στην αρμόδια κοινοβουλευτική επιτροπή. Υποστηρίζει ότι βρίσκεται εντός κομματικής γραμμής, επικαλείται τον Γραμματέα της Κοινοβουλευτικής Ομάδας κ. Ι. Τραγάκη, ο οποίος του είπε ότι με την κατάθεσή του έβγαλε από το «κάδρο» της υπόθεσης Ζαχόπουλου τον Πρωθυπουργό, και σημειώνει ότι τις επιστολές που έχει στη διάθεσή του για τη δραστηριότητα του κ. Ζαχόπουλου στη Γενική Γραμματεία του υπουργείου Πολιτισμού θα τις δώσει στη δημοσιότητα όποτε αυτός θέλει και όποτε αυτός κρίνει.
Τις επιστολές αυτές ζήτησε εγγράφως το ΠαΣοΚ με ερώτηση που κατέθεσε στη Βουλή, αλλά όπως έλεγε ο κ. Τατούλης «δεν θα με υποχρεώσει κανείς να τις δώσω και επιπλέον ούτε ποτέ διέψευσα ούτε επιβεβαίωσα την ύπαρξη των επιστολών αυτών». Αποκαλύπτει πάντως πως όταν κατέθεσε στον ανακριτή δεν ανέφερε τις επιστολές αυτές παρά μόνο τις επιστολές που έστειλε προς την κυρία Ερση Φιλιπποπούλου, πρώην διευθύντρια του υπουργείου Πολιτισμού. Αυτές οι επιστολές αφορούσαν τη νομιμότητα χρηματοδοτήσεων μέσω κοινοτικών κονδυλίων που είχε κρίνει ο κ. Ζαχόπουλος με γνωμοδότηση του κ. Σπ. Κλαδά, προϊσταμένου της Υπηρεσίας Ειδικών Ελέγχων (ΥΠΕΕ).
Με βολές κατά της κυρίας Πετραλιά και του πρώην υπουργού Πολιτισμού κ. Γ. Βουλγαράκη ο κ. Τατούλης αναφέρεται εκτενώς στις υπερεξουσίες που δόθηκαν στον κ. Ζαχόπουλο από τις πρώτες κιόλας ημέρες της εγκατάστασής του στο μέγαρο της οδού Μπουμπουλίνας, σε «πρόσωπα στα οποία ο Πρωθυπουργός έκανε την τιμή να τους δώσει ευθύνες και αρμοδιότητες» δηλώνει με νόημα. Και δεν παραλείπει να επισημαίνει ότι «ο Πρωθυπουργός, σε όλες τις σημαντικές στρατηγικές αποφάσεις που πήραμε για τον χώρο του πολιτισμού, ήταν και ο ίδιος ενήμερος».
Με το που ορκίστηκε τον Μάρτιο του 2004 στη θέση του υφυπουργού Πολιτισμού, ο κ. Τατούλης είχε μία και μοναδική αποστολή, όπως συχνά έλεγε: να διοικήσει το υπουργείο και να αποτρέψει κάθε πράξη αδιαφάνειας, προκειμένου να μην υπάρξει πρόβλημα σε αυτό, καθώς πολιτικός προϊστάμενος ήταν ο ίδιος ο Πρωθυπουργός. Μόνο που στην προσπάθειά του, όπως λέει σήμερα, βρήκε μπροστά του τον κ. Ζαχόπουλο, μόλις ο τελευταίος ανέλαβε τις πρωτοφανείς υπερεξουσίες του.
* «Θα φάω αυτό το κομμούνι»
«Εμαθα ότι έλεγε για μένα «θα φάω από εδώ μέσα αυτό το κομμούνι»» λέει χαρακτηριστικά ο κ. Τατούλης, επιμένοντας ότι αυτός ήταν τελικά που πρόσεχε τις κινήσεις του κ. Ζαχόπουλου, και ας μην αντάλλασσαν ούτε «καλημέρα» όταν διασταυρώνονταν. «Είχαμε διαφορετική προσέγγιση για τον πολιτισμό» εξηγεί ο πρώην υφυπουργός παρουσιάζοντας με κομψό τρόπο τις διαφωνίες τους. Τα πράγματα δεν ήταν πάντως τόσο απλά. Είναι εξάλλου γνωστό ότι πολλές φορές ο πανίσχυρος τότε γενικός γραμματέας επιχείρησε να επιβάλει την άποψή του στον υφυπουργό και ο υφυπουργός προσπάθησε με τη σειρά του να ακυρώσει αποφάσεις του πρώτου. «Μου απέκρυψε την απόφαση του Κεντρικού Αρχαιολογικού Συμβουλίου για το στέγαστρο στο Ακρωτήρι της Σαντορίνης, διέθετε τότε υπερεξουσίες» αναφέρει επικαλούμενος μια χαρακτηριστική περίπτωση.
Περιγράφοντας μάλιστα το πλαίσιο υπερεξουσιών που απολάμβανε ο πρώην γενικός γραμματέας, ο κ. Τατούλης αναφέρεται στο «άκρως συγκεντρωτικό, μυστικοπαθή και… επεκτατικό τρόπο» με τον οποίο δρούσε, περιγράφοντας παράλληλα την «εξόχως δυσχερή» θέση στην οποία περιήλθε η διοίκηση του υπουργείου Πολιτισμού. Κατά τον κ. Τατούλη οι αρμοδιότητες αυτές δεν δόθηκαν από τον Πρωθυπουργό, αλλά «δόθηκαν με απόφαση της αναπληρώτριας υπουργού Πολιτισμού και των υπουργών Οικονομίας και Εσωτερικών». Και όχι μόνο αυτό, αλλά τον Ιούλιο του 2006 οι αρμοδιότητες του κ. Ζαχόπουλου διευρύνθηκαν περισσότερο με απόφαση του τότε υπουργού Πολιτισμού κ. Βουλγαράκη.
Τρεις υπουργοί υπέγραψαν για τις αρμοδιότητες του κ. Ζαχόπουλου, καθιστώντας τον «πανίσχυρο» και μετατρέποντάς τον στον γενικό γραμματέα υπουργείου με τις περισσότερες αρμοδιότητες στην Ελλάδα. Αυτός ήταν και ο λόγος που ο νυν υπουργός Πολιτισμού κ. Μιχ. Λιάπης χρειάστηκε δύο μήνες προκειμένου να αφαιρέσει τις αρμοδιότητες Ζαχόπουλου, προτού ακόμη ο τελευταίος υποβάλει την παραίτησή του και προχωρήσει στην απόπειρα αυτοκτονίας.
Περιγράφοντας τη συνεργασία του με τον κ. Ζαχόπουλο, ο κ. Τατούλης επιμένει σε όλα όσα είπε στην Επιτροπή Μορφωτικών Υποθέσεων: «Για να υποβληθεί μια αίτηση για χρηματοδότηση, έπρεπε να είχε την υπογραφή του στο τεχνικό δελτίο έργου». Επρόκειτο για μια τυπική υποχρέωση, ακόμη και αυτήν όμως ο γενικός γραμματέας την «αντιλαμβανόταν ως άσκηση εξουσίας», ενώ ανέφερε ότι αρνούνταν να προσέλθει στις συσκέψεις που ο ίδιος συγκαλούσε.
Κατά τον κ. Τατούλη, η πολιτική διαχείριση του Γ’ ΚΠΣ έπρεπε να ανήκει μόνο στους υπουργούς και έτσι δεν συμφώνησε με την παραχώρηση επιπλέον αρμοδιοτήτων στον γενικό γραμματέα. Είναι χαρακτηριστική η επισήμανσή του ότι, επειδή οι εθνικοί πόροι είχαν μειωθεί, ο έλεγχος του Γ’ ΚΠΣ ισοδυναμούσε ουσιαστικά με τον έλεγχο στον τομέα Πολιτισμού.
Οι σχέσεις του κ. Τατούλη με τον κ. Ζαχόπουλο πήγαιναν από το κακό στο χειρότερο, αφού οι επιπλέον αρμοδιότητες, αλλά και η ανοχή των υπουργών, όπως λέει, προς τον πρώην γενικό γραμματέα προκαλούσαν προβλήματα. Και φέρνει ως παράδειγμα ορισμένες απευθείας αναθέσεις, όπως η επιλογή τεχνικού συμβούλου, ενώ έκανε λόγο και για απόπειρες αποχαρακτηρισμού αρχαιολογικών χώρων, τις οποίες γρήγορα αντελήφθη και απέτρεψε.
* Συνεννόηση μέσω επιστολών
Ετσι, αφού δεν αντάλλασσαν ούτε «καλημέρα», ο κ. Τατούλης κατέφυγε στις επιστολές για να συνεννοηθεί με τον γενικό γραμματέα του. Και σε μία από αυτές, όπως ο ίδιος αποκαλύπτει, τον καλούσε να διώξει έναν ειδικό σύμβουλό του, επειδή, όπως έγραφε, με τις ενέργειές του στη διαχείριση του Γ’ ΚΠΣ εκθέτει το υπουργείο, αλλά και τον υπουργό, που τότε ετύγχανε να είναι ο ίδιος ο Πρωθυπουργός.
Ο κ. Τατούλης αναλαμβάνει όλη την ευθύνη για τα δύο χρόνια που ήταν υφυπουργός, λέγοντας ότι ο Πρωθυπουργός και υπουργός Πολιτισμού δεν είχε ευθύνη για όσα συνέβησαν τότε, αφού όλες τις υπερεξουσίες ο κ. Ζαχόπουλος τις έλαβε από υπουργούς. Θυμάται όμως τον κ. Βουλγαράκη, ο οποίος όταν τον διαδέχθηκε είπε πως βρήκε χάος στο υπουργείο, σε ένα υπουργείο όπου υπουργός ήταν ο Πρωθυπουργός. Πέρασαν δύο χρόνια ώστε ο κ. Βουλγαράκης να αποκαταστήσει αυτή τη δήλωση, αλλά στο μεταξύ ο κ. Τατούλης μίλησε στην Επιτροπή Μορφωτικών Υποθέσεων και είπε ό,τι ήταν να πει. Και όταν πληροφορήθηκε για την απονενοημένη πράξη του κ. Ζαχόπουλου αιφνιδιάστηκε ως άνθρωπος, όπως λέει, αλλά περισσότερο αιφνιδιάστηκε όταν άκουσε από το ραδιόφωνο την… παραίτηση του κ. Ζαχόπουλου από το υπουργείο Πολιτισμού. Ηταν δύσκολο κάποιος να τον «παραιτήσει», γιατί έδινε την εντύπωση ότι όλες οι εξουσίες του εκπηγάζουν από τα πλέον υψηλά κλιμάκια.