Το περασμένο Σάββατο, ανήμερα Πρωταπριλιά, ο τηλεοπτικός σταθμός Σκάι βγήκε στον αέρα. Την πρωταπριλιάτικη νότα της ημέρας έδινε το γεγονός ότι οι τηλεθεατές από αλλού περίμεναν να εκπέμψει το πρόγραμμά του ο σταθμός και αλλού τελικά τον είδαν. Οχι από τον τοπικό δίαυλο Smart TV, όπως είχε επισήμως ανακοινωθεί από την πλευρά του ιδιοκτήτη του σταθμού κ. I. Αλαφούζου, αλλά από τον πανελλαδικής εμβέλειας Seven Χ. Με αυτή την αμφιλεγόμενη κίνηση ο κ. Αλαφούζος «ξαναβγάζει» στον αέρα τηλεοπτικό σταθμό με το όνομα Σκάι μετά από εννέα χρόνια, καταλαμβάνοντας μια συχνότητα ενεχυριασμένη στην Αγροτική Τράπεζα Ελλάδος (ATE). Ο Seven ή Σκάι εμφανιζόταν ως το βράδυ της Πέμπτης ως ιδιοκτησία του επιχειρηματία κ. Γ. Μπατατούδη, ο οποίος έχει διωχθεί ποινικά για τις μετοχές-φούσκες, υπόθεση που είχε γίνει ευρύτερα γνωστή ως «Φάκελοι Μπουρμπούλια». Την Πέμπτη ο κ. Αλαφούζος μέσω της εταιρείας του Ειδήσεις.com προχώρησε στην εξαγορά του τηλεοπτικού σταθμού και ταυτόχρονα αποχώρησε από τον Smart TV.


H υπόθεση της εκπομπής του Σκάι από τη συγκεκριμένη συχνότητα έχει δημιουργήσει προβλήματα και στην κυβέρνηση, η οποία δέχεται φίλια πυρά από τον προσκείμενο σε αυτήν Τύπο. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι αυτό των εφημερίδων «Χώρα» και «Traffic» (ιδιοκτησίας του κ. Γ. Τράγκα), οι οποίες παρουσιάζουν τον κυβερνητικό εκπρόσωπο κ. Θ. Ρουσόπουλο ως «κουμπάρο» μεταξύ του Ομίλου Αλαφούζου (εφημερίδα «Καθημερινή», ραδιοφωνικοί σταθμοί Σκάι, Μελωδία κτλ.), του κ. Γ. Μπατατούδη και του διοικητή της ATE κ. Δ. Μηλιάκου. H «Χώρα» της Πέμπτης χαρακτηρίζει τη μεταβίβαση του Σκάι στην οικογένεια Αλαφούζου «παράνομη» ενώ στο σχετικό ρεπορτάζ αναφέρεται ότι «αφόρητες πιέσεις στη διοίκηση της Αγροτικής Τράπεζας ασκήθηκαν από στελέχη της κυβέρνησης και όλα δείχνουν πως πρωτεργάτης της υπόθεσης είναι ο υπουργός Επικρατείας Θόδωρος Ρουσόπουλος, για να μεταβιβαστεί ο σταθμός στην οικογένεια Αλαφούζου». Αξιοπερίεργο είναι επίσης το γεγονός ότι ο ίδιος ο κ. Μηλιάκος, γνωστός από την υπόθεση με τις υπερχρεώσεις των εταιρικών πιστωτικών καρτών του, λέει ότι δεν χρωστάει η εταιρεία Seven στην ATE, αλλά ο κ. Μπατατούδης ως ιδιώτης!


Σύμφωνα με πληροφορίες που δημοσιεύθηκαν στην «Ελευθεροτυπία», ο Seven κατέληξε στα χέρια του κ. Ι. Αλαφούζου στα μέσα της περασμένης εβδομάδας σε εστιατόριο του κέντρου της Αθήνας, κατόπιν τηλεφωνικής πλειοδοσίας έναντι του ιδιοκτήτη των τηλεοπτικών σταθμών Alpha και Κανάλι 9 κ. Δ. Κοντομηνά. H ίδια εφημερίδα αναφέρει ότι ο ιδιοκτήτης της «Καθημερινής» κ. Αρ. Αλαφούζος συμφώνησε με τον κ. Μπατατούδη στην τιμή των 12 εκατ. ευρώ.


H τηλεόραση του Σκάι σίγησε τον Νοέμβριο του 1997, όταν ο κ. Αλαφούζος άφησε τον σταθμό, η διεύθυνση του οποίου πέρασε στα χέρια του κ. Στ. Τσοτσορού. Στη συνέχεια η οικογένεια Αλαφούζου αποχώρησε από τον τηλεοπτικό σταθμό Mega και τον «Τηλέτυπο», στο διοικητικό συμβούλιο του οποίου συμμετείχε ο μικρότερος αδελφός του κ. I. Αλαφούζου Θεμιστοκλής.


Εκτοτε ο κ. I. Αλαφούζος, ο οποίος από το 1993 ως το 1997 διηύθυνε τον Σκάι, αναζητούσε την κατάλληλη ευκαιρία προκειμένου να εισέλθει εκ νέου στην τηλεοπτική αρένα. H πρώτη ευκαιρία παρουσιάστηκε το 2004, όταν ο κ. Αλαφούζος εξαγόρασε από ομάδα επιχειρηματιών τον σταθμό TV Πειραιάς (Smart TV), ο οποίος εκπέμπει το πρόγραμμά του μόνο στην ευρύτερη περιοχή του Πειραιά και του Λεκανοπεδίου. H μετοχική σύνθεση του σταθμού ήταν, προτού ο κ. Αλαφούζος πουλήσει το ποσοστό του, η εξής: Γιάννης Αλαφούζος 25%, I. Σπανολιός 25%, Αγγέλα Σταφυλά (σύζυγος του δημοσιογράφου κ. N. Κακαουνάκη) 25%, A. Σπυροπούλου 18% και Γ. Μπουρίκας 7%.


Ως το περασμένο Σάββατο ο Smart ήταν δεδομένο ότι θα φιλοξενήσει το πρόγραμμα του ανανεωμένου Σκάι. Το απόγευμα της ημέρας ο Σκάι είχε βγει στον ενεχυριασμένο στην ATE Seven, η μετοχική σύνθεση του οποίου ήταν τότε η εξής: Riverina Ltd, 25% (50% Ανδρη Παπαδοπούλου, 50% Ηλ. Χατζησάββα), Interactive ΑΕ, 25% (29,25% Γ. Μπατατούδης, 67,62% Intersat, 2,50% A. Ράλλης, 0,63% N. Βουγιουκλής), Cosmoroute, 25% (99,79% Στυλιανός Φουσιάνης, 0,21% Πέτρος Καλαφάτης), Exafon, 25% (99,83% Γ. Μπατατούδης, 0,17% N. Βλάχος). Στον σταθμό είχε επιβληθεί οριστική διακοπή λειτουργίας από το Εθνικό Συμβούλιο Ραδιοτηλεόρασης (ΕΣΡ), ο οποίος όμως εξακολουθούσε να λειτουργεί, καθώς η πλευρά Μπατατούδη είχε προσφύγει στο Συμβούλιο της Επικρατείας. Ακριβώς λόγω της εκκρεμοδικίας στο ΣτΕ ο σταθμός λειτουργούσε με προσωρινό συμβούλιο, στο οποίο μετείχε εκπρόσωπος της ATE. Αξίζει να σημειωθεί ότι η πλευρά του κ. Αλαφούζου εξασφάλισε για τον Seven πανελλαδική εκπομπή μέσω του κρατικού δορυφόρου Hellas Sat.


Εκτός του Seven οι εταιρείες του κ. Μπατατούδη έχουν μπει επανειλημμένως στο στόχαστρο της Δικαιοσύνης. Ο κ. Μπατατούδης είχε μάλιστα καταθέσει τον Ιανουάριο του 2001 για τις μετοχές-φούσκες του Χρηματιστηρίου στην πρώην ανακρίτρια Κωνσταντίνα Μπουρμπούλια, η οποία κρατείται στις φυλακές Κορυδαλλού.


Το 2004 η τότε εισηγμένη στο Χρηματιστήριο εταιρεία Intersat του κ. Μπατατούδη κήρυξε πτώχευση, με αποτέλεσμα να ανασταλεί η διακίνηση της μετοχής. Το 2003 πάντως η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς είχε ζητήσει από τη Δικαιοσύνη διαχειριστικό έλεγχο στην Intersat, καθώς το ΣΔΟΕ είχε διαπιστώσει ότι ο κ. Μπατατούδης είχε αφαιρέσει από τα ταμεία της εταιρείας περίπου 24 εκατομμύρια ευρώ. Ο «Μπάτμαν», όπως ήταν γνωστός στους οπαδούς της ομάδας του ΠΑΟΚ της οποίας ήταν πρόεδρος έξι χρόνια (1997


-2003), αντιμετώπιζε προβλήματα και με την κατασκευαστική εταιρεία του, την ΕΡΓΑΣ, που είχε επίσης μπει στο μικροσκόπιο της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς. Παρά τα οικονομικά προβλήματα που αντιμετώπιζε ο κ. Μπατατούδης εξακολουθούσε να χρηματοδοτεί τον τηλεοπτικό σταθμό Seven και στα τέλη του 2000 έλαβε δάνειο 7,34 εκατομμυρίων ευρώ από την ATE. Το δάνειο είχε μάλιστα καταγγείλει με μήνυση που κατέθεσε τον Ιανουάριο του 2004 ο πρώην πρόεδρος της ΝΔ κ. Μιλτ. Εβερτ.


Πριν από το 1999, οπότε άρχισαν να «σκάνε» οι φούσκες της Σοφοκλέους, ο κ. Μπατατούδης είχε επιχειρήσει, με «πολιορκητικό κριό» την ΠΑΕ ΠΑΟΚ, να εκπορθήσει τον χώρο των ποδοσφαιρικών τηλεοπτικών δικαιωμάτων δημιουργώντας ψηφιακή συνδρομητική τηλεόραση. Αν και υποσχέθηκε διπλασιασμό των εσόδων από τα τηλεοπτικά δικαιώματα στις ομάδες της A´ Εθνικής, το σχέδιό του δεν προχώρησε. Από τον Δεκέμβριο του 2003, οπότε ο κ. Μπατατούδης αποχώρησε και από την ΠΑΕ ΠΑΟΚ, η Αγροτική Τράπεζα ήλεγχε όχι μόνο το πλειοψηφικό πακέτο του τηλεοπτικού σταθμού Seven, αλλά και σημαντικό κομμάτι των περιουσιακών στοιχείων του.


Από το περασμένο Σάββατο, οπότε από την ενεχυριασμένη στην ATE συχνότητα εξέπεμψε ο ιδιοκτησίας Αλαφούζου Σκάι, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος δηλώνει ότι το θέμα ανήκει στην αρμοδιότητα του ΕΣΡ.


I. ΑΛΑΦΟΥΖΟΣ Ο κ. Θλιμμένος, ακροατής του σταθμού του


Ο κ. I. Αλαφούζος, ο μεγαλύτερος σε ηλικία γιος του ιδιοκτήτη της «Καθημερινής» κ. Αρ. Αλαφούζου, είναι ιδιοκτήτης του ραδιοφωνικού σταθμού Σκάι από το 1993. Από την πρώτη στιγμή ήθελε να έχει τον πρώτο και τον τελευταίο λόγο, ακόμη και σε θέματα τα οποία συνήθως δεν αφορούν έναν ιδιοκτήτη ραδιοφωνικού σταθμού, και ξόδευε περισσότερες ώρες στα γραφεία του Σκάι παρά στο σπίτι. Δεν είναι τυχαίο ότι στις αρχές της δεκαετίας του ’90, όταν το κτίριο του Σκάι ανακαινιζόταν, ο Γιάννης Αλαφούζος δεν δίστασε να βάλει φόρμα και να βάψει τοίχους μαζί με τους ελαιοχρωματιστές. Την ίδια εποχή βγήκε δύο φορές στον ραδιοφωνικό αέρα χρησιμοποιώντας το ψευδώνυμο κ. Θλιμμένος. Το γεγονός αυτό είχε οδηγήσει πολλούς ακροατές – μεταξύ των οποίων και πολιτικούς – να επικοινωνούν με τον σταθμό και να δηλώνουν επώνυμα όπως… «κ. Χαρούμενος», «κ. Λυπημένος» κ.ο.κ. Αυτή τη συνήθεια τη διατηρεί ακόμη, με τη διαφορά ότι πλέον παρεμβαίνει επωνύμως στις εκπομπές του Σκάι, όταν συμφωνεί ή διαφωνεί με τις απόψεις που ακούγονται από τη ραδιοφωνική συχνότητα.


Ο κ. I. Αλαφούζος έχει κατά καιρούς, για διάφορους λόγους, αντιμετωπίσει προβλήματα με τη Δικαιοσύνη. H πρώτη φορά ήταν το 1992, μεσούσης της «τρικυμίας» των σχέσεων μεταξύ «Καθημερινής» και του τότε πρωθυπουργού κ. K. Μητσοτάκη. Τότε ο εισαγγελέας είχε παραπέμψει στη Δικαιοσύνη τον κ. Αλαφούζο και πέντε συνεργάτες του για λαθρεμπόριο καυσίμων, υπόθεση για την οποία τελικά αθωώθηκε. Τον Φεβρουάριο 2001 ο κ. Αλαφούζος είχε καταδικαστεί από το Πλημμελειοδικείο Πειραιά για χρέη προς το Δημόσιο.


Ο κ. Αλαφούζος είχε κατά καιρούς «ταραγμένες» σχέσεις και με το συνδικαλιστικό όργανο των δημοσιογράφων, την Ενωση Συντακτών Ημερησίων Εφημερίδων Αθηνών (ΕΣΗΕΑ). Ο 49χρονος επιχειρηματίας είχε έρθει σε σύγκρουση με την ΕΣΗΕΑ στις 15 Ιουλίου 2004, διότι με τέσσερις στενούς συνεργάτες του «έσπασε» την απεργία που είχε κηρύξει η συνδικαλιστική ένωση. Για αυτή τη στάση του ο Σκάι κλήθηκε από το ΕΣΡ να πληρώσει πρόστιμο 10.000 ευρώ. Τρεις ημέρες μετά τη λήξη της απεργίας, το πρωί της 18ης Ιουλίου, κατά τη διάρκεια ραδιοφωνικής εκπομπής της Δώρας Σαρρή για το ζήτημα που είχε προκύψει με την ΕΣΗΕΑ, ο κ. Αλαφούζος παρενέβη στον αέρα ως ακροατής, επιτέθηκε στους συνδικαλιστές και… επέπληξε τη δημοσιογράφο, την οποία άλλωστε απέλυσε λίγες εβδομάδες αργότερα.


Ο κ. Αλαφούζος διατηρεί πολύ καλές σχέσεις με τον Αρχιεπίσκοπο Αθηνών κ. Χριστόδουλο. Μάλιστα στα μέσα Φεβρουαρίου, ενάμιση μήνα προτού ο Σκάι βγει στον αέρα, ο κ. Αλαφούζος συνέφαγε με τον κ. Χριστόδουλο στο Αρχιεπισκοπικό Μέγαρο, ο οποίος του έδωσε και τις ευλογίες του για τη λειτουργία του νέου σταθμού.